Target Pharma Ltd Brucelin
®
SPC
Regulatory Affairs Department Edition: 04/2011
Σύγχρονη χορήγηση διουρητικών της αγκύλης (όπως φουροσεμίδης ή
εθακρυνικού οξέος) και αμικασίνης συνιστάται να αποφεύγεται, διότι
αυξάνεται η ωτοτοξικότητα της αμικασίνης, ενώ τα διουρητικά αυτά και οι
κεφαλοσπορίνες επιτείνουν τη νεφροτοξικότητα.
Επίσης, συνιστάται να αποφεύγεται η σύγχρονη χορήγηση της αμικασίνης
με άλλους αμινογλυκοσίδες, colistin ή paromomycin, διότι αυξάνεται ο
κίνδυνος για νεφρικές βλάβες και ωτοτοξικότητα.
Παράλυση τύπου κουραρίου παρατηρείται συχνότερα όταν η αμικασίνη
χορηγείται μαζί με γενικά αναισθητικά, κινιδίνη, μαγνήσιο και
νευρομυϊκούς αναστολείς, δηλαδή σουκκινυλοχολίνη, τουμποκουραρίνη
και δεκαμεθώνιο.
Η θειική αμικασίνη δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα φάρμακα, γιατί
μπορεί να αδρανοποιηθεί.
Κατά την τοπική εφαρμογή της αμικασίνης δεν έχουν αναφερθεί
συμπτώματα αλληλεπιδράσεων.
4.6 Χορήγηση κατά την κύηση και το θηλασμό
Χρήση κατά την κύηση
Δεν υπάρχει επαρκής κλινική εμπειρία σχετικά με τη χρήση της γέλης
αμικασίνης κατά τη διάρκεια της κυήσεως. Για το λόγο αυτό, η χρήση της
πρέπει να αποφεύγεται, ιδίως κατά τους 3 πρώτους μήνες της κυήσεως.
Εάν παρόλα αυτά κριθεί απαραίτητη η χορήγηση του Brucelin
®
gel
σε
εγκύους γυναίκες και νεογέννητα (περιπτώσεις βαριών λοιμώξεων) αυτό
πρέπει να γίνεται υπό αυστηρή ιατρική παρακολούθηση.
Χρήση κατά το θηλασμό
Δεν υπάρχουν ακόμα σαφείς αποδείξεις ότι η αμικασίνη δεν περνά στο
μητρικό γάλα. Για το λόγο αυτό, η χορήγηση του φαρμάκου πρέπει να
διακόπτεται κατά την περίοδο του θηλασμού. Σε αντίθετη περίπτωση, και
εφόσον η χορήγηση του Brucelin
®
gel θεωρηθεί απολύτως απαραίτητη για
τη μητέρα, συνιστάται να διακόπτεται ο θηλασμός.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Το Brucelin
®
gel
δεν επιδρά στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι κυριότερες παρενέργειες είναι πιθανόν να παρουσιασθούν κατά τη
συστηματική χορήγηση της αμικασίνης και συνδέονται συνήθως με
χορήγηση υψηλών δόσεων ή με θεραπεία μεγάλης διάρκειας και είναι:
• Ωτοτοξικότητα , κυρίως του ακουστικού νεύρου, αλλά και του
αιθουσαίου, που εκδηλώνεται με μείωση της ακοής, αρχικά
στους υψηλής συχνότητας ήχους, εμβοές ή ίλιγγο.
• Νεφροτοξικότητα που εκδηλώνεται με την παρουσία
λευκώματος, κυλίνδρων, ερυθρών ή λευκών αιμοσφαιρίων στα
ούρα, υπεραζωθαιμία, ολιγουρία και νεφρική ανεπάρκεια.
• Νευρομυϊκός αποκλεισμός , δερματικά εξανθήματα, πυρετός,
ηωσινοφιλία, ναυτία, έμετος, κεφαλαλγία, τρόμος,
παραισθησίες, αναιμία, υπόταση και αύξηση των