ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. Εμπορική ονομασία του φαρμακευτικού προϊόντος
OMEPRAZOLE SPECIFAR
2. Ποιοτική και ποσοτική σύνθεση σε δραστικά συστατικά
Omeprazole 40 mg
3. Φαρμακευτική μορφή
Ενέσιμο λυόφιλο
Ενέσιμο λυόφιλο για ενδοφλέβια έγχυση
4. Κλινικά στοιχεία
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Δωδεκαδακτυλικό έλκος
Καλόηθες γαστρικό έλκος
Οισοφαγίτις από γαστρο-οισοφαγική παλινδρόμηση.
Πρόληψη εισρόφησης όξινου γαστρικού περιεχομένου κατά τη διάρκεια
γενικής αναισθησίας σε συνδυασμό με τα άλλα ενδεικνυόμενα κατά
περίπτωση μέτρα.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Ενδοφλέβια χορήγηση
Σε περίπτωση που δεν είναι εφικτή η από του στόματος χορήγηση του φαρμάκου, η
Omeprazole χορηγείται ενδοφλεβίως σε δόση 40 mg με βραδεία ενδοφλέβια ένεση
(για περίοδο 2 ½ τουλάχιστον λεπτών) ή με ενδοφλέβια έγχυση επί 20-30 λεπτά.
Η ενδοφλέβια ένεση επιτυγχάνει άμεση ελάττωση της ενδογαστρικής οξύτητας, με
μέση μείωση της σε 24ωρη βάση, της τάξης περίπου του 90%.
Για την παρασκευή του ενδοφλέβιου διαλύματος Omeprazole θα πρέπει να
χρησιμοποιείται μόνο ο περιεχόμενος στη συσκευασία διαλύτης και όχι άλλος. Μετά
την επανασύσταση, η ένεση πρέπει να γίνει με αργό ρυθμό για περίοδο 2 ½
τουλάχιστον λεπτών και μέγιστο ρυθμό τα 4 ml ανά λεπτό. Το διάλυμα θα πρέπει να
χορηγείται μέσα σε 4 ώρες από την παρασκευή του.
Πρόληψη εισρόφησης:
Εάν για την προφύλαξη από εισρόφηση προτιμηθεί η ενδοφλέβια χορήγηση τότε η
Omeprazole 40mg ενέσιμη θα πρέπει να χορηγηθεί ενδοφλεβίως, 1 ώρα πριν από την
εγχείρηση. Αν η εγχείρηση καθυστερεί για περισσότερες από 2 ώρες, τότε θα πρέπει
να γίνει μία επιπλέον ενδοφλέβια χορήγηση.
Χορήγηση σε νεφρική ανεπάρκεια
Σε νεφροπαθείς δεν χρειάζεται τροποποίηση της δοσολογίας.
Χορήγηση σε ηπατική ανεπάρκεια
Επειδή η βιοδιαθεσιμότητα και ο χρόνος ημιζωής της ομεπραζόλης στο πλάσμα
αυξάνεται στους ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια, η ημερησία δόση των 20mg είναι
συνήθως επαρκής.
Παιδιά
Δεν έχει αποδειχθεί η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα της χρήσης της
Omeprazole στα παιδιά.
Ηλικιωμένοι
Στους ηλικιωμένους δεν χρειάζεται τροποποίηση της δοσολογίας.
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία σε κάποιο από τα συστατικά του φαρμάκου.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Σε περίπτωση πιθανολόγησης γαστρικού έλκους, θα πρέπει πρώτα να διασφαλίζεται η
διάγνωση και να αποκλείεται η παρουσία κακοήθειας, αφού η θεραπεία μπορεί να
ανακουφίσει από τα συμπτώματα, καθυστερώντας έτσι την ακριβή διάγνωση.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Η Omeprazole μπορεί να παρατείνει την απομάκρυνση της διαζεπάμης, της
βαρφαρίνης (R-warfarin) και της φαινυτοΐνης, φαρμάκων δηλαδή τα οποία
μεταβολίζονται οξειδωτικά στο ήπαρ. Συνιστάται συνεπώς έλεγχος των ασθενών που
λαμβάνουν βαρφαρίνη και φαινυτοΐνη και ενδεχομένως ελάττωση της δόσης τους.
Παρά ταύτα σε ασθενείς υπό συνεχή θεραπεία με φαινυτοΐνη, αγωγή με Omeprazole
20mg την ημέρα, δεν μετάβαλε τις στάθμες της πρώτης στο αίμα.
Ομοίως σε ασθενείς υπό συνεχιζόμενη θεραπεία με βαρφαρίνη, η ταυτόχρονη αγωγή
με Omeprazole 20mg μια φορά την ημέρα δεν μετέβαλε τον χρόνο πήξεως αυτών των
ασθενών. Δεν έχει παρατηρηθεί αλληλεπίδραση με προπρανολόλη, μετοπρολόλη,
θεοφυλλίνη, λιδοκαΐνη, κινιδίνη και αμοξυκιλλίνη.
Έχουν αναφερθεί αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα που μεταβολίζονται στο
κυτόχρωμα P450 (πχ. κυκλοσπορίνη, δισουλφιράμη, βενζοδιαζεπίνες).
Οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα της ομεπραζόλης και της κλαριθρομυκίνης αυξάνουν
όταν χορηγούνται ταυτόχρονα.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Χρήση κατά τη κύηση
Δεν υπάρχουν αποτελέσματα από ελεγχόμενες κλινικές μελέτες στον άνθρωπο
σχετικά με τη χορήγηση της ομεπραζόλης κατά την περίοδο της κύησης. Γενικά, η
χρήση της θα πρέπει να αποφεύγεται και να χρησιμοποιείται μόνο αφού σταθμιστούν
από το θεράποντα ιατρό τα αναμενόμενα οφέλη για την μητέρα σε σχέση με τον
πιθανό κίνδυνο για το έμβρυο. Δεν είναι γνωστό αν η ομεπραζόλη απεκκρίνεται στο
μητρικό γάλα και γι’ αυτό, αν κριθεί απαραίτητη η χορήγησή της στη μητέρα, είναι
προτιμότερο να διακόπτεται ο θηλασμός.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Θεωρείται ότι το προϊόν είναι ασφαλές ως προς τα ανωτέρω.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η Omeprazole γίνεται καλά ανεκτή, και οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι γενικώς
ήπιες και αναστρέψιμες. Έχουν αναφερθεί τα ακόλουθα συμβάματα χωρίς πάντως
στην πλειονότητα των περιπτώσεων να έχει τεκμηριωθεί σαφώς και με συνέπεια
σχέση αιτίου/αποτελέσματος.
Δέρμα
Σπάνια εξάνθημα, κνίδωση και/η κνησμός. Σε μεμονωμένες περιπτώσεις
φωτοευαισθησία, πολύμορφο ερύθημα, σύνδρομο Stevens-Johnson, τοξική
επιδεπμική νεκρόλυση (ΤΕΝ), αλωπεκία.
Μυοσκελετικό
Σε μεμονωμένες περιπτώσεις αρθραλγία, μυϊκή αδυναμία και μυαλγία.
Κεντρικό και Περιφερικό Νευρικό Σύστημα
Κεφαλαλγία. Σπάνια ζάλη, παραισθησίες, υπνηλία, αϋπνία και ίλιγγος. Σε
μεμονωμένα περιστατικά, αναστρέψιμη διανοητική σύγχυση, διέργεση,
επιθετικότητα, κατάθλιψη και ψευδαισθήσεις, ιδιαίτερα σε σοβαρά πάσχοντες.
Γαστρεντερικό
Διάρροια, δυσκοιλιότητα, κοιλιακό άλγος, ναυτία/έμετος και μετεωρισμός. Σε
μεμονωμένες περιπτώσεις ξηροστομία, στοματίτιδα και γαστρεντερική καντιντίαση,
παγκρεατίτις.
Κατά τη διάρκεια της μακροχρόνιας θεραπείας έχει αναφερθεί εμφάνιση γαστρικών
αδενικών πολυπόδων σε αυξημένη συχνότητα. Οι αλλαγές αυτές είναι καλοήθεις και
φαίνεται ότι είναι αναστρέψιμες με την διακοπή της θεραπείας.
Ήπαρ
Σπάνια αύξηση των ηπατικών ενζύμων, με ή χωρίς αύξηση της χολερυθρίνης. Σε
μεμονωμένες περιπτώσεις εγκεφαλοπάθεια σε ασθενείς με προϋπάρχουσα βαριά
ηπατική νόσο, ηπατίτιδα με ή χωρίς ίκτερο, ηπατική ανεπάρκεια.
Ενδοκρινικό
Σε μεμονωμένα περιστατικά γυναικομαστία.
Αίμα
Σε μεμονωμένες περιπτώσεις λευκοπενία, θρομβοπενία, ακοκκιοκυτταραιμία και
πανκυτταροπενία.
Άλλα
Σπάνια κακουχία. Σε μεμονωμένα περιστατικά περιφερικό οίδημα, θάμβος οράσεως,
διαταραχές της γεύσης, ιδρώτες και υπονατριαιμία. Αντιδράσεις υπερευαισθησίας π.χ.
κνίδωση (urticaria) σπανίως και σε μεμονωμένες περιπτώσεις αγγειοοίδημα, πυρετός,
βρογχόσπασμος, διάμεσος νεφρίτις και αναφυλακτικό σοκ.
Σε μεμονωμένες περιπτώσεις ασθενών ευρισκομένων σε κρίσιμη κατάσταση, στους
οποίους χορηγήθηκε ομεπραζόλη ενδοφλεβίως, ειδικά σε υψηλές δόσεις, αναφέρθηκε
μη αναστρέψιμη βλάβη της όρασης, χωρίς όμως να εξακριβωθεί αιτιολογική
συσχέτιση με το φάρμακο.
Γι’ αυτό συνίσταται η από του στόματος χορήγηση του φαρμάκου, εκτός εάν η γενική
κατάσταση του ασθενή δεν το επιτρέπει.
Σε κλινικές μελέτες που χορηγήθηκαν διπλά ή τριπλά θεραπευτικά σχήματα για την
εκρίζωση του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού παρατηρήθηκε αύξηση ορισμένων
ανεπιθύμητων ενεργειών που ήδη έχουν αναφερθεί με την χορήγηση μόνης της
ομεπραζόλης και επιπλέον αλλοίωση της γεύσης και αποχρωματισμός της γλώσσας.
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για τα αποτελέσματα από τη λήψη
υπερβολικών δόσεων ομεπραζόλης στον άνθρωπο και κατά συνέπεια δεν είναι
δυνατό να δοθούν ειδικές οδηγίες αντιμετώπισης. Εφ’ άπαξ δόσεις από του στόματος
μέχρι 160mg και ολική ημερήσια δόση μέχρι 360mg έχουν γίνει καλά ανεκτές.
Τηλέφωνο Κέντρου Δηλητηριάσεων Αθηνών: (01) 7793777
5. Φαρμακολογικές Ιδιότητες
Κωδικός ΑΤC A02BC01
5.1 Φαρμακολογικές Ιδιότητες
Η Omeprazole ελαττώνει τη γαστρική έκκριση οξέος μ’ένα μοναδικό μηχανισμό
δράσης. Συγκεκριμένα αναστέλλει εκλεκτικά την αντλία πρωτονίων στο τοιχωματικό
κύτταρο. Η Omeprazole δρα γρήγορα και προκαλεί αναστρέψιμο έλεγχο της
ενδογαστρικής οξύτητας με μία μόνο δόση την ημέρα.
Η από του στόματος χορήγηση Omeprazole 20mg μία φορά την ημέρα προκαλεί
γρήγορη και αποτελεσματική αναστολή της έκκρισης γαστρικού οξέος, με το μέγιστο
της να επιτυγχάνεται μέσα στις 4 πρώτες ημέρες θεραπείας. Σε ασθενείς με
δωδεκαδακτυλικό έλκος, η μέση ελάττωση της 24ωρης ενδογαστρικής οξύτητας
διατηρείται ακολούθως στο 80% περίπου, με μέση ελάττωση της μέγιστης έκκρισης
οξέος μετά από διέργεση με πενταγαστρίνη, 24 ώρες μετά από τη λήψη της
Omeprazole της τάξης περίπου του 70%.
Μετά τη χορήγηση μιας δόσης 40mg Omeprazole ενδοφλέβια η ελάττωση της
έκκρισης του γαστρικού οξέος είναι κατά μέσο όρο 89%.
Λοίμωξη με Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού, σε ασθενείς που πάσχουν από παθήσεις
του πεπτικού σχετιζόμενες με αυξημένη έκκριση οξέος όπως είναι το
δωδεκαδακτυλικό και το γαστρικό έλκος, συνοδεύει το 95% και το 70% των ασθενών
αντίστοιχα.
Το Ελικοβακτηρίδιο του Πυλωρού είναι η κύρια αιτία ανάπτυξης γαστρίτιδας και
ελκών σε αυτούς τους ασθενείς. Επίσης πρόσφατα δεδομένα υποστηρίζουν ότι
υπάρχει αιτιολογική σχέση μεταξύ της ύπαρξης Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού και
της ανάπτυξης γαστρικού καρκινώματος.
Έχει αποδειχτεί ότι η ομεπραζόλη in vitro έχει βακτηριοκτόνο δράση στο
Ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού.
Η εκρίζωση του Ελικοβακτηριδίου του Πυλωρού με ομεπραζόλη, και αντιβιοτικά
σχετιζεται με γρηγορη ανακούφιση από τα συμπτώματα, υψηλά ποσοστά επούλωσης
σε οποιεσδήποτε βλάβες του βλεννογόνου και με την μακρόχρονη ύφεση της νόσου
του πεπτικού έλκους, με αποτέλεσμα να μειώνονται επιπλοκές, όπως η αιμορραγία
του γαστρεντερικού, καθώς επίσης και η ανάγκη για παρατεταμένη αντι-εκκριτική
θεραπεία.
Η ομεπραζόλη είναι μια ασθενής βάση, που συγκεντρώνεται και μετατρέπεται σε
δραστική μορφή μέσα στο όξινο περιβάλλον των ενδοκυτταρίων σωληναρίων του
τοιχωματικού κυττάρου, όπου και αναστέλλει το ένζυμο Η
+
, Κ
+
-ΑΤPάση, την αντλία
δηλαδή πρωτονίων. Το αποτέλεσμα τούτο, στο τελικό και εξασφαλίζει την
αποτελεσματική αναστολή τόσο της βασικής έκκρισης οξέος, όσο και εκείνης μετά
από διέργεση, ανεξάρτητα από τον παράγοντα διέργεσης προς έκκριση.
Η ομεπραζόλη δεν έχει καμία δράση στους υποδοχείς της ισταμίνης ή
ακετυλοχολίνης και δεν έχουν παρατηρηθεί κλινικά σημαντικές φαρμακοδυναμικές
δράσεις άλλες από αυτές που σχετίζονται με την δράση της ομεπραζόλης στην
έκκριση οξέος.
5.2 Φαρμακοκινητικές Ιδιότητες
Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, η συγκέντρωση της ομεπραζόλης ελαττούται
δισεκθετικά.
Η σύνδεση της με πρωτεΐνες του πλάσματος ανέρχεται περίπου στο 95%.
