ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Haemonine
100 IU/ml
Κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Παράγοντας πήξης IΧ από ανθρώπινο πλάσμα.
Το Haemonine
διατίθεται σε μορφή κόνεως και διαλύτη για ενέσιμο διάλυμα, σε
δύο μεγέθη συσκευασίας που περιέχουν 500 ή 1000 IU ανθρώπινου παράγοντα
πήξης IΧ ανά φιαλίδιο.
Το Haemonine
100 IU/ml περιέχει περίπου 100 IU/ml ανθρώπινου παράγοντα πήξης
IΧ μετά την ανασύσταση με 5 ml (για τη συσκευασία των 500 IU) ή 10 ml (για τη
συσκευασία των 1000 IU) ενέσιμου ύδατος.
Η δραστικότητα (IU) προσδιορίζεται με τον έλεγχο πηκτικότητας ενός σταδίου
όπως περιγράφεται στην Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία. Η ειδική δραστικότητα του
Haemonine
είναι ≥ 70 IU/mg πρωτεΐνης.
Έκδοχα με γνωστή δράση: το ανασυσταθέν προϊόν περιέχει 0,19 mmol 0,245
mmol (4,37 mg – 5,63 mg) νάτριο ανά ml.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα.
Λευκή κόνις και διαυγής, άχρωμος διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα.
Αφού η κόνις διαλυθεί στο παρεχόμενο ύδωρ για ενέσιμα, το διάλυμα του
Haemonine είναι διαυγές ή ελαφρώς ιριδίζον χωρίς ορατά σωματίδια (βλ.
παράγραφο 6.6).
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία και προφύλαξη αιμορραγικών επεισοδίων σε ασθενείς με
αιμορροφιλία Β (συγγενής ανεπάρκεια σε παράγοντα IΧ).
Το Haemonine ενδείκνυται σε ενήλικες, έφηβους και παιδιά ηλικίας 6 ετών και
άνω.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η θεραπεία θα πρέπει να γίνεται κάτω από την επίβλεψη ιατρού με εμπειρία
στην αντιμετώπιση της αιμορροφιλίας.
Παρακολούθηση της θεραπείας
1
Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, συνιστάται κατάλληλος προσδιορισμός των
επιπέδων του παράγοντα IΧ, ώστε να καθορίζονται η δοσολογία και η
συχνότητα των επαναλαμβανόμενων εγχύσεων. Η ανταπόκριση του παράγοντα
IΧ μπορεί να διαφέρει από ασθενή σε ασθενή, επιτυγχάνοντας διαφορετικά
επίπεδα ανάκτησης και επιδεικνύοντας διαφορετικούς χρόνους ημιζωής. Η δόση
που βασίζεται στο σωματικό βάρος ενδέχεται να απαιτεί ρύθμιση σε λιποβαρείς
ή υπέρβαρους ασθενείς. Ειδικότερα στις μείζονες χειρουργικές επεμβάσεις,
είναι απαραίτητη η ακριβής παρακολούθηση της θεραπείας υποκατάστασης
μέσω εργαστηριακού ελέγχου πηκτικότητας (δραστικότητα του παράγοντα IΧ
στο πλάσμα).
Δοσολογία
Η δόση και η διάρκεια της θεραπείας υποκατάστασης εξαρτώνται από τη
σοβαρότητα της ανεπάρκειας σε παράγοντα IX, τον εντοπισμό και την έκταση
του αιμορραγικού επεισοδίου, καθώς και από την κλινική κατάσταση του
ασθενή.
Ο αριθμός των μονάδων παράγοντα IX που χορηγείται, εκφράζεται σε Διεθνείς
Μονάδες (IU), οι οποίες σχετίζονται με το ισχύον πρότυπο του Παγκόσμιου
Οργανισμού Υγείας για τα προϊόντα που περιέχουν παράγοντα IX. H
δραστικότητα του παράγοντα IX στο πλάσμα εκφράζεται είτε σε ποσοστό επί
τοις εκατό (σε σχέση με το φυσιολογικό ανθρώπινο πλάσμα), είτε σε Διεθνείς
Μονάδες (σε σχέση με το Διεθνές Πρότυπο για τον παράγοντα IX στο πλάσμα).
Μία Διεθνής Μονάδα (IU) δραστικότητας του παράγοντα IX ισοδυναμεί με
εκείνη την ποσότητα του παράγοντα IX σε ένα ml φυσιολογικού ανθρώπινου
πλάσματος.
