οξύ, ΜΣΑΦ, αναστολείς COX-2), καθώς επίσης σε ασθενείς με ιστορικό αιμορραγικών διαταραχών ή
παθήσεων που μπορεί να προδιαθέτουν σε αιμορραγία.
Αλληλεπίδραση με ταμοξιφαίνη
Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι η αποτελεσματικότητα της ταμοξιφαίνης, όπως μετράται με τον
κίνδυνο υποτροπής/θνησιμότητας του καρκίνου του μαστού, μπορεί να μειωθεί όταν
συνταγογραφείται ταυτόχρονα με παροξετίνη, ως αποτέλεσμα της μη αναστρέψιμης αναστολής του
CYP2D6 από την παροξετίνη (βλ. παράγραφο 4.5). Η παροξετίνη πρέπει, όποτε είναι δυνατόν, να
αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της χρήσης ταμοξιφαίνης για τη θεραπεία ή την πρόληψη του καρκίνου
του μαστού. Οι συνταγογράφοι συνιστάται να εξετάζουν τη χρήση εναλλακτικού αντικαταθλιπτικού
με ελάχιστη δραστηριότητα του CYP2D6.
Φάρμακα που επηρεάζουν το γαστρικό pH
Σε ασθενείς που λαμβάνουν πόσιμο εναιώρημα, η συγκέντρωση παροξετίνης στο πλάσμα μπορεί να
επηρεασθεί από το γαστρικό pH. In vitro στοιχεία έχουν δείξει ότι απαιτείται όξινο περιβάλλον για
την αποδέσμευση της δραστικής ουσίας από το εναιώρημα, επομένως η απορρόφηση μπορεί να είναι
μειωμένη σε ασθενείς που έχουν υψηλό γαστρικό pH ή αχλωριδρία, όπως μετά τη χρήση ορισμένων
φαρμάκων (αντιόξινα, ανταγωνιστές των Η2 υποδοχέων της ισταμίνης, αναστολείς αντλίας
πρωτονίων), σε ορισμένες παθολογικές καταστάσεις (π.χ ατροφική γαστρίτιδα, κακοήθης αναιμία,
χρόνια λοίμωξη από Helicobacter pylori) και μετά από χειρουργική επέμβαση (βαγοτομή,
γαστρεκτομή). Η εξάρτηση ως προς το pH πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν αλλάζει η
φαρμακοτεχνική μορφή της παροξετίνης (π.χ η συγκέντρωση παροξετίνης στο πλάσμα μπορεί να
μειωθεί μετά από αλλαγή από δισκίο σε πόσιμο εναιώρημα σε ασθενείς με υψηλό γαστρικό pH).
Επομένως συνιστάται προσοχή στους ασθενείς όταν αρχίζουν ή τελειώνουν αγωγή με φάρμακα που
αυξάνουν το γαστρικό pH. Σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να είναι απαραίτητη ρύθμιση της δόσης.
Σύνδρομο στέρησης που παρατηρείται κατά τη διακοπή της θεραπεία με παροξετίνη
Συμπτώματα συνδρόμου στέρησης όταν διακόπτεται η θεραπεία είναι συχνά, ιδιαίτερα εάν η διακοπή
είναι απότομη (βλ. παράγραφο 4.8). Σε κλινικές δοκιμές τα ανεπιθύμητα συμβάματα που
παρατηρήθηκαν με τη διακοπή της θεραπείας εμφανίσθηκαν στο 30% των ασθενών υπό παροξετίνη,
σε σύγκριση με το 20% των ασθενών υπό εικονικό φάρμακο. Η εμφάνιση των συμπτωμάτων
απόσυρσης δεν είναι η ίδια όπως όταν ένα φάρμακο είναι εθιστικό ή προκαλεί εξάρτηση.
Ο κίνδυνος των συμπτωμάτων συνδρόμου στέρησης μπορεί να εξαρτάται από διάφορους παράγοντες,
συμπεριλαμβανομένων της διάρκειας και της δόσης της θεραπείας και του ρυθμού μείωσης της δόσης.
Έχουν αναφερθεί ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας (συμπεριλαμβανομένων παραισθησίας,
αισθήματος ηλεκτρικών εκκενώσεων και εμβοών), διαταραχές ύπνου (συμπεριλαμβανομένων
έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία, τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση, κεφαλαλγία, διάρροια,
αίσθημα παλμών, συναισθηματική αστάθεια, ευερεθιστότητα και οπτικές διαταραχές. Γενικά, αυτά τα
συμπτώματα είναι ήπια έως μέτρια, ωστόσο, σε ορισμένους ασθενείς μπορεί να είναι σοβαρής
εντάσεως. Εμφανίζονται συνήθως εντός των πρώτων ολίγων ημερών μετά τη διακοπή της θεραπείας,
αλλά έχουν υπάρξει πολύ σπάνιες αναφορές τέτοιων συμπτωμάτων σε ασθενείς οι οποίοι λόγω
αμελείας παρέλειψαν μία δόση.
Γενικά, αυτά τα συμπτώματα αυτοπεριορίζονται και συνήθως υποχωρούν εντός 2 εβδομάδων, αν και
σε ορισμένα άτομα μπορεί να παραταθούν (2-3 μήνες ή περισσότερο). Συνεπώς, συνιστάται η
παροξετίνη να ελαττώνεται σταδιακά κατά τη διακοπή της θεραπείας σε μία περίοδο αρκετών
εβδομάδων ή μηνών, σύμφωνα με τις ανάγκες του ασθενούς (βλέπε "Συμπτώματα απόσυρσης που
παρατηρούνται κατά τη διακοπή της παροξετίνης", παράγραφος 4.2).
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Σεροτονινεργικοί παράγοντες
Όπως με άλλους SSRIs, η ταυτόχρονη χορήγηση με σεροτονινεργικά φάρμακα μπορεί να οδηγήσει
στην εμφάνιση δράσεων σχετικών με 5-HT (σύνδρομο σεροτονίνης: βλέπε παράγραφο 4.4).
Πρέπει να συνιστάται προσοχή και απαιτείται στενότερη κλινική παρακολούθηση όταν
σεροτονινεργικά φάρμακα (όπως L-τρυπτοφάνη, τριπτάνες, τραμαδόλη, λινεζολίδη, χλωριούχο
μεθυλοθιονίνιο (μπλε του μεθυλενίου), SSRIs, λίθιο, πεθιδίνη και σκευάσματα St. John's Wort–
Hypericum perforatum) συνδυάζονται με την παροξετίνη. Συνιστάται επίσης προσοχή όταν η
6