ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
DORZOLAMIDE/GENERICS 20 mg/ml Οφθαλμικές σταγόνες, Διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε ml περιέχει 20 mg δορζολαμίδης (ως δορζολαμίδη υδροχλωρική).
Έκδοχο με γνωστές δράσεις:
Κάθε ml διαλύματος περιέχει 0,075 mg χλωριούχο βενζαλκώνιο.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα
Ισότονο, ρυθμισμένο, ελαφρά ιξώδες, διαυγές, άχρωμο υδατικό διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το DORZOLAMIDE/GENERICS 20 mg/ml οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα ενδείκνυται:
• ως επικουρική θεραπεία σε β-αποκλειστές,
• ως μονοθεραπεία σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται σε β-αποκλειστές ή στους οποίους οι β-
αποκλειστές αντενδείκνυνται
για τη θεραπεία της αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης σε:
• οφθαλμική υπέρταση,
• γλαύκωμα ανοικτής γωνίας,
• ψευδοαποφολιδωτικό γλαύκωμα.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Όταν χρησιμοποιείται ως μονοθεραπεία, η δοσολογία είναι μία σταγόνα δορζολαμίδης στον θόλο του
επιπεφυκότα του πάσχοντα οφθαλμού (οφθαλμών) τρεις φορές ημερησίως.
Όταν χρησιμοποιείται ως επικουρική θεραπεία σε έναν οφθαλμικό β- αποκλειστή, η δοσολογία είναι
μία σταγόνα δορζολαμίδης στο θόλο του επιπεφυκότα του πάσχοντα οφθαλμού (οφθαλμών), δύο
φορές ημερησίως.
Όταν η δορζολαμίδη πρόκειται να αντικαταστήσει έναν άλλο αντιγλαυκωματικό οφθαλμικό
παράγοντα, το προηγούμενο φάρμακο θα πρέπει να διακόπτεται αφού χορηγηθεί στην κατάλληλη
δόση την προηγούμενη ημέρα, και την επόμενη θα πρέπει να αρχίζει η θεραπεία με δορζολαμίδη.
Σε περίπτωση που χορηγούνται τοπικά περισσότερα από ένα οφθαλμικά φάρμακα, θα πρέπει αυτά να
χορηγούνται χωριστά και με διαφορά χρόνου τουλάχιστον 10 λεπτά.
Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται ότι θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή του άκρου του
δοσιμετρικού περιέκτη με τον οφθαλμό ή τη γύρω περιοχή.
2
Οι ασθενείς θα πρέπει επίσης να ενημερώνονται ότι η ακατάλληλη χρήση των οφθαλμικών
διαλυμάτων μπορεί να προκαλέσει την επιμόλυνσή τους από κοινά βακτήρια που αποτελούν αιτία
οφθαλμικών μολύνσεων. Η χρήση μολυσμένων διαλυμάτων μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη
στον οφθαλμό και επακόλουθη απώλεια της όρασης.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Υπάρχουν περιορισμένα διαθέσιμα κλινικά δεδομένα σε παιδιατρικούς ασθενείς για τη χορήγηση της
δορζολαμίδης τρις ημερησίως (Για πληροφορίες σχετικά με τη δοσολόγηση σε παιδιατρικούς
ασθενείς, βλ. παράγραφο 5.1).
Τρόπος χορήγησης
Για οφθαλμική χρήση.
Θα πρέπει να συστήνεται στους ασθενείς να πλένουν τα χέρια τους πριν από τη χρήση.
Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τη σωστή χρήση των περιεκτών οφθαλμικών
διαλυμάτων.
Οδηγίες χρήσης:
1.Η σφράγιση ασφαλείας στο λαιμό της φιάλης θα πρέπει να είναι άθικτη και στη συνέχεια να
σπάζεται πριν τη χρήση του προϊόντος για πρώτη φορά. Είναι φυσιολογικό να υπάρχει κάποιο κενό
μεταξύ της φιάλης και του πώματος στη φιάλη πριν ανοιχτεί.
2. Το πώμα της φιάλης πρέπει να αφαιρεθεί.
3. Ο ασθενής θα πρέπει να γείρει το κεφάλι του προς τα πίσω και να τραβήξει απαλά προς τα κάτω το
κάτω βλέφαρό του, έτσι ώστε να σχηματιστεί ένας μικρός θύλακος μεταξύ του βλεφάρου και του
οφθαλμού.
