ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
PREXAT 10 mg/ml πόσιμες σταγόνες, διάλυμα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε ml (1 ml αντιστοιχεί σε 20 σταγόνες) PREXAT περιέχει:
11,11 mg υδροχλωρικής παροξετίνης (που ισοδυναμεί με 10 mg βάσης
παροξετίνης)
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα
Φιάλη των 30 ml ή των 60 ml.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Για τη θεραπεία των:
- Μείζον Καταθλιπτικό Επεισόδιο
- Ψυχαναγκαστική-Καταναγκαστική Διαταραχή
- Διαταραχή Πανικού με και χωρίς αγοραφοβία
- Κοινωνικές Αγχώδεις Διαταραχές / Κοινωνική φοβία
- Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή
- Μετατραυματικό stress
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η φιάλη έχει ένα γυάλινο δοσιμετρικό σταγονόμετρο βαθμονομημένο σε 1 ml
(1 ml αντιστοιχεί σε 20 σταγόνες που ισοδυναμούν με 10 mg βάσης
παροξετίνης).
Μία σταγόνα ισοδυναμεί με 0,5 mg βάσης παροξετίνης.
Συνιστάται η εφάπαξ χορήγηση του PREXAT πόσιμες σταγόνες το πρωί κατά τη
διάρκεια του πρωινού. Οι σταγόνες πρέπει να διαλύονται σε νερό.
ΜΕΙΖΟΝ ΚΑΤΑΘΛΙΠΤΙΚΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ
Η συνιστώμενη δόση είναι 20 mg ημερησίως. Γενικά, η βελτίωση των ασθενών
ξεκινά μετά από μία εβδομάδα, αλλά μπορεί να γίνει εμφανής μόνο από τη
δεύτερη εβδομάδα θεραπείας.
Όπως με όλα τα αντικαταθλιπτικά φαρμακευτικά προϊόντα, η δόση πρέπει να
αναθεωρείται και να ρυθμίζεται, εάν αυτό απαιτείται, εντός 3 έως 4 εβδομάδων
από την έναρξη της θεραπείας και κατόπιν όπως κρίνεται κλινικά κατάλληλο.
Σε μερικούς ασθενείς, με ανεπαρκή ανταπόκριση στα 20 mg, η δόση μπορεί να
αυξηθεί σταδιακά μέχρι τη μέγιστη των 50 mg ημερησίως, σε βήματα των
10 mg, ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενούς.
Ασθενείς με κατάθλιψη πρέπει να υποβάλλονται σε θεραπεία για ένα επαρκές
διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών, για να εξασφαλισθεί ότι είναι ελεύθεροι
συμπτωμάτων.
ΨΥΧΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ-ΚΑΤΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ
Η συνιστώμενη δόση είναι 40 mg ημερησίως. Οι ασθενείς πρέπει να αρχίζουν
με 20 mg ημερησίως και η δόση μπορεί να αυξηθεί σταδιακά ανά 10 mg μέχρι
1
τη συνιστώμενη δόση. Εάν μετά από μερικές εβδομάδες στη συνιστώμενη δόση
παρατηρηθεί ανεπαρκής ανταπόκριση, μερικοί ασθενείς μπορεί να ωφεληθούν,
εάν αυξηθεί η δόση τους σταδιακά μέχρι μία μέγιστη 60 mg ημερησίως.
