ενεργά διφωσφορικά (dFdCDP) και τριφωσφορικά (dFdCDp) νουκλεοτίδια. Η κυτταροτοξική δράση
της γεμσιταβίνης φαίνεται να οφείλεται στην αναστολή της σύνθεσης του DΝΑ μέσω δύο δράσεων
των dFdCDP και dFdCTP. Πρώτον, η dFdCDP αναστέλλει την αναγωγάση των ριβονουκλεοτιδίων,
η οποία είναι ο μοναδικός καταλύτης των αντιδράσεων σύνθεσης των τριφωσφορικών
δεσοξυνουκλεοτιδίων (dNTPs), τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούνται στη σύνθεση του DΝΑ. Η
αναστολή αυτού του ενζύμου από την dFdCDP ελαττώνει τη συγκέντρωση των
δεσοξυνουκλεοτιδίων και ειδικότερα του dCTP. Δεύτερον, η dFdCTP ανταγωνίζεται το Dctp για
ενσωμάτωση στο νεοσυντιθέμενο DΝΑ (αυτοενίσχυση).
Ομοίως, μία μικρή ποσότητα γεμσιταβίνης μπορεί επίσης να ενσωματωθεί στο RΝΑ. Έτσι, η
μείωση στην ενδοκυτταρική συγκέντρωση του dCTP καθιστά δυνατή την ενσωμάτωση της dFdCTP
στο DΝΑ. Η DΝΑ πολυμεράση έψιλον είναι ουσιαστικά ανίκανη να αφαιρέσει την γεμσιταβίνη και
να επιδιορθώσει τους αντιγραφόμενους κλώνους του ϋΝΑ. Μετά την ενσωμάτωση της γεμσιταβίνης
στο DΝΑ, προστίθεται ένα επιπλέον νουκλεοτίδιο στους αναπτυσσόμενους κλώνους του DΝΑ.
Μετά την προσθήκη αυτή, υπάρχει ουσιαστικά πλήρης αναστολή της περαιτέρω συνθέσεως DΝΑ
(κρυφός τερματισμός αλυσίδας). Μετά την ενσωμάτωση στο DΝΑ, η γεμσιταβίνη φαίνεται να
προάγει την διαδικασία κυτταρικού θανάτου, που είναι γνωστή ως απόπτωση (apoptosis).
Κλινικά στοιχεία
Καρκίνος ουροδό x ου κύστεως
Σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη φάσης III σε 405 ασθενείς με τοπικά προχωρημένο ή μεταστατικό
καρκίνωμα από μεταβατικό επιθήλιο, δεν παρουσιάστηκε καμία διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων
θεραπείας, γεμσιταβίνης/σισπλατίνης έναντι μεθοτρεξάτη/βινμπλαστίνη/αδριαμικίνη/σισπλοϊίνη
(Μ\/ΑC), ως προς τη μέση επιβίωση (12,8 και 14,8 μήνες αντίστοιχα, ρ=0,547), το χρόνο έως την
υποτροπή (7,4 και 7,6 μήνες αντίστοιχα, ρ=0,842) και με ποσοστό ανταπόκρισης (49,4 % και 45,7
% αντίστοιχα, ρ=0,512). Παρόλα αυτά, η συνδυασμένη αγωγή της γεμσιταβίνης με
σισπλατίνη είχε καλύτεροο προφίλ τοξικότητας από ότι με ΜΥΑC.
Καρκίνος πανγκρέατος
Σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη φάσης III σε 126 ασθενείς με τοπικά προχωρημένο ή μεταστατικό
καρκίνο του παγκρέατος, η χορήγηση της γεμσιταβίνης έδειξε στατιστικά σημαντικά υψηλότερο
ποσοστό κλινικής ανταπόκρισης από την 5- φλουορουρακίλη (23,8 % και 4,8 % αντίστοιχα,
ρ=0,0022). Επίσης, στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου ως την υποτροπή από 0,9 έως 2,3
μήνες (log-rank ρ < 0,0002) και στατιστικά σημαντική αύξηση της μέσης επιβίωσης από 4,4 έως 5,7
μήνες (log-rank ρ < 0,0024) παρατηρήθηκε σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με γεμσιταβίνη σε
σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με 5-φλουορουρακίλη.
Μη μικροκυτταρικός καρκίνος του πνεύμονα
Σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη φάσης III σε 522 ασθενείς με μη επιδεχόμενο χειρουργική επέμβαση,
τοπικά προχωρημένο ή μεταστατικό Μη Μικροκυτταρικό Καρκίνο του Πνεύμονα, η χορήγηση της-
γεμσιταβίνης-σε-συνδυασμό με σισπλατίνη έδειξε-στατικά-σημαντικά υψηλότερο ποσοστό
ανταπόκρισης από ότι μεμονωμένη χορήγηση της σισπλατίνης (31,0 % και 12,0 % αντίστοιχα, ρ <
0,00001). Στατιστικό σημαντική αύξηση του χρόνου ως την υποτροπή από 3,7 έως 5,6 μήνες ( log-
rank ρ < 0,0012) και στατιστικό σημαντική αύξηση της μέσης επιβίωσης από 7,6 έως 9,1 μήνες
(Ιοg-rank ρ<0,004) παρατηρήθηκε σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με γεμσιταβίνη/σισπλατίνη σε
σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με σισπλατίνη.
Σε μια άλλη τυχαιοποιημένη μελέτη φάσης III σε 135 ασθενείς με Μη Μικροκυτταρικό Καρκίνο του
Πνεύμονα σταδίου ΙΙΙΒ ή IV η συνδυασμένη θεραπεία με γεμσιταβίνη και σισπλατίνη έδειξε
στατιστικά σημαντικά υψηλότερο ποσοστό ανταπόκρισης από ότι η συνδυασμένη αγωγή με
σισπλατίνη και ετοποσίδη (40,6 % και 21,2 % αντίστοιχα, ρ=0,025). Στατιστικά σημαντική αύξηση
του χρόνου ως την υποτροπή από 4,3 έως 6,9 μήνες (ρ=0,014) παρατηρήθηκε σε ασθενείς που
έλαβαν θεραπεία με γεμσιταβίνη/σισπλατίνη σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν θεραπεία
με ετοποσίδη/σισπλατίνη.
Και στις δύο μελέτες η ανεκτικότητα ήταν παρόμοια και στις δύο ομάδες θεραπείας.
Καρκίνος ωοθηκών
Σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη φάσης III σε 356 ασθενείς με προχωρημένο επιθηλιακό καρκίνο
ωοθηκών που υποτροπίασαν τουλάχιστον 6 μήνες μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας με
πλατίνη, τυχαιοποιήθηκαν σε θεραπεία με γεμσιταβίνη και καρβοπλατίνη (GCb), ή καρβοπλατίνη
(Cb). Στατιστικά σημαντική αύξηση του χρόνου ως την υποτροπή από 5,8 έως 8,6 μήνες (Ιοg-rank
ρ=0,0038) παρατηρήθηκε σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με GCb σε σύγκριση με τους ασθενείς
που έλαβαν θεραπεία με Cb. Οι διαφορές στα ποσοστά ανταπόκρισης ήταν 47,2% στην ομάδα
θεραπείας με GCb έναντι 30,9 % στην ομάδα θεραπείας με Cb (ρ=0,0016) και της μέσης