Κατ' επίκληση θεραπεία
Ο υπολογισμός της απαιτούμενης δοσολογίας του παράγοντα IX βασίζεται στο
εμπειρικό εύρημα ότι 1 Διεθνής Μονάδα (IU) παράγοντα IX ανά kg σωματικού
βάρους αυξάνει τη δραστικότητα του παράγοντα IX του πλάσματος κατά 1-2%
της φυσιολογικής δραστικότητας. Η απαιτούμενη δόση καθορίζεται με βάση τον
ακόλουθο τύπο:
Απαιτούμενες μονάδες = Βάρος Σώματος (kg) x επιθυμητή αύξηση του
παράγοντα IX (%) (IU/dl) x 0,8
Η χορηγούμενη ποσότητα και η συχνότητα χορήγησης πρέπει πάντοτε να
καθορίζονται με βάση την κλινική αποτελεσματικότητα, για το κάθε
περιστατικό ξεχωριστά.
Στους ακόλουθους τύπους αιμορραγικών επεισοδίων, η δραστικότητα του
παράγοντα IΧ δεν πρέπει να μειώνεται πέραν του δεδομένου επιπέδου
δραστικότητας στο πλάσμα (σε ποσοστό % του φυσιολογικού ή σε IU/dl) στην
αντίστοιχη περίοδο. Ο παρακάτω πίνακας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως οδηγός
για τον καθορισμό της δοσολογίας σε αιμορραγικά επεισόδια και σε
χειρουργικές επεμβάσεις:
Βαθμός αιμορραγίας/
Είδος χειρουργικής
επέμβασης
Απαιτούμενο επίπεδο
δραστικότητας του
παράγοντα IX (%)
(IU/dl)
Συχνότητα των δόσεων
(ώρες)/Διάρκεια της
θεραπείας (ημέρες)
2
Αιμορραγία
Πρόσφατη αιμορραγία σε
αρθρώσεις, αιμορραγία σε
μύες ή αιμορραγία της
στοματικής κοιλότητας
20-40 Επαναλάβετε κάθε 24
ώρες. Για τουλάχιστον 1
ημέρα μέχρι να
υποχωρήσει το
αιμορραγικό επεισόδιο,
όπως υποδηλώνεται από
τον πόνο ή μέχρι να
επιτευχθεί επούλωση
Περισσότερο εκτεταμένη
αιμορραγία σε αρθρώσεις,
αιμορραγία σε μύες ή
αιμάτωμα
30-60 Επαναλάβετε την έγχυση
κάθε 24 ώρες για 3-4
ημέρες ή περισσότερο,
μέχρι να υποχωρήσουν ο
πόνος και η οξεία
αναπηρία
Απειλητικές για τη ζωή
αιμορραγίες
60-100 Επαναλάβετε την έγχυση
κάθε 8 έως 24 ώρες μέχρι
να παρέλθει ο κίνδυνος
Χειρουργική επέμβαση
Ελάσσονες χειρουργικές
επεμβάσεις,
συμπεριλαμβανομένης και
της εξαγωγής οδόντων
30-60 Κάθε 24 ώρες, για
τουλάχιστον μία ημέρα,
μέχρι να επιτευχθεί
επούλωση
Μείζονες χειρουργικές
επεμβάσεις
80-100
(πριν και μετά την
επέμβαση)
Επαναλάβετε την έγχυση
κάθε 8-24 ώρες μέχρι
επαρκούς επούλωσης του
τραύματος και στη
συνέχεια θεραπεία για
τουλάχιστον άλλες 7
ημέρες, ώστε να
διατηρηθεί η δραστικότητα
του παράγοντα IX από 30
έως 60% (IU/dl)
Προφύλαξη
Για μακροχρόνια προφύλαξη κατά των αιμορραγικών επεισοδίων σε ασθενείς
με βαρεία αιμορροφιλία Β, οι συνήθεις δόσεις είναι 20 έως 40 IU παράγοντα IΧ
ανά kg σωματικού βάρους ανά διαστήματα 3 έως 4 ημερών. Σε μερικές
περιπτώσεις, ιδίως όταν πρόκειται για νεαρής ηλικίας ασθενείς, ενδέχεται να
χρειαστούν συντομότερα δοσολογικά μεσοδιαστήματα ή υψηλότερες δόσεις.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Τα στοιχεία είναι ανεπαρκή για να συστήνεται η χρήση του Haemonine
σε παιδιά
ηλικίας κάτω των 6 ετών.
Τρόπος χορήγησης
Ενδοφλέβια χρήση.
Για οδηγίες σχετικά με τη διάλυση του φαρμακευτικού προϊόντος πριν από τη
χορήγηση, βλ. παράγραφο 6.6. Συνιστάται να μην υπερβαίνεται ο μέγιστος
ρυθμός έγχυσης των 5 ml/λεπτό.
