4.6 Κύηση και γαλουχία
Η ασφάλεια χρήσης της ανθρώπινης λευκωματίνης κατά την κύηση του
ανθρώπου δεν έχει αποδειχθεί με ελεγχόμενες κλινικές μελέτες.
Οι μελέτες σε πειραματόζωα δεν επαρκούν για την αξιολόγηση της ασφάλειας
όσον αφορά στην αναπαραγωγή, στην ανάπτυξη του εμβρύου στην πορεία της
κύησης και στην στην περι- και μεταγεννητική ανάπτυξη. Ωστόσο η ανθρώπινη
λευκωματίνη αποτελεί φυσιολογικό συστατικό του ανθρώπινου αίματος.
Κατά συνέπεια, η λευκωματίνη μπορεί να χορηγείται κατά την κύηση και
γαλουχία μόνο εφόσον είναι εντελώς απαραίτητη.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν υπάρχουν ενδείξεις, ότι η ανθρώπινη λευκωματίνη μπορεί να μειώσει την
ικανότητα οδήγησης ή χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από έγχυση ανθρώπινης
λευκωματίνης είναι σπάνια. Ήπιας μορφής αντιδράσεις όπως εξάψεις, κνίδωση,
πυρετός, ναυτία, συνήθως εξαφανίζονται ταχέως εφόσον επιβραδυνθεί ή
διακοπεί η έγχυση. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις μπορεί να εμφανισθούν
αντιδράσεις που φθάνουν μέχρι καταπληξίας. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να
διακόπτεται η έγχυση και να ακολουθείται κατάλληλη θεραπεία.
Όταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα που παρασκευάζονται με βάση το
ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα, δεν είναι δυνατόν να αποκλισθεί εντελώς το
ενδεχόμενο λοιμωδών νόσων, που οφείλονται στη μετάδοση λοιμογόνων
παραγόντων. Το ίδιο ισχύει και για παθογόνους παράγοντες άγνωστης μέχρι
στιγμής φύσης.
Προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος μετάδοσης λοιμογόνων παραγόντων,
διενεργείται, με τη βοήθεια κατάλληλων μέτρων, επιλογή δοτών και έλεγχος
προσφερόμενων μονάδων αίματος ή πλάσματος, περιλαμβάνονται δε στη
διαδικασία παραγωγής, στάδια απομάκρυνσης και/ή αδρανοποίησης των
λοιμογόνων παραγόντων.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562
Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585.
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
4.9 Υπερδοσολογία
Εάν η δοσολογία και η ταχύτητα έγχυσης είναι υπερβολικά υψηλές, ενδέχεται να
εμφανιστεί υπερογκαιμία. Με τα πρώτα κλινικά συμπτώματα καρδιαγγειακής
υπερφόρτωσης (πονοκέφαλος, δύσπνοια, υπεραιμία της σφαγίτιδας φλέβας), ή
αυξημένης αρτηριακής πίεσης, αυξημένης κεντρικής φλεβικής πίεσης και
πνευμονικού οιδήματος, η έγχυση πρέπει να διακόπτεται αμέσως. Επιπρόσθετα
θα πρέπει να αυξάνεται η διούρηση και η καρδική παροχή, ανάλογα με τη
σοβαρότητα της κλινικής κατάστασης.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές Ιδιότητες
SmPC