Δεν υπάρχουν στοιχεία φαρμακοδυναμικών ή φαρμακοκινητικών
αλληλεπιδράσεων μεταξύ της βικαλουταμίδης και ανάλογων της LHRH.
In
vitro
μελέτες, υποδηλώνουν ότι η R-βικαλουταμίδη είναι ένας αναστολέας του
CYP 3A4 και έχει ασθενέστερες ανασταλτικές δράσεις ως προς την ενεργότητα
των CYP 2C9, 2C19 και 2D6.
Μολονότι κλινικές μελέτες με χρήση αντιπυρίνης ως δείκτη της
δραστηριότητας του κυτοχρώματος P450 (CYP) δεν παρείχαν ενδείξεις
ενδεχόμενης αλληλεπίδρασης κάποιου φαρμάκου με τη βικαλουταμίδη, η μέση
έκθεση (AUC) της μιδαζολάμης αυξήθηκε έως 80% μετά από συγχορήγηση
βικαλουταμίδης για 28 ημέρες. Για φάρμακα με στενό θεραπευτικό εύρος,
τέτοια αύξηση θα μπορούσε να είναι σημαντική. Συνεπώς, ταυτόχρονη
χορήγηση τερφεναδίνης, αστεμιζόλης και σισαπρίδης αντενδείκνυται (βλ.
παράγραφο 4.3) και απαιτείται προσοχή όταν συνταγογραφούνται ταυτόχρονα
κυκλοσπορίνη και αποκλειστές των διαύλων ασβεστίου. Μπορεί να απαιτείται
μείωση της δοσολογίας αυτών των προϊόντων, ιδιαίτερα εάν υπάρχει απόδειξη
ενισχυμένης ή ανεπιθύμητης δράσης. Για την κυκλοσπορίνη συνιστάται, μετά
την έναρξη ή την διακοπή της θεραπείας με βικαλουταμίδη, να ελέγχονται
προσεκτικά οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα και η κλινική κατάσταση.
Απαιτείται προσοχή κατά τη συγχορήγηση ουσιών οι οποίες θα μπορούσαν να
αναστείλουν την οξείδωση της βικαλουταμίδης, δηλαδή φαρμακευτικά
προϊόντα που περιέχουν κετοκοναζόλη ή σιμετιδίνη. Θεωρητικά, αυτό μπορεί
να έχει σαν αποτέλεσμα αυξημένες συγκεντρώσεις της βικαλουταμίδης στο
πλάσμα, που θα μπορούσαν ίσως να οδηγήσουν σε αύξηση των ανεπιθύμητων
ενεργειών.
In
vitro
μελέτες, έχουν δείξει ότι η βικαλουταμίδη μπορεί να εκτοπίσει το
κουμαρινικό αντιπηκτικό βαρφαρίνη από τις θέσεις σύνδεσης με τις πρωτεΐνες.
Συνεπώς, συνιστάται συχνή και τακτική παρακολούθηση του χρόνου
προθρομβίνης μετά την έναρξη χορήγησης βικαλουταμίδης σε ασθενείς που
χρησιμοποιούν ταυτόχρονα κουμαρινικά αντιπηκτικά.
Καθώς η θεραπεία στέρησης ανδρογόνων μπορεί να παρατείνει το διάστημα QT,
πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά η ταυτόχρονη χρήση της βικαλουταμίδης με
φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία είναι γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα
QT ή με φαρμακευτικά προϊόντα που ενδέχεται να προκαλέσουν κοιλιακή
ταχυκαρδία δίκην ρυπιδίου (Torsade de pointes) όπως τα αντιαρρυθμικά
φαρμακευτικά προϊόντα τάξεως ΙΑ (π.χ. κινιδίνη, disopyramide) ή τάξεως ΙΙΙ
(π.χ. αμιοδαρόνη, σοταλόλη, δοφετιλίδη, ιβουτιλίδη), η μεθαδόνη, η
μοξιφλοξασίνη, τα αντιψυχωσικά κλπ (βλ. παράγραφο 4.4).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Η βικαλουταμίδη αντενδείκνυται σε γυναίκες. Συνεπώς δεν πρέπει να
χορηγείται ούτε στην εγκυμοσύνη, ούτε στη γαλουχία.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Είναι απίθανο η βικαλουταμίδη να επηρεάσει την ικανότητα των ασθενών να
οδηγήσουν και να χειριστούν μηχανήματα. Εντούτοις, πρέπει να επισημανθεί
ότι περιστασιακά, μπορεί να παρατηρηθεί υπνηλία. Ασθενείς που τυχόν
εμφανίζουν τέτοια επίδραση πρέπει να επιδεικνύουν προσοχή.
3