Συχνές (επηρεάζουν λιγότερους από 1 στους 10 ασθενείς):
Ζάλη, πονοκέφαλος, πρήξιμο των αστραγάλων, των άκρων ποδών, των κάτω
άκρων, των άκρων χειρών ή των βραχιόνων, κόπωση.
Όχι συχνές (επηρεάζουν λιγότερους από 1 στους 100 ασθενείς):
Ζάλη κατά την έγερση σε όρθια θέση, έλλειψη ενεργητικότητας, μυρμηκίαση
ή μούδιασμα των χεριών ή των ποδιών, ίλιγγος, έντονος καρδιακός παλμός,
ταχυκαρδία, χαμηλή αρτηριακή πίεση με συμπτώματα όπως, ζάλη και
αδυναμία, έντονη αναπνευστική προσπάθεια, βήχας, ναυτία, έμετος,
δυσπεψία, διάρροια, δυσκοιλιότητα, ξηροστομία, πόνος της άνω κοιλίας,
δερματικό εξάνθημα, μυϊκοί σπασμοί, πόνος στους βραχίονες και τα κάτω
άκρα, οσφυαλγία, αίσθημα επιτακτικής ανάγκης για ούρηση, ελάττωση της
λίμπιντο, αδυναμία επίτευξης ή διατήρησης της στύσης, αδυναμία.
Επίσης, έχουν παρατηρηθεί ορισμένες μεταβολές σε βιοχημικές παραμέτρους
στο αίμα όπως: αυξημένα αλλά και ελαττωμένα επίπεδα καλίου, αυξημένα
επίπεδα κρεατινίνης αίματος, αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος, αυξημένα
επίπεδα μίας παραμέτρου της ηπατικής λειτουργίας (γάμμα γλουταμυλική
τρανσφεράση).
Σπάνιες (επηρεάζουν λιγότερους από 1 στους 1000 ασθενείς):
Υπερευαισθησία στο φάρμακο, λιποθυμία, ερυθρότητα και αίσθημα
θερμότητας στο πρόσωπο, εξάνθημα με βλατίδες, πρήξιμο του προσώπου.
Ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν αναφερθεί με τη χρήση
μεδοξομιλικής ολμεσαρτάνης ή αμλοδιπίνης, ως μονοθεραπείες,
αλλά όχι με το SEVIKAR ή σε υψηλότερη συχνότητα:
Μεδοξομιλική ολμεσαρτάνη
Συχνές (επηρεάζουν λιγότερους από 1 στους 10 ασθενείς):
Βρογχίτιδα, πονόλαιμος, ρινική καταρροή ή βουλωμένη μύτη, βήχας,
κοιλιακός πόνος, στομαχική διαταραχή, διάρροια, δυσπεψία, ναυτία, πόνος
στις αρθρώσεις ή τα οστά, οσφυαλγία, αίμα στα ούρα, λοίμωξη του
ουροποιητικού, θωρακικός πόνος, συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά της
γρίπης, πόνος. Μεταβολές στα αποτελέσματα των αιματολογικών
εξετάσεων, όπως αυξημένα επίπεδα λιπιδίων (υπετριγλυκεριδαιμία),
αυξημένα επίπεδα ουρίας αίματος ή ουρικού οξέος και αυξήσεις στα
αποτελέσματα εξετάσεων της ηπατικής και μυϊκής λειτουργίας.
Όχι συχνές (επηρεάζουν λιγότερους από 1 στους 100 ασθενείς):
Μείωση του αριθμού ενός τύπου κυττάρων του αίματος, τα οποία είναι
γνωστά ως αιμοπετάλια, που μπορεί να οδηγήσει στην εύκολη δημιουργία
εκχυμώσεων («μελανιές») ή την παρατεταμένη αιμορραγία, γρήγορες
αλλεργικές αντιδράσεις που μπορεί να επηρεάσουν ολόκληρο το σώμα και
μπορεί να προκαλέσουν αναπνευστικά προβλήματα, καθώς και ταχεία
πτώση της αρτηριακής πίεσης που μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε
λιποθυμία (αναφυλακτικές αντιδράσεις), στηθάγχη (πόνος ή αίσθημα
δυσφορίας στο στήθος, που είναι γνωστή ως στηθάγχη), φαγούρα, εξάνθημα
δέρματος, αλλεργικό δερματικό εξάνθημα, εξάνθημα με κνίδωση, πρήξιμο
του προσώπου, μυϊκός πόνος, αίσθημα αδιαθεσίας.