ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Rezlod 20 mg/ml οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε ml περιέχει 20 mg dorzolamide (ως dorzolamide hydrochloride).
Έκδοχα: 0,075 mg benzalkonium chloride /ml οφθαλμικών σταγόνων, διάλυμα
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Οφθαλμικές σταγόνες, διάλυμα.
Ισότονο, ρυθμιστικό, ελαφρά ιξώδες, διαυγές, άχρωμο υδατικό διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το διάλυμα οφθαλμικών σταγόνων Rezlod 20 mg/ml ενδείκνυται:
ως συμπληρωματική θεραπεία, σε συνδυασμό με β-αναστολείς,
ως μονοθεραπεία σε ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη χορήγηση β-
αναστολέων ή στους οποίους οι βήτα-αναστολείς αντενδείκνυνται, για τη
θεραπεία της αυξημένης ενδοφθάλμιας πίεσης, σε περιπτώσεις:
• οφθαλμικής υπέρτασης,
• γλαυκώματος ανοιχτής γωνίας,
• ψευδο-αποφολιδωτικού γλαυκώματος.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Όταν χρησιμοποιείται ως μονοθεραπεία, η δόση είναι μία σταγόνα dorzolamide στο
θόλο του επιπεφυκότα του πάσχοντος οφθαλμού(-ων), τρεις φορές ημερησίως.
Όταν χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική θεραπεία, σε συνδυασμό με
οφθαλμικούς βήτα-αναστολείς, η δόση είναι μία σταγόνα dorzolamide στο θόλο του
επιπεφυκότα του πάσχοντος οφθαλμού(-ων), δύο φορές ημερησίως.
Όταν το dorzolamide πρόκειται να αντικαταστήσει έναν άλλο αντι-γλαυκωματικό
παράγοντα, διακόψτε τον άλλο παράγοντα αφού χορηγηθεί στην κατάλληλη δόση
τη μία ημέρα και αρχίστε την επόμενη ημέρα με dorzolamide.
1
Εάν χρησιμοποιούνται περισσότερα του ενός τοπικά οφθαλμολογικά φάρμακα, τα
προϊόντα πρέπει να χορηγούνται σε διάστημα τουλάχιστον δέκα λεπτών μεταξύ
τους.
Οι ασθενείς πρέπει να καθοδηγούνται να πλένουν τα χέρια τους πριν την χρήση και
να αποφεύγουν την επαφή του άκρου του φιαλιδίου με τον οφθαλμό ή τις γύρω
περιοχές.
Οι ασθενείς πρέπει επίσης να ενημερώνονται ότι η ακατάλληλη χρήση των
οφθαλμικών διαλυμάτων μπορεί να προκαλέσει την επιμόλυνσή τους από κοινά
βακτήρια που είναι γνωστό ότι προκαλούν οφθαλμικές λοιμώξεις. Η χρήση
επιμολυσμένων διαλυμάτων μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή οφθαλμική βλάβη και
επακόλουθη απώλεια της όρασης.
Οι ασθενείς θα πρέπει να ενημερώνονται για το σωστό χειρισμό των οφθαλμικών
φιαλιδίων.
Οδηγίες χρήσης:
1. Πριν χρησιμοποιήσετε το φάρμακο για πρώτη φορά, σιγουρευτείτε ότι δεν έχει
καταστραφεί η ταινία ασφαλείας στο λαιμό του φιαλιδίου. Σε κλειστά
φιαλίδια, είναι φυσιολογικό να υπάρχει ένα κενό ανάμεσα στο φιαλίδιο και το
πώμα.
2. Θα πρέπει να αφαιρέσετε το πώμα του φιαλιδίου.
3. Ο ασθενής θα πρέπει να γείρει το κεφάλι προς τα πίσω και να τραβήξει απαλά το
κάτω βλέφαρό του προς τα κάτω για να σχηματίσει μια μικρή κοιλότητα μεταξύ
του βλεφάρου και του οφθαλμού.
