ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Bicalutamide Teva 150 mg επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο περιέχει 150 mg βικαλουταμίδη.
Έκδοχο μ :ε γνωστές δράσεις
Κάθε δισκίο περιέχει 99,75 mg λακτόζη άνυδρη.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο.
Περιγραφή:
Λευκά έως υπόλευκα, αμφίκυρτα, επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία, με
τυπωμένο το “BCL” στη μία πλευρά και απλά στην άλλη πλευρά.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Τα δισκία Bicalutamide Teva 150 mg ενδείκνυνται είτε μόνα τους είτε ως
επικουρικά στη ριζική προστατεκτομή ή στην ακτινοθεραπεία σε ασθενείς με
τοπικά προχωρημένο καρκίνο του προστάτη που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο
εξέλιξης της νόσου (βλέπε παράγραφο 5.1).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικοι άνδρες συμπεριλαμβανομένων ηλικιωμένων ασθενών:
Ένα δισκίο άπαξ ημερησίως την ίδια ώρα κάθε μέρα (συνήθως το πρωί ή το
βράδυ).
Η ελάχιστη διάρκεια θεραπείας είναι 2 χρόνια ή μέχρις ότου παρατηρηθεί
εξέλιξη της νόσου.
Νεφρική δυσλειτουργία
Δεν είναι αναγκαία η προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με διαταραχή της
νεφρικής λειτουργίας.
Ηπατική δυσλειτουργία
Δεν είναι αναγκαία η προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ήπια διαταραχή
της ηπατικής λειτουργίας.
Σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία μπορεί να
παρατηρηθεί αυξημένη συσσώρευση της βικαλουταμίδης (βλ. παραγράφο 4.4).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η χρήση της βικαλουταμίδης αντενδείκνυται σε παιδιά (βλ. παράγραφο 4.3).
4.3 Αντενδείξεις
1
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
6.1.αναφέρονται στην παράγραφο
Η βικαλουταμίδη αντενδείκνυται σε γυναίκες και παιδιά (βλ. παράγραφο 4.6).
Ταυτόχρονη χορήγηση τερφεναδίνης, αστεμιζόλης και σισαπρίδης (βλ.
παράγραφο 4.5).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η έναρξη της θεραπείας πρέπει να είναι υπό την άμεση εποπτεία ενός ειδικού.
Η βικαλουταμίδη μεταβολίζεται εκτενώς στο ήπαρ. Τα διαθέσιμα δεδομένα
υποδηλώνουν ότι η απομάκρυνση μπορεί να είναι πιο αργή σε ασθενείς με
σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη
συσσώρευση της ουσίας. Συνεπώς, χρειάζεται προσοχή εάν η βικαλουταμίδη
χορηγείται σε ασθενείς με μέτρια έως σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία.
Λόγω της πιθανότητας εμφάνισης ηπατικών μεταβολών θα πρέπει να
εξετάζεται ο περιοδικός έλεγχος της ηπατικής λειτουργίας. Τα περισσότερα
περιστατικά αναμένεται να εμφανισθούν εντός των πρώτων 6 μηνών της
θεραπείας με βικαλουταμίδη.
Σοβαρές ηπατικές αλλαγές˙και ηπατική ανεπάρκεια παρατηρήθηκαν σπάνια με
βικαλουταμίδη και μοιραίες εκβάσεις έχουν αναφερθεί (βλ. παράγραφο 4.8). Η
θεραπεία με βικαλουταμίδη πρέπει να διακοπεί εάν οι αλλαγές είναι σοβαρές.
Πρέπει να δίνεται προσοχή όταν συγχορηγείται η βικαλουταμίδη με φάρμακα
που μεταβολίζονται κυρίως από το CYP 3A4 (βλέπε παραγράφους 4.3 και 4.5),
καθώς έχει παρατηρηθεί ότι αναστέλλει τη δράση του κυτοχρώματος Ρ450 (CYP
3A4).
Η θεραπεία στέρησης ανδρογόνων μπορεί να παρατείνει το διάστημα QT.
