Οι αλλαγές με απλό track αφορούν στην ανανέωση SE/H/0688/01-06/R/01.
καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης. Η αρχική δόση της ολανζαπίνης ήταν 2,5 mg
ημερησίως και τιτλοποιήθηκε σε μέγιστη δόση 15 mg ημερησίως, ανάλογα με
την κρίση του ερευνητή.
Νευροληπτικό Κακόηθες Σύνδρομο (
NMS
)
Το NMS είναι μία δυνητικά θανατηφόρα κατάσταση η οποία σχετίζεται με την
αντιψυχωτική αγωγή. Σπάνιες περιπτώσεις χαρακτηρισθείσες σαν NMS έχουν
επίσης σχετισθεί με την ολανζαπίνη. Οι κλινικές εκδηλώσεις του NMS
περιλαμβάνουν: υπερπυρεξία, μυϊκή ακαμψία, μεταβολή στη νοητική κατάσταση
και σημεία αστάθειας του αυτονόμου νευρικού συστήματος (ακατάστατος
σφυγμός ή αρτηριακή πίεση, ταχυκαρδία, εφίδρωση και καρδιακή δυσρυθμία).
Επιπρόσθετα σημεία πιθανώς περιλαμβάνουν αύξηση της κρεατινικής
φωσφοκινάσης, μυοσφαιρινουρία (ραβδομυόλυση) και οξεία νεφρική ανεπάρκεια.
Εάν ένας ασθενής εμφανίσει σημεία και συμπτώματα ενδεικτικά του NMS , ή
ανεξήγητο υψηλό πυρετό χωρίς άλλες επιπρόσθετες κλινικές εκδηλώσεις του
NMS, η χορήγηση όλων των αντιψυχωτικών φαρμάκων περιλαμβανομένης της
ολανζαπίνης, θα πρέπει να διακόπτεται.
Υπεργλυκαιμία και διαβήτης
Όχι συχνά έχουν αναφερθεί υπεργλυκαιμία και/ή ανάπτυξη ή επιδείνωση διαβήτη,
που ενίοτε συσχετίζονται με κετοξέωση ή κώμα συμπεριλαμβανομένων
περιστατικών θανάτων (βλ. παράγραφο 4.8). Σε ορισμένα περιστατικά, έχει
αναφερθεί προηγούμενη αύξηση του σωματικού βάρους η οποία μπορεί να
αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα. Συνιστάται η κατάλληλη κλινική
παρακολούθηση, σύμφωνα με τις ενδεδειγμένες αντιψυχωτικές κατευθυντήριες
οδηγίες, π.χ. μέτρηση της γλυκόζης του αίματος πριν την έναρξη της θεραπείας,
12 εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας με ολανζαπίνη και εν συνεχεία,
ετησίως. Οι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με οποιουσδήποτε αντιψυχωτικά
φάρμακα, περιλαμβανομένου του Olanzapin/Sandoz, θα πρέπει να
παρακολουθούνται για σημεία και συμπτώματα υπεργλυκαιμίας (όπως πολυδιψία,
πολυουρία, πολυφαγία και αδυναμία) και ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή με
παράγοντες κινδύνου για σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει να παρακολουθούνται
τακτικά για επιδείνωση του ελέγχου της γλυκόζης. Το σωματικό βάρος θα
πρέπει να παρακολουθείται τακτικά, π.χ πριν την έναρξη της θεραπείας, 4, 8 και
12 εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας με ολανζαπίνη και εν συνεχεία,
κάθε τρίμηνο.
Λιπιδικές μεταβολές
Σε ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο κλινικές δοκιμές σε ασθενείς που
υποβάλλονται σε θεραπεία με ολανζαπίνη έχουν παρατηρηθεί ανεπιθύμητες
μεταβολές στα επίπεδα λιπιδίων (βλέπε παράγραφο 4.8). Οι αλλαγές στα επίπεδα
λιπιδίων πρέπει να αντιμετωπίζονται όπως αρμόζει κλινικά, ιδιαίτερα σε
δυσλιπιδαιμικούς ασθενείς και σε ασθενείς με παράγοντες κινδύνου για την
ανάπτυξη διαταραχών των λιπιδίων. Οι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με
οποιουσδήποτε αντιψυχωτικά φάρμακα, περιλαμβανομένου του Olanzapin/Sandoz,
θα πρέπει να υποβάλλονται τακτικά σε έλεγχο των λιπιδίων του ορού σύμφωνα
με τις ενδεδειγμένες αντιψυχωτικές κατευθυντήριες οδηγίες, π.χ πριν την
έναρξη της θεραπείας, 12 εβδομάδες μετά την έναρξη της θεραπείας με
ολανζαπίνη και εν συνεχεία, κάθε 5 χρόνια.
Αντιχολινεργική δραστηριότητα
Ενώ η ολανζαπίνη έδειξε αντιχολινεργική δραστηριότητα in
vitro
,
η εμπειρία
κατά τη διάρκεια των κλινικών δοκιμών αποκάλυψε χαμηλή επίπτωση ανάλογων
συμβαμάτων. Εντούτοις, επειδή η κλινική εμπειρία με την ολανζαπίνη σε
ασθενείς με συνυπάρχοντα νοσήματα είναι περιορισμένη, συστήνεται προσοχή