Η μέση ημιπερίοδος ζωής στην τελική φάση της καμπύλης συγκεντρώσεων της
ομεπραζόλης στο πλάσμα σε συνάρτηση με το χρόνο, ανέρχεται περίπου στα 40
λεπτά. Η ημιπερίοδος ζωής της ουσίας δε μεταβάλλεται στη διάρκεια της θεραπείας.
Η αναστολή της έκκρισης του οξέος σχετίζεται με το εμβαδόν κάτω από την καμπύλη
(ΑUC) και όχι με τις πραγματικές συγκεντρώσεις φαρμάκου στο πλάσμα, σε μια
δεδομένη χρονική στιγμή. Η ομεπραζόλη μεταβολίζεται εξ ολοκλήρου, κυρίως στο
ήπαρ. Οι απομονωθέντες μεταβολίτες της στο πλάσμα είναι οι σουλφονο-, σουλφίδιο-
και υδροξυ-ομεπραζόλη. Οι παραπάνω μεταβολίτες δεν επηρεάζουν σημαντικά την
έκκριση οξέος. Το 80% περίπου των μεταβολιτών αποβάλλεται με τα ούρα και το
υπόλοιπο με τα κόπρανα. Οι δύο κύριοι μεταβολίτες της ομεπραζόλης στα ούρα, είναι
η υδροξυ-ομεπραζόλη και το αντίστοιχο καρβοξυλικό οξύ.
Σε αθενείς με περιορισμένη νεφρική λειτουργία η συστηματική βιοδιαθεσιμότητα της
ομεπραζόλης δε μεταβάλλεται σημαντικά. Το εμβαδόν επίσης κάτω από την καμπύλη
των συγκεντρώσεων της ουσίας στο πλάσμα, σε συνάρτηση με το χρόνο, αυξάνεται
σε ασθενείς με διαταραγμένη ηπατική λειτουργία, χωρίς πάντως να έχει παρατηρηθεί
τάση άθροισης της ομεπραζόλης.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Σε μελέτες που έγιναν σε αρουραίους στους οποίους χορηγήθηκε ομεπραζόλη καθ’
όλη τη διάρκεια της ζωής τους ή υποβλήθηκαν σε μερική εκτομή του σώματος του
στομάχου παρατηρήθηκε υπερπλασία των γαστρικών ECL-κυττάρων και
καρκινοειδή.
Οι αλλαγές αυτές είναι αποτέλεσμα της παρατεταμένης υπερ-γαστριναιμίας σαν
επακόλουθο της αναστολής της έκκρισης του οξέος και όχι της άμεσης δράσης
κάποιου συγκεκριμένου φαρμάκου.
Σε ασθενείς υπό συνεχή θεραπεία με ομεπραζόλη για διάστημα μέχρι 5 χρόνια, δεν
παρατηρήθηκαν αλλαγές στο βλεννογόνο του στομάχου που να σχετίζονται με τη
θεραπεία.
6. Φαρμακευτικά στοιχεία
6.1 Κατάλογος με τα έκδοχα: Sodium Hydroxide 1N, Disodium Edetate for
Injection.
6.2 Ασυμβατότητες: Καμία
6.3 Διάρκεια ζωής: 24 μήνες
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος: Να μην φυλάσσεται
σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25
ο
C, (≤ 25
o
C).
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη: 15 ml, γυάλινο (τύπου Ι) φιαλίδιο
6.6 Οδηγίες χρήσης / χειρισμού:
7. Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας: SPECIFAR ABEE
28
ης
Οκτωβρίου 1, Αγ. Βαρβάρα 123 51,
Αθήνα.
Τηλ.: 210 54 01 500
8. Αριθμός άδειας κυκλοφορίας 81682/06/12-09-07
9. Ημερομηνία της πρώτης άδειας / ανανέωσης της άδειας κυκλοφορίας.
02-08-2006
10. Ημερομηνία της (μερικής) αναθεώρησης του κειμένου.
12-09-2007