Πριν από την έναρξη της βικαλουταμίδης σε ασθενείς με ιστορικό ή με
παράγοντες κινδύνου για παράταση του διαστήματος QT και σε ασθενείς που
λαμβάνουν ταυτόχρονα φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία ενδέχεται να
παρατείνουν το διάστημα QT (βλ. παράγραφο 4.5), οι ιατροί πρέπει να
αξιολογούν το λόγο ωφέλους κινδύνου, συμπεριλαμβανομένου και του
ενδεχόμενου για κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ρυπιδίου (Torsade de pointes).
Για ασθενείς που έχουν αντικειμενική εξέλιξη της νόσου μαζί με αυξημένα
επίπεδα PSA, πρέπει να εξεταστεί η διακοπή της θεραπείας με βικαλουταμίδη.
Αυτό το προϊόν περιέχει 105 mg μονοϋδρική λακτόζη.
Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη,
ανεπάρκεια της Lapp λακτάσης ή δυσαπορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης δεν
πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
In
vitro
μελέτες, υποδηλώνουν ότι η R-βικαλουταμίδη είναι ένας αναστολέας του
CYP 3A4 και έχει ασθενέστερες ανασταλτικές δράσεις ως προς τις ενεργότητες
2
των CYP 2C9, 2C19 και 2D6.
Μολονότι κλινικές μελέτες με χρήση αντιπυρίνης ως δείκτη της
δραστηριότητας του κυτοχρώματος P450 (CYP) δεν παρείχαν ενδείξεις
ενδεχόμενης αλληλεπίδρασης κάποιου φαρμάκου με τη βικαλουταμίδη, η μέση
έκθεση (AUC) της μιδαζολάμης αυξήθηκε έως 80% μετά από συγχορήγηση
βικαλουταμίδης για 28 ημέρες. Για φάρμακα με στενό θεραπευτικό εύρος,
τέτοια αύξηση θα μπορούσε να είναι σημαντική. Συνεπώς, ταυτόχρονη
χορήγηση τερφεναδίνης, αστεμιζόλης και σισαπρίδης αντενδείκνυται (βλ.
παράγραφο 4.3) και απαιτείται προσοχή όταν συνταγογραφούνται ταυτόχρονα
κυκλοσπορίνη και αποκλειστές των διαύλων ασβεστίου. Μπορεί να απαιτείται
μείωση της δοσολογίας αυτών των προϊόντων, ιδιαίτερα εάν υπάρχει απόδειξη
ενισχυμένης ή ανεπιθύμητης δράσης. Για την κυκλοσπορίνη συνιστάται, μετά
την έναρξη ή την διακοπή της θεραπείας με βικαλουταμίδη, να ελέγχονται
προσεκτικά οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα και η κλινική κατάσταση.
Απαιτείται προσοχή κατά τη συγχορήγηση ουσιών οι οποίες θα μπορούσαν να
αναστείλουν την οξείδωση της βικαλουταμίδης, δηλαδή φαρμακευτικά
προϊόντα που περιέχουν κετοκοναζόλη ή σιμετιδίνη. Θεωρητικά, αυτό μπορεί
να έχει σαν αποτέλεσμα αυξημένες συγκεντρώσεις της βικαλουταμίδης στο
πλάσμα, που θα μπορούσαν ίσως να οδηγήσουν σε αύξηση των ανεπιθύμητων
ενεργειών.
In
vitro
μελέτες, έχουν δείξει ότι η βικαλουταμίδη μπορεί να εκτοπίσει το
κουμαρινικό αντιπηκτικό βαρφαρίνη από τις θέσεις σύνδεσης με τις πρωτεΐνες.
Συνεπώς, συνιστάται συχνή και τακτική παρακολούθηση του χρόνου
προθρομβίνης μετά την έναρξη χορήγησης βικαλουταμίδης σε ασθενείς που
χρησιμοποιούν ταυτόχρονα κουμαρινικά αντιπηκτικά.