4.3 Αντενδείξεις
3
Υπερευαισθησία στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1 ή στην ηπαρίνη.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Υπερευαισθησία
Αλλεργικού τύπου αντιδράσεις υπερευαισθησίας είναι πιθανόν να συμβούν με
το Haemonine. Το προϊόν περιέχει ίχνη από άλλες - εκτός του παράγοντα IX -
ανθρώπινες πρωτεΐνες. Οι ασθενείς θα πρέπει να συμβουλεύονται να
διακόπτουν αμέσως τη χρήση του φαρμακευτικού προϊόντος και να
επικοινωνούν με το γιατρό τους, εάν εμφανιστούν συμπτώματα
υπερευαισθησίας. Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για τα πρώιμα
συμπτώματα των αντιδράσεων υπερευαισθησίας που περιλαμβάνουν εξάνθημα,
γενικευμένη κνίδωση, σφίξιμο στο στήθος, συριγμό, υπόταση και αναφυλαξία.
Σε περίπτωση καταπληξίας, πρέπει να εφαρμόζονται τα τρέχοντα ιατρικά
πρότυπα αντιμετώπισης της καταπληξίας.
Ανασταλτές
Μετά από επαναλαμβανόμενη θεραπεία με προϊόντα παράγοντα πήξης IΧ από
ανθρώπινο πλάσμα, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται για την
ανάπτυξη αδρανοποιητικών αντισωμάτων (ανασταλτών) που υπολογίζονται
ποσοτικά σε μονάδες Bethesda (BU) χρησιμοποιώντας κατάλληλα βιολογικά
τεστ.
Υπάρχουν βιβλιογραφικές αναφορές, που δείχνουν συσχέτιση μεταξύ της
εμφάνισης ενός ανασταλτή του παράγοντα IΧ και αλλεργικών αντιδράσεων. Γι’
το λόγο αυτό, σε ασθενείς που παρουσιάζουν αλλεργικές αντιδράσεις, θα
πρέπει να αποτιμάται η παρουσία ανασταλτών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι
ασθενείς με ανασταλτές του παράγοντα IΧ μπορεί να εκτίθενται σε αυξημένο
κίνδυνο αναφυλαξίας με επακόλουθη πρόκληση με παράγοντα IΧ.
Εξαιτίας του κινδύνου αλλεργικών αντιδράσεων με προϊόντα παράγοντα ΙΧ, οι
αρχικές χορηγήσεις του παράγοντα ΙΧ θα πρέπει, σύμφωνα και με την κρίση του
θεράποντα ιατρού, να πραγματοποιούνται υπό ιατρική παρακολούθηση, που να
παρέχει και την κατάλληλη ιατρική φροντίδα για τυχόν αλλεργικές
αντιδράσεις.
Θρομβοεμβολή
Λόγω του πιθανού κινδύνου θρομβωτικών επιπλοκών, θα πρέπει να ξεκινά
κλινική επίβλεψη, για πρώιμα σημεία θρομβωτικής και φθοροποιού διαταραχής
της πηκτικότητας, με τα κατάλληλα βιολογικά τεστ, όταν χορηγείται αυτό το
προϊόν σε ασθενείς με ηπατοπάθεια, σε μετεγχειρητικούς ασθενείς, σε
νεογέννητα ή σε ασθενείς σε κίνδυνο θρομβωτικών φαινομένων ή διάχυτης
ενδοαγγειακής πήξης (DIC). Σε κάθε μία από αυτές τις καταστάσεις, θα πρέπει
να σταθμίζεται το όφελος της θεραπείας με Haemonine σε σχέση με τον
κίνδυνο τέτοιων επιπλοκών.
Λόγω των δυνητικών πρόσθετων ή συνεργιστικών φαρμακοδυναμικών
επιδράσεων, η συγχορήγηση αντιινωδολυτικών παραγόντων με σύμπλεγμα
πήξης έναντι ανασταλτών ή σύμπλεγμα του παράγοντα IX ενδέχεται να αυξήσει
τον κίνδυνο θρόμβωσης.
Καρδιαγγειακά συμβάματα
4
Σε ασθενείς με υφιστάμενους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, η θεραπεία
υποκατάστασης με FIX ενδέχεται να αυξήσει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Επιπλοκές σχετιζόμενες με καθετήρα
Σε περίπτωση που απαιτείται συσκευή κεντρικής φλεβικής πρόσβασης (CVAD),
θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο κίνδυνος των σχετιζόμενων με τις συσκευές
CVAD επιπλοκών, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών λοιμώξεων, της
βακτηριαιμίας και της θρόμβωσης στη θέση του καθετήρα.
Μεταδοτικοί παράγοντες
Στα καθιερωμένα μέτρα πρόληψης των λοιμώξεων, οι οποίες προκύπτουν από τη
χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που έχουν παρασκευασθεί με βάση το
ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα, περιλαμβάνονται η προσεκτική επιλογή δοτών
αίματος και πλάσματος, ο έλεγχος των ατομικών προσφορών και των
δεξαμενών πλάσματος για ειδικούς δείκτες λοίμωξης και η εφαρμογή
αποτελεσματικών παρασκευαστικών σταδίων αδρανοποίησης/απομάκρυνσης
ιών. Παρόλα αυτά, όταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα που έχουν
παρασκευασθεί με βάση το ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα, η πιθανότητα μετάδοσης
λοιμογόνων παραγόντων δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς. Αυτό ισχύει
επίσης για άγνωστους ή νεοεμφανιζόμενους ιούς και άλλους παθογόνους
παράγοντες.
Τα μέτρα που λαμβάνονται θεωρούνται αποτελεσματικά για τους ιούς με
περίβλημα όπως ο ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV), o ιός της
ηπατίτιδας Β (HBV) και ο ιός της ηπατίτιδας C (HCV) και για τον ιό χωρίς
περίβλημα της ηπατίτιδας Α (HAV).
Τα μέτρα που λαμβάνονται μπορεί να έχουν περιορισμένη αξία έναντι ιών χωρίς
περίβλημα, όπως ο παρβοϊός Β19. Η λοίμωξη με παρβοϊό Β19 μπορεί να
αποδειχθεί σοβαρή σε εγκύους (εμβρυική λοίμωξη) και σε
ανοσοκατασταλμένους ασθενείς ή σε ασθενείς με αυξημένη ερυθροποίηση (π.χ.
αιμολυτική αναιμία).
Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατάλληλος εμβολιασμός (ηπατίτιδα Α και Β) για
ασθενείς στην κανονική/επαναλαμβανόμενη λήψη των προϊόντων παράγοντα ΙΧ
παραγόμενου από ανθρώπινο πλάσμα.
Συνιστάται, επιτακτικά κάθε φορά που το Haemonine
χορηγείται σ’ έναν ασθενή,
να καταγράφεται η ονομασία και ο αριθμός παρτίδας του προϊόντος, ώστε να
υπάρχει ένας σύνδεσμος μεταξύ του ασθενούς και της παρτίδας του προϊόντος.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Οι προειδοποιήσεις και οι προφυλάξεις ισχύουν τόσο για τους ενήλικες όσο και
για τα παιδιά ηλικίας 6 ετών και άνω (βλ. επίσης παράγραφο 4.2).
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει μέγιστη συγκέντρωση 4,9 mmol (113
mg) νατρίου ανά τυπική δόση των 2.000 IU. Να λαμβάνεται υπόψη από
ασθενείς που βρίσκονται υπό ελεγχόμενη δίαιτα σε νάτριο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
5
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες αλληλεπίδρασης. Δεν έχουν αναφερθεί
αλληλεπιδράσεις προϊόντων ανθρώπινου παράγοντα πήξης IΧ με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Οι αλληλεπιδράσεις που παρατίθενται ισχύουν τόσο για τους ενήλικες όσο και για
τα παιδιά ηλικίας 6 ετών και άνω (βλ. επίσης παράγραφο 4.2).
4.6 μ , Γονι ότητα κύηση και γαλουχία
Δεν είναι διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με τη γονιμότητα.
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα με τον παράγοντα IΧ. Λόγω
της σπάνιας περίπτωσης εμφάνισης αιμορροφιλίας Β σε γυναίκες, δεν υπάρχει
εμπειρία σχετικά με τη χρήση του παράγοντα IΧ κατά την κύηση και τη
γαλουχία. Κατά συνέπεια, ο παράγοντας IΧ θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά
την κύηση και τη γαλουχία μόνον εφόσον είναι εμφανώς ενδεδειγμένο.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Το Haemonine μ μ δεν έχει κα ία ή έχει ασή αντη επίδραση στην ικανότητα οδήγησης
και χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σύνοψη του αλλεργικού προφίλ
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας ή αλλεργικού τύπου αντιδράσεις (που ενδέχεται
να περιλαμβάνουν αγγειοοίδημα, αίσθημα καύσου ή δήγματος στο σημείο της
έγχυσης, ρίγη, ερύθημα, γενικευμένη κνίδωση, πονοκέφαλο, εξάνθημα, υπόταση,
λήθαργο, ναυτία, ανησυχία, ταχυκαρδία, σφίξιμο στο στήθος, μούδιασμα, έμετο,
συριγμό) έχουν παρατηρηθεί σπανίως και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να
εξελιχθούν σε σοβαρή αναφυλαξία (συμπεριλαμβανομένης της καταπληξίας). Σε
ορισμένες περιπτώσεις, αυτές οι αντιδράσεις έχουν εξελιχθεί σε σοβαρή
αναφυλαξία και έχουν εμφανισθεί με στενή χρονική συσχέτιση με την ανάπτυξη
ανασταλτών του παράγοντα IΧ (βλ. επίσης παράγραφο 4.4).
Έχει αναφερθεί νεφρωσικό σύνδρομο, μετά από προκαλούμενη ανοσοεπαγωγή
σε ασθενείς με αιμορροφιλία Β με ανασταλτές του παράγοντα IΧ και με
ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων.
Το Haemonine μπορεί να περιέχει ίχνη ηπαρίνης κάτω από το όριο ανίχνευσης
(0,1 IU/ml) που είναι δυνατόν να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις και
μειωμένα επίπεδα αιμοκυττάρων, τα οποία μπορεί να επηρεάσουν την
πηκτικότητα του αίματος. Ασθενείς με ιστορικό αλλεργικών αντιδράσεων λόγω
ηπαρίνης, θα πρέπει να αποφεύγουν τη χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που
περιέχουν ηπαρίνη.
Ασθενείς με αιμορροφιλία Β μπορεί να αναπτύξουν αδρανοποιητικά
αντισώματα (ανασταλτές) έναντι του παράγοντα IΧ. Εάν αναπτυχθούν τέτοιοι
ανασταλτές, η κατάσταση θα εκδηλωθεί ως μία ανεπαρκής κλινική
ανταπόκριση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συνιστάται η επαφή με ένα ειδικευμένο
αιμορροφιλικό κέντρο.
6
Υπάρχει δυνητικός κίνδυνος θρομβοεμβολικών επεισοδίων ύστερα από
χορήγηση προϊόντων παράγοντα ΙΧ, με τον κίνδυνο να είναι υψηλότερος με
χαμηλής καθαρότητας παρασκευάσματα. Η χρήση προϊόντων παράγοντα ΙΧ
χαμηλής καθαρότητας, έχει συσχετισθεί με περιστατικά εμφράγματος του
μυοκαρδίου, διάχυτης ενδοαγγειακής πήξης, φλεβικής θρόμβωσης και
πνευμονικής εμβολής. Η χρήση προϊόντων παράγοντα ΙΧ υψηλής καθαρότητας,
σπανίως έχει συσχετισθεί με τέτοιες αντιδράσεις.
Για πληροφορίες ασφαλείας αναφορικά με τους μεταδοτικούς παράγοντες, βλ.
παράγραφο 4.4.
Κατάλογος ανεπιθύμητων αντιδράσεων σε μορφή πίνακα
Η συχνότητα εμφάνισης αξιολογήθηκε σύμφωνα με την ακόλουθη σύμβαση:
Πολύ συχνές:
1/10
Συχνές:
1/100 έως 1/10
Όχι συχνές:
1/1.000 έως 1/100
Σπάνιες:
1/10.000 έως 1/1.000
Πολύ σπάνιες:
1/10.000
Μη γνωστές δεν μπορούν να εκτιμηθούν με
βάση τα διαθέσιμα δεδομένα
Συχνότητα εμφάνισης Ανεπιθύμητων Ενεργειών του φαρμάκου (ΑΕ) σε κλινικές
μελέτες με το Haemonine (Oι συχνότητες υπολογίζονται ανά ασθενείς υπό
θεραπεία (n=36)):
K / ατηγορία οργανικό
μ μ μ σύστη α σύ φωνα ε τη
μ MedDRAβάση δεδο ένων
Συχνότητα Ανεπιθύμητες
ενέργειες
Δ ιαταραχές του
μ ανοσοποιητικού συστή ατος
πολύ
συχνές*
Υπερευαισθησία
Ψυχιατρικές διαταραχές συχνές Άγχος
Δ ιαταραχές του νευρικού
μ συστή ατος
συχνές Υπεραισθησία
Δ ιαταραχές του
γαστρεντερικού
συχνές Ναυτία
Δ μ ιαταραχές του δέρ ατος και
του υποδόριου ιστού
συχνές Δερματίτιδα
αλλεργική, Κνίδωση
Δ ιαταραχές του
μ μ υοσκελετικού συστή ατος
και του συνδετικού ιστού
συχνές Οσφυαλγία
Αγγειακές διαταραχές συχνές Έξαψη
Δ ιαταραχές του
αναπνευστικού
μ , συστή ατος του θώρακα και
μ του εσοθωράκιου
συχνές Δύσπνοια
Γενικές διαταραχές και
καταστάσεις της οδού
χορήγησης
συχνές Αίσθημα ψύχους,
Αντίδραση στη θέση
ένεσης
(συμπεριλαμβανομέν
7
ων π.χ. πόνου και
εξανθήματος)
Παρακλινικές εξετάσεις μη
γνωστές**
Αναστολή του
παράγοντα IX
* Η υπερευαισθησία μπορεί να παρουσιαστεί με τη μορφή αλλεργικών ή μη
αλλεργικών αντιδράσεων. Οι πραγματικές αλλεργικές αντιδράσεις είναι
σπάνιες.
** Αναφέρθηκαν από πηγές μετά την κυκλοφορία του προϊόντος.
Περιγραφή επιλεγμένων ανεπιθύμητων αντιδράσεων
Αναστολή του παράγοντα IX
Η ανάπτυξη ανασταλτικών αντισωμάτων αποτελεί γνωστή επιπλοκή στη
διαχείριση ατόμων με αιμορροφιλία B. Δεν υπάρχει έως τώρα εμπειρία με
ασθενείς που δεν έχουν προηγουμένως υποβληθεί σε θεραπεία (PUPs). Κατά τη
διάρκεια της κλινικής ανάπτυξης σε ασθενείς (n=36), οι οποίοι προηγουμένως
υποβλήθηκαν σε θεραπεία (PTP)s, δεν παρατηρήθηκε επαγωγή των ανασταλτών
του παράγοντα IΧ κατά τη διάρκεια 1.493 ημερών έκθεσης.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η συχνότητα, ο τύπος και η σοβαρότητα των ανεπιθύμητων αντιδράσεων σε
παιδιά ηλικίας 6 ετών και άνω αναμένεται να είναι ίδια με αυτά των ενηλίκων
(βλ. επίσης παράγραφο 4.2).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες στον:
μ μΕθνικό Οργανισ ό Φαρ άκων
284Μεσογείων
GR-15562 , Χολαργός Αθήνα
: + 30 Τηλ 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν έχει αναφερθεί καμία περίπτωση υπερδοσολογίας.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική Κατηγορία: Αντιαιμορραγικοί παράγοντες: παράγοντας
πήξης αίματος IΧ.
Κωδικός ATC: B02BD04.
8
Ο παράγοντας IΧ είναι μία μονής αλυσίδας γλυκοπρωτεΐνη με μοριακή μάζα
περίπου 68.000 Dalton. Είναι ένας παράγοντας πήξης εξαρτώμενος από τη
βιταμίνη Κ και σχηματίζεται στο ήπαρ. Ο παράγοντας IΧ ενεργοποιείται από
τον παράγοντα XΙa στην ενδογενή οδό της πήξης και από τον παράγοντα
VII/σύμπλοκο παράγοντα ιστών στην εξωγενή οδό. Ο ενεργοποιημένος
παράγοντας ΙX, σε συνδυασμό με τον ενεργοποιημένο παράγοντα VIII,
ενεργοποιεί τον παράγοντα Χ. Ο ενεργοποιημένος παράγοντας X μετατρέπει την
προθρομβίνη σε θρομβίνη. Στη συνέχεια η θρομβίνη μετατρέπει το ινωδογόνο σε
ινώδες και σχηματίζεται θρόμβος. Η αιμορροφιλία Β είναι μία φυλοσύνδετη
κληρονομική διαταραχή της πήξης του αίματος που οφείλεται σε χαμηλά
επίπεδα του παράγοντα IΧ και έχει ως αποτέλεσμα υπερβολική αιμορραγία σε
αρθρώσεις, μύες ή εσωτερικά όργανα, είτε αυτόματα, είτε μετά από τυχαίο ή
χειρουργικό τραύμα. Με τη θεραπεία υποκατάστασης αυξάνονται τα επίπεδα
του παράγοντα IΧ στο πλάσμα, επιτρέποντας έτσι μία προσωρινή διόρθωση της
έλλειψης του παράγοντα καθώς και διόρθωση της τάσης για αιμορραγία.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Υπάρχουν ανεπαρκή στοιχεία για να συστηθεί η χρήση του Haemonine
σε παιδιά
ηλικίας κάτω των 6 ετών.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Μία φαρμακοκινητική μελέτη με 13 ασθενείς παρήγαγε τα ακόλουθα
αποτελέσματα:
Χρησιμοποιώντας ένα διφασικό μοντέλο, ο μέσος αρχικός χρόνος ημιζωής ήταν
2,2 ± 1,9 ώρες στην πρώτη επίσκεψη και 3,1 ± 2,9 ώρες τον τρίτο μήνα,
αντιστοίχως. Ο μέσος τελικός χρόνος ημιζωής υπολογίσθηκε σε 28,5 ± 12,1
ώρες στην πρώτη επίσκεψη και 30,1 ± 14,7 ώρες τον τρίτο μήνα. Η σταδιακή
ανάκτηση του Haemonine
ήταν 69,8 ± 21,6 % και 72,2 ± 22,2 % κατά την πρώτη
επίσκεψη και τον τρίτο μήνα αντιστοίχως. Αυτό αντιστοιχούσε σε σταδιακή
ανάκτηση 0,015 ± 0,005 IU/ml/IU/kg βάρους σώματος στην πρώτη επίσκεψη και
0,016 ± 0,005 IU/ml/IU/kg βάρους σώματος τον τρίτο μήνα.
Άλλες φαρμακοκινητικές παράμετροι του Haemonine
είναι:
Επιφάνεια κάτω από την καμπύλη (AUC): περίπου 25 IU
.
h/ml, Μέσος χρόνος
παραμονής (MRT): περίπου 33 ώρες; Κάθαρση: περίπου 200 ml/h.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Το παρασκεύασμα περιέχει αποκλειστικά πρωτεΐνες από ανθρώπινο
πλάσμα, δηλαδή υψηλής καθαρότητας παράγοντα πήξης IΧ, ο οποίος είναι
πανομοιότυπος με τον ενδογενή παράγοντα IΧ.
Προκλινικές μελέτες με Ames test δεν έδειξαν δυνητική μεταλλαξιογόνο
δράση για το παρασκεύασμα.
Το Haemonine
εξετάσθηκε για μη φυσιολογική τοξικότητα και θρομβογόνο δράση
σε διαφορετικά μοντέλα με κουνέλια. Τα αποτελέσματα δεν έδειξαν κανένα
σημείο ενδεχόμενης τοξικολογικής ή θρομβογόνου δράσης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Κόνις: αργινίνη, λυσίνη, νάτριο χλωριούχο, νάτριο κιτρικό
9
Διαλύτης: ύδωρ για ενέσιμα.
6.2 Ασυμβατότητες
Αυτό το προϊόν δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
Να χρησιμοποιείτε μόνο το σύστημα ένεσης που περιλαμβάνεται στη
συσκευασία, δεδομένου ότι είναι δυνατή η αποτυχία της θεραπείας, λόγω της
προσρόφησης του ανθρώπινου παράγοντα πήξης IΧ στις εσωτερικές επιφάνειες
ορισμένων συσκευών ένεσης.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Να χρησιμοποιείτε το προϊόν αμέσως μετά την ανασύσταση.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25
ο
C.
Mην καταψύχετε.
Φυλάσσετε τα φιαλίδια στο εξωτερικό κουτί για να προστατεύονται από το
φως.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
1 συσκευασία του Haemonine
100 Ι U / ml (συσκευασία των 500 IU ) περιέχει:
1 φιαλίδιο με σκόνη, γυάλινο τύπου Ι (Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία), κλεισμένο με
ελαστικό πώμα χλωροβουτυλίου, τύπου Ι (Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία).
1 φιαλίδιο με διαλύτη (5 ml), γυάλινο τύπου Ι (Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία),
κλεισμένο με ελαστικό πώμα βρωμοβουτυλίου, τύπου Ι (Ευρωπαϊκή
Φαρμακοποιία).
Η συσκευασία επίσης περιλαμβάνει:
1 σύριγγα μίας χρήσεως (5 ml), 1 σύστημα μεταφοράς με διπλό φίλτρο, μία
στρόφιγγα τύπου πεταλούδας.
1 συσκευασία του Haemonine
100 Ι U / ml (συσκευασία των 1000 IU ) περιέχει:
1 φιαλίδιο με σκόνη, γυάλινο τύπου Ι (Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία), κλεισμένο με
ελαστικό πώμα χλωροβουτυλίου, τύπου Ι (Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία).
1 φιαλίδιο με διαλύτη (10 ml), γυάλινο τύπου Ι (Ευρωπαϊκή Φαρμακοποιία),
κλεισμένο με ελαστικό πώμα βρωμοβουτυλίου, τύπου Ι (Ευρωπαϊκή
Φαρμακοποιία).
Η συσκευασία επίσης περιλαμβάνει:
1 σύριγγα μίας χρήσεως (10 ml), 1 σύστημα μεταφοράς με διπλό φίλτρο, μία
στρόφιγγα τύπου πεταλούδας.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Η πλήρης αποστείρωση είναι απαραίτητη σε όλα τα στάδια της διαδικασίας!
Ανασύσταση του συμπυκνώματος:
Αφήστε το διαλύτη (ύδωρ για
ενέσιμα) και το προϊόν να έρθουν
σε θερμοκρασία δωματίου. Εάν
χρησιμοποιηθεί ζεστό υδατόλουτρο,
10
πρέπει να είναι αυστηρά
επιβεβαιωμένο ότι το νερό δεν
έρχεται σε επαφή με τα πώματα ή
πώματα εισχώρησης των
φιαλιδίων. Σε αντίθετη περίπτωση
το προϊόν μπορεί να επιμολυνθεί.
Απομακρύνετε τα πώματα από τα
δύο φιαλίδια, ώστε να εμφανιστούν
τα κεντρικά τμήματα των πωμάτων
εισχώρησης (1). Διασφαλίστε ότι
απολυμαίνονται τα πώματα
εισχώρησης του φιαλιδίου
προϊόντος και του φιαλιδίου του
διαλύτη.
Απομακρύνετε το επάνω μέρος της
συσκευασίας του συστήματος
μεταφοράς (2). Τοποθετήστε το
μπλε μέρος του συστήματος
μεταφοράς στο φιαλίδιο με το
διαλύτη, το οποίο βρίσκεται σε
όρθια θέση (3).
Απομακρύνετε το επάνω μέρος της
συσκευασίας του συστήματος
μεταφοράς που απομένει. Αυτό
μ αποκαλύπτει το διαφανές έρος του
μ μ .συστή ατος εταφοράς
Τοποθετήστε το φιαλίδιο του
προϊόντος σε επίπεδη επιφάνεια.
Γυρίστε ανάποδα το συνδεδεμένο
σύστημα μεταφοράς με το φιαλίδιο
του διαλύτη. Πιέστε την ακίδα του
διαφανούς μέρους του
προσαρμογέα προς τα κάτω μέσω
του πώματος εισχώρησης του
φιαλιδίου του προϊόντος (4). Το
κενό που υπάρχει στο φιαλίδιο του
προϊόντος προκαλεί τη ροή του
διαλύτη μέσα στο φιαλίδιο του
προϊόντος (5). Ξεβιδώστε αμέσως
το μπλε μέρος του συστήματος
μεταφοράς μαζί με το φιαλίδιο του
διαλύτη. Απορρίψτε το φιαλίδιο του
διαλύτη με το προσαρτημένο μπλε
μέρος του συστήματος μεταφοράς
(6). Η απαλή περιστροφή του
φιαλιδίου του προϊόντος βοηθά να
διαλυθεί η κόνις. Μην ανακινείτε
έντονα. Πρέπει να αποφεύγεται ο
σχηματισμός αφρού! Το διάλυμα
είναι διαυγές ή ελαφρώς ιριδίζον.
Το έτοιμο προς χρήση διάλυμα πρέπει
να χρησιμοποιείται αμέσως μετά την
ανασύσταση. Μην χρησιμοποιείτε
11
Fig. 1
Fig. 2
Fig. 3
Fig. 4
Fig. 5
Fig. 6
θολά διαλύματα ή διαλύματα με ίζημα.
Ένεση:
Αφού διαλύσετε την κόνι όπως
περιγράφεται παραπάνω, βιδώστε
την εσωκλειόμενη σύριγγα μέσω
του συνδέσμου της Luer-Lock στο
φιαλίδιο του προϊόντος με το
διαφανές μέρος του συστήματος
μεταφοράς (7). Αυτό σας επιτρέπει
να αναρροφήσετε εύκολα το
διαλυθέν φάρμακο μέσα στη
σύριγγα. Δεν χρειάζεται ξεχωριστό
φίλτρο διότι το σύστημα
μεταφοράς διαθέτει ενσωματωμένο
φίλτρο.
Αποσυνδέστε προσεκτικά από τη
σύριγγα το φιαλίδιο με το διαφανές
μέρος του συστήματος μεταφοράς.
Χρησιμοποιήστε την εσωκλειόμενη
βελόνα τύπου πεταλούδας και
χορηγήστε αμέσως με αργή
ενδοφλέβια έγχυση. Ο ρυθμός της
έγχυσης δεν πρέπει να υπερβαίνει
τα 2-3 ml/λεπτό.
Μετά τη χρήση της, η βελόνα τύπου
πεταλούδας μπορεί να ασφαλιστεί
με το προστατευτικό πώμα.
Κάθε μ μ αχρησι οποίητο φαρ ακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
BIANEΞ Α.Ε. – Οδός Τατοΐου, 146 71 Νέα Ερυθραία, Τηλ. 210 8009111-120
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
15290/13/28-1-2014
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
28-1-2014
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
04/2016
12
Fig. 7