ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ
RILIF 10 mg, δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο περιέχει 10 mg alfuzosin hydrochloride (υδροχλωρική
αλφουζοσίνη)
Έκδοχο(α):
Κάθε δισκίο περιέχει Lactose monohydrate.
Για τον πλήρη κατάλογο εκδόχων, βλέπε παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης.
Λευκά, στρογγυλά, επικαλυμμένα δισκία.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία των μέτριων έως και σοβαρών λειτουργικών
συμπτωμάτων της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη (ΚΥΠ).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Τα δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης πρέπει να καταπίνονται
ολόκληρα με επαρκή ποσότητα υγρού.
Ενήλικες
1 δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης 10mg μια φορά την ημέρα.
Η πρώτη δόση πρέπει να λαμβάνεται αμέσως πριν την κατάκλιση.
Το δισκίο πρέπει να λαμβάνεται αμέσως μετά το ίδιο γεύμα κάθε
μέρα.
Ηλικιωμένοι (ηλικίας άνω των 65 χρόνων)
1 δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης 10mg μια φορά την ημέρα
εάν μια αρχική χαμηλότερη δόση υδροχλωρικής αλφουζοσίνης
είναι καλά ανεκτή και χρειάζεται επιπρόσθετη δραστικότητα. Η
πρώτη δόση πρέπει να λαμβάνεται αμέσως πριν την κατάκλιση. Το
δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης 10 mg πρέπει να λαμβάνεται
αμέσως μετά το ίδιο γεύμα κάθε μέρα.
Στοιχεία φαρμακοκινητικής και κλινικής ασφάλειας δείχνουν ότι
δεν είναι απαραίτητη η μείωση της δόσης σε ηλικιωμένους
ασθενείς.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η αποτελεσματικότητα της αλφουζοσίνης δεν έχει αποδειχτεί σε παιδιά
ηλικίας 2 έως 16 ετών (βλέπε παράγραφο 5.1). Επομένως, η αλφουζοσίνη
μδεν ενδείκνυται για χρήση στον παιδιατρικό πληθυσ ό.
Μειωμένη νεφρική λειτουργία
Ήπια έως μέτρια νεφρική ανεπάρκεια
Εάν μια χαμηλότερη δόση δεν είναι επαρκής, η θεραπεία μπορεί να
προσαρμοστεί σε 1 δισκίο παρατεταμένης αποδέσμευσης 10mg
ημερησίως σύμφωνα με την κλινική απόκριση. Η πρώτη δόση
πρέπει να λαμβάνεται αμέσως πριν την κατάκλιση.
Σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια
Σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης
< 30 ml/min) δεν θα πρέπει να δίνεται αλφουζοσίνη 10 mg επειδή
δεν υπάρχουν διαθέσιμα κλινικά στοιχεία ασφάλειας για αυτήν
την ομάδα ασθενών. (βλέπε παράγραφο 4.4).
Ηπατική ανεπάρκεια
Τα δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης 10mg αλφουζοσίνης
αντενδείκνυνται σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια. Μετά από
προσεκτική ιατρική μελέτη, μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλο ένα
παρασκεύασμα που περιέχει χαμηλότερη δόση υδροχλωρικής
αλφουζοσίνης. Για τις δοσολογικές οδηγίες δείτε τις αντίστοιχες
πληροφορίες του προϊόντος.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, σε άλλες quinazolines
(π.χ. terazosin, doxazosin) ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα.
Συνδυασμός με άλλους αποκλειστές των α
1
-υποδοχέων.
Ηπατική ανεπάρκεια.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη
χρήση
Η αλφουζοσίνη θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς
που λαμβάνουν αντιυπερτασικά φάρμακα ή νιτρώδη. Σε
ορισμένους ασθενείς μπορεί να παρουσιαστεί ορθοστατική
υπόταση, με ή χωρίς σύμπτωμα (ζάλη, κόπωση, εφίδρωση) μέσα σε
λίγες ώρες μετά τη χορήγηση. Αυτές οι επιδράσεις είναι παροδικές,
συμβαίνουν στην αρχή της θεραπείας και συνήθως δεν
παρεμποδίζουν τη συνέχιση της θεραπείας.
Σαφής μείωση της αρτηριακής πίεσης έχει αναφερθεί κατά την
παρακολούθηση μετά την κυκλοφορία σε ασθενείς με
προϋπάρχοντες παράγοντες κινδύνου (όπως υποκείμενες
καρδιακές ασθένειες ή/και ταυτόχρονη θεραπεία με αντι-
υπερτασικά φάρμακα). Ο κίνδυνος ανάπτυξης υπότασης και οι
σχετικές ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να είναι μεγαλύτεροι σε
ηλικιωμένους ασθενείς (βλέπε παράγραφο 4.8). Προσοχή θα πρέπει
να δίνεται όταν συνταγογραφείται αλφουζοσίνη σε ηλικιωμένους
ασθενείς. Ο ασθενής θα πρέπει να προειδοποιείται για την
εμφάνιση τέτοιων συμβάντων.
Θα πρέπει να δίδεται προσοχή όταν η αλφουζοσίνη χορηγείται σε
ασθενείς που είχαν έντονη υποτασική απόκριση σε κάποιον άλλον
αποκλειστή των α
1
υποδοχέων.
Σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο, η θεραπεία για στεφανιαία
ανεπάρκεια θα πρέπει να συνεχίζεται. Εάν επανεμφανιστεί
στηθάγχη ή επιδεινωθεί, η αλφουζοσίνη θα πρέπει να διακοπεί.
Όπως με όλους τους αποκλειστές των α
1
υποδοχέων, η
αλφουζοσίνη θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε
ασθενείς με οξεία καρδιακή ανεπάρκεια.
Ασθενείς με συγγενή παράταση διαστήματος QTc, με γνωστό
ιστορικό επίκτητης παράτασης διαστήματος QTc ή οι οποίοι
λαμβάνουν φάρμακα γνωστά για την αύξηση του διαστήματος QTc
θα πρέπει να αξιολογούνται πριν και κατά τη χορήγηση της
αλφουζοσίνης.
Το σύνδρομο χαλαρής ίριδας Intraoperative Floppy Iris Syndrome»)
(IFIS, μία παραλλαγή του συνδρόμου μικρής κόρης) έχει
παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια εγχείρησης καταρράκτη σε μερικούς
ασθενείς που βρίσκονται υπό θεραπεία ή είχαν λάβει α-1
αποκλειστές. Επειδή ο κίνδυνος αυτού του συμβάματος με την
αλφουζοσίνη φαίνεται να είναι πολύ χαμηλός, οι χειρουργοί
οφθαλμίατροι θα πρέπει να ενημερώνονται εκ των προτέρων για
εγχείρηση καταρράκτη, για τρέχουσα ή προηγούμενη χρήση α1
αποκλειστών, καθώς το IFIS μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένες
επιπλοκές κατά τη διαδικασία.
Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει λακτόζη. Ασθενείς με
σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη,
ανεπάρκειας Lapp λακτάσης ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-
γαλακτόζης, δεν θα πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φαρμακευτικό
προϊόν.
To Rilif 10mg δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης περιέχει
υδρογονωμένο καστορέλαιο που μπορεί να προκαλέσει στομαχική
διαταραχή και διάρροια.
Καθώς δεν υπάρχουν άλλα δεδομένα για την κλινική ασφάλεια σε
ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης
<30ml/min), το Rilif 10 mg δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης δεν
θα πρέπει να χορηγείται σε αυτή την ομάδα ασθενών.
Οι ασθενείς θα πρέπει να προειδοποιούνται ότι το δισκίο θα πρέπει
να καταπίνεται ολόκληρο. Κάθε άλλος τρόπος χορήγησης όπως
σπάσιμο, τρίψιμο, μάσημα, τεμαχισμός σε σκόνη απαγορεύονται.
Αυτές οι ενέργειες μπορεί να οδηγήσουν σε ακατάλληλη
αποδέσμευση και απορρόφηση του φαρμάκου και επομένως σε
πιθανές πρώιμες ανεπιθύμητες ενέργειες.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα
Συνδυασμοί που αντενδείκνυνται:
Αποκλειστές άλφα
1
-υποδοχέων
Συνδυασμοί που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν:
Αντιϋπερτασικά φάρμακα (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις για τη χρήση). Νιτρώδη (βλέπε
παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις για τη
χρήση).
Ισχυρούς CYP3A4 αναστολείς (όπως ιτρακοναζόλη,
κετοκοναζόλη και ριτοναβίρη) καθώς τα επίπεδα αίματος της
αλφουζοσίνης αυξάνουν.
Ταυτόχρονη χρήση με αντιϋπερτασικούς παράγοντες ή νιτρώδη
αυξάνει τον κίνδυνο της υπότασης. Χορήγηση γενικών
αναισθητικών σε ασθενή που λαμβάνει αλφουζοσίνη μπορεί να
οδηγήσει σε ασταθή αρτηριακή πίεση.
Συνιστάται να διακόπτονται τα δισκία 24 ώρες πριν από τη
χειρουργική επέμβαση.
Δεν παρατηρήθηκαν φαρμακοδυναμικές ή φαρμακοκινητικές
αλληλεπιδράσεις σε μελέτες με υγιείς εθελοντές μεταξύ
αλφουζοσίνης και των ακόλουθων δραστικών ουσιών: βαρφαρίνης,
διγοξίνης και υδροχλωροθειαζίδης.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Λόγω του τύπου του σημείου της ένδειξης, αυτή η παράγραφος δεν
εφαρμόζεται.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για την επίδραση οδήγησης
οχημάτων.
Ανεπιθύμητες ενέργειες όπως ζάλη και αδυναμία μπορεί να
προκύψουν βασικά κατά την έναρξη της θεραπείας. Αυτό θα πρέπει
να ληφθεί υπόψη όταν οδηγούμε οχήματα και χειριζόμαστε
μηχανές.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Κατηγοριοποίηση των αναμενόμενων συχνοτήτων:
πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥ 1/100, < 1/10), ασυνήθεις (≥
1/1.000, < 1/100), σπάνιες (≥ 1/10.000, < 1/1.000), πολύ σπάνιες
(<1/10.000), μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν από τα
διαθέσιμα δεδομένα)
Καρδιακές διαταραχές:
Ασυνήθεις: ταχυκαρδία
Πολύ σπάνιες: στηθάγχη σε ασθενείς με προϋπάρχουσα
στεφανιαία νόσο
Μη γνωστή συχνότητα: κολπική μαρμαρυγή
Οφθαλμικές διαταραχές:
Μη γνωστή συχνότητα: σύνδρομο χαλαρής ίριδος (IFIS)
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης:
Συχνές: εξασθένηση
Ασυνήθεις: Οίδημα, θωρακικά άλγη
Διαταραχές του γαστρεντερικού:
Συχνές: Ναυτία, κοιλιακός πόνος, δυσπεψία, ξηροστομία
Ασυνήθεις: Διάρροια
Μη γνωστή συχνότητα: έμετος
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων:
Μη γνωστή συχνότητα: ηπατοκυτταρική κάκωση, χολοστατική
ηπατική νόσος
Διαταραχές του νευρικού συστήματος:
Συχνές: Τάση για λιποθυμία/ζάλη, κεφαλαλγία
Ασυνήθεις: Συγκοπή, ίλιγγος
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών:
Ασυνήθεις: Ακράτεια ούρων
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και των
μαστών:
Μη γνωστή συχνότητα: πριαπισμός
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα
και του μεσοθωράκιου:
Ασυνήθεις: Ρινίτιδα
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού:
Ασυνήθεις: Εξάνθημα (κνίδωση), κνησμός
Πολύ σπάνιες: Κνίδωση, αγγειοοίδημα
Αγγειακές διαταραχές:
Ασυνήθεις: υπόταση (ορθοστατική), έξαψη
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού
συστήματος:
Μη γνωστή συχνότητα: ουδετεροπενία
μ μ Αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από
τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος
είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από
τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (Μεσογείων 284,
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21
06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr).
