σχετιζόμενη με άνοια και/ή διαταραχές συμπεριφοράς, παρατηρήθηκε διπλάσια
αύξηση της επίπτωσης θανάτου στους ασθενείς υπό ολανζαπίνη συγκριτικά με
εκείνη για τους ασθενείς υπό εικονικό φάρμακο (placebo) (3,5% έναντι 1,5%
αντιστοίχως). H υψηλότερη επίπτωση θανάτου δεν σχετιζόταν με τη δοσολογία
της ολανζαπίνης (μέση ημερήσια δόση 4,4 mg) ή τη διάρκεια της αγωγής. Οι
παράγοντες κινδύνου που ενδέχεται να προδιαθέτουν τον πληθυσμό αυτό των
ασθενών σε αυξημένη θνησιμότητα περιλαμβάνουν: ηλικία > 65 ετών, δυσφαγία,
καταστολή, πλημμελής θρέψη και αφυδάτωση, πνευμονικές καταστάσεις (π.χ.
πνευμονία μετά από ή χωρίς εισρόφηση) ή συγχορήγηση βενζοδιαζεπινών.
Ωστόσο, η επίπτωση θανάτου ήταν υψηλότερη στους ασθενείς σε θεραπεία με
ολανζαπίνη συγκριτικά με τους ασθενείς υπό εικονικό φάρμακο (placebo),
ανεξάρτητα από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου.
Στις ίδιες κλινικές δοκιμές,, αναφέρθηκαν αγγειακές εγκεφαλικές ανεπιθύμητες
ενέργειες (CVAE π.χ., αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, παροδικό ισχαιμικό
επεισόδιο), περιλαμβανομένων εκείνων με θανατηφόρα έκβαση. Παρατηρήθηκε
μία τριπλάσια αύξηση σε CVAE σε ασθενείς που έλαβαν ολανζαπίνη συγκριτικά
με ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (placebo) (1,3% έναντι 0,4%
αντιστοίχως). Όλοι οι ασθενείς σε θεραπεία με ολανζαπίνη και εικονικό φάρμακο
(placebo) που εμφάνισαν CVAE, είχαν προϋπάρχοντες παράγοντες κινδύνου.
Ηλικία > 75 ετών και αγγειακού/μικτού τύπου άνοια –ταυτοποιήθηκαν ως
παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη CVAE που σχετίζεται με την αγωγή με
ολανζαπίνη. Η αποτελεσματικότητα της ολανζαπίνης δεν έχει διαπιστωθεί στις
δοκιμές αυτές.
Νόσος του Parkinson
Η χορήγηση της ολανζαπίνης για τη θεραπεία ψύχωσης που σχετίζεται με
αγωνιστή ντοπαμίνης σε ασθενείς με νόσο Parkinson δεσυνίσταται. Σε κλινικές
δοκιμές, επιδείνωση των παρκινσονικών συμπτωμάτων και των ψευδαισθήσεων
αναφέρθηκε πολύ συχνά και σε μεγαλύτερη συχνότητα από το εικονικό φάρμακο
(placebo) (βλέπε παράγραφο 4.8), και η ολανζαπίνη δεν ήταν περισσότερο
αποτελεσματική από το εικονικό φάρμακο (placebo) στη θεραπεία των
ψυχωτικών συμπτωμάτων. Στις δοκιμές αυτές, οι ασθενείς απαιτείτο αρχικά να
είναι σταθεροποιημένοι στη χαμηλότερη αποτελεσματική δόση των αντι-
Παρκινσονικών φαρμακευτικών προϊόντων (αγωνιστής ντοπαμίνης) και να
παραμένουν στα ίδια αντι-Παρκινσονικά φαρμακευτικά προϊόντα και δοσολογίες,
καθ’όλη τη διάρκεια της μελέτης. Η αρχική δοσολογία της ολανζαπίνης ήταν 2,5
mg/ημερησίως και τιτλοποιήθηκε σε μέγιστη δοσολογία 15 mg/ημερησίως,
ανάλογα με την κρίση του ερευνητή.
Νευροληπτικό Kακόηθες Σύνδρομο (NMS)
Το ΝΜS είναι μία δυνητικά θανατηφόρα κατάσταση, η οποία σχετίζεται με την
αντιψυχωτική αγωγή. Σπάνιες περιπτώσεις χαρακτηρισθείσες σαν ΝΜS έχουν,
επίσης, σχετισθεί με την ολανζαπίνη. Oι κλινικές εκδηλώσεις του ΝΜS
περιλαμβάνουν: υπερπυρεξία, μυϊκή ακαμψία, μεταβολή στη νοητική κατάσταση
και σημεία αστάθειας του αυτόνομου νευρικού συστήματος (ακανόνιστος
σφυγμός ή αρτηριακή πίεση, ταχυκαρδία, εφίδρωση και καρδιακή δυσρυθμία).
Eπιπρόσθετα σημεία πιθανώς περιλαμβάνουν αύξηση της
κρεατινοφωσφοκινάσης, μυοσφαιρινουρία (ραβδομυόλυση) και οξεία νεφρική
ανεπάρκεια. Εάν ένας ασθενής εμφανίσει σημεία και συμπτώματα ενδεικτικά του
ΝΜS ή ανεξήγητο υψηλό πυρετό χωρίς άλλες επιπρόσθετες κλινικές εκδηλώσεις
του ΝΜS, η χορήγηση όλων των αντιψυχωτικών φαρμάκων, περιλαμβανομένης
της ολανζαπίνης, θα πρέπει να διακόπτεται.
Υπεργλυκαιμία και διαβήτης