Καθώς η θεραπεία στέρησης ανδρογόνων μπορεί να παρατείνει το διάστημα QT,
πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά η ταυτόχρονη χρήση της βικαλουταμίδης με
φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία είναι γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα
QT ή με φαρμακευτικά προϊόντα που ενδέχεται να προκαλέσουν κοιλιακή
ταχυκαρδία δίκην ρυπιδίου (Torsade de pointes) όπως τα αντιαρρυθμικά
φαρμακευτικά προϊόντα τάξεως ΙΑ (π.χ. κινιδίνη, disopyramide) ή τάξεως ΙΙΙ
(π.χ. αμιοδαρόνη, σοταλόλη, δοφετιλίδη, ιβουτιλίδη), η μεθαδόνη, η
μοξιφλοξασίνη, τα αντιψυχωσικά κλπ (βλ. παράγραφο 4.4).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Η βικαλουταμίδη αντενδείκνυται σε γυναίκες. Συνεπώς δεν πρέπει να
χορηγείται ούτε στην εγκυμοσύνη, ούτε στη γαλουχία.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Είναι απίθανο η βικαλουταμίδη να επηρεάσει την ικανότητα των ασθενών να
οδηγήσουν και να χειριστούν μηχανήματα. Εντούτοις, πρέπει να επισημανθεί
ότι περιστασιακά, μπορεί να παρατηρηθεί υπνηλία. Ασθενείς που τυχόν
εμφανίζουν τέτοια επίδραση πρέπει να επιδεικνύουν προσοχή.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σε αυτή την παράγραφο, τα ανεπιθύμητα συμβάματα προσδιορίζονται ως
ακολούθως: πολύ συχνά (>1/10), συχνά (>1/100, <1/10), μη συχνά (>1/1.000,
<1/100), σπάνια (>1/10.000, <1/1.000), πολύ σπάνια (<1/10.000), μ η γνωστά
3
( μ μ μ μ μ ).δεν πορούν να εκτι ηθούν ε βάση τα διαθέσι α δεδο ένα
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Συχνές: Αναιμία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Όχι συχνές: Υπερευαισθησίας, αγγειοοιδήματος και κνίδωσης
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Συχνές: Μειωμένη όρεξη
Ψυχιατρικές διαταραχές
Συχνές: Γενετήσια ορμή μειωμένη, κατάθλιψη
Καρδιακές διαταραχές
Μη γνωστές: Παράταση του διαστήματος QT (βλ. παραγράφους 4.4. και
4.5)
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συχνές: Ζάλη, υπνηλία
Αγγειακές διαταραχές
Συχνές: Έξαψη
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του
μεσοθωρακίου
Όχι συχνές: Διάμεση πνευμονοπάθεια
α
(έχουν αναφερθεί μοιραίες εκβάσεις)
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Συχνές: Κοιλιακό άλγος, δυσκοιλιότητα, δυσπεψία, μετεωρισμός,
ναυτία
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
Συχνές: Ηπατοτοξικότητα, ίκτερος, υπερτρανσαμινασαιμία
β
Σπάνιες: Ηπατική ανεπάρκεια
γ
(έχουν αναφερθεί μοιραίες εκβάσεις)
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Πολύ συχνές: Εξάνθημα
Συχνές: Αλωπεκία, υπερτρίχωση/εκ νέου ανάπτυξη τρίχας,
ξηροδερμία
δ
, κνησμός
Σπάνιες: Αντίδραση φωτοευαισθησίας
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Συχνές: Αιματουρία
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού
Πολύ συχνές: Γυναικομαστία, ευαισθησία μαστού
ε
Συχνές: Στυτική δυσλειτουργία
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Πολύ συχνές: Εξασθένηση
Συχνές: Θωρακικό άλγος, οίδημα
Έρευνες
Συχνές: Αύξηση βάρους
4
α
Έχει αναφερθεί ως αντίδραση ανεπιθύμητης ενέργειας κατόπιν αξιολόγησης
των δεδομένων μετά την κυκλοφορία. Η συχνότητα έχει προσδιοριστεί από τη
συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων συμβαμάτων διάμεσης πνευμονίας κατά
την τυχαιοποιημένη θεραπευτική περίοδο των μελετών 150 mg EPC
β
Οι ηπατικές μεταβολές σπάνια είναι σοβαρές και ήταν συχνά παροδικές και
υποχωρούν ή βελτιώνονται με τη συνεχιζόμενη θεραπεία ή μετά τη διακοπή της
θεραπείας.
γ
Έχει αναφερθεί ως αντίδραση ανεπιθύμητης ενέργειας κατόπιν αξιολόγησης
των δεδομένων μετά την κυκλοφορία. Η συχνότητα έχει προσδιοριστεί από τη
συχνότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων συμβαμάτων ηπατικής ανεπάρκειας
ασθενών που ελάμβαναν θεραπεία κατά την περίοδο τυχαιοποιημένης αγωγής
στις μελέτες EPC 150 mg.
δ
Λόγω των συμβάσεων κωδικοποίησης που χρησιμοποιούνται στις μελέτες EPC,
οι ανεπιθύμητες ενέργειες της «ξηροδερμίας» κωδικοποιήθηκαν υπό τον όρο
COSTART «εξάνθημα». Επομένως δεν μπορεί να καθοριστεί ξεχωριστή
περιγραφή της συχνότητας για τη δόση των 150 mg βικαλουταμίδης και
θεωρείται η ίδια συχνότητα με αυτήν της δόσης των 50 mg.
ε
Η πλειονότητα των ασθενών που έλαβαν βικαλουταμίδη 150 mg ως
μονοθεραπεία, εμφάνισαν γυναικομαστία και/ή μαστοδυνία. Στις μελέτες τα
συμπτώματα αυτά θεωρήθηκαν ως σοβαρά σε ποσοστό έως και 5% των
ασθενών. Η γυναικομαστία πιθανώς να μην υποχωρεί αυτόματα μετά τη
διακοπή της θεραπείας, ιδιαίτερα μετά από παρατεταμένη θεραπεία.
μ μ Αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες:
Ελλάδα
μ μΕθνικός Οργανισ ός Φαρ άκων
284Μεσογείων
GR-15562 , Χολαργός Αθήνα
: + 30 Τηλ 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχει εμπειρία υπερδοσολογίας σε ανθρώπους. Δεν υπάρχει κάποιο
συγκεκριμένο αντίδοτο και η θεραπεία πρέπει να είναι συμπτωματική. Η
αιμοδιύλιση ενδέχεται να μην βοηθήσει, καθότι η βικαλουταμίδη συνδέεται
εκτενώς στις πρωτεΐνες και δεν ανακτάται αμετάβλητη στα ούρα. Ενδείκνυται
γενική υποστηρικτική θεραπεία συμπεριλαμβανομένης της συχνής
παρακολούθησης των ζωτικών λειτουργιών.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: αντι-ανδρογόνα, κωδικός ATC: L02BB03
μ Μηχανισ ός δράσης
Η βικαλουταμίδη είναι ένα μη-στεροειδές αντι-ανδρογόνο χωρίς καμία άλλη
ενδοκρινική δραστικότητα. Συνδέεται με τους υποδοχείς ανδρογόνου χωρίς να
ενεργοποιεί την έκφραση των γονιδίων και συνεπώς αναστέλλει την
ανδρογονική διέγερση. Η αναστολή έχει ως αποτέλεσμα την υποχώρηση των
προστατικών όγκων. Η διακοπή της θεραπείας μπορεί να οδηγήσει σε
Στερητικό Σύνδρομο Αντιανδρογόνου σε κάποιους ασθενείς.
Η βικαλουταμίδη είναι ένα ρακεμικό μίγμα, όπου το (R)- εναντιομερές έχει τη
μεγαλύτερη αντι-ανδρογόνο δραστηριότητα.
μ Κλινική αποτελεσ ατικότητα και ασφάλεια
Η βικαλουταμίδη 150 mg μελετήθηκε ως θεραπεία για ασθενείς με εντοπισμένο
(T1-T2, N0 ή NX, M0) ή τοπικά προχωρημένο (T3-T4, οποιοδήποτε Ν στάδιο,
M0˙ T1-T2, N+, M0) μη μεταστατικό καρκίνο του προστάτη σε μία
συνδυασμένη ανάλυση 3 διπλάτυφλών, ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο
μελετών σε 8.113 ασθενείς, όπου το προϊόν δόθηκε ως άμεση ορμονοθεραπεία ή
ως επικουρικό σε ριζική προστατεκτομή ή ακτινοθεραπεία (κυρίως εξωτερική
εκπομπή ακτινών). Μετά από συνεχή παρακολούθηση διάμεσης διάρκειας 7,4
ετών το 27,4% όλων των ασθενών υπό θεραπεία με βικαλουταμίδη και το
30,7% όλων των ασθενών υπό θεραπεία με εικονικό φάρμακο εμφάνισαν
αντικειμενική εξέλιξη της νόσου.
Μείωση στον κίνδυνο της αντικειμενικής εξέλιξης της νόσου παρατηρήθηκε
στις περισσότερες ομάδες ασθενών, αλλά ήταν πιο έκδηλη σε αυτές με τον
υψηλότερο κίνδυνο εξέλιξης της νόσου. Συνεπώς, οι κλινικοί γιατροί μπορεί να
αποφασίσουν ότι η βέλτιστη στρατηγική θεραπείας για κάποιο ασθενή με
χαμηλό κίνδυνο εξέλιξης της νόσου, ιδιαίτερα στη συμπληρωματική θεραπεία
έπειτα από ριζική προστατεκτομή, μπορεί να είναι η αναβολή της
ορμονοθεραπείας έως ότου εμφανισθούν σημεία εξέλιξης της νόσου.
Δεν παρατηρήθηκε διαφορά στη συνολική επιβίωση κατά τη συνεχή
παρακολούθηση διάμεσης διάρκειας 7,4 ετών με 22,9% θνησιμότητα (Λόγος
Κινδύνου (HR) = 0,99˙ διάστημα εμπιστοσύνης 95% (95% CI) 0,91 έως 1,09).
Εντούτοις, παρατηρήθηκαν κάποιες τάσεις κατά τις αναλύσεις των υπό έρευνα
υποομάδων ασθενών.
Δεδομένα για την ελεύθερης εξέλιξης επιβίωση και τη συνολική επιβίωση για
ασθενείς με τοπικά προχωρημένη νόσο συνοψίζονται στους ακόλουθους
πίνακες:
Πίνακας 1
Ελεύθερης εξέλιξης επιβίωση Επιβίωση σε τοπικά προχωρημένη νόσο ανά υπο-
ομάδα θεραπείας
Ανάλυση
πληθυσμού
Συμβάματα (%)
σε ασθενείς υπό
Βικαλουταμίδη
Συμβάματα (%)
σε ασθενείς υπό
εικονικό
φάρμακο
Λόγος Κινδύνου
(95% CI)
Επαγρύπνηση 193/335 (57,6) 222/322 (68,9) 0,60 (0,49 έως 0,73)
Ακτινοθεραπεία 66/161 (41,0) 86/144 (59,7) 0,56 (0,40 έως 0,78)
Ριζική
προστατεκτομή
179/870 (20,6) 213/849 (25,1) 0,75 (0,61 έως
0,91)
6
Πίνακας 2
Συνολική επιβίωση σε τοπικά προχωρημένη νόσο ανά υπο-ομάδα θεραπείας
Ανάλυση
πληθυσμού
Θάνατοι (%) σε
ασθενείς υπό
Βικαλουταμίδη
Θάνατοι (%) σε
ασθενείς υπό
εικονικό
φάρμακο
Λόγος Κινδύνου
(95% CI)
Επαγρύπνηση 164/335 (49,0) 183/322 (56,8) 0,81 (0,66 έως
1,01)
Ακτινοθεραπεία 49/161 (30,4) 61/144 (42,4) 0,65 (0,44 έως
0,95)
Ριζική
προστατεκτομή
137/870 (15,7) 122/849 (14,4) 1,09 (0,85 έως
1,39)
Δεν υπήρξε σημαντική διαφορά στην επιβίωση ελεύθερης εξέλιξης για τους
ασθενείς με εντοπισμένη νόσο που λαμβάνουν μόνο βικαλουταμίδη. Σε αυτούς
τους ασθενείς υπήρξε επίσης μία τάση για μειωμένη επιβίωση σε σύγκριση με
ασθενείς υπό εικονικό φάρμακο (HR =1,16˙ 95% CI 0,99 έως 1,37).
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, το προφίλ όφελος – κίνδυνος για τη χρήση
της βικαλουταμίδης δε θεωρείται ευνοϊκό σε αυτή την ομάδα ασθενών.
Η αποτελεσματικότητα της βικαλουταμίδης 150 mg στη θεραπεία των ασθενών
με τοπικά προχωρημένο καρκίνωμα του προστάτη χωρίς μεταστάσεις, για τους
οποίους ενδείκνυτο η αρχική θεραπεία με ορμόνες, αξιολογήθηκε ξεχωριστά
χρησιμοποιώντας τη μετα-ανάλυση δύο μελετών που περιελάμβαναν 480
ασθενείς με καρκίνωμα του προστάτη χωρίς μεταστάσεις (Μ0), οι οποίοι δεν
είχαν λάβει θεραπεία παλαιότερα. Δεν υπήρξε καμία σημαντική διαφορά στην
επιβίωση (HR = 1,05 (CI = 0,81 – 1,36), p = 0,669) ή στο μεσοδιάστημα μέχρι
την εξέλιξη (HR = 1,20 (CI 0,96 – 1,51), p = 0,107) μεταξύ της ομάδας υπό
θεραπεία με βικαλουταμίδη 150 mg και της ομάδας υπό θεραπεία με
ευνουχισμό. Παρατηρήθηκε μια γενική τάση αναφορικά με την ποιότητα ζωής
υπέρ της βικαλουταμίδης 150 mg συγκριτικά με τον ευνουχισμό˙ οι υποομάδες,
οι οποίες παρείχαν αυτά τα δεδομένα, εμφάνισαν σημαντικά υψηλότερη
σεξουαλική επιθυμία (p = 0,029) και καλύτερη φυσική κατάσταση (p = 0,046).
Η συνδυασμένη ανάλυση από 2 κλινικές μελέτες που περιελάμβαναν 805
ασθενείς με μεταστατικό καρκίνωμα του προστάτη, οι οποίοι δεν είχαν λάβει
προηγουμένως θεραπεία με αναμενόμενη θνησιμότητα 43%, κατέδειξε ότι η
θεραπεία με βικαλουταμίδη 150 mg είναι λιγότερο αποτελεσματική από τον
ευνουχισμό ως προς το χρόνο επιβίωσης (HR =1,30 [διάστημα εμπιστοσύνης
1,04 – 1,65]). Η εκτιμώμενη διαφορά είναι 42 ημέρες, ενώ ο μέσος χρόνος
επιβίωσης είναι 2 χρόνια.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η βικαλουταμίδη είναι καλώς απορροφούμενη μετά από του στόματος
χορήγηση. Δεν έχει αποδειχθεί εάν η τροφή επηρεάζει σημαντικά την έκταση
της βιοδιαθεσιμότητας της βικαλουταμίδης.
Το (S)-εναντιομερές απεκκρίνεται ταχέως συγκριτικά με το (R)- εναντιομερές. Ο
χρόνος ημιζωής απομάκρυνσης από το πλάσμα είναι περίπου μία εβδομάδα.
Κατανομή
Μετά από τακτική ημερήσια χορήγηση, η συγκέντρωση στο πλάσμα του (R)-
εναντιομερούς συγκριτικά με αυτή του (S)-εναντιομερούς είναι περίπου 10
φορές υψηλότερη λόγω του μεγάλου χρόνου ημιζωής απομάκρυνσης αυτού.
7
Μετά από ημερήσια δόση 150 mg, οι συγκεντρώσεις πλατώ στο πλάσμα του (R)-
εναντιομερούς φτάνουν περίπου τα 22 μg/ml. Από τη συνολική ποσότητα των
συγκεντρώσεων αυτών στο πλάσμα των εναντιομερών, το 99% του (R)-
εναντιομερούς είναι υπεύθυνο για τη θεραπευτική δράση.
Βιομετατροπή και αποβολή
Η ηλικία, η νεφρική δυσλειτουργία ή η ελαφρά έως μέτρια ηπατική
δυσλειτουργία δεν επηρεάζουν τη φαρμακοκινητική του (R)-εναντιομερούς.
Έχει καταδειχθεί ότι η απομάκρυνση του (R)-εναντιομερούς από το πλάσμα
είναι βραδύτερη σε ασθενείς με σοβαρή ηπατική δυσλειτουργία.
Η βικαλουταμίδη συνδέεται με τις πρωτεΐνες: (ρακεμικό μίγμα 96%, (R)-
εναντιομερές περισσότερο από 99%) και μεταβολίζεται εκτενώς (μέσω
οξείδωσης και γλυκουρονιδίωσης): οι μεταβολίτες απεκκρίνονται εξίσου μέσω
των νεφρών και της χολής.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η βικαλουταμίδη είναι ένας αμιγής και ισχυρός ανταγωνιστής των υποδοχέων
ανδρογόνων σε πειραματόζωα και ανθρώπους. Η κύρια δευτερεύουσα
φαρμακολογική δράση είναι η επαγωγή των CYP
450
- εξαρτώμενων μικτής
λειτουργίας οξειδασών στο ήπαρ. Οι μεταβολές σε όργανα στόχους ζώων είναι
σαφώς σχετιζόμενες με την πρωτογενή και δευτερογενή φαρμακολογική δράση
της βικαλουταμίδης και συνίστανται σε καταστολή των υπερπλασιών,
νεοπλασιών ή καρκίνων ανδρογονο-εξαρτώμενων ιστών, του θυρεοειδούς, του
ήπατος και των κυττάρων Leydig, διαταραχή της σεξουαλικής διαφοροποίησης
του αρσενικού απογόνου και αναστρέψιμη διαταραχή της γονιμότητας στους
άνδρες. Οι μελέτες γονοτοξικότητας δεν αποκάλυψαν οποιοδήποτε ενδεχόμενο
μεταλλαξιογόνου δράσης. Όλες οι ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν
σε μελέτες σε ζώα θεωρείται ότι είναι συγκεκριμένες για το κάθε είδος και δεν
έχουν καμία σημασία για τους ανθρώπους στην ενδεδειγμένη κλινική πράξη.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Πυρήνας δισκίου:
Μικροκρυσταλλική κυτταρίνη
Ποβιδόνη
Καρμελλόζη νατριούχος διασταυρούμενη
Λαουρυλοθειικό Νάτριο
Λακτόζη μονοϋδρική
Άνυδρο κολλοειδές οξείδιο του πυριτίου
Στεατικό Μαγνήσιο
Επικάλυψη:
Υπρομελλόζη
Πολυδεξτρόζη
Τιτανίου διοξείδιο
Πολυαιθυλενογλυκόλη 4000
6.2 Ασυμβατότητες
8
Δεν εφαρμόζεται.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε στην αρχική συσκευασία
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Διαφανής κυψέλη PVC/PVdC/Al, χάρτινο κουτί
20, 28, 30, 40, 56, 60, 84, 90 και 100 επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο δισκία
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
TEVA Pharma B.V.
Swensweg 5, 2031 GA Haarlem
Ολλανδία
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
37062/18-6-2008
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 18-6-2008
μ μ Η ερο ηνία τελευταίας ανανέωσης: 12-4-2011
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
9