4. Η φιάλη πρέπει να αναστραφεί και να πιεστεί ελαφρά μέχρι να πέσει μία σταγόνα μέσα στον
οφθαλμό. ΤΟ ΣΤΑΓΟΝΟΜΕΤΡΙΚΟ ΡΥΓΧΟΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΕ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΟΝ
ΟΦΘΑΛΜΟ Ή ΤΟ ΒΛΕΦΑΡΟ.
5. Τα βήματα 3 & 4 πρέπει να επαναληφθούν και στον άλλο οφθαλμό εάν αυτό απαιτείται.
6. Το πώμα πρέπει να επανατοποθετείται και η φιάλη θα πρέπει να κλείνει αμέσως μετά τη χρήση.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην
παράγραφο 6.1.
Η δορζολαμίδη δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με σοβαρού βαθμού νεφρική δυσλειτουργία
(CrCl < 30 ml/min) ή με υπερχλωραιμική οξέωση. Επειδή η δορζολαμίδη και οι μεταβολίτες
της απεκκρίνονται κυρίως από τους νεφρούς, η δορζολαμίδη αντενδείκνυται σε αυτούς τους
ασθενείς.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η δορζολαμίδη δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία και γι αυτό θα πρέπει να
χρησιμοποιείται με προσοχή σε τέτοιους ασθενείς.
Η αντιμετώπιση των ασθενών με οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας απαιτεί θεραπευτικές παρεμβάσεις
εκτός από οφθαλμικούς υποτασικούς παράγοντες. Η δορζολαμίδη δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με
οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας.
Η δορζολαμίδη περιέχει μία σουλφοναμιδο-ομάδα, η οποία απαντάται επίσης στις σουλφοναμίδες, και
παρόλο που χορηγείται τοπικά, απορροφάται συστηματικά. Ως εκ τούτου οι ίδιοι τύποι ανεπιθύμητων
ενεργειών που αποδίδονται στις σουλφοναμίδες μπορούν να εμφανιστούν με τοπική χορήγηση,
συμπεριλαμβανομένων των σοβαρών αντιδράσεων όπως του συνδρόμου Stevens-Johnson και της
3
τοξικής επιδερμικής νεκρόλυσης. Εάν εμφανιστούν σημεία σοβαρών αντιδράσεων υπερευαισθησίας,
διακόψτε τη χρήση αυτού του παρασκευάσματος.
Η θεραπεία με από του στόματος αναστολείς καρβονικής ανυδράσης έχει συσχετισθεί με ουρολιθίαση
ως αποτέλεσμα οξεοβασικών διαταραχών, ιδιαίτερα σε ασθενείς με προηγούμενο ιστορικό λίθων
στους νεφρούς. Παρόλο που δεν έχουν παρατηρηθεί οξεοβασικές διαταραχές με την δορζολαμίδη,
έχει αναφερθεί ουρολιθίαση σε μικρή συχνότητα. Καθώς η δορζολαμίδη είναι ένας τοπικός
αναστολέας καρβονικής ανυδράσης, που απορροφάται συστηματικά, οι ασθενείς με προηγούμενο
ιστορικό λίθων στους νεφρούς μπορεί να έχουν αυξημένο κίνδυνο ουρολιθίασης ενόσω
χρησιμοποιούν δορζολαμίδη.
Εάν παρατηρηθούν αλλεργικές αντιδράσεις (π.χ. επιπεφυκίτιδα και βλεφαρικές αντιδράσεις), θα
πρέπει να ληφθεί υπόψη το ενδεχόμενο διακοπής της αγωγής.
Υπάρχει ενδεχόμενο εμφάνισης αθροιστικής δράσης στις γνωστές συστηματικές επιδράσεις της
αναστολής καρβονικής ανυδράσης σε ασθενείς που λαμβάνουν έναν από του στόματος χορηγούμενο
αναστολέα της καρβονικής ανυδράσης και δορζολαμίδη. Η ταυτόχρονη χορήγηση δορζολαμίδης και
από του στόματος χορηγούμενων αναστολέων της καρβονικής ανυδράσης δεν συνιστάται.
Οίδημα του κερατοειδούς και μη αντιστρεπτή ανεπάρκεια αντιστάθμισης του κερατοειδούς έχουν
αναφερθεί σε ασθενείς με προϋπάρχουσες χρόνιες κερατοειδικές αλλοιώσεις και/ή ιστορικό
ενδοφθαλμικής εγχείρησης ενώ λάμβαναν DORZOLAMIDE/GENERICS 20 mg/ml οφθαλμικές
σταγόνες, διάλυμα. Η τοπική χορήγηση δορζολαμίδης σε αυτούς τους ασθενείς πρέπει να γίνεται με
προσοχή.
Έχει αναφερθεί αποκόλληση χοριοειδούς σε συνδυασμό με οφθαλμική υποτονία μετά από τεχνικές
διήθησης με εφαρμογή θεραπειών μείωσης του υδατοειδούς υγρού.
Παιδιατρικός πληθυσμός:
Η χρήση της δορζολαμίδης δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς ηλικίας κυήσεως κάτω των 36 εβδομάδων
και ηλικίας κάτω της μιας εβδομάδας. Σε ασθενείς όπου απαντάται σημαντικού βαθμού ελλιπής
ωρίμανση των νεφρικών σωληναρίων, η δορζολαμίδη μπορεί να χορηγείται μόνο αφού εξετασθεί με
προσοχή ο λόγος κινδύνου - οφέλους, λόγω του πιθανού κινδύνου εμφάνισης μεταβολικής οξέωσης.
To DORZOLAMIDE/GENERICS 20 mg/ml οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα, περιέχει το συντηρητικό
χλωριούχο βενζαλκώνιο, το οποίο μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό των οφθαλμών. To χλωριούχο
βενζαλκώνιο είναι γνωστό ότι αποχρωματίζει τους μαλακούς φακούς επαφής. Η επαφή με τους
μαλακούς φακούς επαφής θα πρέπει να αποφεύγεται. Οι φακοί επαφής θα πρέπει να αφαιρούνται πριν
από την εφαρμογή του φαρμάκου και δεν πρέπει να επανατοποθετούνται αν δεν παρέλθουν
τουλάχιστον 15 λεπτά από την εφαρμογή.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες αλληλεπίδρασης.
Σε κλινικές μελέτες, η δορζολαμίδη χορηγήθηκε ταυτόχρονα με τις παρακάτω αναφερόμενες
φαρμακευτικές ουσίες χωρίς ενδείξεις ανεπιθύμητων αλληλεπιδράσεων: οφθαλμικό διάλυμα
τιμολόλης, οφθαλμικό διάλυμα βεταξολόλης και συστηματικά χορηγούμενα φάρμακα,
συμπεριλαμβανομένων αναστολέων ΜΕΑ, αποκλειστών διαύλων ασβεστίου, διουρητικών, μη
στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων συμπεριλαμβανομένης και της ασπιρίνης και ορμονών (π.χ.
οιστρογόνων, ινσουλίνης, θυροξίνης).
Δεν έχει πλήρως εκτιμηθεί η συσχέτιση μεταξύ της δορζολαμίδης, των μειωτικών παραγόντων και
των αδρενεργικών αγωνιστών στη θεραπεία του γλαυκώματος.
Η δορζολαμίδη είναι ένας αναστολέας καρβονικής ανυδράσης και παρόλο που εφαρμόζεται τοπικά,
4
απορροφάται συστηματικά. Στην κλινική έρευνα, δεν έχουν αναφερθεί διαταραχές της οξεοβασικής
ισορροπίας με αυτό το φάρμακο. Ωστόσο, η θεραπεία με από του στόματος χορηγούμενους
αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης έχει συσχετιστεί με διαταραχές αυτού του τύπου και έχει, σε
μερικές περιπτώσεις, οδηγήσει σε φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις (π.χ. τοξικότητα συσχετιζόμενη με
θεραπεία υψηλών δόσεων με σαλικυλικά). Για το λόγο αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο
παραπάνω πιθανός κίνδυνος και στους ασθενείς που λαμβάνουν το DORZOLAMIDE/GENERICS 20
mg/ml οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη: Δεν έχουν γίνει μελέτες σε έγκυες γυναίκες. Ο δυνητικός κίνδυνος για τον άνθρωπο
είναι άγνωστος. Η δορζολαμίδη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης, εκτός
εάν είναι σαφώς απαραίτητο.
Θηλασμός: Δεν υπάρχουν δεδομένα για την απέκκριση της δραστικής ουσίας στο ανθρώπινο μητρικό
γάλα. Η δορζολαμίδη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη γαλουχία. Σε αρουραίους που βρίσκονται
σε γαλουχία, παρατηρήθηκε μείωση του ρυθμού αύξησης του σωματικού βάρους των απογόνων που
θηλάζουν.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Το DORZOLAMIDE/GENERICS έχει μικρή ή μέτρια επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανών. Μπορεί να εμφανιστούν πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες όπως ζάλη και οπτικές
διαταραχές (βλέπε επίσης παράγραφο 4.8).
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η δορζολαμίδη έχει αξιολογηθεί σε περισσότερα από 1.400 άτομα σε ελεγχόμενες και μη ελεγχόμενες
κλινικές μελέτες. Σε μελέτες μεγάλης διάρκειας με 1.108 ασθενείς που έλαβαν δορζολαμίδη ως
μονοθεραπεία ή ως επικουρική θεραπεία με έναν οφθαλμικό β-αποκλειστή, η πιο συχνή αιτία
διακοπής (περίπου 3%) της θεραπείας με δορζολαμίδη ήταν οφθαλμικές ανεπιθύμητες ενέργειες που
σχετίζονταν με το φάρμακο, κυρίως επιπεφυκίτιδα και αντιδράσεις στα βλέφαρα.
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες οι οποίες έχουν αναφερθεί είτε κατά τη διάρκεια κλινικών
μελετών ή μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου ως περισσότερα από ένα μεμονωμένο περιστατικό
παρατίθενται παρακάτω, ανά κατηγορία οργανικού συστήματος και ανά συχνότητα εμφάνισης. Οι
συχνότητες εμφάνισης ορίζονται ως: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥ 1/100 έως < 1/10), όχι συχνές (≥
1/1000 έως < 1/100), σπάνιες (≥ 1/10000 έως < 1/1000) και πολύ σπάνιες (< 1/10000).
Κατηγορία
οργανικού
συστήματος
Πολύ συχνές Συχνές Όχι συχνές Σπάνιες
Διαταραχές του
νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγία Ζάλη Παραισθησία
Οφθαλμικές
διαταραχές
Αίσθημα
καύσου και
νυγμού
Επιπολής στικτή
κερατίτιδα
Δακρύρροια
Επιπεφυκίτιδα
Φλεγμονή βλεφάρου
Κνησμός οφθαλμού
Ερεθισμός
βλεφάρου Θάμβος
όρασης
Ιριδοκυκλίτιδα Ερεθισμός
συμπεριλαμβανομένης
ερυθρότητας
Άλγος
Εφελκίδα βλεφάρου,
Παροδική μυωπία (η
οποία υποχώρησε με τη
διακοπή της θεραπείας)
Οίδημα του
κερατοειδούς
Οφθαλμική υποτονία
Αποκόλληση του
5
χοριοειδούς μετά από
τραμπεκουλεκτομή
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του
θώρακα και του
μεσοθωρακίου
Επίσταξη
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
συστήματος
Ναυτία,
Πικρή γεύση
Ερεθισμός λαιμού
Ξηροστομία
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Δερματίτιδα από επαφή
Σύνδρομο Stevens-
Johnson, τοξική
επιδερμική νεκρόλυση
Διαταραχές των
νεφρών και των
ουροφόρων οδών
Ουρολιθίαση
Γενικές
διαταραχές και
καταστάσεις της
οδού χορήγησης
Εξασθένηση/κόπωση Υπερευαισθησία: σημεία
και συμπτώματα
τοπικών αντιδράσεων
(βλεφαρικές
αντιδράσεις) και
συστηματικών
αλλεργικών
αντιδράσεων
συμπεριλαμβανομένου
αγγειοοιδήματος,
κνίδωσης και κνησμού,
εξανθήματος,
δυσκολίας στην
αναπνοή, σπάνια
βρογχόσπασμου
Εργαστηριακά ευρήματα: η δορζολαμίδη δε συσχετίστηκε με διαταραχές ηλεκτρολυτών κλινικής
σημασίας.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Βλ. παράγραφο 5.1
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας
του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της
υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες
μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-
15562 Χολαργός, Αθήνα. Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Υπάρχουν μόνο περιορισμένα στοιχεία όσον αφορά την υπερδοσολογία στον άνθρωπο μετά από
τυχαία ή σκόπιμη λήψη υδροχλωρικής δορζολαμίδης. Μετά από λήψη του φαρμάκου από το στόμα
έχουν αναφερθεί τα ακόλουθα: υπνηλία, μετά από τοπική εφαρμογή: ναυτία, ζάλη, κεφαλαλγία,
κόπωση, μη φυσιολογικά όνειρα και δυσφαγία.
6
Η θεραπεία θα πρέπει να είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Μπορεί να εμφανιστούν διαταραχή
της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών, ανάπτυξη κατάστασης οξέωσης και πιθανές αντιδράσεις από το
κεντρικό νευρικό σύστημα. Θα πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα ηλεκτρολυτών στον ορό
(ιδιαίτερα του καλίου) και τα επίπεδα του pH στο αίμα.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Φάρμακα κατά του γλαυκώματος και μυωτικά, αναστολείς της
καρβονικής ανυδράσης, κωδικός ATC: S01EC03
M ηχανισμός δράσης
Η καρβονική ανυδράση (ΚΑ) είναι ένα ένζυμο που απαντάται σε πολλούς ιστούς του σώματος,
συμπεριλαμβανομένου και του οφθαλμού. Στον άνθρωπο η καρβονική ανυδράση υπάρχει με τη
μορφή διαφόρων ισοενζύμων, από τα οποία το πλέον δραστικό είναι η καρβονική ανυδράση II (ΚA-
II), η οποία κυρίως βρίσκεται στα ερυθροκύτταρα καθώς επίσης και σε άλλους ιστούς. Η αναστολή
της καρβονικής ανυδράσης στις ακτινοειδείς προβολές του οφθαλμού μειώνει την έκκριση του
υδατοειδούς υγρού. Το αποτέλεσμα είναι η μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ).
To DORZOLAMIDE/GENERICS 20 mg/ml οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα, περιέχει υδροχλωρική
δορζολαμίδη, έναν ισχυρό αναστολέα της καρβονικής ανυδράσης II στον άνθρωπο. Μετά από τοπική
χορήγηση στον οφθαλμό, η δορζολαμίδη μειώνει την αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση, είτε αυτή
συνδυάζεται με γλαύκωμα, είτε όχι. Η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση αποτελεί έναν μείζονα
παράγοντα κινδύνου στην παθογένεση της βλάβης του οπτικού νεύρου και στην απώλεια οπτικού
πεδίου. Η δορζολαμίδη δεν προκαλεί στένωση της κόρης και μειώνει την ενδοφθάλμια πίεση χωρίς
τις ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως είναι η νυκταλωπία και ο σπασμός προσαρμογής. Η δορζολαμίδη
έχει ελάχιστη, ή μηδενική επίδραση στον καρδιακό ρυθμό ή στην αρτηριακή πίεση.
Οι τοπικά χορηγούμενοι β-αδρενεργικοί αποκλειστές επίσης προκαλούν μείωση της ενδοφθάλμιας
πίεσης, ελαττώνοντας την παραγωγή του υδατοειδούς υγρού, αλλά με διαφορετικό μηχανισμό
δράσης. Μελέτες έχουν δείξει ότι όταν η δορζολαμίδη προστίθεται στη θεραπεία με ένα τοπικά
χορηγούμενο β-αποκλειστή, παρατηρείται επιπρόσθετη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Αυτό το
εύρημα σχετίζεται με την ήδη αναφερθείσα αθροιστική δράση των β-αποκλειστών και των, από του
στόματος χορηγούμενων, αναστολέων της καρβονικής ανυδράσης.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια
Ενήλικες Ασθενείς
Σε κλινικές μελέτες μεγάλου εύρους και διάρκειας μέχρι ενός έτους έχει δειχθεί η αποτελεσματικότητα
της δορζολαμίδης, σε ασθενείς με γλαύκωμα ή οφθαλμική υπερτονία όταν αυτή χορηγείται 3 φορές
την ημέρα ως μονοθεραπεία (ΕΟΠ προ θεραπείας ≥ 23 mmHg) ή όταν χορηγείται 2 φορές την ημέρα
ως επικουρική θεραπεία με οφθαλμικούς β-αποκλειστές (ΕΟΠ προ θεραπείας ≥ 22 mmHg). Η
αποτελεσματική δράση της δορζολαμίδης στη μείωση της ΕΟΠ, όταν αυτή χορηγείται ως
μονοθεραπεία και ως επικουρική θεραπεία έχει δειχθεί καθ' όλο το εικοσιτετράωρο και το αποτέλεσμα
αυτό διατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας χορήγησής της. Η αποτελεσματικότητα κατά
τη μακροχρόνια μονοθεραπεία ήταν παρόμοια με αυτή της βεταξολόλης και λίγο μικρότερη από αυτή
της τιμολόλης. Όταν χρησιμοποιείται ως επικουρική θεραπεία σε οφθαλμικούς β-αποκλειστές, η
δορζολαμίδη έχει δείξει επιπρόσθετη μείωση της ΕΟΠ παρόμοια με εκείνη της πιλοκαρπίνης 2% σε
χορήγηση τέσσερις φορές την ημέρα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Πραγματοποιήθηκε μία πολυκεντρική, διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με ήδη εγκεκριμένο προϊόν, μελέτη
χρονικής διάρκειας τριών μηνών σε 184 (122 για την δορζολαμίδη) παιδιατρικούς ασθενείς ηλικιών
7
από μίας εβδομάδας έως < 6 ετών με γλαύκωμα ή αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση (ΕΟΠ πριν τη
θεραπεία > 22 mmHg) για την αξιολόγηση της ασφάλειας της δορζολαμίδης σε οφθαλμικές σταγόνες,
διάλυμα όταν χορηγείται τοπικά τρεις φορές την ημέρα. Οι μισοί περίπου ασθενείς και στις δύο
ομάδες θεραπείας διαγνώστηκαν με συγγενές γλαύκωμα· άλλες συνήθεις αιτιολογίες ήταν το
σύνδρομο Sturge Weber, ιριδοκερατοειδής μεσεγχυματική δυσγενεσία, ασθενείς με αφακία. Η
κατανομή της ηλικίας και της θεραπείας στη φάση μονοθεραπείας ήταν όπως φαίνεται παρακάτω:
Δορζολαμίδη 20 mg/ml Τιμολόλη
Ηλικία κοορτής < 2 έτη n=56
Ηλικιακό εύρος: 1 έως 23
μήνες
Τιμολόλη GS 0,25% n=27
Ηλικιακό εύρος: 0,25 έως 22 μήνες
Ηλικία κοορτής ≥ 2 - < 6
έτη
n=66
Ηλικιακό εύρος: 2 έως 6 έτη
Τιμολόλη 0,5% n=35
Ηλικιακό εύρος: 2 έως 6 έτη
Και στις δύο ηλικιακές κατηγορίες, περίπου 70 ασθενείς έλαβαν θεραπευτική αγωγή επί τουλάχιστον
61 ημέρες και περίπου 50 ασθενείς έλαβαν θεραπευτική αγωγή επί 81-100 ημέρες.
Όταν η ΕΟΠ δεν ελέγχονταν επαρκώς με μονοθεραπεία δορζολαμίδης ή διαλύματος τιμολόλης
σχηματισμού γέλης (gel-forming solution), έγινε μία αλλαγή στην ανοικτή φάση της θεραπείας ως
ακολούθως: 30 ασθενείς < 2 ετών άλλαξαν σε ταυτόχρονη θεραπεία με διάλυμα τιμολόλης
σχηματισμού γέλης (gel-forming solution) 0,25% ημερησίως και δορζολαμίδη 20 mg/ml t.i.d., 30
ασθενείς > 2 ετών άλλαξαν σε σταθερό συνδυασμό 2% δορζολαμίδης/0,5% τιμολόλης b.i.d. (δύο
φορές την ημέρα).
Συνολικά, η συγκεκριμένη μελέτη δεν κατέδειξε επιπρόσθετα ζητήματα ασφαλείας στους
παιδιατρικούς ασθενείς: Στο 20% περίπου των ασθενών ενόσω ακολουθούσαν μονοθεραπεία με
δορζολαμίδη, παρατηρήθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονταν με τη δραστική ουσία, οι
οποίες στην πλειονότητά τους ήταν τοπικές, όχι σοβαρές, οφθαλμικές επιδράσεις όπως αίσθημα
καύσου και νυγμού του οφθαλμού, άλγος ένεσης και οφθαλμικό άλγος. Σε ένα μικρό ποσοστό < 4%
παρατηρήθηκε οίδημα ή θόλωση κερατοειδούς. Παρατηρήθηκαν τοπικές αντιδράσεις σε συχνότητα
παρόμοια με το σκέλος σύγκρισης. Κατά την εμπειρία μετά από την κυκλοφορία του φαρμάκου,
αναφέρθηκε μεταβολική οξέωση στα πολύ μικρά παιδιά ιδιαίτερα εκείνα με ατελή ανάπτυξη
νεφρών/νεφρική δυσλειτουργία.
Τα αποτελέσματα για την αποτελεσματικότητα στους παιδιατρικούς ασθενείς υποδηλώνουν ότι η
μέση μείωση της ΕΟΠ που παρατηρήθηκε στην ομάδα της δορζολαμίδης ήταν συγκρίσιμη με τη μέση
μείωση της ΕΟΠ που παρατηρήθηκε στην ομάδα της τιμολόλης, ακόμη και όταν παρατηρήθηκε
ελαφρό αριθμητικό πλεονέκτημα για την τιμολόλη.
Δεν είναι διαθέσιμες μελέτες αποτελεσματικότητας μεγαλύτερης διάρκειας (> 12 εβδομάδων).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Αντίθετα από τους χορηγούμενους από το στόμα αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης, η τοπική
χορήγηση της υδροχλωρικής δορζολαμίδης επιτρέπει στη δραστική ουσία να ασκήσει τη δράση της
απευθείας μέσα στον οφθαλμό, σε αισθητά χαμηλότερες δόσεις και ως εκ τούτου με μικρότερη
συστηματική έκθεση. Σε κλινικές μελέτες, αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της ΕΟΠ, χωρίς την
εμφάνιση διαταραχών της οξεοβασικής ισορροπίας ή μεταβολών των ηλεκτρολυτών που είναι
χαρακτηριστικό των από του στόματος χορηγούμενων αναστολέων της καρβονικής ανυδράσης.
Απορρόφηση
Όταν η δορζολαμίδη χορηγείται τοπικά, φθάνει στη συστηματική κυκλοφορία. Για την εκτίμηση της
δυνατότητας συστηματικής αναστολής της καρβονικής ανυδράσης μετά από τοπική χορήγηση,
μετρήθηκαν οι συγκεντρώσεις της δορζολαμίδης και του μεταβολίτη της στα ερυθρά αιμοσφαίρια και
στο πλάσμα, καθώς επίσης και η αναστολή της καρβονικής ανυδράσης στα ερυθρά αιμοσφαίρια.
8
Κατανομή
Κατά τη χρόνια δοσολόγηση η δορζολαμίδη αθροίζεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια ως αποτέλεσμα της
εκλεκτικής σύνδεσης με την ΚA-IΙ, ενώ εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις ελεύθερης δραστικής
ουσίας παραμένουν στο πλάσμα.
Βιομετασχηματισμός
Η μητρική ουσία σχηματίζει ένα Ν-αποαιθυλο-μεταβολίτη, ο οποίος αναστέλλει την ΚA-II σε
μικρότερο βαθμό από ότι η μητρική ένωση, αλλά επίσης αναστέλλει και ένα λιγότερο δραστικό
ισοένζυμο (ΚA-1). Ο μεταβολίτης επίσης αθροίζεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια, όπου συνδέεται
πρωτίστως με την ΚA-I. Η δορζολαμίδη συνδέεται σε μέτριο βαθμό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος
(περίπου 33%).
Αποβολή
Η δορζολαμίδη κυρίως απεκκρίνεται αμετάβλητη με τα ούρα: ο μεταβολίτης της επίσης αποβάλλεται
στα ούρα. Μετά το τέλος της χορήγησης, η δορζολαμίδη απομακρύνεται από τα ερυθρά αιμοσφαίρια
μη γραμμικά, με αποτέλεσμα αρχικά ταχεία ελάττωση της συγκέντρωσης της δορζολαμίδης, η οποία
ακολουθείται στη συνέχεια από μία φάση βραδύτερης αποβολής με χρόνο ημίσειας ζωής περίπου
τέσσερις μήνες.
Όταν η δορζολαμίδη δόθηκε από το στόμα ώστε να προσομοιωθεί η υψηλότερη συστηματική έκθεση
του οργανισμού μετά από μακροχρόνια τοπική οφθαλμική χορήγηση, σταθερή κατάσταση
επιτεύχθηκε εντός 13 εβδομάδων. Στη σταθερή κατάσταση δεν υπήρχε καθόλου ελεύθερη δραστική
ουσία ή μεταβολίτης της στο πλάσμα. Η αναστολή της ΚΑ στα ερυθρά αιμοσφαίρια ήταν μικρότερη
από εκείνη, που θεωρείται απαραίτητη για τη φαρμακολογική επίδραση στη νεφρική λειτουργία ή την
αναπνοή. Παρόμοια φαρμακοκινητικά αποτελέσματα παρατηρήθηκαν μετά από χρόνια τοπική
χορήγηση δορζολαμίδης.
Παρόλα αυτά, σε μερικούς ηλικιωμένους ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία (κατ’ εκτίμηση CrCl 30-
60 ml/min) βρέθηκαν υψηλότερα επίπεδα συγκεντρώσεων του μεταβολίτη στα ερυθρά αιμοσφαίρια,
αλλά όχι ιδιαίτερης σημασίας διαφορές που σχετίζονται με την αναστολή της καρβονικής ανυδράσης,
ενώ καμία κλινικά σημαντική συστηματική ανεπιθύμητη ενέργεια δεν αποδόθηκε άμεσα σε αυτό το
εύρημα.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα κύρια ευρήματα μελετών σε ζώα με την υδροχλωρική δορζολαμίδη όταν χορηγείται από το στόμα,
σχετίζονται με τα φαρμακολογικά αποτελέσματα της συστηματικής αναστολής της καρβονικής
ανυδράσης. Μερικά από αυτά τα ευρήματα ήταν κατά είδος ειδικά και/ή ήταν αποτέλεσμα της
μεταβολικής οξέωσης. Σε κουνέλια που χορηγήθηκαν δόσεις δορζολαμίδης τοξικές για τη μητέρα
σχετιζόμενες με μεταβολική οξέωση παρατηρήθηκαν δυσπλασίες των σπονδυλικών σωματιδίων.
Σε κλινικές μελέτες, οι ασθενείς δεν εμφάνισαν σημεία μεταβολικής οξέωσης ή μεταβολές
ηλεκτρολυτών του ορού, οι οποίες είναι ενδεικτικές της συστηματικής αναστολής της ΚΑ. Ως εκ
τούτου, δεν αναμένεται τα αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν σε μελέτες ζώων να παρατηρηθούν σε
ασθενείς που λαμβάνουν θεραπευτικές δόσεις δορζολαμίδης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Μαννιτόλη
Υδροξυαιθυλοκυτταρίνη
Νάτριο κιτρικό
Νατρίου υδροξείδιο για ρύθμιση του pH
Διάλυμα χλωριούχου βενζαλκώνιου 50 %
Ενέσιμο ύδωρ.
9
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια (χωρίς να έχει ανοιχθεί)
Μετά από το πρώτο άνοιγμα: 28 ημέρες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε τη φιάλη στο εξωτερικό χάρτινο κουτί για να προστατεύεται από το φως.
Φυλάσσετε σε θερμοκρασία μικρότερη των 30°C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Λευκή φιάλη από μετρίου πυκνότητας πολυαιθυλένιο που φέρει σφραγισμένο σταγονομετρικό ρύγχος,
πώμα-επίπωμα ασφαλείας, η οποία περιέχεται σε χάρτινο κουτί.
Μεγέθη συσκευασίας: 1 x 5 mL (1 φιάλη των 5 mL) , 3 x 5 mL (3 φιάλες των 5 mL), 6 x 5 mL (6
φιάλες των 5 mL)
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Δικαιούχος Προϊόντος και Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας:
Generics Pharma Hellas Ltd, Λ. Βουλιαγμένης 577
Α
, Αργυρούπολη 16451, Αθήνα,
τηλ.: 210 9936410
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
2114/14-01-2011
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
14-01-2011
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
[Συμπληρώνεται σε εθνικό επίπεδο.]
10