4.9 Υπερδοσολογία
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, ο ασθενής πρέπει να εισαχθεί σε
νοσοκομείο, να παραμείνει σε ύπτια θέση, και να του χορηγηθεί
συμβατική θεραπεία για υπόταση. Σε περίπτωση σημαντικής
υπότασης η κατάλληλη διορθωτική θεραπεία μπορεί να είναι ένα
αγγειοσυσπαστικό που δρα κατευθείαν στις αγγειακές μυϊκές ίνες.
Η αλφουζοσίνη είναι συνδεδεμένη με πρωτεΐνη σε υψηλό βαθμό,
επομένως, η διάλυση μπορεί να μην αποβεί χρήσιμη.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Ανταγωνιστής των α-
αδρενεργικών υποδοχέων
Κωδικός ATC: G 04 CA 01
Η αλφουζοσίνη, είναι ένα δραστικό από του στόματος ρακεμικό
παράγωγο της κιναζολίνης και επιλεκτικός ανταγωνιστής των
μετασυναπτικών αδρενεργικών α
1
- υποδοχέων.
Η εκλεκτικότητα της αλφουζοσίνης στους αδρενεργικούς α
1
-
υποδοχείς του τριγώνου ουροδόχος κύστη-ουρήθρα-προστάτης, έχει
τεκμηριωθεί με in vitro μελέτες.
Τα κλινικά συμπτώματα της καλοήθους υπερπλασίας του προστάτη
(ΚΥΠ) δεν σχετίζονται μόνο με το μέγεθος του προστάτη, αλλά και
με την υποκίνηση των συμπαθομιμητικών νεύρων, τα οποία μέσα
από την διέγερση των μετα-συναπτικών α-υποδοχέων αυξάνουν
την έκταση των λείων μυών της κατωτέρου ουροδόχου οδού. Η
θεραπεία με αλφουζοσίνη χαλαρώνει αυτόν τον λείο μυ,
βελτιώνοντας έτσι τη ροή των ούρων.
Η ουροεκλεκτικότητα έχει αποδειχθεί με την κλινική
αποτελεσματικότητα και το καλό προφίλ ασφάλειας σε άντρες που
θεραπεύτηκαν με αλφουζοσίνη, συμπεριλαμβανομένων των
ηλικιωμένων και ασθενών με υπέρταση. Η αλφουζοσίνη μπορεί να
προκαλέσει μετρίου βαθμού αντι-υπερτασικές ενέργειες.
Στον άνθρωπο η αλφουζοσίνη βελτιώνει τις παραμέτρους κένωσης
μειώνοντας τον ουρηθρικό μυϊκό τόνο με μείωση της αντίστασης
στην εκροή από την ουροδόχο κύστη διευκολύνοντας την κένωση
της ουροδόχου κύστης.
Χαμηλότερη συχνότητα οξείας επίσχεσης ούρων έχει παρατηρηθεί
σε ασθενείς που ελάμβαναν αγωγή με αλφουζοσίνη απ' ό,τι στους
ασθενείς που δεν ελάμβαναν αγωγή.
Σε ελεγχόμενες με placebo μελέτες σε ασθενείς με ΚΥΠ, η
αλφουζοσίνη έχει:
αυξήσει σημαντικά το μέγιστο ρυθμό ροής των ούρων (Q
max
)
σε ασθενείς με Q
max
15 m1/sec κατά μέσο όρο 30%. Η βελτίωση
αυτή παρατηρήθηκε από την πρώτη δόση,
μειώσει σημαντικά την πίεση του εξωστήρα μυός και αυξήσει
τον όγκο παράγοντας μια ισχυρή επιθυμία κένωσης
μειώσει σημαντικά τον υπολειμματικό όγκο των ουρών.
Οι ουροδυναμικές αυτές επιδράσεις οδηγούν σε βελτίωση των
συμπτωμάτων της κατώτερης ουροποιητικής οδού, δηλ.
συμπτώματα πλήρωσης (ερεθιστικά) καθώς και κένωσης
(αποφρακτικά), η οποία καταδείχτηκε ευκρινώς.
Παιδιατρικός πληθυσμός
μΗ αλφουζοσίνη δεν ενδείκνυται για χρήση στον παιδιατρικό πληθυσ ό
( 4.2)βλέπε παράγραφο .
Η αποτελεσματικότητα της υδροχλωρικής αλφουζοσίνης, δεν
αποδείχθηκε σε δύο μελέτες που διεξάχθηκαν σε 197 ασθενείς 2 έως 16
ετών με αυξημένη εξωστήρια πίεση του σημείου διαφυγής ούρων
(LLP≥40 cm H
2
O) νευρολογικής προέλευσης. Οι ασθενείς έλαβαν
αλφουζοσίνη υδροχλωρική 0,1 mg/kg/ημέρα, ή 0,2 mg/kg/ημέρα
χρησιμοποιώντας προσαρμοσμένα παιδιατρικά σκευάσματα.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η σχετική βιοδιαθεσιμότητα είναι κατά μέσο όρο 104.4% έναντι
της μορφής αμέσου αποδέσμευσης (2.5 mg 3 φορές ημερησίως) σε
υγιείς εθελοντές μέσης ηλικίας και το ανώτατο επίπεδο του
πλάσματος επιτυγχάνεται 9 ώρες μετά από τη λήψη της μορφής
αμέσου αποδέσμευσης.
Ο χρόνος ημιζωής της απομάκρυνσης στο πλάσμα είναι 9.1 ώρες.
Ένα σταθερό φαρμακοκινητικό προφίλ επιτυγχάνεται όταν το
σκεύασμα λαμβάνεται μετά το γεύμα. Σε αυτήν την περίπτωση οι
μέσες τιμές για το C
max
και C
trough
αντιστοιχούν σε 13.6 (SD=5.6) ή
αντίστοιχα σε 32 (SD=1.6)ng/ml.
Η μέση AUC
0-24
αντιστοιχεί σε 194 (SD=75) ng.h/ml. Η καμπύλη των
επιπέδων του πλάσματος με συγκέντρωση άνω του 8.1 ng/ml (C
av
)
παρατηρήθηκε για 11 ώρες (3 έως 14 ώρες ανά έτος).
Σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια νεφρική δυσλειτουργία, η C
max
και
η AUC ελαφρώς αυξάνονται έναντι ασθενών με κανονική νεφρική
λειτουργία χωρίς αλλαγή στον χρόνο ημιζωής της απομάκρυνσης.
Σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία, η C
max
και η AUC
αυξάνονται, στο ίδιο πλαίσιο ο χρόνος ημιζωής της απομάκρυνσης
αυξάνεται (σε σημείο σοβαρής νεφρικής δυσλειτουργίας δείτε
Εδάφιο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη
χρήση).
Ο βαθμός δέσμευσης της αλφουζοσίνης με τις πρωτεΐνες του
πλάσματος είναι περίπου 90%. Η αλφουζοσίνη υφίσταται
εκτεταμένο μεταβολισμό στο ήπαρ, μόνο το 11% του δραστικού
συστατικού απεκκρίνεται σε αμετάβλητη μορφή στα ούρα.
Οι μεταβολίτες της αλφουζοσίνης απεκκρίνονται κυρίως με τα
κόπρανα (75-91%).
Το φαρμακοκινητικό προφίλ της αλφουζοσίνης δεν παρεμποδίζεται
από τη χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Τα μη κλινικά δεδομένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για
τον άνθρωπο με βάση τις συμβατικές μελέτες φαρμακολογικής
ασφάλειας, τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων,
γονοτοξικότητας, ενδεχόμενης καρκινογόνου δράσης, τοξικότητας
στην αναπαραγωγική ικανότητα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Hypromellose
Lactose monohydrate
Microcrystalline cellulose
Povidone Κ25
Colloidal anhydrous silica
Magnesium stearate
Παράγοντες επικάλυψης :
Opadry II white
Surelease clear
6.2 Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
36 μήνες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Blister από PVC/PVDC - αλουμίνιο
30 δισκία
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
Κάθε μη χρησιμοποιηθέν προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορριφθεί
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
PH&T SpA
via Marostica 1, 20146 Μιλάνο, Ιταλία
Τηλ: +39 02 4385041
E-mail: phtmilan@tin.it
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ:
9.ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ:
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: