ΠΕΡΊΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΏΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Sertraline/Generics 50 mg, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο περιέχει 50 mg σερτραλίνης, ως σερτραλίνη υδροχλωρική.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο.
Λευκό προς υπόλευκο, σχήματος καψακίου, επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο, με τα διακριτικά
«ST» διαχωριστική γραμμή «50» στη μία όψη του και «G» στην άλλη όψη του.
Το δισκίο μπορεί να διαχωριστεί σε δύο ίσες δόσεις.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Η σερτραλίνη ενδείκνυται για την αντιµετώπιση:
Μειζόνων καταθλιπτικών επεισοδίων. Πρόληψη υποτροπής µειζόνων καταθλιπτικών επεισοδίων.
Διαταραχής πανικού, µε ή χωρίς αγοραφοβία.
Ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, σε ενήλικες και παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6-17 ετών.
Κοινωνικής αγχώδους διαταραχής.
Διαταραχής µετατραυµατικού στρες.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Αρχική θεραπεία
Kατάθλιψη και Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
Η θεραπεία µε σερτραλίνη θα πρέπει να αρχίζει µε µία δόση των 50 mg ηµερησίως.
Διαταραχή Πανικού, Διαταραχή Μετατραυµατικού Στρες και Κοινωνική Αγχώδης Διαταραχή
Η θεραπεία θα πρέπει να αρχίζει µε 25 mg ηµερησίως. Η δόση αυτή θα πρέπει να αυξηθεί σε 50 mg
άπαξ ηµερησίως, µετά από διάστηµα µίας εβδοµάδας. Έχει αποδειχθεί ότι αυτό το δοσολογικό σχήµα
µειώνει τη συχνότητα των ανεπιθύµητων ενεργειών που παρατηρούνται στην αρχή της θεραπείας και
είναι χαρακτηριστικές της διαταραχής πανικού.
Τιτλοποίηση
Kατάθλιψη, Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή, Διαταραχή Πανικού, Κοινωνική Αγχώδης Διαταραχή και
Διαταραχή Μετατραυµατικού Στρες
Οι ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη δόση των 50 mg µπορεί να ωφεληθούν από αυξήσεις της
δόσης. Οι µεταβολές της δόσης πρέπει να γίνονται ανά 50 mg, σε χρονικά διαστήµατα τουλάχιστον
1
µίας εβδοµάδας, µέχρι µίας µέγιστης ηµερήσιας δόσης των 200 mg. Λαµβάνοντας υπόψη ότι ο χρόνος
ηµίσειας ζωής της αποµάκρυνσης της σερτραλίνης είναι 24 ώρες, οι µεταβολές της δόσης δεν πρέπει
να γίνονται σε διαστήµατα συχνότερα από µία φορά την εβδοµάδα.
Η έναρξη του θεραπευτικού αποτελέσµατος µπορεί να εµφανιστεί εντός 7 ηµερών. Όµως συνήθως
απαιτούνται µεγαλύτερα χρονικά διαστήµατα για να παρατηρηθεί θεραπευτική ανταπόκριση,
ιδιαίτερα στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή.
Θεραπεία συντήρησης
Η δοσολογία κατά τη διάρκεια µακροχρόνιας θεραπείας πρέπει να διατηρείται στο κατώτερο
αποτελεσµατικό επίπεδο, µε επακόλουθη προσαρµογή ανάλογα µε τη θεραπευτική ανταπόκριση.
Κατάθλιψη
Για την πρόληψη υποτροπής µειζόνων καταθλιπτικών επεισοδίων (MDE) µπορεί επίσης να είναι
κατάλληλη η θεραπευτική αγωγή µεγαλύτερης χρονικής διάρκειας. Στα περισσότερα περιστατικά, η
συνιστώµενη δόση για την πρόληψη επανεµφάνισης µειζόνων καταθλιπτικών επεισοδίων είναι η ίδια µε
αυτή που χρησιµοποιείται κατά τη διάρκεια του τρέχοντος επεισοδίου. Οι ασθενείς µε κατάθλιψη θα
πρέπει να λαµβάνουν θεραπεία για ένα επαρκές χρονικό διάστηµα, τουλάχιστον 6 µηνών, ώστε να
διασφαλίζεται ότι είναι ελεύθεροι συµπτωµάτων.
Διαταραχή Πανικού και Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή
Η συνεχιζόµενη θεραπεία για τη διαταραχή πανικού και την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή θα πρέπει
να επανεκτιµάται τακτικά, καθώς η πρόληψη υποτροπής δεν έχει αποδειχθεί για αυτές τις διαταραχές.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Παιδιά και έφηβοι µε ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
Ηλικία 13-17 έτη: Αρχικά 50 mg µία φορά την ηµέρα.
Ηλικία 6-12 έτη: Αρχικά 25 mg µία φορά την ηµέρα. Η δόση µπορεί να αυξηθεί σε 50 mg µία φορά την
ηµέρα µετά από διάστηµα µίας εβδοµάδας.
Σε περίπτωση µικρότερης ανταπόκρισης από την επιθυµητή, οι επόµενες δόσεις µπορεί να αυξηθούν
κατά 50 mg, σε µία περίοδο µερικών εβδοµάδων, κατά την ένδειξη. Η µέγιστη δόση είναι 200 mg
ηµερησίως. Όµως, το µικρότερο σωµατικό βάρος των παιδιών, γενικά, σε σύγκριση µε αυτό των
ενηλίκων θα πρέπει να λαµβάνεται υπόψη όταν γίνεται αύξηση της δόσης πέρα από τα 50 mg. Οι
µεταβολές της δόσης δεν πρέπει να γίνονται σε διαστήµατα µικρότερα της µίας εβδοµάδας.
∆εν έχει αποδειχθεί αποτελεσµατικότητα σε παιδιατρική µείζονα καταθλιπτική διαταραχή.
∆εν υπάρχουν διαθέσιµα δεδοµένα για παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών (βλ. επίσης παράγραφο 4.4).
Χρήση σε ηλικιωµένους
Η ρύθµιση της δοσολογίας σε ηλικιωµένους θα πρέπει να γίνεται προσεκτικά, καθώς οι ηλικιωµένοι
µπορεί να διατρέχουν µεγαλύτερο κίνδυνο εµφάνισης υπονατριαιµίας (βλ. παράγραφο 4.4).
Χρήση σε ηπατική ανεπάρκεια
Η χρήση της σερτραλίνης σε ασθενείς µε ηπατική νόσο πρέπει να γίνεται µε προσοχή. Σε ασθενείς µε
ηπατική δυσλειτουργία πρέπει να χρησιµοποιείται µειωµένη δόση ή να µειώνεται η συχνότητα
χορήγησης του φαρµάκου (βλ. παράγραφο 4.4). Η σερτραλίνη δε θα πρέπει να χρησιµοποιείται σε
περιστατικά σοβαρής ηπατικής δυσλειτουργίας, καθώς δεν είναι διαθέσιµα κλινικά δεδοµένα (βλ.
παράγραφο 4.4).
Χρήση σε νεφρική ανεπάρκεια
∆εν απαιτείται προσαρµογή της δόσης σε ασθενείς µε νεφρική ανεπάρκεια (βλ. παράγραφο 4.4).
Συµπτώµατα απόσυρσης που παρατηρούνται µε τη διακοπή της θεραπείας με σερτραλίνη
Θα πρέπει να αποφεύγεται η απότοµη διακοπή του φαρµάκου. Όταν γίνεται διακοπή της θεραπείας µε
σερτραλίνη η δόση θα πρέπει να µειώνεται σταδιακά, σε µία περίοδο τουλάχιστον µίας έως δύο
2
εβδοµάδων, µε σκοπό να µειωθεί ο κίνδυνος αντιδράσεων απόσυρσης (βλ. παραγράφους 4.4 και 4.8).
Εάν τα συµπτώµατα είναι αφόρητα µετά από µείωση της δόσης ή µετά από διακοπή της θεραπείας, θα
πρέπει να εξετασθεί το ενδεχόµενο επιστροφής στην προηγούµενη συνταγογραφούµενη δόση.
Ακολούθως, ο γιατρός µπορεί να συνεχίσει να µειώνει τη δόση, αλλά σε ένα πιο σταδιακό ρυθµό.
Τρόπος χορήγησης
Η σερτραλίνη πρέπει να χορηγείται µία φορά την ηµέρα, είτε το πρωί είτε το βράδυ.
Τα δισκία της σερτραλίνης µπορούν να ληφθούν µε ή χωρίς τροφή.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο
6.1.
Η συγχορηγούµενη θεραπεία µε µη αναστρέψιµους αναστολείς της µονοαµινοοξειδάσης (MAO)
αντενδείκνυται, λόγω του κινδύνου εµφάνισης συνδρόµου σεροτονίνης, µε συµπτώµατα όπως
διέγερση, τρόµο και υπερθερµία.
Η θεραπεία µε σερτραλίνη δεν πρέπει να ξεκινάει για τουλάχιστον 14 ηµέρες µετά τη διακοπή
θεραπείας µε έναν µη αναστρέψιµο αναστολέα της MAO. Η σερτραλίνη πρέπει να διακόπτεται
τουλάχιστον 7 ηµέρες πριν από την έναρξη θεραπείας µε έναν µη αναστρέψιµο αναστολέα της MAO
(βλ. παράγραφο 4.5).
Η ταυτόχρονη λήψη πιµοζίδης αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.5).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Σύνδρομο Σεροτονίνης (ΣΣ) ή Νευροληπτικό Κακόηθες Σύνδρομο (NMS)
Η ανάπτυξη δυνητικά απειλητικών για τη ζωή συνδρόμων, όπως το σύνδρομο σεροτονίνης (ΣΣ) ή το
νευροληπτικό κακόηθες σύνδρομο (NMS) έχει αναφερθεί με τη χρήση εκλεκτικών αναστολέων
επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), συμπεριλαμβανομένης της θεραπείας με σερτραλίνη. Ο
κίνδυνος εμφάνισης ΣΣ ή NMS με SSRIs αυξάνεται με την ταυτόχρονη χρήση σεροτονινεργικών
φαρμάκων (συμπεριλαμβανομένων των τριπτανών), με φάρμακα που επηρεάζουν το μεταβολισμό της
σεροτονίνης (συμπεριλαμβανομένων των αναστολέων της µονοαµινοοξειδάσης), με αντιψυχωσικά και
άλλους ανταγωνιστές της ντοπαμίνης. Οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται για την εμφάνιση
σημείων και συμπτωμάτων ΣΣ ή NMS (βλ. παράγραφο 4.3).
Αλλαγή από Εκλεκτικούς Αναστολείς Επαναπρόσληψης της Σεροτονίνης (SSRIs), αντικαταθλιπτικά ή
αντιψυχωσικά φάρµακα
Υπάρχει περιορισµένη ελεγχόµενη εµπειρία σχετικά µε τον ιδανικό χρόνο της αλλαγής από θεραπεία µε
SSRIs, αντικαταθλιπτικά ή αντιψυχωσικά φάρµακα, σε θεραπεία µε σερτραλίνη. Μία τέτοια αλλαγή,
ιδιαίτερα από φάρµακα µε µεγάλη χρονική διάρκεια δράσης, όπως η φλουοξετίνη, πρέπει να γίνεται µε
προσεκτική και συνετή ιατρική αξιολόγηση.
Άλλα σεροτονινεργικά φάρµακα π.χ. τρυπτοφάνη, φενφλουραµίνη ή αγωνιστές των 5-HT υποδοχέων
Η ταυτόχρονη χορήγηση της σερτραλίνης µε άλλα φάρµακα που ενισχύουν την επίδραση της
σεροτονινεργικής νευροδιαβίβασης, όπως η τρυπτοφάνη ή η φενφλουραµίνη ή οι αγωνιστές των 5-ΗΤ
υποδοχέων ή το φυτικό φάρμακο St. John’s wort (Hypericum perforatum), πρέπει να γίνεται με προσοχή
και να αποφεύγεται, όταν είναι δυνατό, λόγω της ενδεχόµενης φαρµακοδυναµικής αλληλεπίδρασης.
Ενεργοποίηση της υποµανίας ή µανίας
Έχουν αναφερθεί συµπτώµατα µανίας/υποµανίας σε ένα µικρό ποσοστό ασθενών που λαµβάνουν
αντικαταθλιπτικά και αντιψυχωσικά φάρµακα που βρίσκονται στο εµπόριο, συµπεριλαµβανοµένης
και της σερτραλίνης. Εποµένως, η σερτραλίνη θα πρέπει να χρησιµοποιείται µε προσοχή σε ασθενείς µε
ιστορικό µανίας/υποµανίας. Απαιτείται στενή παρακολούθηση από τον ιατρό. Η σερτραλίνη θα πρέπει
να διακόπτεται σε όποιον ασθενή εισέρχεται σε φάση µανίας.
Σχιζοφρένεια
Σε σχιζοφρενικούς ασθενείς τα ψυχωσικά συµπτώµατα µπορεί να επιδεινωθούν.
3
Επιληπτικές κρίσεις
Επιληπτικές κρίσεις μπορούν να εμφανιστούν µε τη θεραπεία µε σερτραλίνη: η σερτραλίνη θα πρέπει
να αποφεύγεται σε ασθενείς µε ασταθή επιληψία και οι ασθενείς µε ελεγχόµενη επιληψία θα πρέπει να
παρακολουθούνται προσεκτικά. Η σερτραλίνη θα πρέπει να διακόπτεται, αν ο ασθενής παρουσιάσει
επιληπτικές κρίσεις.
Αυτοκτονία/αυτοκτονικές σκέψεις/απόπειρες αυτοκτονίας ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη σχετίζεται µε αυξηµένο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων, αυτοκαταστροφής και
αυτοκτονίας (επεισόδια σχετιζόµενα µε αυτοκτονία). Ο κίνδυνος αυτός εµµένει ώσπου να επιτευχθεί
σηµαντική ύφεση. Καθώς µπορεί να µη σηµειωθεί βελτίωση κατά τη διάρκεια των πρώτων λίγων
εβδοµάδων θεραπείας ή περισσότερων, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά ώσπου να
επιτευχθεί τέτοια βελτίωση. Κατά τη γενική κλινική εµπειρία, ο κίνδυνος αυτοκτονίας µπορεί να
αυξηθεί κατά τα πρώιµα στάδια ανάρρωσης.
Άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις, για τις οποίες συνταγογραφείται η σερτραλίνη, µπορεί επίσης να
σχετίζονται µε αυξηµένο κίνδυνο επεισοδίων, σχετιζόµενων µε αυτοκτονία. Επιπρόσθετα, αυτές οι
καταστάσεις µπορεί να συνυπάρχουν µε µείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Για το λόγο αυτό, οι ίδιες
προφυλάξεις που λαµβάνονται κατά τη θεραπεία ασθενών µε µείζονα καταθλιπτική διαταραχή, θα
πρέπει να λαµβάνονται και κατά τη θεραπεία ασθενών µε άλλες ψυχιατρικές διαταραχές.
Ασθενείς µε ιστορικό επεισοδίων, σχετιζόµενων µε αυτοκτονία ή εκείνοι που παρουσιάζουν
σηµαντικού βαθµού αυτοκτονικό ιδεασµό πριν από την έναρξη της θεραπείας, είναι γνωστό ότι
διατρέχουν µεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας, και γι' αυτό θα
πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Μία µετα-ανάλυση
ελεγχόµενων µε εικονικό φάρµακο κλινικών δοκιµών, µε αντικαταθλιπτικά φάρµακα, σε ενήλικες
ασθενείς µε ψυχιατρικές διαταραχές, έδειξε αυξηµένο κίνδυνο αυτοκτονικής συµπεριφοράς µε
αντικαταθλιπτικά, σε σύγκριση µε το εικονικό φάρµακο, σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 25 ετών.
Στενή παρακολούθηση των ασθενών, και ιδιαίτερα αυτών που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο, θα πρέπει να
συνδυάζεται µε τη φαρµακευτική αγωγή, ιδιαίτερα στην αρχή της θεραπείας και µετά από µεταβολές
της δόσης. Οι ασθενείς (και αυτοί που φροντίζουν τους ασθενείς), θα πρέπει να ενηµερώνονται σχετικά
µε την ανάγκη παρακολούθησης για οποιαδήποτε κλινική επιδείνωση, αυτοκτονική συµπεριφορά ή
σκέψεις και οποιεσδήποτε ασυνήθιστες αλλαγές στη συµπεριφορά και να αναζητήσουν ιατρική
συµβουλή άµεσα, εάν εµφανιστούν αυτά τα συµπτώµατα.
Χρήση σε παιδιά και εφήβους ηλικίας κάτω των 18 ετών
Η σερτραλίνη δεν θα πρέπει να χρησιµοποιείται για θεραπεία σε παιδιά και εφήβους ηλικίας κάτω των
18 ετών, εκτός από ασθενείς µε ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή ηλικίας 6-17 ετών. Συµπεριφορά που
σχετίζεται µε αυτοκτονία (απόπειρες αυτοκτονίας και αυτοκτονικές σκέψεις) και εχθρότητα (κυρίως
επιθετικότητα, αντιδραστική συµπεριφορά και θυµός), παρατηρήθηκε πιο συχνά σε κλινικές µελέτες
ανάµεσα σε παιδιά και σε εφήβους που λάµβαναν αντικαταθλιπτικά, σε σύγκριση µε αυτά που
λάµβαναν εικονικό φάρµακο. Εάν, µε βάση την κλινική αναγκαιότητα, παρόλα αυτά, έχει αποφασισθεί
να δοθεί θεραπεία, ο ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται στενά, για εµφάνιση συµπτωµάτων
αυτοκτονίας. Επιπλέον, δεν υπάρχουν µακροπρόθεσµα δεδοµένα ασφάλειας σε παιδιά και εφήβους
σχετικά µε την ανάπτυξη, την ωρίµανση και τη γνωστική και συµπεριφορική ανάπτυξη. Οι ιατροί
πρέπει να παρακολουθούν τους παιδιατρικούς ασθενείς, κατά τη διάρκεια µακροχρόνιας θεραπείας, για
την εµφάνιση ανωµαλιών σε αυτά τα οργανικά συστήµατα.
Ασυνήθιστη αιµορραγία/Αιµορραγία
Έχουν υπάρξει αναφορές αιµορραγικών διαταραχών του δέρµατος, όπως εκχυµώσεις και πορφύρα,
καθώς και άλλα αιµορραγικά συµβάµατα, όπως γαστρεντερική ή γυναικολογική αιµορραγία, µε τους
SSRIs. Συνιστάται ιδιαίτερη προσοχή σε ασθενείς που λαµβάνουν SSRIs, ιδιαίτερα αν συγχρόνως
λαµβάνουν φάρµακα που είναι γνωστό ότι επηρεάζουν τη λειτουργία των αιµοπεταλίων (π.χ.
αντιπηκτικά, άτυπα αντιψυχωσικά και φαινοθειαζίνες, τα περισσότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά,
ακετυλοσαλικυλικό οξύ και µη στεροειδή αντιφλεγµονώδη φάρµακα (ΜΣΑΦ)), καθώς και σε ασθενείς
µε ιστορικό αιµορραγικών διαταραχών (βλ. παράγραφο 4.5).
Υπονατριαιµία
4
Υπονατριαιµία µπορεί να παρουσιαστεί ως αποτέλεσµα της θεραπείας µε εκλεκτικούς αναστολείς
επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs) ή εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης της
σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης (SNRIs), συµπεριλαµβανοµένης της σερτραλίνης. Σε πολλές
περιπτώσεις, φαίνεται ότι η υπονατριαιµία είναι αποτέλεσµα ενός συνδρόµου απρόσφορης έκκρισης
αντιδιουρητικής ορµόνης (SIADH). Έχουν αναφερθεί περιστατικά επιπέδων νατρίου στον ορό
χαµηλότερων από 110 mmol/l.
Οι ηλικιωµένοι ασθενείς µπορεί να διατρέχουν µεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης υπονατριαιµίας µε
SSRIs και SNRIs. Επίσης, ασθενείς που λαµβάνουν διουρητικά ή παρουσιάζουν υποογκαιµία για άλλο
λόγο µπορεί να βρίσκονται σε υψηλότερο κίνδυνο (βλ. Χρήση σε ηλικιωµένους). Θα πρέπει να
εξετάζεται το ενδεχόµενο της διακοπής της σερτραλίνης σε ασθενείς µε συµπτωµατική υπονατριαιµία
και θα πρέπει να ξεκινά η κατάλληλη ιατρική παρέµβαση. Σηµεία και συµπτώµατα υπονατριαιµίας
συµπεριλαµβάνουν κεφαλαλγία, δυσκολία στη συγκέντρωση, διαταραχή µνήµης, σύγχυση, αδυναµία
και αστάθεια, που µπορεί να οδηγήσουν σε πτώσεις. Σηµεία και συµπτώµατα που σχετίζονται µε πιο
σοβαρά και/ή οξεία περιστατικά συµπεριλαµβάνουν ψευδαισθήσεις, συγκοπή, επιληπτική κρίση,
κώµα, αναπνευστική ανακοπή και θάνατο.
Συµπτώµατα απόσυρσης που παρατηρούνται µε τη διακοπή της θεραπείας µε σερτραλίνη
Όταν διακόπτεται η θεραπεία, είναι συνήθη συµπτώµατα απόσυρσης, ιδιαίτερα εάν η διακοπή είναι
απότοµη (βλ. παράγραφο 4.8). Σε κλινικές µελέτες, ανάµεσα σε ασθενείς που έλαβαν σερτραλίνη, η
επίπτωση αντιδράσεων απόσυρσης που αναφέρθηκε ήταν 23% σε αυτούς που διέκοψαν την
σερτραλίνη, σε σύγκριση µε 12% σε αυτούς που συνέχισαν να λαµβάνουν θεραπεία µε σερτραλίνη.
Ο κίνδυνος συµπτωµάτων απόσυρσης µπορεί να εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες,
συµπεριλαµβανοµένων της διάρκειας και της δόσης της θεραπείας και του ρυθµού της µείωσης της
δόσης. Ζάλη, διαταραχές στις αισθήσεις (συµπεριλαµβανοµένης παραισθησίας), διαταραχές του ύπνου
(συµπεριλαµβανοµένων της αϋπνίας και έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία και/ή έµετος,
τρόµος και κεφαλαλγία είναι οι πιο συχνά αναφερθείσες αντιδράσεις. Γενικά αυτά τα συµπτώµατα
είναι ήπια έως µέτρια, όµως σε κάποιους ασθενείς µπορεί να είναι σοβαρά όσο αφορά στην έντασή
τους.
Συνήθως παρουσιάζονται εντός των πρώτων ημερών από τη διακοπή της θεραπείας, αλλά έχουν
υπάρξει πολύ σπάνιες αναφορές τέτοιων συµπτωµάτων, σε ασθενείς που αµέλησαν να πάρουν µία
δόση. Γενικά, αυτά τα συµπτώµατα είναι αυτοπεριοριζόμενα και συνήθως αποδράµουν εντός 2
εβδοµάδων, ενώ σε κάποια άτοµα µπορεί να παραταθούν (2-3 µήνες ή περισσότερο). Γι' αυτό τον
λόγο, συστήνεται η χορήγηση σερτραλίνης να µειώνεται βαθµιαία, κατά την διακοπή της θεραπείας,
σε µία περίοδο αρκετών εβδοµάδων ή µηνών, σύµφωνα µε τις ανάγκες του ασθενή (βλ. παράγραφο
4.2).
Ακαθησία/ψυχοκινητική ανησυχία
Η χρήση της σερτραλίνης έχει συσχετιστεί µε την ανάπτυξη ακαθησίας, η οποία χαρακτηρίζεται από
µία υποκειµενικά δυσάρεστη ή εξαντλητική ανησυχία και ανάγκη κίνησης, που συχνά συνοδεύεται
από µία ανικανότητα να κάθεται ή να στέκεται κάποιος ακίνητος. Αυτό είναι πιο πιθανόν να
παρουσιαστεί µέσα στις πρώτες εβδοµάδες της θεραπείας. Σε ασθενείς που αναπτύσσουν αυτά τα
συµπτώµατα, η αύξηση της δόσης µπορεί να είναι επιβλαβής.
Ηπατική δυσλειτουργία
Η σερτραλίνη µεταβολίζεται σε µεγάλο βαθµό στο ήπαρ. Μία φαρµακοκινητική µελέτη πολλαπλών
δόσεων σε άτοµα µε ήπια, σταθεροποιηµένη κίρρωση έδειξε παράταση του χρόνου ηµιζωής της
αποµάκρυνσης και περίπου 3-πλάσια AUC και C
max
, σε σύγκριση µε τα υγιή άτοµα. ∆εν
παρατηρήθηκαν σηµαντικές διαφορές στη σύνδεση µε τις πρωτεΐνες του πλάσµατος µεταξύ των δύο
οµάδων. Η χρήση της σερτραλίνης σε ασθενείς µε ηπατική νόσο θα πρέπει να γίνεται µε προσοχή. Αν
χορηγηθεί σερτραλίνη σε ασθενείς µε ηπατική δυσλειτουργία, θα πρέπει να χρησιµοποιείται µειωµένη
δόση ή να µειώνεται η συχνότητα χορήγησης του φαρµάκου. Η σερτραλίνη δε θα πρέπει να
χρησιµοποιείται σε ασθενείς µε σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία (βλ. παράγραφο 4.2).
Νεφρική δυσλειτουργία
Η σερτραλίνη µεταβολίζεται σε µεγάλο βαθµό, και η απέκκριση του αναλλοίωτου φαρµάκου στα ούρα
5
είναι δευτερεύουσα οδός αποµάκρυνσης. Σε μελέτες που έγιναν σε ασθενείς µε ήπια έως µέτρια
νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης 30-60 ml/min) ή µέτρια έως σοβαρή νεφρική
δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης 10-29 ml/min), οι φαρµακοκινητικές παράµετροι πολλαπλών
δόσεων (AUC
0-24
ή C
max
) δεν παρουσίασαν σηµαντική διαφοροποίηση, συγκρινόµενες προς τις οµάδες
ελέγχου. Η δοσολογία της σερτραλίνης δεν χρειάζεται να προσαρµοστεί ανάλογα µε το βαθµό της
νεφρικής δυσλειτουργίας.
Χρήση σε ηλικιωµένους
Πάνω από 700 ηλικιωµένοι ασθενείς (> 65 ετών) έχουν συµµετάσχει σε κλινικές µελέτες. Ο τύπος και η
επίπτωση των ανεπιθύµητων ενεργειών στους ηλικιωµένους, ήταν παρόµοια µε αυτή που
παρατηρήθηκε σε νεότερους ασθενείς. Οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης
(SSRIs) ή οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης (SNRIs)
συµπεριλαµβανοµένης της σερτραλίνης, έχουν ωστόσο συσχετιστεί µε περιστατικά κλινικά
σηµαντικής υπονατριαιµίας σε ηλικιωµένους ασθενείς, οι οποίοι µπορεί να διατρέχουν µεγαλύτερο
κίνδυνο για αυτό το ανεπιθύµητο συμβάν (βλ. Υπονατριαιµία στην παράγραφο 4.4).
Διαβήτης
Σε ασθενείς µε διαβήτη, η θεραπεία µε έναν SSRI µπορεί να µεταβάλει τον γλυκαιµικό έλεγχο.
Μπορεί να χρειαστεί να αναπροσαρμοστεί η δόση της ινσουλίνης και/ή των από του στόματος
υπογλυκαιμικών παραγόντων.
Ηλεκτροσπασµοθεραπεία (ECT)
∆εν υπάρχουν κλινικές µελέτες που να τεκµηριώνουν τους κινδύνους ή τα οφέλη της συνδυασµένης
χρήσης ηλεκτροσπασµοθεραπείας και σερτραλίνης.
Χυμός γκρέιπφρουτ
Δε συνιστάται η χορήγηση σερτραλίνης με χυμό γκρέιπφρουτ (βλ. παράγραφο 4.5).
Παρεμβολή σε δοκιμές ελέγχου ούρων
Έχουν αναφερθεί ψευδώς-θετικές δοκιμές ελέγχου ανοσολογικής εξέτασης ούρων για τις
βενζοδιαζεπίνες σε ασθενείς που λάμβαναν σερτραλίνη. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη εξειδίκευσης
των δοκιμών ελέγχου. Τα ψευδώς-θετικά αποτελέσματα του ελέγχου μπορεί να αναμένονται για
αρκετές ημέρες μετά τη διακοπή της θεραπείας με σερτραλίνη. Οι επιβεβαιωτικοί έλεγχοι, όπως αέρια
χρωματογραφία/φασματομετρία μάζας, θα διακρίνουν τη σερτραλίνη από τις βενζοδιαζεπίνες.
Γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), συμπεριλαμβανομένης της
σερτραλίνης, μπορεί να έχουν επίδραση στο μέγεθος της οφθαλμικής κόρης με αποτέλεσμα τη
μυδρίαση. Αυτή η μυδριατική επίδραση έχει τη δυνατότητα να περιορίσει τη γωνία του οφθαλμού,
προκαλώντας αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση και γλαύκωμα κλειστής γωνίας, ειδικά σε ασθενείς με
προδιάθεση. Για το λόγο αυτό, η σερτραλίνη θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με
γλαύκωμα κλειστής γωνίας ή με ιστορικό γλαυκώματος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις µε άλλα φαρµακευτικά προϊόντα και άλλες µορφές αλληλεπίδρασης
Αντενδείκνυνται
Αναστολείς της μονοαμινοοξειδάσης (MAO)
Μη αναστρέψιµοι αναστολείς της MAO (π.χ. σελεγιλίνη)
Η σερτραλίνη δεν πρέπει να χρησιµοποιείται σε συνδυασµό µε µη αναστρέψιµους αναστολείς της
ΜΑΟ, όπως η σελεγιλίνη. Η θεραπεία µε σερτραλίνη δεν πρέπει να ξεκινάει για τουλάχιστον 14
ηµέρες µετά τη διακοπή θεραπείας µε έναν µη αναστρέψιµο αναστολέα της MAO. Η σερτραλίνη
πρέπει να διακόπτεται τουλάχιστον 7 ηµέρες πριν από την έναρξη θεραπείας µε έναν µη αναστρέψιµο
αναστολέα της MAO (βλ. παράγραφο 4.3).
Αναστρέψιµος, εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ-Α (π.χ. µοκλοβεµίδη)
Λόγω του κινδύνου εµφάνισης συνδρόµου σεροτονίνης ο συνδυασµός σερτραλίνης µε έναν
αναστρέψιµο και εκλεκτικό αναστολέα της ΜΑΟ, όπως η µοκλοβεµίδη, δε θα πρέπει να χορηγείται.
6
Μετά από θεραπεία µε έναν αναστρέψιµο αναστολέα της MAO, πριν την έναρξη θεραπείας µε
σερτραλίνη, µπορεί να υπάρξει περίοδος απόσυρσης µικρότερη από 14 ηµέρες. Συνιστάται να
διακόπτεται η σερτραλίνη τουλάχιστον 7 ηµέρες πριν από την έναρξη θεραπείας µε έναν αναστρέψιµο
αναστολέα της MAO (βλ. παράγραφο 4.3).
Αναστρέψιµος, µη εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ (λινεζολίδη)
Το αντιβιοτικό λινεζολίδη είναι ένας ασθενής αναστρέψιµος και µη εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ
και δεν θα πρέπει να δίνεται σε ασθενείς που λαµβάνουν θεραπεία µε σερτραλίνη (βλ. παράγραφο 4.3).
Σοβαρές ανεπιθύµητες αντιδράσεις έχουν αναφερθεί σε ασθενείς που έχουν πρόσφατα διακόψει την
θεραπεία µε έναν αναστολέα της ΜΑΟ και έχουν ξεκινήσει θεραπεία µε σερτραλίνη ή έχουν πρόσφατα
διακόψει την θεραπεία µε σερτραλίνη πριν την έναρξη της θεραπείας µε έναν αναστολέα της ΜΑΟ.
Αυτές οι αντιδράσεις περιελάµβαναν τρόµο, µυόκλωνο, εφίδρωση, ναυτία, έµετο, έξαψη, ζάλη και
υπερθερµία, µε χαρακτηριστικά που έµοιαζαν µε κακόηθες νευροληπτικό σύνδροµο, επιληπτικές
κρίσεις και θάνατο.
Πιµοζίδη
Έχουν παρατηρηθεί αυξηµένα επίπεδα πιµοζίδης της τάξεως κατά προσέγγιση του 35% σε µία κλινική
µελέτη µιας εφάπαξ, χαµηλής δόσης πιµοζίδης (2 mg). Τα αυξηµένα αυτά επίπεδα δε συσχετίζονται µε
µεταβολές στο ΗΚΓ. Ενώ ο µηχανισµός αυτής της αλληλεπίδρασης δεν είναι γνωστός, λόγω του
στενού θεραπευτικού δείκτη της πιµοζίδης, η ταυτόχρονη χορήγηση σερτραλίνης και πιµοζίδης
αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3).
Η συγχορήγηση µε σερτραλίνη δε συνιστάται
Κατασταλτικά του ΚΝΣ και οινόπνευµα
Η συγχορήγηση σερτραλίνης 200 mg ηµερησίως δεν ενίσχυσε την επίδραση του οινοπνεύµατος, της
καρβαµαζεπίνης, της αλοπεριδόλης ή της φαινυτοΐνης επί της γνωστικής και ψυχοκινητικής
λειτουργίας σε υγιή άτοµα. Παρόλα αυτά η ταυτόχρονη χρήση σερτραλίνης και οινοπνεύµατος δε
συνιστάται.
Άλλα σεροτονινεργικά φάρµακα
Βλ. παράγραφο 4.4.
Συνιστάται, επίσης, προσοχή κατά τη χρήση της φαιντανύλης στη γενική αναισθησία ή τη θεραπεία
του χρόνιου πόνου.
Ειδικές Προφυλάξεις
Λίθιο
Σε µία ελεγχόµενη µε εικονικό φάρµακο µελέτη, σε υγιείς εθελοντές, η συνδυασµένη χορήγηση λιθίου
και σερτραλίνης δεν µετέβαλε σηµαντικά τη φαρµακοκινητική του λιθίου, αλλά είχε ως αποτέλεσµα
αύξηση του τρόµου, σε σχέση µε το εικονικό φάρµακο, υποδηλώνοντας µια πιθανή φαρµακοδυναµική
αλληλεπίδραση. Όταν συγχορηγείται σερτραλίνη µε λίθιο, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται
κατάλληλα.
Φαινυτοΐνη
Μία ελεγχόµενη µε εικονικό φάρµακο µελέτη, σε υγιείς εθελοντές υποδηλώνει ότι η χρόνια χορήγηση
σερτραλίνης 200 mg ηµερησίως, δεν προκαλεί κλινικά σηµαντική αναστολή του µεταβολισµού της
φαινυτοΐνης. Παρόλα αυτά, καθώς έχουν εµφανιστεί κάποια περιστατικά µε υψηλή έκθεση στη
φαινυτοΐνη σε ασθενείς που λαµβάνουν σερτραλίνη, συνιστάται ο έλεγχος των συγκεντρώσεων της
φαινυτοΐνης στο πλάσµα, κατά την έναρξη της θεραπείας µε σερτραλίνη, µε κατάλληλες προσαρµογές
της δόσης της φαινυτοΐνης. Επιπρόσθετα, συγχορήγηση φαινυτοΐνης µπορεί να προκαλέσει µείωση
στα επίπεδα σερτραλίνης στο πλάσµα. Δεν μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανή μείωση των επιπέδων της
σερτραλίνης στο πλάσμα λόγω άλλων επαγωγέων του CYP3A4, π.χ. φαινοβαρβιτάλης,
καρβαμαζεπίνης, St John´s wort, ριφαμπικίνης.
Τριπτάνες
7
Έχουν υπάρξει σπάνιες αναφορές, µετά την κυκλοφορία του προϊόντος στην αγορά, που περιγράφουν
ασθενείς µε αδυναµία, αυξηµένα αντανακλαστικά, ασυνέργεια, σύγχυση, άγχος και διέγερση, µετά από
λήψη σερτραλίνης και σουµατριπτάνης. Συµπτώµατα σεροτονινεργικού συνδρόµου µπορεί επίσης να
εµφανιστούν µε άλλα προϊόντα της ίδιας κατηγορίας (τριπτάνες).
Εφόσον δικαιολογείται κλινικώς η ταυτόχρονη θεραπεία σερτραλίνης και τριπτανών, συνιστάται η
κατάλληλη παρακολούθηση του ασθενούς (βλ. παράγραφο 4.4).
Βαρφαρίνη
Συγχορήγηση σερτραλίνης, 200 mg ηµερησίως, µε βαρφαρίνη είχε ως αποτέλεσµα µικρή, αλλά
στατιστικά σηµαντική, αύξηση του χρόνου προθροµβίνης, που µπορεί σε ορισµένες, σπάνιες
περιπτώσεις να προκαλέσει αστάθεια στην τιµή του INR. Κατά συνέπεια, ο χρόνος προθροµβίνης θα
πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά κατά την έναρξη ή τη διακοπή της θεραπείας µε σερτραλίνη.
Άλλες φαρµακευτικές αλληλεπιδράσεις, διγοξίνη, ατενολόλη, σιµετιδίνη
Η συγχορήγηση µε σιµετιδίνη προκάλεσε σηµαντική µείωση στην κάθαρση της σερτραλίνης. Η κλινική
σηµασία αυτών των µεταβολών δεν είναι γνωστή. Η σερτραλίνη δεν είχε επίδραση πάνω στην β-
αδρενεργική ανασταλτική ικανότητα της ατενολόλης. ∆εν παρατηρήθηκε αλληλεπίδραση µεταξύ της
σερτραλίνης, 200 mg ηµερησίως και της διγοξίνης.
Φάρµακα που επηρεάζουν τη λειτουργία των αιµοπεταλίων
Ο κίνδυνος αιµορραγίας µπορεί να αυξάνεται όταν φάρµακα που επηρεάζουν τη λειτουργία των
αιµοπεταλίων (π.χ. ΜΣΑΦ, ακετυλοσαλικυλικό οξύ και τικλοπιδίνη) ή άλλα φάρµακα που µπορεί να
αυξάνουν τον κίνδυνο αιµορραγίας συγχορηγούνται µε SSRIs, συµπεριλαµβανοµένης της σερτραλίνης
(βλ. παράγραφο 4.4).
Φάρµακα που μεταβολίζονται από το κυτόχρωµα P450
Η σερτραλίνη µπορεί να δρα ως ήπιος-µέτριος αναστολέας του CYP 2D6. Η χρόνια χορήγηση
σερτραλίνης, 50 mg ηµερησίως, έδειξε µέτρια αύξηση (µέση τιµή 23%-37%) των σταθεροποιηµένων
επιπέδων στο πλάσµα της δεσιπραμίνης (που αποτελεί δείκτη της δραστικότητας του ισοενζύµου CYP
2D6). Κλινικά σχετικές αλληλεπιδράσεις µπορεί να εµφανιστούν µε άλλα υποστρώµατα του CYP
2D6, µε στενό θεραπευτικό δείκτη, όπως τα αντιαρρυθµικά τάξης 1C, όπως η προπαφαινόνη και η
φλεκαϊνίδη, τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (TCAs) και τα τυπικά αντιψυχωσικά, ειδικά σε
υψηλότερα επίπεδα δόσεων σερτραλίνης.
Η σερτραλίνη δεν δρα ως αναστολέας των CYP 3A4, CYP 2C9, CYP 2C19 και CYP 1A2, σε έναν
κλινικά σηµαντικό βαθµό. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί µε µελέτες αλληλεπίδρασης in vivo, µε τα
υποστρώµατα του CYP 3A4 (ενδογενής κορτιζόλη, καρβαµαζεπίνη, τερφεναδίνη, αλπραζολάµη), το
υπόστρωµα του CYP 2C19 διαζεπάµη και τα υποστρώµατα του CYP 2C9 τολβουταµίδη,
γλιβενκλαµίδη και φαινυτοΐνη. Μελέτες in vitro υποδεικνύουν ότι η σερτραλίνη έχει µικρή ή µηδενική
δυνατότητα να αναστείλει το CYP 1Α2.
Η λήψη τριών ποτηριών χυμού γκρέιπφρουτ ημερησίως αύξησε τα επίπεδα της σερτραλίνης
στο πλάσμα περίπου κατά 100% σε μια διασταυρούμενη μελέτη σε οκτώ υγιείς Ιάπωνες εθελοντές. Για
το λόγο αυτό, η λήψη χυμού γκρέιπφρουτ θα πρέπει να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια θεραπείας με
σερτραλίνη (βλ. παράγραφο 4.4).
Βάσει μιας μελέτης αλληλεπίδρασης με χυμό γκρέιπφρουτ, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι η
ταυτόχρονη χορήγηση σερτραλίνης και ισχυρών αναστολέων του CYP3A4, π.χ. αναστολέων
πρωτεάσης, κετοκοναζόλης, ιτρακοναζόλης, ποσακοναζόλης, βορικοναζόλης, κλαριθρομυκίνης,
τελιθρομυκίνης και νεφαζοδόνης, θα οδηγήσει σε ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις στην έκθεση
σερτραλίνης. Αυτό αφορά επίσης μέτριους αναστολείς του CYP3A4, π.χ. απρεπιτάντη, ερυθρομυκίνη,
φλουκοναζόλη, βεραπαμίλη και διλτιαζέμη. Η πρόσληψη ισχυρών αναστολέων του CYP3A4 θα πρέπει
να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια θεραπείας με σερτραλίνη.
Τα επίπεδα της σερτραλίνης στο πλάσμα αυξάνονται περίπου κατά 50% σε άτομα με χαμηλό
μεταβολισμό του CYP2C19 σε σύγκριση με τα άτομα με ταχύ μεταβολισμό (βλ. παράγραφο 5.2). Δεν
μπορεί να αποκλειστεί η αλληλεπίδραση με ισχυρούς αναστολείς του CYP2C19, π.χ. ομεπραζόλη,
λανσοπραζόλη, παντοπραζόλη, ραμπεπραζόλη, φλουοξετίνη, φλουβοξαμίνη.
8
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
∆εν υπάρχουν καλά ελεγχόµενες µελέτες σε εγκύους γυναίκες. Ωστόσο, ένας σηµαντικός όγκος
δεδοµένων δεν αποκάλυψε ενδείξεις για επαγωγή συγγενών δυσπλασιών από τη σερτραλίνη. Μελέτες
σε πειραµατόζωα κατέδειξαν επιδράσεις στην αναπαραγωγή, πιθανόν εξαιτίας µητρικής τοξικότητας
που προκλήθηκε από τη φαρµακοδυναµική δράση της χηµικής ένωσης και/ή της άµεσης
φαρµακοδυναµικής επίδρασης της χηµικής ένωσης στο έµβρυο (βλ. 5.3).
Η χρήση της σερτραλίνης κατά τη διάρκεια της κύησης έχει αναφερθεί να προκαλεί συµπτώµατα,
συµβατά µε αντιδράσεις απόσυρσης, σε µερικά νεογέννητα των οποίων οι µητέρες λάµβαναν
σερτραλίνη. Αυτό το φαινόµενο έχει επίσης παρατηρηθεί µε άλλα αντικαταθλιπτικά της οµάδας των
SSRIs. Η σερτραλίνη δε συνιστάται στην εγκυµοσύνη, εκτός εάν η κλινική κατάσταση της γυναίκας
είναι τέτοια που το όφελος της θεραπείας αναµένεται να υπερκεράσει το δυνητικό κίνδυνο.
Εάν η χρήση της σερτραλίνης από τη µητέρα συνεχίζεται στα τελευταία στάδια της κύησης, ιδιαιτέρως
στο τρίτο τρίµηνο, τα νεογνά θα πρέπει να παρακολουθούνται. Τα ακόλουθα συµπτώµατα µπορεί να
εµφανιστούν στο νεογνό µετά τη χρήση της σερτραλίνης από τη µητέρα στα τελευταία στάδια της
κύησης: αναπνευστική δυσχέρεια, κυάνωση, άπνοια, επιληπτικές κρίσεις, αστάθεια θερµοκρασίας,
δυσκολία στην πρόσληψη τροφής, έµετος, υπογλυκαιµία, υπερτονία, υποτονία,
υπεραντανακλαστικότητα, τρόµος, εκνευρισµός, ευερεθιστότητα, λήθαργος, επίµονο κλάµα, υπνηλία
και δυσκολία στον ύπνο. Αυτά τα συµπτώµατα µπορεί να οφείλονται είτε σε σεροτονινεργικές
επιδράσεις είτε σε συµπτώµατα απόσυρσης. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι επιπλοκές
ξεκινούν αµέσως ή σύντοµα (<24 ώρες) µετά τον τοκετό.
Tα επιδημιολογικά δεδομένα υποδηλώνουν πως η χρήση των SSRIs κατά την κύηση, ιδιαίτερα κατά το
τελικό στάδιο της κύησης, είναι πιθανό να αυξήσει τον κίνδυνο εμμένουσας πνευμονικής υπέρτασης
του νεογνού (PPHN). Ο κίνδυνος που παρατηρήθηκε αφορούσε σε περίπου 5 περιστατικά ανά 1000
κυήσεις. Στο γενικό πληθυσμό σημειώνονται 1 έως 2 περιστατικά PPHN ανά 1000 κυήσεις.
Θηλασμός
∆ηµοσιευµένα στοιχεία, που αφορούν στα επίπεδα της σερτραλίνης στο µητρικό γάλα, δείχνουν ότι
µικρές ποσότητες σερτραλίνης και του µεταβολίτη της Ν- desmethylsertraline εκκρίνονται στο γάλα.
Γενικά αµελητέα έως µη ανιχνεύσιµα επίπεδα βρέθηκαν στον ορό των βρεφών, µε µία εξαίρεση ενός
βρέφους µε επίπεδα ορού περίπου 50% των µητρικών επιπέδων (αλλά χωρίς µία αντιληπτή επίδραση
στην υγεία του βρέφους). Μέχρι σήµερα, δεν έχουν αναφερθεί ανεπιθύµητες ενέργειες στην υγεία
βρεφών τα οποία γαλουχήθηκαν από µητέρες που χρησιµοποιούσαν σερτραλίνη, αλλά δεν μπορεί να
αποκλεισθεί κάποιος κίνδυνος.
Η χρήση σε θηλάζουσες µητέρες δε συνιστάται, παρά µόνο αν τα αναµενόµενα οφέλη, σύµφωνα µε
την κρίση του ιατρού, υπερτερούν των κινδύνων.
Γονιμότητα
Τα δεδομένα από μελέτες σε ζώα δε δείχνουν επίδραση της σερτραλίνης στις παραμέτρους
γονιμότητας (βλ. παράγραφο 5.3). Τα περιστατικά που έχουν αναφερθεί στον άνθρωπο με κάποιους
SSRIs έδειξαν πως η επίδραση στην ποιότητα του σπέρματος είναι αναστρέψιμη. Επίπτωση στην
ανθρώπινη γονιμότητα δεν έχει παρατηρηθεί μέχρι στιγμής.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισµού µηχανών
Κλινικές φαρµακολογικές µελέτες έχουν δείξει ότι η σερτραλίνη δεν έχει επίδραση στην ψυχοκινητική
λειτουργία.
Ωστόσο, επειδή τα ψυχοτρόπα φάρµακα µπορεί να µειώσουν τις νοητικές ή σωµατικές ικανότητες, που
απαιτούνται για την εκτέλεση δυνητικά επικίνδυνων πράξεων, όπως η οδήγηση αυτοκινήτου ή ο
χειρισµός µηχανηµάτων, ο ασθενής πρέπει να προειδοποιείται ανάλογα.
4.8 Ανεπιθύµητες ενέργειες
9
Η ναυτία είναι η πιο συνήθης ανεπιθύµητη ενέργεια. Στη θεραπεία της κοινωνικής αγχώδους
διαταραχής, παρουσιάστηκε σεξουαλική δυσλειτουργία (αδυναµία εκσπερµάτισης) στους άνδρες, σε
ποσοστό 14 % µε τη σερτραλίνη, έναντι 0 % µε το εικονικό φάρµακο. Αυτές οι ανεπιθύµητες ενέργειες
εξαρτώνται από τη δόση και συχνά είναι παροδικές στη φύση τους µε συνεχιζόµενη θεραπεία. Το
προφίλ των ανεπιθύµητων ενεργειών που παρατηρήθηκε συνήθως σε διπλά-τυφλές, ελεγχόµενες µε
εικονικό φάρµακο µελέτες σε ασθενείς µε ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, διαταραχή πανικού,
διαταραχή µετατραυµατικού στρες και κοινωνική αγχώδη διαταραχή, ήταν παρόµοιο µε αυτό που
παρατηρήθηκε σε κλινικές µελέτες σε ασθενείς µε κατάθλιψη.
Ο Πίνακας 1 παρουσιάζει ανεπιθύµητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν από την αποκτηθείσα εµπειρία
µετά την κυκλοφορία του προϊόντος στην αγορά (μη γνωστή συχνότητα) και σε ελεγχόµενες, µε
εικονικό φάρµακο, κλινικές δοκιµές (που περιλαµβάνουν ένα σύνολο 2542 ασθενών που λάµβαναν
σερτραλίνη και 2145 που λάµβαναν εικονικό φάρµακο) στην κατάθλιψη, στην ιδεοψυχαναγκαστική
διαταραχή, στη διαταραχή πανικού, στη διαταραχή µετατραυµατικού στρες και στην κοινωνική
αγχώδη διαταραχή.
Ορισµένες ανεπιθύµητες ενέργειες του φαρµάκου που αναγράφονται στον Πίνακα 1 µπορεί να
µειωθούν σε ένταση και σε συχνότητα µε τη συνέχιση της θεραπείας και γενικά δεν οδηγούν σε διακοπή
της θεραπείας.
Πίνακας 1: Ανεπιθύµητες Ενέργειες
Συχνότητα ανεπιθύµητων ενεργειών που έχουν παρατηρηθεί σε ελεγχόµενες µε εικονικό φάρµακο
κλινικές δοκιµές στην κατάθλιψη, στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, στη διαταραχή πανικού, στη
διαταραχή µετατραυµατικού στρες και στην κοινωνική αγχώδη διαταραχή. Συγκεντρωτική ανάλυση και
δεδοµένα από την αποκτηθείσα εµπειρία µετά την κυκλοφορία του φαρµάκου στην αγορά (συχνότητα
μη γνωστή).
Πολύ
Συχνές
(1/10)
Συχνές
(≥1/100 έως
<1/10)
Όχι συχνές
(≥1/1000 έως
< 1/100),
Σπάνιες
(≥1/10000 έως
< 1/1000)
Πολύ
Σπάνιες
(<1/10000
)
Μη γνωστές (η
συχνότητα δεν μπορεί
να εκτιμηθεί από τα
διαθέσιμα δεδομένα)
Λοιµώξεις και παρασιτώσεις
Φαρυγγίτιδα Λοίµωξη του Ανώτερου
Αναπνευστικού
Συστήµατος, Ρινίτιδα
Εκκολπωµατίτιδα,
Γαστρεντερίτιδα,
Μέση Ωτίτιδα
Νεοπλάσµατα καλοήθη, κακοήθη και μη καθοριζόμενα (περιλαµβάνονται κύστεις και πολύποδες)
Νεόπλασμα
Διαταραχές του αιµοποιητικού και του λεµφικού συστήµατος
Λεµφαδενοπάθεια Λευκοπενία,
Θροµβοπενία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήµατος
Αναφυλακτoειδής
Αντίδραση,
Αλλεργική
Αντίδραση,
Αλλεργία
10
Διαταραχές του ενδοκρινικού συστήµατος
Υπερπρολακτιναιµία,
Υποθυρεοειδισµός και
σύνδροµο
απρόσφορης
έκκρισης ADH
Διαταραχές του μεταβολισµού και της θρέψης
Ανορεξία,
Αυξηµένη
όρεξη*
Υπερχοληστερολαιµία,
Υπογλυκαιµία
Υπονατριαιµία,
Σακχαρώδης
Διαβήτης,
Υπεργλυκαιμία
Ψυχιατρικές διαταραχές
Αϋπνία
(19%)
Κατάθλιψη*
Αποπροσωπο-
ποίηση,
Εφιάλτης, Άγχος*,
∆ιέγερση*,
Νευρικότητα,
Γενετήσια Ορµή
Μειωµένη*,
Τριγµός των
οδόντων
Ψευδαίσθηση*,
Ευφορική
Συναισθηµατική
∆ιάθεση*,
Απάθεια,
Σκέψη Μη
Φυσιολογική
∆ιαταραχή
Μετατροπής,
Φαρµακευτική
Εξάρτηση,
Ψυχωσική ∆ιαταραχή*,
Επιθετικότητα*,
Παράνοια,
Αυτοκτονικός Ιδεασµός/
συµπεριφορά***
Υπνοβασία, Πρόωρη
Εκσπερµάτιση
Εφιάλτες
Διαταραχές του νευρικού συστήµατος
Ζάλη (11%),
Υπνηλία
(13%),
Κεφαλαλγία
(21%)*
Παραισθησία*,
Τρόµος,
Υπερτονία,
∆υσγευσία,
∆ιαταραχή στην
Προσοχή
Σπασµός*,
Μυϊκές Συσπάσεις
Ακούσιες*, Μη
φυσιολογικός
συντονισµός,
Υπερκινησία,
Αµνησία,
Υπαισθησία*,
∆ιαταραχή Λόγου,
Ζάλη Θέσης,
Ηµικρανία*
Κώµα*,
Χορειοαθέτωση,
∆υσκινησία,
Υπεραισθησία,
∆ιαταραχή
Αισθητικότητας
Οφθαλµικές διαταραχές
Οπτική
∆ιαταραχή
Γλαύκωµα, ∆ακρυϊκή
∆ιαταραχή, Σκότωµα,
∆ιπλωπία, Φωτοφοβία,
Ύφαιµα, Μυδρίαση*
Όραση Ανώµαλη
Άνισοκορία
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου
Εµβοές* Ωταλγία
Καρδιακές διαταραχές
Αίσθηµα παλµών* Ταχυκαρδία Έµφραγµα του
Μυοκαρδίου,
Βραδυκαρδία,
Καρδιακή ∆ιαταραχή
Αγγειακές διαταραχές
Εξάψεις* Υπέρταση*,
Έξαψη
Περιφερική Ισχαιµία Ασυνήθιστη Αιµορραγία
(όπως επίσταξη,
γαστρεντερική
αιµορραγία ή
αιµατουρία)
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήµατος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου
Χασµουρητό* Βρογχόσπασµος*,
∆ύσπνοια, Επίσταξη
Λαρυγγόσπασµος,
Υπεραερισµός,
Υποαερισµός,
Συριγµός, ∆υσφωνία,
Λόξυγκας
Διάμεση
Πνευμονοπάθεια
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήµατος
∆ιάρροια
(18%), Ναυτία
(24%),
Ξηροστοµία
(14%)
Κοιλιακό Αλγος*,
Έµετος*,
∆υσκοιλιότητα*,
∆υσπεψία,
Μετεωρισµός
Οισοφαγίτιδα,
∆υσφαγία,
Αιµορροΐδες,
Υπερέκκριση
Σιέλου, ∆ιαταραχή
της Γλώσσας,
Ερυγές
Μέλαινα, Αιµατοχεσία,
Στοµατίτιδα,
Εξέλκωση της
Γλώσσας, ∆ιαταραχή
Οδόντος, Γλωσσίτιδα,
Εξέλκωση του
Στόµατος
Παγκρεατίτιδα
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Ηπατική Λειτουργία
Μη φυσιολογική
Σοβαρά ηπατικά
συµβάµατα
(περιλαµβανο-µένων της
ηπατίτιδας, του ίκτερου
και της ηπατικής
ανεπάρκειας)
Διαταραχές του δέρµατος και του υποδόριου ιστού
Εξάνθηµα*,
Υπεριδρωσία
Περικογχικό
Οίδηµα*,
Πορφύρα*,
Αλωπεκία*,
Κρύος Ιδρώτας,
Ξηροδερµία,
Κνίδωση*
∆ερµατίτιδα,
∆ερµατίτιδα
Ποµφολυγώδης,
Εξάνθηµα
Θυλακιώδες, Μη
φυσιολογική Υφή
Μαλλιών, Μη
φυσιολογική Οσµή
Σώµατος
Σπάνιες αναφορές
σοβαρών δερµατικών
ανεπιθύµητων
ενεργειών
(SCAR): π.χ.
σύνδροµο
Stevens-Johnson
και επιδερµική
νεκρόλυση,
Αγγειοοίδηµα,
Οίδηµα Προσώπου,
Φωτοευαισθησία,
∆ερµατική Αντίδραση,
Κνησµός
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήµατος και του συνδετικού ιστού
Μυαλγία Οστεοαρθρίτιδα,
Μυϊκή Αδυναµία,
Οσφυαλγία,
Μυϊκές
∆εσµιδώσεις
Οστική ∆ιαταραχή Αρθραλγία,
Μυϊκές
Κράµπες
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Νυκτουρία,
Κατακράτηση
Ούρων*,
Πολυουρία,
Συχνουρία,
∆ιαταραχή
Ούρησης
Ολιγουρία,
Ακράτεια Ούρων*,
∆υσκολία στην
ούρηση
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήµατος και του μαστού**
Αποτυχία
Εκσπερµά-
τισης (14%)
Σεξουαλική
∆υσλειτουργία,
Στυτική
∆υσλειτουργία
Κολπική
Αιµορραγία,
Σεξουαλική
∆υσλειτουργία
του Θήλεος
Μηνορραγία,
Ατροφική
Αιδοιοκολπίτιδα,
Βαλανοποσθίτιδα,
Έκκριµα
Γεννητικών
Οργάνων,
Πριαπισµός*,
Γαλακτόρροια*
Γυναικοµαστία,
Ανωµαλίες
Εµµήνου ρύσης
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Κόπωση
(10%)*
Θωρακικό Άλγος* Αίσθηµα
κακουχίας*, Ρίγη,
Πυρεξία*,
Εξασθένιση*,
∆ίψα
Κήλη, Ανοχή σε
Φάρµακο Μειωµένη,
∆ιαταραχή στο
Βάδισµα
Οίδηµα Περιφερικό
Παρακλινικές εξετάσεις
Σωµατικό βάρος
Μειωµένο*
Σωµατικό βάρος
Αυξηµένο*
Αµινοτρανσφεράση της
Αλανίνης Αυξηµένη*,
Ασπαρτική
Αµινοτρανσφεράση
Αυξηµένη*, Σπέρµα
µη φυσιολογικό
Μη φυσιολογικά Κλινικά
Εργαστηριακά
Αποτελέσµατα,
Αλλοιωµένη Λειτουργία
Αιµοπεταλίων, Αυξηµένη
Χοληστερόλη Ορού
Κακώσεις, δηλητηριάσεις και επιπλοκές θεραπευτικών χειρισμών
Κάκωση
Χειρουργικοί και άλλοι ιατρικοί χειρισµοί
Τεχνική
Αγγειοδιαστολής
Εάν παρουσιάστηκαν ανεπιθύµητες εµπειρίες στην κατάθλιψη, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, διαταραχή
πανικού, διαταραχή µετατραυµατικού στρες και κοινωνική αγχώδη διαταραχή, οι σωµατικοί όροι έχουν
επαναταξινοµηθεί µε βάση σωµατικούς όρους από µελέτες στην κατάθλιψη.
†Ένα περιστατικό νεοπλάσµατος αναφέρθηκε σε έναν ασθενή που λάµβανε σερτραλίνη, σε σύγκριση µε
κανένα περιστατικό στους ασθενείς που λάµβαναν εικονικό φάρµακο
* αυτές οι ανεπιθύµητες ενέργειες παρουσιάστηκαν επίσης στην αποκτηθείσα εµπειρία µετά την κυκλοφορία
του φαρµάκου
** στον παρονοµαστή χρησιμοποιείται ο συνολικός αριθµός των ασθενών για αυτή την ομάδα (άνδρες και
γυναίκες): σερτραλίνη (1118 άνδρες, 1424 γυναίκες), εικονικό φάρµακο (926 άνδρες, 1219 γυναίκες)
Μόνο για µελέτες Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής, βραχείας διάρκειας, 1-12 εβδοµάδων
*** Περιστατικά αυτοκτονικού ιδεασµού και αυτοκτονικής συµπεριφοράς έχουν αναφερθεί κατά τη διάρκεια
θεραπείας µε σερτραλίνη ή αρχικά µετά από διακοπή της θεραπείας (βλ. παράγραφο 4.4)
Συµπτώµατα απόσυρσης που παρατηρήθηκαν µε τη διακοπή της θεραπείας µε σερτραλίνη
Η διακοπή της σερτραλίνης (ιδιαίτερα όταν είναι απότοµη) οδηγεί συχνά σε συµπτώµατα
απόσυρσης.
Ζάλη, διαταραχές της αισθητικότητας (συµπεριλαµβανοµένης της παραισθησίας), διαταραχές
ύπνου (συµπεριλαµβανοµένων της αϋπνίας και των έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία
και/ή έµετος, τρόµος και κεφαλαλγία, έχουν αναφερθεί πιο συχνά. Γενικά, αυτά τα ανεπιθύµητα
συμβάντα είναι ήπια έως µέτρια και αυτοπεριοριζόμενα, παρόλα αυτά, σε κάποιους ασθενείς,
µπορεί να είναι σοβαρά και/ή παρατεταµένα. Γι'αυτό τον λόγο, όταν δεν απαιτείται πλέον η
θεραπεία µε σερτραλίνη, συνιστάται να γίνεται βαθµιαία διακοπή µε µείωση της δόσης (βλ.
παραγράφους 4.2 και 4.4).
Ηλικιωµένος πληθυσµός
Οι εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs) ή οι εκλεκτικοί αναστολείς
επαναπρόσληψης της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης (SNRIs) συµπεριλαµβανοµένης της
σερτραλίνης έχουν συσχετιστεί µε περιστατικά κλινικά σηµαντικής υπονατριαιµίας σε
ηλικιωµένους ασθενείς, οι οποίοι µπορεί να διατρέχουν µεγαλύτερο κίνδυνο για αυτό το
ανεπιθύµητο συμβάν (βλ. παράγραφο 4.4).
Παιδιατρικός πληθυσµός
Σε πάνω από 600 παιδιατρικούς ασθενείς που λάµβαναν θεραπεία με σερτραλίνη, το συνολικό
προφίλ των ανεπιθύµητων ενεργειών ήταν γενικά παρόµοιο µε αυτό που έχει παρατηρηθεί σε
µελέτες σε ενήλικες. Οι ακόλουθες ανεπιθύµητες ενέργειες έχουν αναφερθεί από ελεγχόµενες
µελέτες (n=281 ασθενείς που λάµβαναν σερτραλίνη):
Πολύ συχνές (≥ 1/10): Κεφαλαλγία (22%), αϋπνία (21%), διάρροια (11%) και ναυτία (15%).
Συχνές (≥ 1/100 έως <1/10): Θωρακικό άλγος, µανία, πυρεξία, έµετος, ανορεξία, συναισθηµατική
αστάθεια, επιθετικότητα, διέγερση, νευρικότητα, διαταραχή στην προσοχή, ζάλη, υπερκινησία,
ηµικρανία, υπνηλία, τρόµος, οπτική διαταραχή, ξηροστοµία, δυσπεψία, εφιάλτης, κόπωση,
κατακράτηση ούρων, εξάνθηµα, ακµή, επίσταξη, µετεωρισµός.
Όχι συχνές (≥ 1/1000 έως < 1/100): Παρατεταµένο διάστηµα QT στο ΗΚΓ, απόπειρα αυτοκτονίας,
σπασµός, εξωπυραµιδική διαταραχή, παραισθησία, κατάθλιψη, ψευδαισθήσεις, πορφύρα,
υπεραερισµός, αναιµία, ηπατική λειτουργία µη φυσιολογική, αµινοτρανσφεράση της αλανίνης
αυξηµένη, κυστίτιδα, απλός έρπητας, εξωτερική ωτίτιδα, ωταλγία, πόνος του οφθαλµού, µυδρίαση,
αίσθηµα κακουχίας, αιµατουρία, εξάνθηµα φλυκταινώδες, ρινίτιδα, κάκωση, σωµατικό βάρος
µειωµένο, µυϊκές δεσµιδώσεις, ανώµαλα όνειρα, απάθεια, λευκωµατινουρία, συχνουρία,
πολυουρία, µαστοδυνία, διαταραχές εµµήνου ρύσης, αλωπεκία, δερµατίτιδα, διαταραχή δέρµατος,
οσµή δέρµατος µη φυσιολογική, κνίδωση, τριγµός των οδόντων, έξαψη.
Συχνότητα μη γνωστή: ενούρηση
Ανεπιθύμητες ενέργειες αυτής της κατηγορίας
Οι επιδημιολογικές μελέτες, οι οποίες διεξάχθηκαν κυρίως σε ασθενείς ηλικίας 50 ετών και άνω,
δείχνουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης οστικών καταγμάτων σε ασθενείς που λαμβάνουν SSRIs
και τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (TCAs). Ο υποκείμενος μηχανισμός για αυτό τον κίνδυνο είναι
άγνωστος.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας
κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή
παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από
τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε
πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς: Εθνικός
Οργανισμός Φαρμάκων, Μεσογείων 284, GR-15562 Χολαργός, Αθήνα. Τηλ: + 30 21
32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Τοξικότητα
Με βάση τα διαθέσιµα στοιχεία, η σερτραλίνη παρουσιάζει µεγάλο περιθώριο ασφαλείας όσον
αφορά στην υπερδοσολογία. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις λήψης υπερβολικής δόσης µόνο
σερτραλίνης, έως 13,5 g. Έχουν αναφερθεί θάνατοι που σχετίζονται µε λήψη υπερβολικής δόσης
σερτραλίνης, κυρίως σε συνδυασµό µε άλλα φάρµακα και/ή οινόπνευµα. Κατά συνέπεια, κάθε
υπέρβαση της δοσολογίας πρέπει να αντιµετωπίζεται µε άµεση ιατρική παρέµβαση.
Συµπτώµατα
Συµπτώµατα που οφείλονται σε λήψη υπερβολικής δόσης περιλαµβάνουν ανεπιθύµητες ενέργειες
που σχετίζονται µε το σύνδροµο σεροτονίνης, όπως υπνηλία, γαστρεντερικές διαταραχές (όπως
ναυτία και έµετο), ταχυκαρδία, τρόµο, διέγερση και ζάλη. Λιγότερο συχνά έχει αναφερθεί κώµα.
Αντιµετώπιση
∆εν υπάρχουν ειδικά αντίδοτα για τη σερτραλίνη. Πρέπει να διασφαλίζεται και να διατηρείται η
ελεύθερη δίοδος των αεροφόρων οδών, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί επαρκής οξυγόνωση και
κυκλοφορία του αέρα, εφόσον απαιτείται. Ο ενεργός άνθρακας, ο οποίος µπορεί να
χρησιµοποιηθεί µε ένα καθαρτικό, µπορεί να αποδειχτεί το ίδιο ή και περισσότερο
αποτελεσµατικός από την πλύση στοµάχου και θα πρέπει να εξετάζεται η πιθανότητα χορήγησής
του όταν αντιµετωπίζεται περίπτωση υπερδοσολογίας. Η πρόκληση εµέτου δεν συνιστάται.
Συνιστάται η παρακολούθηση της καρδιακής λειτουργίας και των ζωτικών σηµείων µαζί µε την
εφαρµογή γενικών συµπτωµατικών και υποστηρικτικών µέτρων. Λόγω του µεγάλου όγκου
κατανοµής της σερτραλίνης, η πρόκληση διούρησης, η αιµοδιύλιση, η αιµοδιήθηση και η
αφαιµαξοµετάγγιση δεν είναι πιθανό να ωφελήσουν.
Η υπερβολική δόση σερτραλίνης μπορεί να παρατείνει το διάστημα QT και συνιστάται
παρακολούθηση του ΗΚΓ σε όλες τις περιπτώσεις λήψης υπερβολικής δόσης σερτραλίνης.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρµακοδυναµικές ιδιότητες
Φαρµακοθεραπευτική κατηγορία: Εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης της σεροτονίνης
(SSRIs). Κωδικός ATC: N06 AB06.
Μηχανισμός δράσης
Η σερτραλίνη αποτελεί ισχυρό και ειδικό αναστολέα της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (5-ΗΤ)
από τους νευρώνες in vitro, µε αποτέλεσµα την ενίσχυση της δράσης της 5-ΗΤ στα ζώα. Έχει πολύ
ασθενή δράση στην επαναπρόσληψη της νορεπινεφρίνης και της ντοπαµίνης από τους νευρώνες.
Σε κλινικές δόσεις, η σερτραλίνη αναστέλλει την επαναπρόσληψη της σεροτονίνης εντός των
αιµοπεταλίων στον άνθρωπο. Το φάρµακο στερείται διεγερτικής, κατασταλτικής ή
αντιχολινεργικής δραστηριότητας, καθώς και καρδιοτοξικότητας στα ζώα. Σε ελεγχόµενες µελέτες
µε υγιείς εθελοντές, η σερτραλίνη δεν προκάλεσε καταστολή και δεν επηρέασε την ψυχοκινητική
λειτουργία. Σύµφωνα µε την εκλεκτική ανασταλτική της δράση επί της επαναπρόσληψης της 5-
ΗΤ, η σερτραλίνη δεν ενισχύει την κατεχολαµινεργική δραστηριότητα. Η σερτραλίνη δεν
παρουσιάζει συγγένεια προς τους µουσκαρινικούς (χολινεργικούς), σεροτονινεργικούς,
ντοπαµινεργικούς, αδρενεργικούς, ισταµινεργικούς, GABA υποδοχείς ή προς τους υποδοχείς
βενζοδιαζεπίνης. Η χρόνια χορήγηση της σερτραλίνης σε ζώα συσχετίστηκε µε µείωση του αριθµού
των νορεπινεφρικών υποδοχέων του εγκεφάλου (down-regulation), όπως παρατηρείται και µε άλλα
κλινικώς δραστικά αντικαταθλιπτικά και αντιψυχωσικά φάρµακα.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Με τη σερτραλίνη δεν φάνηκε να υπάρχει πιθανότητα κατάχρησης ουσίας. Σε µια ελεγχόµενη µε
εικονικό φάρµακο, διπλά-τυφλή, τυχαιοποιηµένη µελέτη της συγκριτικής προδιάθεσης για
κατάχρηση της σερτραλίνης, της αλπραζολάµης και της d-αµφεταµίνης στον άνθρωπο, η
σερτραλίνη δεν προκάλεσε θετικά υποκειµενικά αποτελέσµατα που να υποδεικνύουν ότι έχει τη
δυνατότητα να προκαλέσει κατάχρηση. Αντιθέτως, τα άτοµα που έλαβαν µέρος στη µελέτη
κατέταξαν την αλπραζολάµη και την d-αµφεταµίνη, πολύ πιο ψηλά σε σχέση µε το εικονικό
φάρµακο, µε βάση την επιθυµία να πάρουν το φάρµακο, την προκαλούµενη ευφορία και την
πιθανότητα κατάχρησης. Η σερτραλίνη δεν προκάλεσε ούτε τη διέγερση και το άγχος, που
συσχετίζονται µε τη χορήγηση της d-αµφεταµίνης, ούτε την καταστολή και µείωση της
ψυχοκινητικής λειτουργίας, που συσχετίζονται µε την αλπραζολάµη. Η σερτραλίνη δε λειτουργεί
ως θετικό ερέθισµα (ανταµοιβή) στους πιθήκους rhesus, που ήταν εκπαιδευµένοι να χορηγούν
στον εαυτό τους κοκαΐνη, ούτε υποκαθιστά ως διακριτό διεγερτικό ερέθισµα, για τους πιθήκους
rhesus, την d-αµφεταµίνη ή την πεντοβαρβιτάλη.
Κλινική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια
Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή
∆ιεξάχθηκε µία µελέτη, που περιελάµβανε εξωνοσοκοµειακούς ασθενείς µε κατάθλιψη, οι οποίοι
παρουσίασαν ανταπόκριση στη σερτραλίνη, στο τέλος µίας αρχικής, ανοικτής φάσης θεραπείας 8
εβδοµάδων, µε σερτραλίνη 50-200 mg ηµερησίως. Αυτοί οι ασθενείς (n=295) τυχαιοποιήθηκαν σε
συνέχιση για 44 εβδοµάδες σε διπλά-τυφλή σερτραλίνη 50-200 mg ηµερησίως ή εικονικό
φάρµακο. Ένα στατιστικώς σηµαντικά χαµηλότερο ποσοστό υποτροπής παρατηρήθηκε στους
ασθενείς που έλαβαν σερτραλίνη, σε σύγκριση µε αυτούς που έλαβαν εικονικό φάρµακο. Η µέση
δόση για αυτούς που ολοκλήρωσαν τη µελέτη ήταν 70 mg ηµερησίως. Το ποσοστό (%) αυτών που
εµφάνισαν ανταπόκριση (που ορίζονται ως αυτοί οι ασθενείς οι οποίοι δεν υποτροπίασαν) για τα
σκέλη της σερτραλίνης και του εικονικού φαρµάκου ήταν 83,4% και 60,8% αντίστοιχα.
Διαταραχή μετατραυµατικού στρες
Συνδυασµένα δεδοµένα από τις 3 µελέτες στη ∆ιαταραχή Μετατραυµατικού Στρες, στο γενικό
πληθυσµό, έδειξαν χαµηλότερο βαθµό ανταπόκρισης στους άνδρες, σε σύγκριση µε τις γυναίκες.
Στις δύο θετικές µελέτες γενικού πληθυσµού, οι βαθµοί ανταπόκρισης των ανδρών και των
γυναικών που λάµβαναν σερτραλίνη, έναντι του εικονικού φαρµάκου, ήταν παρόµοιοι (γυναίκες:
57,2% έναντι 34,5%, άνδρες: 53,9% έναντι 38,2%). Ο αριθµός των ανδρών και των γυναικών
ασθενών στο συνολικό γενικό πληθυσµό ήταν 184 και 430, αντίστοιχα και, ως εκ τούτου, τα
αποτελέσµατα στις γυναίκες είναι πιο ισχυρά και οι άνδρες συσχετίσθηκαν µε άλλες µεταβλητές
κατά την έναρξη (περισσότερη κατάχρηση ουσιών, µεγαλύτερη διάρκεια, αιτία του τραύµατος,
κτλ), που συσχετίζονται µε µείωση του αποτελέσµατος.
Παιδιατρική ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
Η ασφάλεια και η αποτελεσµατικότητα της σερτραλίνης (50-200 mg/ηµέρα) εξετάσθηκε στη
θεραπεία µη καταθλιπτικών παιδιών (6-12 ετών) και εφήβων (13-17 ετών) εξωτερικών ασθενών,
µε ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Μετά από µία εβδοµάδα εισαγωγής, µονά-τυφλής µε εικονικό
φάρµακο, οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε θεραπεία δώδεκα εβδοµάδων ευέλικτης δοσολογίας είτε
µε σερτραλίνη είτε µε εικονικό φάρµακο. Παιδιά (ηλικίας 6-12 ετών) ξεκίνησαν αρχικά µε δόση
25 mg. Οι ασθενείς που τυχαιοποιήθηκαν στη σερτραλίνη έδειξαν σηµαντικά µεγαλύτερη
ανταπόκριση, από αυτούς που τυχαιοποιήθηκαν στο εικονικό φάρµακο στις κλίµακες Children's
Yale-Brown Obsessive Compulsive Scale CΥ-ΒΟCS (p=0,005), ΝΙΜΗ Global Obsessive
Compulsive Scale (p=0,019) και CGΙ Improvement (p=0,002). Επιπλέον, παρατηρήθηκε µία τάση
προς µεγαλύτερη βελτίωση στην οµάδα της σερτραλίνης, έναντι της οµάδας του εικονικού
φαρµάκου, στην κλίµακα CGI Severity (p=0,089). Για την κλίµακα CY-BOCs η µέση τιµή έναρξης
και η µεταβολή από τα αποτελέσµατα της έναρξης, για την οµάδα του εικονικού φαρµάκου, ήταν
22,25 ± 6,15 και -3,4 ± 0,82, αντίστοιχα, ενώ για την οµάδα της σερτραλίνης, η µέση τιµή έναρξης
και η µεταβολή από τα αποτελέσµατα της έναρξης ήταν 23,36 ± 4,56 και -6,8 ± 0,87, αντίστοιχα.
Σε µία post-hoc ανάλυση, αυτοί που εµφάνισαν ανταπόκριση, που ορίζονται ως οι ασθενείς µε
25% ή µεγαλύτερη µείωση στην CY-BOCs (το πρωτεύον µέτρο αποτελεσµατικότητας) από την
έναρξη µέχρι το τελικό σηµείο της µελέτης, ήταν 53% των ασθενών υπό θεραπεία µε σερτραλίνη,
σε σύγκριση µε 37% των ασθενών υπό θεραπεία µε εικονικό φάρµακο (p=0,03).
∆εν υπάρχουν µακροχρόνια δεδοµένα ασφάλειας και αποτελεσµατικότητας για αυτόν τον
παιδιατρικό πληθυσµό.
∆εν υπάρχουν διαθέσιµα δεδοµένα για παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών.
5.2 Φαρµακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η σερτραλίνη παρουσιάζει δοσοεξαρτώµενη φαρµακοκινητική στο δοσολογικό φάσµα από 50 έως
200 mg. Στον άνθρωπο, µετά από άπαξ, ηµερήσια, από του στόµατος δόση, από 50 έως 200 mg για
14 ηµέρες, οι µέγιστες συγκεντρώσεις της σερτραλίνης στο πλάσµα παρατηρούνται στις 4,5 έως 8,4
ώρες µετά την ηµερήσια χορήγηση του φαρµάκου. Η τροφή δε µεταβάλλει σηµαντικά τη
βιοδιαθεσιµότητα των δισκίων σερτραλίνης.
Κατανοµή
Κατά προσέγγιση 98% του φαρµάκου που κυκλοφορεί στο αίµα είναι συνδεδεµένο µε τις
πρωτεΐνες του πλάσµατος.
Βιοµετασχηματισμός
Η σερτραλίνη µεταβολίζεται σε µεγάλο βαθµό κατά την πρώτη δίοδό της από το ήπαρ.
Κλινικά και in vitro δεδομένα, καταδεικνύουν πως η σερτραλίνη μεταβολίζεται μέσω διαφόρων
μεταβολικών οδών συμπεριλαμβανομένων των CYP3A4, CYP2C19 (βλ. παράγραφο 4.5) και του
CYP2B6. Η σερτραλίνη και ο κύριος μεταβολίτης της, η desmethylsertraline, αποτελούν επίσης
υποστρώματα της P-γλυκοπρωτεΐνης in vitro.
Αποβολή
Ο µέσος χρόνος ηµιζωής της σερτραλίνης είναι κατά προσέγγιση 26 ώρες (εύρος 22-36 ώρες). Σε
συµφωνία µε τον τελικό χρόνο της ηµιζωής της αποβολής, παρατηρείται σχεδόν αθροιστικός
διπλασιασµός της συγκέντρωσης του φαρµάκου µέχρι την επίτευξη σταθεροποιηµένης
κατάστασης, η οποία επιτυγχάνεται µετά από 1 εβδοµάδα λήψης της εφ' άπαξ ηµερήσιας δόσης. Ο
χρόνος ηµιζωής της N-desmethylsertraline κυµαίνεται µεταξύ 62 και 104 ωρών. Η σερτραλίνη και η
N-desmethylsertraline µεταβολίζονται σε µεγάλο βαθµό στον άνθρωπο και οι µεταβολίτες που
προκύπτουν απεκκρίνονται στα κόπρανα και στα ούρα, σε ίσες ποσότητες. Μόνο µια µικρή
ποσότητα (<0,2 %) σερτραλίνης, υπό αναλλοίωτη µορφή, απεκκρίνεται στα ούρα.
Φαρµακοκινητική σε ειδικές οµάδες ασθενών
Παιδιατρικοί ασθενείς µε ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
Η φαρµακοκινητική της σερτραλίνης µελετήθηκε σε 29 παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6-12 ετών,
και σε 32 έφηβους ασθενείς ηλικίας 13-17 ετών. Στους ασθενείς έγινε σταδιακή τιτλοποίηση προς
τα πάνω σε ηµερήσια δόση των 200 mg εντός 32 ηµερών, είτε µε αρχική δόση των 25 mg και
βήµατα αύξησης, είτε µε αρχική δόση των 50 mg ή µε προσαυξήσεις. Τo θεραπευτικó σχήµα των
25 mg και το θεραπευτικό σχήµα των 50 mg ήταν εξίσου ανεκτά. Στη σταθερή κατάσταση των 200
mg, τα επίπεδα σερτραλίνης στο πλάσµα στην οµάδα των 6-12 ετών ήταν περίπου 35% υψηλότερα
σε σύγκριση µε την οµάδα των 13-17 ετών, και 21% υψηλότερα, σε σύγκριση µε την οµάδα
αναφοράς των ενηλίκων. Όσον αφορά στην κάθαρση, δεν υπήρχαν σηµαντικές διαφορές µεταξύ
αγοριών και κοριτσιών. Συνεπώς, συνιστάται για τα παιδιά µία χαµηλή αρχική δόση και βήµατα
τιτλοποίησης των 25 mg, ειδικά σε αυτά µε χαµηλό σωµατικό βάρος.
Οι έφηβοι µπορούν να λάβουν δοσολογία ενηλίκων.
Έφηβοι και ηλικιωµένοι
Το φαρµακοκινητικό προφίλ στους εφήβους ή στους ηλικιωµένους δε διαφέρει σηµαντικά από αυτό
των ενηλίκων, ηλικίας µεταξύ 18 και 65 ετών.
Ηπατική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς µε βλάβη στο ήπαρ, ο χρόνος ηµιζωής της σερτραλίνης παρατείνεται και η AUC
αυξάνεται κατά τρεις φορές (βλ. παραγράφους 4.2 και 4.4).
Νεφρική δυσλειτουργία
Σε ασθενείς µε µέτρια έως σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία, δεν υπήρξε σηµαντική συσσώρευση
σερτραλίνης.
Φαρμακογενετική
Τα επίπεδα της σερτραλίνης στο πλάσμα ήταν κατά περίπου 50 % υψηλότερα στα άτομα με
περιορισμένο μεταβολισμό του CYP2C19 συγκριτικά με τα άτομα που είχαν εκτεταμένο
μεταβολισμό. Η κλινική σημασία του παραπάνω δεν είναι σαφής, και απαιτείται ρύθμιση της
δόσης των ασθενών ανάλογα με την κλινική ανταπόκριση.
5.3 Προκλινικά δεδοµένα για την ασφάλεια
Τα προκλινικά δεδοµένα δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο, µε βάση τις
συµβατικές µελέτες φαρµακολογικής ασφάλειας, τοξικότητας επαναλαµβανόµενων δόσεων,
γονοτοξικότητας και καρκινογόνου δράσης. Μελέτες τοξικότητας στην αναπαραγωγή σε
πειραµατόζωα δεν κατέδειξαν τερατογένεση ή ανεπιθύµητες ενέργειες στη γονιµότητα των
αρσενικών ζώων. Η εµβρυοτοξικότητα που παρατηρήθηκε ήταν πιθανόν συσχετισµένη µε τη
µητρική τοξικότητα. Η µεταγεννητική επιβίωση κουταβιών και το σωµατικό βάρος ήταν µειωµένα
µόνο κατά τις πρώτες ηµέρες µετά τη γέννηση. Η πρώιµη µεταγεννητική θνησιµότητα
καταδείχθηκε ότι οφειλόταν στην εντός της µήτρας έκθεση µετά την 15η ηµέρα της κύησης. Οι
µεταγεννητικές καθυστερήσεις στην ανάπτυξη που εµφανίστηκαν σε κουτάβια των οποίων οι
µητέρες έλαβαν θεραπεία, πιθανόν οφείλονταν σε επιδράσεις στις µητέρες των κουταβιών και
συνεπώς δεν ήταν σχετικές µε τον κίνδυνο εµφάνισης στους ανθρώπους.
Τα δεδομένα από τα τρωκτικά και τα μη τρωκτικά δεν αποκαλύπτουν επιδράσεις στη γονιμότητα.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας δισκίου:
Κυτταρίνη μικροκρυσταλική
Φωσφορικό ασβέστιο όξινο, άνυδρο
Άμυλο καρβοξυμεθυλιωμένο νατριούχο (Tύπος A)
Μαγνήσιο στεατικό
Επικάλυψη λεπτού υμενίου:
Υπρομελλόζη (E464)
Τιτανίου διοξείδιο (E171)
Πολυδεξτρόζη (E1200)
Τριακετίνη
Πολυαιθυλενογλυκόλη
6.2 Ασυµβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Φιάλες από υψηλής πυκνότητας πολυπροπυλένιο με πώματα από πολυαιθυλένιο (με προαιρετικό
πληρωτικό μέσο από πολυαιθυλένιο) σε *συσκευασίες των 14, 15, 20, 28, 30, 50, 60, 98, 100, 250,
300, 500.
Κυψέλες (blisters) από PVC/PVdC/αλουμίνιο σε *συσκευασίες των 14, 15, 20, 28, 30, 50, 60, 98,
100, 250, 300, 500.
*Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Δεν εφαρμόζεται.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Δικαιούχος Προϊόντος:
Generics [UK] Ltd, Station Close, Potters Bar, Hertfordshire, EN6 1TL, Ηνωμένο Βασίλειο
Κάτοχος Άδειας Κυκλοφορίας:
Generics Pharma Hellas ΕΠΕ, Λ. Βουλιαγμένης 577
Α
, Αργυρούπολη 164 51, Αθήνα
Τηλ: 210-99 36 410
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
76662/12-3-2008
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
12-3-2008
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΊΑ ΑΝΑΘΕΏΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΈΝΟΥ