αυτή στερείται αποτελεσματικού αιματοεγκεφαλικού φραγμού, και θα
εντοπίσει εμετογόνους παράγοντες τόσο στην συστηματική κυκλοφορία όσο
και στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Το κέντρο έμεσης βρίσκεται στο εγκεφαλικό
στέλεχος του μυελού. Λαμβάνει σημαντικά ερεθίσματα από τις ζώνες
ενεργοποίησης του χημειοϋποδοχέα, καθώς και πνευμονογαστρικά και
συμπαθητικά ερεθίσματα από το έντερο.
Μετά από έκθεση σε ακτινοβολία ή σε κυτταροτοξικά φάρμακα, η σεροτονίνη
(5-ΗΤ) απελευθερώνεται από τα εντεροχρωμιόφιλα κύτταρα στο εντερικό
βλεννογόνο του λεπτού εντέρου, οι οποίες συνορεύουν με τους προσαγωγούς
νευρώνες του πνευμονογαστρικού όπου βρίσκονται οι 5-ΗΤ
3
υποδοχείς. Η
σεροτονίνη που απελευθερώνεται ενεργοποιεί τους πνευμονογαστρικούς
νευρώνες, μέσω των υποδοχέων 5-HT
3
, που οδηγεί τελικά σε σοβαρή
ανταπόκριση έμεσης μέσω της ζώνης του χημειοϋποδοχέα της έσχατης
πτέρυγας.
Μηχανισμός δράσης
Η γρανισετρόνη είναι ισχυρό αντιεμετικό και εξαιρετικά εκλεκτικός
ανταγωνιστής των υποδοχέων της 5-υδροξυτρυπταμίνης (5-ΗΤ
3
). Έρευνες με
ραδιοϊσότοπα έδειξαν ότι η γρανισετρόνη έχει αμεληταία συγγένεια προς
άλλους τύπους υποδοχέων, περιλαμβανομένων των σημείων συνδέσεως της 5-
ΗΤ και της ντοπαμίνης D2.
Ναυτία και έμετοι επαγόμενα από τη χημειοθεραπεία ή την ακτινοθεραπεία
Η γρανισετρόνη χορηγούμενη ενδοφλεβίως έχει δείξει αποτελεσματικότητα
στην πρόληψη της ναυτίας και του εμέτου που σχετίζονται με τη
χημειοθεραπεία καρκίνου σε ενήλικες και παιδιά ηλικίας 2 έως 16 ετών.
Θεραπεία της μετεγχειρητικής ναυτίας και των εμέτων
Η γρανισετρόνη χορηγούμενη ενδοφλεβίως έχει δείξει αποτελεσματικότητα
στην πρόληψη και τη θεραπεία της μετεγχειρητικής ναυτίας και των εμέτων σε
ενήλικες.
Φαρμακολογικές ιδιότητες της γρανισετρόνης
Έχει αναφερθεί αλληλεπίδραση με νευροτρόπους και άλλες
δραστικές ουσίες μέσω της δραστηριότητάς της στο κυτόχρωμα P
450 (βλ. παράγραφο 4.5).
In
vitro
μελέτες έχουν δείξει ότι η υποκατηγορία 3Α4 του κυτοχρώματος Ρ450
(εμπλέκεται στο μεταβολισμό ορισμένων από τα κύρια ναρκωτικά) δεν
μεταβάλλεται από τη γρανισετρόνη. Αν και η κετοκοναζόλη έδειξε να
αναστέλλει την οξείδωση του δακτυλίου της γρανισετρόνης in
vitro
,
η δράση
αυτή δε θεωρείται κλινικά σημαντική.
Παρόλο που έχει παρατηρηθεί παράταση του διαστήματος QT με ανταγωνιστές
του υποδοχέα 5-ΗΤ
3
(βλ.παράγραφο 4.4), αυτή η επίδραση είναι τέτοιας
συχνότητας και μεγέθους που δεν είναι κλινικά σημαντική σε υγιή άτομα.
Εντούτοις συνιστάται να γίνεται παρακολούθηση τόσο του ΗΚΓ όσο και των
κλινικών ανωμαλιών όταν γίνεται θεραπεία σε ασθενείς οι οποίοι λαμβάνουν
ταυτόχρονα φάρμακα που είναι γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QT (βλ.
παράγραφο 4.5).
Παιδιατρική χρήση
Κλινική εφαρμογή της γρανισετρόνης αναφέρθηκε από τους Candiotti et al. Σε
μια προοπτική, πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη, διπλή-τυφλή, μελέτη
παράλληλων ομάδων αξιολογήθηκαν 157 παιδιά ηλικίας 2 έως 16 ετών που
υποβλήθηκαν σε εκλεκτική χειρουργική επέμβαση. Απόλυτος έλεγχος της
μετεγχειρητικής ναυτίας και του εμέτου κατά τη διάρκεια των πρώτων 2 ώρες
μετά την επέμβαση, παρατηρήθηκε στους περισσότερους ασθενείς.
6