4. Το φιαλίδιο θα πρέπει να αναστραφεί και να συμπιεστεί μέχρι να γίνει
ενστάλαξη μίας μόνο σταγόνας εντός του οφθαλμού. ΜΗΝ ΑΓΓΙΖΕΤΕ ΤΟΝ
ΟΦΘΑΛΜΟ Ή ΤΟ ΒΛΕΦΑΡΟ ΣΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΕΚΤΗ.
5. Τα βήματα 3 & 4 θα πρέπει να επαναληφθούν στον άλλο οφθαλμό, εάν είναι
απαραίτητο.
6. Αμέσως μετά τη χρήση, πρέπει να επανατοποθετηθεί το πώμα και να σφραγιστεί
το φιαλίδιο.
Παιδιατρική χρήση:
Υπάρχουν περιορισμένα κλινικά δεδομένα για τη χορήγηση dorzolamide τρεις φορές
την ημέρα σε παιδιατρικούς ασθενείς (Για πληροφορίες σχετικά με παιδιατρική
δοσολογία βλέπε παράγραφο 5.1).
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στο dorzolamide ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην
παράγραφο 6.1.
Το dorzolamide δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (CrCl
<30 ml/min) ή με υπερχλωραιμική οξέωση. Επειδή το dorzolamide και οι μεταβολίτες
του απεκκρίνονται κυρίως από τους νεφρούς, το dorzolamide αντενδείκνυται σε
αυτούς τους ασθενείς.
2
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ειδικές προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το dorzolamide δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια και πρέπει
επομένως να χρησιμοποιείται με προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς.
Η διαχείριση των ασθενών με οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας, εκτός από τη
χορήγηση οφθαλμικών υποτασικών παραγόντων, απαιτεί επιπρόσθετες
θεραπευτικές παρεμβάσεις. Το dorzolamide δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς με οξύ
γλαύκωμα κλειστής γωνίας.
Το dorzolamide περιέχει μία σουλφοναμιδική ομάδα, η οποία επίσης ανευρίσκεται στα
σουλφοναμίδια και, αν και χορηγείται τοπικά, απορροφάται συστηματικά.
Συνεπώς, τα ίδια είδη των ανεπιθύμητων ενεργειών που αποδίδονται στα
σουλφοναμίδια μπορεί να παρατηρηθούν κατά την τοπική χορήγηση,
συμπεριλαμβανομένων σοβαρών αντιδράσεων όπως σύνδρομο StevensJohnson και
τοξική επιδερμική νεκρόλυση. Εάν παρατηρήσετε συμπτώματα σοβαρών
αντιδράσεων ή υπερευαισθησίας, διακόψτε τη χρήση του παρόντος φαρμακευτικού
προϊόντος.
Η θεραπεία με από του στόματος αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης έχει
συσχετισθεί με την εμφάνιση ουρολιθίασης, ως αποτέλεσμα οξεοβασικών
διαταραχών, ιδιαίτερα σε ασθενείς με προηγούμενο ιστορικό νεφρικής λιθίασης. Αν
και δεν έχουν παρατηρηθεί οξεοβασικές διαταραχές κατά τη χορήγηση dorzolamide,
έχουν αναφερθεί σπάνια περιστατικά ουρολιθίασης. Επειδή το dorzolamide αποτελεί
τοπικό αναστολέα της καρβονικής ανυδράσης που απορροφάται συστηματικά, οι
ασθενείς με προηγούμενο ιστορικό νεφρικής λιθίασης μπορεί να διατρέχουν
αυξημένο κίνδυνο ουρολιθίασης κατά τη χρήση dorzolamide.
Εάν παρατηρηθούν αλλεργικές αντιδράσεις (π.χ. επιπεφυκίτιδα και αντιδράσεις
των βλεφάρων), θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο διακοπής της θεραπείας.
Ενδέχεται να υπάρξει αθροιστική δράση στις γνωστές συστηματικές επιδράσεις
της αναστολής της καρβονικής ανυδράσης σε ασθενείς που λαμβάνουν από του
στόματος αναστολείς της καρβονικής ανυδράσης και dorzolamide. Η ταυτόχρονη
χορήγηση dorzolamide και από του στόματος αναστολέων της καρβονικής ανυδράσης
δεν συνιστάται.
