Επειδή αυξημένος κίνδυνος λοίμωξης συνδέεται με την χρήση οποιασδήποτε
κεντρικής φλέβας, πρέπει να λαμβάνονται αυστηρά άσηπτες προφυλάξεις για
την αποφυγή οποιασδήποτε επιμόλυνσης κατά την εισαγωγή και τον χειρισμό
του καθετήρα.
Η γλυκόζη ορού, οι ηλεκτρολύτες και η ωσμωτικότητα, καθώς και το ισοζύγιο
υγρών, η οξεοβασική ισορροπία, και οι δοκιμασίες των ηπατικών ενζύμων
πρέπει να ελέγχονται.
Ο αριθμός των εμμόρφων στοιχείων του αίματος και η πηκτικότητα πρέπει να
ελέγχονται όταν τα λιπίδια χορηγούνται για μεγαλύτερη περίοδο.
Σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια η λήψη φωσφορικών και καλίου πρέπει να
ελέγχονται προσεκτικά για να αποφευχθεί η υπερφωσφαταιμία και η
υπερκαλιαιμία.
Το ποσό ενός εκάστου των ηλεκτρολυτών που πρέπει να προστεθεί, καθορίζεται
από την κλινική κατάσταση του ασθενούς και από τον συχνό έλεγχο των
επιπέδων του στον ορό.
Η παρεντερική διατροφή πρέπει να δίνεται με προσοχή σε καταστάσεις
γαλακτικής οξέωσης, σε ανεπαρκή προσφορά οξυγόνου στους ιστούς και σε
αύξηση της ωσμωτικότητας του ορού.
Οποιαδήποτε ένδειξη ή σύμπτωμα αναφυλακτικής αντίδρασης (όπως πυρετός,
ρίγος, εξάνθημα ή δύσπνοια) πρέπει να οδηγούν σε άμεση διακοπή της έγχυσης.
Η περιεκτικότητα σε λιπίδια του SmofKabiven, πιθανόν να παρεμβαίνει σε
κάποιες εργαστηριακές μετρήσεις (π.χ. χολερυθρίνη, γαλακτική αφυδρογενάση,
κορεσμός οξυγόνου, αιμοσφαιρίνη), αν η δειγματοληψία του αίματος γίνει πριν
τα λιπίδια να έχουν επαρκώς απομακρυνθεί από την κυκλοφορία του αίματος.
Τα λιπίδια απομακρύνονται στους περισσότερους ασθενείς μετά από διάστημα
5 – 6 ωρών, από την διακοπή της χορήγησής τους.
Η ενδοφλέβια έγχυση αμινοξέων συνοδεύεται με αύξηση της αποβολής δια των
ούρων των ιχνοστοιχείων, ιδιαίτερα χαλκού και ψευδαργύρου. Αυτό πρέπει να
υπολογίζεται κατά τη χορήγηση των ιχνοστοιχείων, ιδιαίτερα κατά τη
μακροχρόνια ενδοφλέβια διατροφή. Οι ποσότητες ψευδαργύρου που χορηγούνται
μαζί με το SmofKabiven πρέπει να λαμβάνονται υπ’όψη.
Σε ασθενείς με κακή θρέψη η έναρξη χορήγησης παρεντερικής διατροφής είναι
δυνατόν να επιταχύνει την μετατόπιση υγρών με αποτέλεσμα πνευμονικό
οίδημα και συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια καθώς και μείωση στον ορό της
συγκέντρωσης καλίου, φωσφόρου, μαγνησίου και υδατοδιαλυτών βιταμινών.
Αυτές οι αλλαγές είναι δυνατόν να συμβούν σε διάστημα από 24 έως 48 ώρες,
επομένως συνιστάται προσεκτική και βραδεία αρχική χορήγηση της
παρεντερικής διατροφής μαζί με στενή παρακολούθηση και κατάλληλες
ρυθμίσεις των υγρών, των ηλεκτρολυτών, των μετάλλων και των βιταμινών.
Το SmofKabiven δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με αίμα στην ίδια συσκευή
έγχυσης λόγω του κινδύνου ψευδοσυγκόλλησης.
Σε ασθενείς με υπεργλυκαιμία, η χορήγηση εξωγενούς ινσουλίνης μπορεί να
Σελίδα 7 από 15