συνεδρίας αιμοκάθαρσης απευθείας στο φλεβικό σκέλος της συσκευής
αιμοκάθαρσης με τις ίδιες διαδικασίες που περιγράφηκαν για την ενδοφλέβια ένεση.
4.3. Αντενδείξεις
Η χρήση του Alvofer αντενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
•υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, στο Alvofer ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1,
•γνωστή σοβαρή υπερευαισθησία σε άλλα παρεντερικά σκευάσματα σιδήρου,
•αναιμίες μη οφειλόμενες σε έλλειψη σιδήρου,
•υπερφόρτωση με σίδηρο ή διαταραχές στη χρησιμοποίηση του σιδήρου.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η παρεντερική χορήγηση παρασκευασμάτων σιδήρου ενδέχεται να προκαλέσει
αντιδράσεις υπερευαισθησίας συμπεριλαμβανομένων σοβαρών και δυνητικά
θανατηφόρων αναφυλακτικών/αναφυλακτοειδών αντιδράσεων. Αντιδράσεις
υπερευαισθησίας έχουν επίσης αναφερθεί μετά από δόσεις συμπλόκων
παρεντερικού σιδήρου που στο παρελθόν δεν είχαν παρουσιάσει ανεπιθύμητες
ενέργειες.
Ο κίνδυνος είναι αυξημένος για ασθενείς με γνωστές αλλεργίες
συμπεριλαμβανομένων των αλλεργιών σε φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων
και των ασθενών με ιστορικό σοβαρού άσθματος, εκζέματος ή άλλης ατοπικής
αλλεργίας.
Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος αντιδράσεων υπερευαισθησίας σε
σύμπλοκα παρεντερικού σιδήρου σε ασθενείς με ανοσολογικές ή
φλεγμονώδεις νόσους (π.χ. συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, ρευματοειδής
αρθρίτιδα).
Το Alvofer πρέπει να χορηγείται μόνο όταν υπάρχει άμεσα διαθέσιμο προσωπικό
εκπαιδευμένο στην αξιολόγηση και διαχείριση αναφυλακτικών αντιδράσεων, σε
περιβάλλον όπου είναι διασφαλισμένη η ύπαρξη πλήρους εξοπλισμού ανάνηψης.
Κάθε ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται για ανεπιθύμητες ενέργειες για
τουλάχιστον 30 λεπτά μετά από κάθε ένεση με Alvofer. Εάν εμφανιστούν
αντιδράσεις υπερευαισθησίας ή σημεία δυσανεξίας κατά τη διάρκεια της χορήγησης,
η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται αμέσως. Θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος
εξοπλισμός για καρδιοαναπνευστική ανάνηψη και για την αντιμετώπιση οξειών
αναφυλακτικών/αναφυλακτοειδών αντιδράσεων, συμπεριλαμβανομένου ενέσιμου
διαλύματος αδρεναλίνης 1:1000. Επιπρόσθετη αγωγή με αντιισταμινικά ή/και
κορτικοστεροειδή θα πρέπει να χορηγηθεί αναλόγως των αναγκών.
Σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία, ο παρεντερικώς χορηγούμενος σίδηρος θα
πρέπει να
χορηγείται μόνο κατόπιν προσεκτικής αξιολόγησης κινδύνων/ ωφελειών. Η
παρεντερική
χορήγηση σιδήρου θα πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία
τους
οποίους η υπερφόρτωση σιδήρου αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα, ιδιαίτερα σε
περιπτώσεις όψιμης δερματικής πορφυρίας. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση
των
επιπέδων σιδήρου για την αποφυγή υπερσιδήρωσης.