Σε ασθενείς με προϋπάρχουσες χρόνιες βλάβες του κερατοειδούς ή/και ιστορικό
ενδο-οφθαλμικής χειρουργικής επέμβασης, έχουν αναφερθεί οιδήματα του
κερατοειδούς και αμετάκλητη ανεπάρκεια αντιρρόπησης του κερατοειδούς κατά τη
χρήση του διαλύματος 20mg/ml οφθαλμικών σταγόνων Rezlod. Η τοπική χρήση
dorzolamide θα πρέπει να γίνεται με προσοχή σε αυτούς τους ασθενείς.
Μετά από διαδικασίες διήθησης με χορήγηση θεραπειών υδατικής καταστολής,
έχουν αναφερθεί ταυτόχρονη αποκόλληση χοριοειδούς και οφθαλμική υποτονία.
Το διάλυμα 20 mg/ ml οφθαλμικών σταγόνων Rezlod περιέχει το συντηρητικό
benzalkonium chloride, το οποίο μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό των οφθαλμών. Οι
φακοί επαφής πρέπει να αφαιρούνται πριν τη χρήση και να περιμένετε τουλάχιστον
15 λεπτά πριν την επανατοποθέτησή τους. Είναι γνωστό ότι το benzalkonium
chloride αποχρωματίζει τους μαλακούς φακούς επαφής.
3
Παιδιατρικοί ασθενείς:
Το dorzolamide δεν έχει μελετηθεί σε ασθενείς κάτω των 36 εβδομάδων κύησης και
κάτω από ηλικία 1 εβδομάδας. Οι ασθενείς με σημαντική νεφρική σωληναριακή
ανωριμότητα θα πρέπει να λαμβάνουν dorzolamide μόνο μετά από προσεκτική
εξέταση της σχέσης οφέλους-κινδύνου, λόγω του πιθανού κινδύνου μεταβολικής
οξέωσης.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί ειδικές μελέτες αλληλεπίδρασης φαρμάκων με
dorzolamide.
Σε κλινικές μελέτες, το dorzolamide χρησιμοποιήθηκε σε συνδυασμό με τα ακόλουθα
φάρμακα χωρίς ενδείξεις βλαπτικών αλληλεπιδράσεων: οφθαλμικό διάλυμα timolol,
οφθαλμικό διάλυμα και συστηματική φαρμακευτική αγωγή betaxolol,
συμπεριλαμβανομένων των αναστολέων ACE, αποκλειστές διαύλων ασβεστίου,
διουρητικά, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη συμπεριλαμβανομένης της ασπιρίνης,
και ορμόνες (π.χ. οιστρογόνα, ινσουλίνη, θυροξίνη).
Δεν έχει αξιολογηθεί πλήρως η σύνδεση μεταξύ dorzolamide, μειωτικών και
αδρενεργικών αγωνιστών κατά τη διάρκεια της θεραπείας του γλαυκώματος.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Χρήση κατά την διάρκεια της κύησης:
Το dorzolamide δεν πρέπει να χρησιμοποιείται
κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Δεν διατίθενται επαρκή κλινικά δεδομένα από
εγκυμοσύνες που έχουν εκτεθεί στο φάρμακο. Σε κουνέλια, το dorzolamide είχε
τερατογενείς επιδράσεις σε τοξικές για τη μητέρα δόσεις (βλέπε παράγραφο 5.3)
Χρήση κατά την διάρκεια της γαλουχίας:
Δεν είναι γνωστό εάν το dorzolamide
εκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Σε θηλάζοντες επίμυες, παρατηρήθηκαν μειώσεις της
αύξησης του βάρους των απογόνων. Εάν είναι απαραίτητη η θεραπεία με dorzolamide,
ο θηλασμός δεν συνιστάται.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης
και χειρισμού μηχανημάτων. Πιθανές παρενέργειες όπως ζάλη και διαταραχές της
όρασης μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Το dorzolamide αξιολογήθηκε σε περισσότερα από 1400 άτομα σε ελεγχόμενες και μη
ελεγχόμενες κλινικές μελέτες. Σε μακροχρόνιες μελέτες 1108 ασθενών που έλαβαν
θεραπεία με dorzolamide ως μονοθεραπεία ή ως συμπληρωματική θεραπεία με
οφθαλμικούς βήτα-αναστολείς, η πιο συχνή αιτία διακοπής της θεραπείας (περίπου
3%) με dorzolamide ήταν οι ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με το φάρμακο,
κυρίως επιπεφυκίτιδα και αντιδράσεις των βλεφάρων.
4
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια των
κλινικών μελετών ή μετά την κυκλοφορία: [Πολύ συχνές (≥ 1/10), Συχνές (≥ 1/100
έως <1/10), Ασυνήθεις (≥ 1/1000 έως <1/100), Σπάνιες (≥ 1/10000 έως <1/1000)].
Κατηγορία
οργάνου
συστήματος
Πολύ συχνές Συχνές Ασυνήθεις Σπάνιες
Νευρικό
σύστημα
Πονοκέφαλος Ζάλη,
παραισθησία
Οφθαλμικές
διαταραχές
Καύσος και
νυγμός
Επιφανειακή
διάστικτη
κερατίτιδα,
δακρύρροια,
επιπεφυκίτιδα,
φλεγμονή
βλεφάρου,
κνησμός,
ερεθισμός
βλεφάρου,
θολερότητα
όρασης
Ιριδοκυκλίτιδα Ερεθισμός,
συμπεριλαμβανομ
ένης
ερυθρότητας,
πόνος
εφελκίδα
βλεφάρων,
παροδική μυωπία
(που υποχωρεί με
την διακοπή της
θεραπείας),
οίδημα του
κερατοειδούς,
οφθαλμική
υποτονία,
αποκόλληση του
χοριοειδούς μετά
από χειρουργική
επέμβαση
διήθησης
Διαταραχές
του
αναπνευστικ
ού
συστήματος,
του θώρακα
και του
μεσοθωρακίο
υ
Επίσταξη
Διαταραχές
του
γαστρεντερι
κού
συστήματος
Ναυτία,
Πικρή γεύση
Ερεθισμός του
φάρυγγα,
ξηροστομία
Διαταραχές
του
δέρματος και
του
υποδόριου
ιστού
Δερματίτιδα εξ
επαφής
,
σύνδρομο Stevens
Johnson,
τοξική επιδερμική
νεκρόλυση
Διαταραχές
των νεφρών
και των
Ουρολιθίαση
5
ουροφόρων
οδών
Γενικές
διαταραχές
και
ενοχλήσεις
στη θέση
χορήγησης
Αδυναμία /
κόπωση
Υπερευαισθησία:
Σημεία και
συμπτώματα
τοπικών
αντιδράσεων
(αντιδράσεις των
βλεφάρων) και
συστηματικές
αλλεργικές
αντιδράσεις,
συμπεριλαμβανομ
ένων
αγγειοοιδήματος,
κνίδωσης και
κνησμού,
εξανθημάτων,
δύσπνοιας,
σπανίως
βρογχόσπασμου
Εργαστηριακά ευρήματα: Το dorzolamide δεν έχει συνδεθεί με κλινικά σημαντικές
διαταραχές των ηλεκτρολυτών.
Παιδιατρικοί ασθενείς
Βλ. 5.1
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες υγείας να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του
Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων
Μεσογείων 284
15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Συμπτώματα
Υπάρχουν μόνο περιορισμένες πληροφορίες όσον αφορά την υπερδοσολογία στον
άνθρωπο από τυχαία ή σκόπιμη κατάποση dorzolamide hydrochloride. Έχουν αναφερθεί
τα ακόλουθα κατά την από του στόματος κατάποση: υπνηλία, τοπική εφαρμογή:
ναυτία, ζάλη, κεφαλαλγία, κόπωση, διαταραχές των ονείρων και δυσφαγία.
Θεραπεία
Η θεραπεία πρέπει εξαρτάται από τα συμπτώματα και να είναι υποστηρικτική.
Μπορούν να εμφανιστούν ηλεκτρολυτικές διαταραχές, ανάπτυξη οξέωσης, και
6
πιθανές επιδράσεις στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Τα επίπεδα ηλεκτρολυτών στον
ορό (ιδιαίτερα του καλίου) και τα επίπεδα pH του αίματος θα πρέπει να
παρακολουθούνται.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές Ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αναστολέας καρβονικής ανυδράσης
Κωδικός ATC: S01EC03
Μηχανισμός δράσης
Η καρβονική ανυδράση (ΚA) είναι ένα ένζυμο που βρίσκεται σε πολλούς ιστούς του
σώματος, συμπεριλαμβανομένου του οφθαλμού. Στους ανθρώπους, η καρβονική
ανυδράση υπάρχει ως μια σειρά ισοενζύμων, το πιο ενεργό εκ των οποίων είναι η
καρβονική ανυδράση ΙΙ (ΚA-II), που βρίσκεται κατά κύριο λόγο στα ερυθροκύτταρα,
αλλά και σε άλλους ιστούς. Η αναστολή της καρβονικής ανυδράσης στις
βλεφαρικές διαδικασίες του οφθαλμού μειώνει την έκκριση υδατοειδούς υγρού.
Αυτό οδηγεί σε μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ).
Το διάλυμα 20 mg/ml οφθαλμικών σταγόνων Rezlod περιέχει dorzolamide hydrochloride,
έναν ισχυρό αναστολέα της ανθρώπινης καρβονικής ανυδράσης II. Μετά από
τοπική οφθαλμική χορήγηση, το dorzolamide μειώνει την αυξημένη ενδοφθάλμια
πίεση, έστω και εάν δεν σχετίζεται με το γλαύκωμα. Η αυξημένη ενδοφθάλμια
πίεση αποτελεί μείζονα παράγοντα κινδύνου στην παθογένεια των αλλοιώσεων του
οπτικού νεύρου και της απώλειας οπτικού πεδίου. Το dorzolamide δεν προκαλεί
συστολή της κόρης και μειώνει την ενδοφθάλμια πίεση χωρίς παρενέργειες, όπως
νυκταλωπία και σπασμούς προσαρμογής. Το dorzolamide δεν επηρεάζει ή επηρεάζει
ελάχιστα το ρυθμό παλμών και την αρτηριακή πίεση.
Οι β-αδρενεργικοί αναστολείς τοπικής χρήσης μειώνουν επίσης την ΕΟΠ
μειώνοντας την παραγωγή υδατοειδούς υγρού, αλλά μέσω ενός διαφορετικού
μηχανισμού δράσης. Μελέτες έχουν δείξει ότι όταν προστίθεται dorzolamide στη
θεραπεία με β-αναστολείς τοπικής χρήσης, παρατηρείται επιπρόσθετη μείωση της
ΕΟΠ. Το εύρημα αυτό είναι σύμφωνο με την αναφερόμενη αθροιστική επίδραση των
β-αναστολέων και των από του στόματος αναστολέων της καρβονικής ανυδράσης.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Κλινικά αποτελέσματα:
Ενήλικοι ασθενείς
Σε ασθενείς με γλαύκωμα ή οφθαλμική υπέρταση, η αποτελεσματικότητα της
χορήγησης dorzolamide τρεις φορές ημερησίως ως μονοθεραπεία (αρχική τιμή ΕΟΠ
23 mmHg) ή δις ημερησίως ως συμπληρωματική θεραπεία κατά τη λήψη
οφθαλμικών βήτα-αναστολέων (αρχική τιμή ΕΟΠ 22 mmHg), αποδείχθηκε σε
ευρείας κλίμακας κλινικές μελέτες, διάρκειας έως και ενός έτους. Έχει αποδειχθεί
η επίδραση της μονοθεραπείας ή συμπληρωματικής θεραπείας με Δορζολαμίδη στην
μείωση της ΕΟΠ καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Το αποτέλεσμα διατηρείται κατά
τη μακροχρόνια χορήγηση. Η αποτελεσματικότητα κατά τη μακροχρόνια
μονοθεραπεία ήταν παρόμοια με αυτή του betaxolol και ελαφρώς μικρότερη από αυτή
του timolol. Όταν χρησιμοποιείται ως συμπληρωματική θεραπεία με οφθαλμικούς
βήτα-αναστολείς, το dorzolamide οδηγεί σε πρόσθετη μείωση της ΕΟΠ, παρόμοια με
αυτή της prilocaine 2% τετράκις ημερησίως.
