Προκειμένου να μην απορροφηθούν οι σταγόνες μέσω του ρινικού βλεννογόνου,
ιδιαίτερα σε νεογέννητα βρέφη ή παιδιά, οι ρινοδακρυϊκοί πόροι πρέπει να
διατηρούνται κλειστοί με τα δάκτυλα για 2 έως 3 λεπτά μετά από τη χορήγηση των
σταγόνων. Μετά την αφαίρεση του καπακιού, εφόσον το περιλαίμιο ασφαλείας είναι
χαλαρό, αυτό θα πρέπει να αφαιρείται πριν από τη χρησιμοποίηση του προϊόντος.
Εάν χρησιμοποιούνται περισσότερα του ενός τοπικά οφθαλμικά φαρμακευτικά
προϊόντα, αυτά θα πρέπει να χορηγούνται με διαφορά τουλάχιστον 5 λεπτών το ένα
από το άλλο. Οι οφθαλμικές αλοιφές θα πρέπει να χορηγούνται τελευταίες.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σε άλλες κινολόνες ή σε κάποιο από τα έκδοχα
που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Σε ασθενείς που λαμβάνουν συστηματικά χορηγούμενες κινολόνες, έχουν αναφερθεί
σοβαρές και περιστασιακά μοιραίες αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αναφυλακτικές),
μερικές μετά την πρώτη δόση. Μερικές αντιδράσεις συνοδεύονταν από
καρδιαγγειακή κατέρρειψη, απώλεια συνείδησης, αγγειοοίδημα
(συμπεριλαμβανομένου του οιδήματος του λάρυγγα, του φάρυγγα ή του προσώπου),
απόφραξη αεραγωγών, δύσπνοια, κνίδωση και κνησμό (βλ. παράγραφο 4.8).
Εάν εμφανιστεί κάποια αλλεργική αντίδραση στο VIGAMOX, διακόψτε τη χρήση του
φαρμακευτικού προϊόντος. Σοβαρές οξείες αντιδράσεις υπερευαισθησίας στη
μοξιφλοξασίνη ή οποιοδήποτε άλλο συστατικό του προϊόντος ενδέχεται να απαιτούν
επειγόντως άμεση θεραπεία. Θα πρέπει να χορηγηθεί οξυγόνο και να γίνει
διαχείριση των αεραγωγών, όπου αυτό ενδείκνυται κλινικά.
Όπως ισχύει και με άλλα αντι-λοιμώδη, η παρατεταμένη χρήση ενδέχεται να
οδηγήσει σε υπερανάπτυξη μη ευαίσθητων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των
μυκήτων. Εάν υπάρξει επιλοίμωξη, διακόψτε τη χρήση και χορηγήστε εναλλακτική
θεραπεία.
Φλεγμονή και ρήξη του τένοντα μπορεί να συμβεί με τη συστηματική θεραπεία με
φθοριοκινολόνες, συμπεριλαμβανομένης της μοξιφλοξασίνης, ιδιαίτερα σε
ηλικιωμένους ασθενείς και σε εκείνους που λαμβάνουν συγχορηγούμενη θεραπεία με
κορτικοστεροειδή. Οι συγκεντρώσεις της μοξιφλοξασίνης στο πλάσμα μετά από
οφθαλμική χορήγηση του VIGAMOX, είναι πολύ χαμηλότερες από ό,τι μετά την από
του στόματος χορήγηση θεραπευτικών δόσεων μοξιφλοξασίνης (βλ. παράγραφο 4.5
και 5.2). Ωστόσο, πρέπει να δίδεται προσοχή και η θεραπεία με VIGAMOX πρέπει να
διακόπτεται με την πρώτη ένδειξη φλεγμονής του τένοντα (βλ. παράγραφο 4.8 ).
Τα δεδομένα είναι ελάχιστα για να επιβεβαιώσουν την αποτελεσματικότητα και την
ασφάλεια του VIGAMOX για τη θεραπεία της επιπεφυκίτιδας σε νεογνά . Γι’ αυτό δε
συνιστάται η χρήση αυτού του φαρμακευτικού προϊόντος στη θεραπεία της
επιπεφυκίτιδας στα νεογνά.
Το VIGAMOX δε θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την προφύλαξη ή την εμπειρική
θεραπεία της γονοκοκκικής επιπεφυκίτιδας, συμπεριλαμβανομένης της γονοκοκκικής
νεογνικής οφθαλμίας λόγω της εξάπλωσης της ανθεκτικής στη φλουοροκινολόνη
4