Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις αντιδράσεων υπερευαισθησίας με δύσπνοια, υπόταση και απλό δερματικό εξάνθημα ή κνίδωση
μέχρι αναφυλακπκό σοκ και απαιτούσαν διακοπή της θεραπείας.
Μεμονωμένες αναφορές θρομβοκυτοπενίας έχουν παρατηρηθεί.
4.9 Υπερδοσολογία
Υπάρχει κίνδυνος δηλητηρίασης, ειδικά για τους ηλικιωμένους ασθενείς και τα μικρά παιδιά, για τους ασθενείς με ηπατική
νόσο, για τους ασθενείς με χρόνιο αλκοολισμό, ασθενείς που υποφέρουν από χρόνιο υποσιτισμό και ασθενείς που λαμβάνουν
επαγωγείς ενζύμων. Η υπερδοσολογία μπορεί να αποβεί μοιραία για αυτούς τους ασθενείς.
Συμπτώματα συνήθως εμφανίζονται μέσα στο πρώτο 24ωρο και περιλαμβάνουν ναυτία, έμετο, ανορεξία, ωχρότητα και πόνους
στην κοιλιά.
Υπερδοσολογία 7.5 g ή περισσότερα παρακεταμόλης σε μία δόση για ενήλικες ή 140 mg/Kg σωματικού βάρους σε μία δόση για
παιδιά, προκαλεί ηπατική κυτταρόλυση η οποία μπορεί να προκαλέσει πλήρη και μη αναστρέψιμη νέκρωση, με αποτέλεσμα
ηπατοκυτταρική ανεπάρκεια, μεταβολική οξέωση και εγκεφαλοπάθεια που μπορούν να οδηγήσουν σε κώμα και σε θάνατο.
Ταυτόχρονα, παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα ηπατικών τρανσαμινασών (AST, ALT), γαλακτικής αφυδρογονάσης και
χολερυθρίνης σε συνδυασμό με μειωμένα επίπεδα προθρομβίνης, που μπορεί να εμφανιστούν μέσα σε 12 μέχρι 48 ώρες μετά τη
χορήγηση. Κλινικά συμπτώματα ηπατικής βλάβης είναι συνήθως αρχικά εμφανή μετά από δύο ημέρες και πλησιάζουν το
μέγιστο μετά από 4 έως 6 ημέρες.
Έκτακτα ιιέτρα
- Άμεση εισαγωγή στο νοσοκομείο.
- Πριν την έναρξη της θεραπείας, πρέπει να ληφθεί ένα δείγμα αίματος για τη μέτρηση των επιπέδων παρακεταμόλης στο
πλάσμα, το συντομότερα δυνατό μετά την υπερδοσολογία.
- Στα μέτρα για την αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας, συμπεριλαμβάνεται η χορήγηση του αντιδότου N-Acetylcysteine (NAC),
ενδοφλεβίως ή από το στόμα, εάν είναι δυνατόν πριν
την πάροδο 10 ωρών. Η NAC μπορεί να δώσει κάποιο βαθμό προστασίας
ακόμη και αν χορηγηθεί μετά από 10 ώρες από την υπερδοσολογία, στις περιπτώσεις όμως αυτές πρέπει να χορηγείται
παρατεταμένη θεραπεία.
- Συμπτωματική αντιμετώπιση.
- Με την έναρξη της αγωγής πρέπει να γίνονται ηπατικοί έλεγχοι, οι οποίοι θα επαναλαμβάνονται κάθε 24 ώρες. Στις
περισσότερες περιπτώσεις οι ηπατικές τρανσαμινάσες επανέρχονται στα φυσιολογικά σε μία μέχρι δύο εβδομάδες, με πλήρη
αποκατάσταση της ηπατικής λειτουργίας. Όμως, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μεταμόσχευση ήπατος μπορεί να είναι
απαραίτητη.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: ΑΛΛΑ ΑΝΑΛΓΗΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΥΡΕΤΙΚΑ, Κ ω δ ι κό ς A T C :
Ν 0 2 Β Ε 0 1.
Ο ακριβής μηχανισμός των αναλγητικών και αντιπυρετικών ιδιοτήτων της παρακεταμόλης έχει πλήρως διερευνηθεί.
Μπορεί να περιλαμβάνονται κεντρικές και περιφερειακές δράσεις. Το φάρμακο παρέχει την πρώτη ανακούφιση από τον
πόνο μέσα σε 5 με 10 λεπτά από τη χορήγηση. Η μέγιστη αναλγητική δράση επιτυγχάνεται σε μία ώρα και συνήθως
διαρκεί 4 με 6 ώρες.
Το ALGOCIT μειώνει τον πυρετό μέσα σε 30 λεπτά από την έναρξη της χορήγησης και η αντιπυρετική δράση
διαρκεί τουλάχιστον 6 ώρες.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Ενήλικες:
Απορρόφηση:
Οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες της παρακεταμόλης είναι γραμμικές μέχρι τα 2 gr μετά από μία δόση και μετά από
επαναλαμβανόμενη χορήγηση, για διάστημα 24 ωρών.
Μέγιστη συγκέντρωση της παρακεταμόλης στο πλάσμα (C
max
) που παρατηρήθηκε μετά την ενδοφλέβια έγχυση
διάρκειας 15 λεπτών 1 g παρακεταμόλης ανέρχεται περίπου σε 30 μg/ml.
Κ α τ α ν ο μ ή :
Ο όγκος κατανομής της παρακεταμόλης είναι περίπου 1L/kg.
Η παρακεταμόλη δε δεσμεύεται σημαντικά από τις πρωτεΐνες του πλάσματος. Μετά από έγχυση 1 gr παρακεταμόλης,
παρατηρήθηκαν σημαντικές συγκεντρώσεις παρακεταμόλης (περίπου 1.5 μg/m\) στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό, από το