7
Παιδιατρικοί ασθενείς
Πραγματοποιήθηκε μία διπλή-τυφλή πολυκεντρική μελέτη 3 μηνών, ελεγχόμενη με
ενεργό θεραπεία, με τη συμμετοχή 184 παιδιατρικών ασθενών (εκ των οποίων 122
λάμβαναν dorzolamide) από την 1
η
εβδομάδα ζωής μέχρι <6 ετών με γλαύκωμα ή
αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση (αρχική τιμή ΕΟΠ > 22 mmHg) για την αξιολόγηση
της ασφάλειας της τοπικής χορήγησης 25 σταγόνων οφθαλμικού διαλύματος
dorzolamide τρεις φορές την ημέρα. Περίπου το ήμισυ των ασθενών στις δύο ομάδες
θεραπείας είχαν διαγνωστεί με συγγενές γλαύκωμα. Άλλες κοινές αιτιολογίες ήταν
το σύνδρομο Sturge Weber, η μεσεγχυματική δυσγενεσία του ιριδοκερατοειδούς,
περιπτώσεις αφακικών ασθενών. Η κατανομή κατά ηλικία και οι θεραπείες στη
φάση μονοθεραπείας είχαν ως εξής:
Dorzolamide 20 mg/ml Timolol
Ομάδα Ηλικίας < 2
ετών
n=56
Φάσμα Ηλικίας: 1 έως 23
μηνών
Timolol GS 0,25% n = 27
Φάσμα Ηλικίας: 0,25 έως 22
μηνών
Ομάδα Ηλικίας 2
- <6 ετών
n=66
Φάσμα Ηλικίας: 2 έως 6
ετών
Timolol 0,5% n = 35
Φάσμα Ηλικίας: 2 έως 6
ετών
Και στα δύο ομάδες ηλικιών, περίπου 70 ασθενείς έλαβαν θεραπεία για
τουλάχιστον 61 ημέρες και περίπου 50 ασθενείς έλαβαν θεραπεία για 81-100
ημέρες.
Εάν η μονοθεραπεία με dorzolamide ή γέλη timolol δεν επέτρεπε τον ικανοποιητικό
έλεγχο της ΕΟΠ, οι ασθενείς ετίθεντο σε θεραπεία ανοικτής ετικέτας, σύμφωνα ως
ακολούθως: 30 ασθενείς <2 ετών μετέβησαν σε ταυτόχρονη θεραπεία με γέλη timolol
0,25% ημερησίως και 20 mg/ml dorzolamide τρεις φορές την ημέρα. 30 ασθενείς > 2
ετών μετέβησαν σε 2% dorzolamide /0.5% timolol, ως σταθερό συνδυασμό δις
ημερησίως.
Συνολικά, η παρούσα μελέτη δεν αποκάλυψε πρόσθετες ανησυχίες για την
ασφάλεια σε παιδιατρικούς ασθενείς: περίπου στο 26% (20% κατά τη
μονοθεραπεία με dorzolamide) των παιδιατρικών ασθενών παρατηρήθηκαν
ανεπιθύμητες επιπτώσεις που σχετίζονται με το φάρμακο, η πλειονότητα των
οποίων ήταν τοπικές, μη σοβαρές οφθαλμικές επιπτώσεις, όπως κάψιμο και
τσούξιμο των οφθαλμών, έγχυση και οφθαλμικό άλγος. Σε ένα μικρό ποσοστό < 4%
παρατηρήθηκε οίδημα του κερατοειδούς ή θολή όραση. Οι τοπικές αντιδράσεις ήταν
παρόμοιες σε συχνότητα με αυτές στο φάρμακο σύγκρισης. Σε δεδομένα πορείας
μετά την κυκλοφορία, δεν έχει αναφερθεί μεταβολική οξέωση σε πολύ νεαρά άτομα
ιδίως με νεφρική ανωριμότητα/δυσλειτουργία.
Τα αποτελέσματα της δραστικότητας σε παιδιατρικούς ασθενείς υποδηλώνουν ότι
η μέση μείωση της ΕΟΠ που παρατηρήθηκε στην ομάδα του dorzolamide ήταν
συγκρίσιμη με τη μέση μείωση της ΕΟΠ που παρατηρήθηκε στην ομάδα του timolol
ακόμη και αν παρατηρήθηκε κάποιο μικρό αριθμητικό πλεονέκτημα για το timolol.
Δε διατίθενται μακροχρόνιες μελέτες δραστικότητας (> 12 εβδομάδων).
8
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Σε αντίθεση με τους από του στόματος αναστολείς καρβονικής ανυδράσης, η
τοπική εφαρμογή dorzolamide hydrochloride επιτρέπει στη δραστική ουσία να
ασκήσει την επίδρασή της απευθείας στον οφθαλμό σε σημαντικά χαμηλότερες
δόσεις και συνεπώς με μικρότερη συστηματική έκθεση. Σε κλινικές μελέτες, αυτό
είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της ΕΟΠ χωρίς τις οξεοβασικές διαταραχές ή το
χαρακτηριστικό των μετατροπών στους ηλεκτρολύτες των από του στόματος
αναστολών της καρβονικής ανυδράσης.
Όταν εφαρμόζεται τοπικά, το dorzolamide φθάνει μέχρι τη γενική κυκλοφορία.
Προκειμένου να αξιολογηθεί το ενδεχόμενο συστηματικής αναστολής της
καρβονικής ανυδράσης κατόπιν τοπικής εφαρμογής, έγιναν μετρήσεις των
συγκεντρώσεων της δραστικής ουσίας και των μεταβολιτών στα ερυθρά
αιμοσφαίρια και το πλάσμα και της αναστολής καρβονικής ανυδράσης στα ερυθρά
αιμοσφαίρια.
Το dorzolamide συσσωρεύεται στα ερυθρά αιμοσφαίρια κατά τη διάρκεια χρόνιας
χορήγησης ως αποτέλεσμα εκλεκτικής δέσμευσης της ΚΑ-II, ενώ διατηρούνται
εξαιρετικά χαμηλές συγκεντρώσεις ελεύθερης δραστικής ουσίας στο πλάσμα. Η
μητρική δραστική ουσία σχηματίζει ένα ενιαίο μεταβολίτη N-desethyl που
αναστέλλει την ΚΑ-II με μικρότερη ισχύ από τη μητρική δραστική ουσία, αλλά
αναστέλλει επίσης ένα λιγότερο δραστικό ισοένζυμο (ΚΑ-I). Ο μεταβολίτης
συσσωρεύεται επίσης σε ερυθρά αιμοσφαίρια, όπου δεσμεύεται κυρίως στην ΚΑ-I.
Το dorzolamide δεσμεύεται μέτρια σε πρωτεΐνες του πλάσματος (περίπου 33%). Το
dorzolamide αποβάλλεται κατά κύριο λόγο αμετάβλητο στα ούρα· και ο μεταβολίτης
απεκκρίνεται επίσης στα ούρα. Μετά το πέρας της χορήγησης, το dorzolamide
απομακρύνεται από τα ερυθροκύτταρα κατά μη γραμμικό τρόπο, με αποτέλεσμα την
ταχεία μείωση της συγκέντρωσης της δραστική ουσίας αρχικά, ακολουθούμενη από
μια βραδύτερη φάση αποβολής με χρόνο ημίσειας ζωής περίπου τέσσερις μήνες.
Όταν δόθηκε dorzolamide από του στόματος, ώστε να προσομοιωθεί η μέγιστη
συστηματική έκθεση μετά από μακροχρόνια τοπική οφθαλμική χορήγηση, η
επίτευξη της σταθερής κατάστασης πραγματοποιήθηκε εντός 13 εβδομάδων. Κατά
τη σταθερή κατάσταση, δεν υπήρχε στην ουσία καμία ελεύθερη δραστική ουσία ή
μεταβολίτης στο πλάσμα· η αναστολή της ΚΑ στα ερυθρά αιμοσφαίρια ήταν
μικρότερη από αυτή που αναμένονταν να χρειαστεί για κάποια φαρμακολογική
επίδραση στη νεφρική λειτουργία ή την αναπνοή. Παρόμοια φαρμακοκινητικά
αποτελέσματα παρατηρήθηκαν μετά από χρόνια, τοπική εφαρμογή dorzolamide.
Ορισμένοι ηλικιωμένοι ασθενείς, ωστόσο, με νεφρική δυσλειτουργία (εκτιμώμενο
CrCl 30-60 ml/min) παρουσίασαν υψηλότερες συγκεντρώσεις μεταβολίτη στα
ερυθρά αιμοσφαίρια, χωρίς όμως σημαντικές διαφορές στην αναστολή καρβονικής
ανυδράσης, ενώ δεν αποδόθηκε ευθέως καμία κλινικά σημαντική συστηματική
παρενέργεια στο εν λόγω εύρημα.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Τα κύρια ευρήματα από μελέτες σε ζώα με dorzolamide hydrochloride χορηγούμενο
από του στόματος σχετίζονταν με τις φαρμακολογικές επιδράσεις της
συστηματικής αναστολής καρβονικής ανυδράσης. Ορισμένα από τα ευρήματα αυτά
ήταν ειδικά για το συγκεκριμένο είδος και/ή αποτελούσαν αποτέλεσμα
μεταβολικής οξέωσης. Σε κουνέλια στα οποία χορηγήθηκαν τοξικές για τη μητέρα
9
δόσεις dorzolamide που σχετίσθηκαν με μεταβολική οξέωση, παρατηρήθηκαν
δυσμορφίες των σπονδυλικών σωμάτων.
Σε κλινικές μελέτες, οι ασθενείς δεν παρουσίασαν συμπτώματα μεταβολικής
οξέωσης ή μεταβολές στον ηλεκτρολύτες του ορού, ενδεικτικές της συστηματικής
αναστολής της καρβονικής ανυδράσης. Ως εκ τούτου, δεν είναι αναμενόμενο να
λαμβάνονται υπ’ όψιν τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν κατά τις μελέτες σε
ζώα σε ασθενείς που λαμβάνουν θεραπευτικές δόσεις dorzolamide.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Mannitol
Hydroxyethyl Cellulose (Natrosol HX 250)
Sodium citrate
Sodium Hydroxide for pH adjustment
Benzalkonium chloride solution 50 %
Water for injection
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν υπάρχουν.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
Μετά το πρώτο άνοιγμα: 28 ημέρες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη
Να φυλάσσεται το φιαλίδιο στην εξωτερική συσκευασία για να προστατεύεται από
το φως.
Να φυλάσσεται σε θερμοκρασία μικρότερη των 30°C.
6.5 Σύσταση και περιεχόμενα του περιέκτη
Μεσαίας πυκνότητας φιαλίδιο από πολυαιθυλένιο με σφραγισμένο σταγονόμετρο
στην άκρη και πώμα δύο τεμαχίων, σε κουτί από χαρτόνι.
Εγκεκριμένα μεγέθη συσκευασίας: 1 φιαλίδιο x 5 ml, 3 φιαλίδια x 5 ml, 6 φιαλίδια
x 5 ml
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Οδηγίες διάθεσης
Δεν υπάρχουν ειδικές απαιτήσεις.
10
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Pharmathen International S.A.
Δερβενακίων 4, Παλλήνη Αττικής
Τ.Κ. 15351
Ελλάδα
Τηλ.: 210 6604300
Fax: 210 6666749
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
19234/16-3-2011
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
1
η
έγκριση: 16-3-2011
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
11