Οι ασθενείς με ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή πρέπει να
υποβάλλονται σε θεραπεία για ένα επαρκές διάστημα, για να εξασφαλισθεί ότι
είναι ελεύθεροι συμπτωμάτων. Αυτό το διάστημα μπορεί να είναι μερικοί μήνες
ή ακόμα περισσότερο. (βλέπε παράγραφο 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες)
ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΠΑΝΙΚΟΥ
Η συνιστώμενη δόση είναι 40 mg ημερησίως. Οι ασθενείς πρέπει να αρχίζουν
με 10 mg ημερησίως και η δόση να αυξάνεται σταδιακά σε βήματα των 10 mg,
ανάλογα με την ανταπόκριση του ασθενούς στη συνιστώμενη δόση. Συνιστάται
χαμηλή δοσολογία έναρξης, για να ελαχιστοποιηθεί η πιθανή επιδείνωση της
συμπτωματολογίας του πανικού, η οποία γενικά αναγνωρίζεται ότι
παρατηρείται νωρίς κατά τη θεραπεία αυτής της διαταραχής. Εάν μετά από
μερικές εβδομάδες στη συνιστώμενη δόση παρατηρηθεί ανεπαρκής
ανταπόκριση, μερικοί ασθενείς μπορεί να ωφεληθούν εάν αυξηθεί η δόση τους
σταδιακά μέχρι μία μέγιστη 60 mg ημερησίως.
Οι ασθενείς με διαταραχή πανικού πρέπει να υποβάλλονται σε θεραπεία για ένα
επαρκές διάστημα, για να εξασφαλισθεί ότι είναι ελεύθεροι συμπτωμάτων.
Αυτό το διάστημα μπορεί να είναι μερικοί μήνες ή ακόμα περισσότερο (βλέπε
παράγραφο 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες)
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΓΧΩΔΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ / ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΦΟΒΙΑ
Η συνιστώμενη δόση είναι 20 mg ημερησίως. Εάν μετά από μερικές εβδομάδες
στη συνιστώμενη δόση παρατηρηθεί ανεπαρκής ανταπόκριση, μερικοί ασθενείς
μπορεί να ωφεληθούν εάν αυξηθεί η δόση τους σταδιακά σε βήματα των 10 mg,
μέχρι μία μέγιστη 50 mg ημερησίως. Η μακροχρόνια χρήση πρέπει να
αξιολογείται τακτικά (βλέπε παράγραφο 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες).
ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΑΓΧΩΔΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ
Η συνιστώμενη δόση είναι 20 mg ημερησίως. Εάν μετά από μερικές εβδομάδες
στη συνιστώμενη δόση παρατηρηθεί ανεπαρκής ανταπόκριση, μερικοί ασθενείς
μπορεί να ωφεληθούν, εάν αυξηθεί η δόση τους σταδιακά σε βήματα των 10 mg,
μέχρι μία μέγιστη 50 mg ημερησίως. Η μακροχρόνια χρήση πρέπει να
αξιολογείται τακτικά (βλέπε παράγραφο 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες).
ΜΕΤΑΤΡΑΥΜΑΤΙΚΟ STRESS
Η συνιστώμενη δόση είναι 20 mg ημερησίως. Εάν μετά από μερικές εβδομάδες
στη συνιστώμενη δόση παρατηρηθεί ανεπαρκής ανταπόκριση, μερικοί ασθενείς
μπορεί να ωφεληθούν, εάν αυξηθεί η δόση τους σταδιακά σε βήματα των 10 mg,
μέχρι μία μέγιστη 50 mg ημερησίως. Η μακροχρόνια χρήση πρέπει να
αξιολογείται τακτικά (βλέπε παράγραφο 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες).
ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΑΠΟΣΥΡΣΗΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΚΟΠΗ
ΤΗΣ ΠΑΡΟΞΕΤΙΝΗΣ
Η απότομη διακοπή πρέπει να αποφεύγεται (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές
Προειδοποιήσεις και Προφυλάξεις κατά τη Χρήση και παράγραφο 4.8
Ανεπιθύμητες Ενέργειες). Η φάση ελάττωσης της δοσολογίας που
χρησιμοποιήθηκε σε κλινικές δοκιμές περιελάμβανε ελάττωση της ημερήσιας
δόσης κατά 10 mg σε διαστήματα της μίας εβδομάδας. Εάν συμβούν μη ανεκτά
συμπτώματα μετά την ελάττωση της δόσης ή κατά τη διακοπή της θεραπείας,
πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο επαναχορήγησης της προηγούμενης
συνταγογραφημένης δόσης. Στη συνέχεια, ο ιατρός μπορεί να συνεχίσει τη
μείωση της δόσης, αλλά με έναν πιο σταδιακό ρυθμό.
Ειδικοί πληθυσμοί:
• Ηλικιωμένοι
Αυξημένες συγκεντρώσεις της παροξετίνης στο πλάσμα εμφανίζονται σε
2
ηλικιωμένα άτομα, αλλά το εύρος των συγκεντρώσεων επικαλύπτει εκείνο που
παρατηρείται σε νεαρότερα άτομα. Η δόση πρέπει να αρχίζει με τη δοσολογία
έναρξης του ενήλικα. Η αύξηση της δόσης μπορεί να είναι χρήσιμη σε μερικούς
ασθενείς, αλλά η μέγιστη δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 40 mg ημερησίως.
• Παιδιά και έφηβοι (7-17 ετών)
Η παροξετίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται στη θεραπεία παιδιών και εφήβων,
καθώς έχει βρεθεί σε ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές ότι η παροξετίνη σχετίζεται
με αυξημένο κίνδυνο για αυτοκτονική συμπεριφορά και εχθρότητα.
Επιπρόσθετα, σε αυτές τις δοκιμές δεν έχει επαρκώς καταδειχθεί
αποτελεσματικότητα (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και
προφυλάξεις κατά τη χρήση και παράγραφο 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες).
• Παιδιά ηλικίας μικρότερης των 7 ετών
Δεν έχει μελετηθεί η χρήση της παροξετίνης σε παιδιά μικρότερα των 7 ετών. Δε
πρέπει να χρησιμοποιείται η παροξετίνη, δεδομένου ότι η ασφάλεια και η
αποτελεσματικότητα σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα δεν έχουν τεκμηριωθεί.
• Νεφρική/ηπατική δυσλειτουργία
Παρατηρούνται αυξημένες συγκεντρώσεις παροξετίνης στο πλάσμα σε ασθενείς
με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης μικρότερη των
30 ml/min) ή σε εκείνους με ηπατική ανεπάρκεια. Ως εκ τούτου, η δόση πρέπει
να περιορίζεται στο κατώτερο όριο του δοσολογικού εύρους.
4.3 Αντενδείξεις
Γνωστή υπερευαισθησία στην παροξετίνη ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
6.1αναφέρονται στην παράγραφο .
Η παροξετίνη αντενδείκνυται σε συνδυασμό με αναστολείς της
μονοαμινοξειδάσης (αναστολείς ΜΑΟ).
Σε εξαιρετικές περιστάσεις, η λινεζολίδη (αντιβιοτικό που είναι αναστρέψιμος
μη εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ) μπορεί να χορηγηθεί σε συνδυασμό με την
παροξετίνη, με την προϋπόθεση ότι υπάρχει ο απαραίτητος εξοπλισμός για
στενή παρατήρηση των συμπτωμάτων του συνδρόμου σεροτονίνης και για τον
έλεγχο της αρτηριακής πίεσης (βλέπε παράγραφο 4.5).
Η θεραπεία με παροξετίνη μπορεί να ξεκινήσει:
- δύο εβδομάδες μετά τη διακοπή ενός μη αναστρέψιμου αναστολέα ΜΑΟ, ή
- τουλάχιστον 24 ώρες μετά τη διακοπή ενός αναστρέψιμου αναστολέα ΜΑΟ
(π.χ. μοκλοβεμίδη, λινεζολίδη, χλωριούχο μεθυλοθειονίνιο (μπλε του
μεθυλενίου: ένας προεγχειρητικός παράγοντας απεικόνισης που είναι ένας
αναστρέψιμος μη-εκλεκτικός αναστολέας ΜΑΟ).
Πρέπει να παρέλθει τουλάχιστον μία εβδομάδα μεταξύ της διακοπής της
παροξετίνης και της έναρξης της θεραπείας με οποιοδήποτε αναστολέα ΜΑΟ.
Η παροξετίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με τη θειοριδαζίνη,
επειδή, όπως και με άλλα φάρμακα τα οποία αναστέλλουν το ηπατικό ένζυμο
CYP450 2D6, η παροξετίνη μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της θειοριδαζίνης στο
πλάσμα (βλέπε παράγραφο 4.5 Αλληλεπίδραση με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης). Η χορήγηση μόνο της θειοριδαζίνης μπορεί
να οδηγήσει σε παράταση του QTc διαστήματος σε συνδυασμό με σοβαρή
κοιλιακή αρρυθμία, όπως η κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην ριπιδίου, και αιφνίδιο
θάνατο.
Η παροξετίνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με πιμοζίδη (βλέπε
παράγραφο 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης).
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η έναρξη της θεραπείας με παροξετίνη πρέπει να γίνεται με προσοχή δύο
εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας με ένα μη αναστρέψιμο
3
αναστολέα ΜΑΟ ή 24 ώρες μετά τον τερματισμό της θεραπείας με ένα
αναστρέψιμο αναστολέα της MAO. Η δοσολογία της παροξετίνης πρέπει να
αυξάνεται σταδιακά έως την επίτευξη της βέλτιστης ανταπόκρισης (βλέπε
παράγραφο 4.3 Αντενδείξεις και παράγραφο 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης).
Χρήση σε παιδιά και εφήβους κάτω των 18 ετών
Η παροξετίνη δεν πρέπει να χορηγείται για τη θεραπεία παιδιών και εφήβων
κάτω των 18 ετών.
Αυτοκτονικά σχετιζόμενες συμπεριφορές (απόπειρα αυτοκτονίας και σκέψεις
αυτοκτονίας), καθώς και εχθρότητα (κυρίως επιθετικότητα, εναντιωτική
συμπεριφορά και θυμός) παρατηρήθηκαν με μεγαλύτερη συχνότητα σε κλινικές
δοκιμές με παιδιά και εφήβους που λάμβαναν αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με
εκείνους που λάμβαναν εικονικό φάρμακο. Εάν, εντούτοις, αποφασιστεί να
χορηγηθεί σχετική αγωγή, λόγω κλινικής ανάγκης, ο ασθενής πρέπει να
παρακολουθείται με προσοχή για την πιθανότητα εμφάνισης αυτοκτονικών
συμπτωμάτων. Επιπλέον, δεν υπάρχουν μεγάλης χρονικής διάρκειας στοιχεία
ασφάλειας σε παιδιά και εφήβους όσον αφορά στη σωματική τους ανάπτυξη,
την ωρίμανση, τη διανοητική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της συμπεριφοράς.
Αυτοκτονία / αυτοκτονικές σκέψεις ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων,
αυτοτραυματισμού και αυτοκτονίας (συμβάματα που σχετίζονται με
αυτοκτονία). Ο κίνδυνος αυτός εμμένει μέχρι την επίτευξη σημαντικής
υποχώρησης της νόσου. Καθώς μπορεί να μην παρατηρηθεί βελτίωση κατά τη
διάρκεια των πρώτων εβδομάδων θεραπείας ή και περισσότερο, οι ασθενείς
πρέπει να παρακολουθούνται στενά μέχρι να επιτευχθεί τέτοια βελτίωση. Από
τη γενική κλινική εμπειρία, ο κίνδυνος αυτοκτονίας μπορεί να αυξηθεί κατά τα
πρώιμα στάδια ανάρρωσης.
Άλλες ψυχιατρικές παθήσεις για τις οποίες χορηγείται παροξετίνη, μπορεί
επίσης να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο γεγονότων σχετικών με την
αυτοκτονία. Επιπλέον, αυτές οι παθήσεις μπορεί να συνυπάρχουν με μείζονα
καταθλιπτική διαταραχή. Οι ίδιες προφυλάξεις που λαμβάνονται για θεραπεία
ασθενών με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή πρέπει, επομένως, να
λαμβάνονται όταν αντιμετωπίζονται ασθενείς με άλλες ψυχιατρικές
διαταραχές.
Ασθενείς με ιστορικό συμβαμάτων σχετικών με την αυτοκτονία ή εκείνοι που
παρουσιάζουν ένα σημαντικό βαθμό αυτοκτονικού ιδεασμού πριν από την
έναρξη της θεραπείας, βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονικών
σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας, και για αυτό πρέπει να παρακολουθούνται
προσεκτικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Μία μετά-ανάλυση κλινικών δοκιμών με αντικαταθλιπτικά φάρμακα,
ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο, σε ενήλικες ασθενείς με ψυχιατρικές
διαταραχές έδειξε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς με
αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο σε ασθενείς ηλικίας
κάτω των 25 ετών (βλέπε επίσης παράγραφο 5.1).
Η στενή επίβλεψη των ασθενών και ιδιαίτερα αυτών που διατρέχουν υψηλό
κίνδυνο πρέπει να συνοδεύει τη φαρμακευτική αγωγή ειδικά στα πρώτα στάδια
της θεραπείας και έπειτα από μεταβολές της δόσης.
Οι ασθενείς, (και αυτοί που φροντίζουν τους ασθενείς) πρέπει να
προειδοποιούνται σχετικά με την ανάγκη παρακολούθησης για τυχόν κλινική
επιδείνωση, αυτοκτονική συμπεριφορά ή σκέψεις και ασυνήθιστες μεταβολές
της συμπεριφοράς και να ζητούν ιατρική συμβουλή αμέσως μόλις εμφανιστούν
τα συμπτώματα.
Ακαθησία/ψυχοκινητική ανησυχία
Η χρήση της παροξετίνης έχει συσχετιστεί με την ανάπτυξη ακαθησίας, η οποία
4
χαρακτηρίζεται από μία εσωτερική αίσθηση ανησυχίας και ψυχοκινητικής
διέγερσης, όπως αδυναμία παραμονής σε ακινησία στην καθιστή ή όρθια θέση,
που συνήθως συνδέεται με υποκείμενο αίσθημα δυσφορίας. Αυτό είναι
περισσότερο πιθανό να συμβεί εντός των πρώτων λίγων εβδομάδων της
θεραπείας. Σε ασθενείς που αναπτύσσουν τέτοια συμπτώματα η αύξηση της
δόσης μπορεί να είναι επιβλαβής.
Σύνδρομο Σεροτονίνης/Νευροληπτικό Κακόηθες Σύνδρομο
Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να συμβεί ανάπτυξη του συνδρόμου σεροτονίνης
ή συμβάματα προσομοιάζοντα με κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο σε
συνδυασμό με τη θεραπεία με παροξετίνη, ειδικά όταν χορηγείται σε συνδυασμό
με άλλα σεροτονινεργικά και /ή νευροληπτικά φάρμακα. Δεδομένου ότι αυτά τα
σύνδρομα μπορεί να καταλήξουν σε δυνητικά επικίνδυνες για τη ζωή
καταστάσεις, η θεραπεία με παροξετίνη πρέπει να διακόπτεται εάν
παρατηρούνται τέτοια συμβάματα (τα οποία χαρακτηρίζονται από μία ομάδα
συμπτωμάτων όπως υπερθερμία, ακαμψία, μυόκλωνος, αστάθεια του αυτόνομου
με πιθανές ταχείες μεταβολές των ζωτικών σημείων, μεταβολές της
διανοητικής κατάστασης συμπεριλαμβανομένων σύγχυσης, ευερεθιστότητας,
υπερβολικής διέγερσης εξελισσόμενης σε παραλήρημα και κώμα) και πρέπει να
ξεκινήσει υποστηρικτική συμπτωματική θεραπεία. Η παροξετίνη δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με πρόδρομα σεροτονίνης (όπως η L-
τρυπτοφάνη, οξυτρυπτάνη) λόγω του κινδύνου σεροτονινεργικού συνδρόμου.
(βλέπε παραγράφους 4.3 Αντενδείξεις και 4.5 Αλληλεπίδραση με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης).
Μανία
Όπως με όλα τα αντικαταθλιπτικά, η παροξετίνη πρέπει να χρησιμοποιείται με
προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό μανίας. Η παροξετίνη πρέπει να διακόπτεται
σε κάθε ασθενή που εισέρχεται σε μανιακή φάση.
Νεφρική /ηπατική δυσλειτουργία
Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία ή σε
εκείνους με ηπατική δυσλειτουργία (βλέπε παράγραφο 4.2 Δοσολογία και
τρόπος χορήγησης).
Διαβήτης
Σε ασθενείς με διαβήτη, η θεραπεία με ένα εκλεκτικό αναστολέα
επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) μπορεί να μεταβάλει το γλυκαιμικό
έλεγχο. Μπορεί να χρειασθεί προσαρμογή της δοσολογίας της ινσουλίνης και/ή
των από του στόματος υπογλυκαιμικών. Επιπροσθέτως, έχουν γίνει μελέτες που
υποδηλώνουν ότι ενδέχεται να λάβει χώρα μία αύξηση στα επίπεδα γλυκόζης
αίματος, όταν η παροξετίνη και η πραβαστατίνη συγχορηγούνται (βλέπε
παράγραφο 4.5.)
Επιληψία
Όπως και με άλλα αντικαταθλιπτικά, η παροξετίνη πρέπει να χρησιμοποιείται
με προσοχή σε ασθενείς με επιληψία.
Σπασμοί
Συνολικά η εμφάνιση σπασμών σε ασθενείς που λαμβάνουν παροξετίνη είναι
μικρότερη από 0,1%. Το φάρμακο πρέπει να διακόπτεται σε κάθε ασθενή που θα
εμφανίσει σπασμούς.
Ηλεκτροσπασμοθεραπεία
Υπάρχει μικρή κλινική εμπειρία από τη σύγχρονη χορήγηση παροξετίνης με
ηλεκτροσπασμοθεραπεία.
μΓλαύκω α
Όπως και με τους άλλους SSRIs, η παροξετίνη μπορεί να προκαλέσει μυδρίαση
και πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με γλαύκωμα κλειστής
γωνίας ή ιστορικό γλαυκώματος.
Καρδιακές παθήσεις
5
Πρέπει να λαμβάνονται οι συνήθεις προφυλάξεις σε ασθενείς με καρδιακές
παθήσεις.
Υπονατριαιμία
Σπάνια έχει αναφερθεί υπονατριαιμία, κυρίως στους ηλικιωμένους. Επίσης,
πρέπει να δίνεται προσοχή σε εκείνους τους ασθενείς με κίνδυνο εμφάνισης
υπονατριαιμίας π.χ. από συγχορηγούμενα φάρμακα και κίρρωση.
Γενικά η υπονατριαιμία αναστρέφεται με τη διακοπή της παροξετίνης.
Αιμορραγία
Υπάρχουν αναφορές για υποδόριες αιμορραγικές διαταραχές, όπως εκχυμώσεις
και πορφύρα με τους SSRIs. Έχουν επίσης αναφερθεί άλλες αιμορραγικές
εκδηλώσεις π.χ. αιμορραγία του γαστρεντερικού.
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς μπορεί να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν SSRIs ταυτόχρονα με
αντιπηκτικά από του στόματος, φάρμακα που είναι γνωστό ότι επηρεάζουν τη
λειτουργία των αιμοπεταλίων ή άλλα φάρμακα τα οποία μπορεί να αυξήσουν
τον κίνδυνο αιμορραγιών (π.χ. άτυπα αντιψυχωσικά, όπως κλοζαπίνη,
φαινοθειαζίνες, τα περισσότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά (TCA),
ακετυλοσαλικυλικό οξύ, ΜΣΑΦ, και αναστολείς COX-2), καθώς επίσης σε
ασθενείς με ιστορικό αιμορραγικών διαταραχών ή παθήσεων που προδιαθέτουν
σε αιμορραγία.
Αλληλεπίδραση με ταμοξιφαίνη
Μερικές μελέτες έχουν δείξει ότι η αποτελεσματικότητα της θεραπείας με
ταμοξιφαίνη, όπως μετράται με τον κίνδυνο υποτροπής/ θνησιμότητας του
καρκίνου του μαστού, μπορεί να μειωθεί, όταν συνταγογραφηθεί ταυτόχρονα με
παροξετίνη, ως αποτέλεσμα της μη αναστρέψιμης αναστολής του CYP2D6 μετά
από παροξετίνη (βλέπε παράγραφο 4.5). Η παροξετίνη πρέπει, όποτε είναι
δυνατόν, να αποφεύγεται κατά τη χρήση ταμοξιφαίνης για τη θεραπεία ή την
πρόληψη του καρκίνου του μαστού.
Συμπτώματα απόσυρσης που παρατηρούνται κατά τη διακοπή της
παροξετίνης
Τα συμπτώματα απόσυρσης, όταν διακόπτεται η θεραπεία, είναι συχνά,
ιδιαίτερα, εάν η διακοπή είναι απότομη (βλέπε παράγραφο 4.8 Ανεπιθύμητες
Ενέργειες). Σε κλινικές δοκιμές τα ανεπιθύμητα συμβάματα που
παρατηρήθηκαν με τη διακοπή της θεραπείας εμφανίσθηκαν στο 30% των
ασθενών που έλαβαν παροξετίνη, συγκριτικά με το 20% των ασθενών που
έλαβαν εικονικό φάρμακο. Η εμφάνιση των συμπτωμάτων απόσυρσης δεν είναι
η ίδια, όπως όταν ένα φάρμακο είναι εθιστικό ή προκαλεί εξάρτηση.
Ο κίνδυνος των συμπτωμάτων απόσυρσης μπορεί να εξαρτάται από αρκετούς
παράγοντες, περιλαμβανομένης της διάρκειας και της δόσης της θεραπείας και
του ρυθμού μείωσης της δόσης.
Έχουν επίσης αναφερθεί ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας
(συμπεριλαμβανομένων της παραισθησίας, του αισθήματος ηλεκτρικών
εκκενώσεων και των εμβοών), διαταραχές του ύπνου (συμπεριλαμβανομένων
έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία, τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση,
κεφαλαλγία, διάρροια, αίσθημα παλμών, συναισθηματική αστάθεια,
ευερεθιστότητα και οπτικές διαταραχές. Γενικά, αυτά τα συμπτώματα είναι
ήπια έως μέτρια, ωστόσο, σε μερικούς ασθενείς μπορεί να είναι σοβαρής
εντάσεως. Συνήθως συμβαίνουν εντός των πρώτων λίγων ημερών μετά τη
διακοπή της θεραπείας, αλλά υπάρχουν και πολύ σπάνιες αναφορές τέτοιων
συμπτωμάτων σε ασθενείς οι οποίοι λόγω αμελείας παρέλειψαν μία δόση.
Γενικά αυτά τα συμπτώματα αυτοπεριορίζονται και συνήθως παρέρχονται
εντός 2 εβδομάδων, εάν και σε μερικά άτομα μπορεί να παραταθούν (2-3 μήνες
ή και περισσότερο). Για αυτόν το λόγο συνιστάται η θεραπεία με παροξετίνη να
διακόπτεται σταδιακά σε μία περίοδο αρκετών εβδομάδων ή μηνών, ανάλογα με
6
τις ανάγκες του ασθενούς (βλέπε «Συμπτώματα Απόσυρσης που Παρατηρούνται
κατά τη Διακοπή της Παροξετίνης», παράγραφο 4.2 Δοσολογία και τρόπος
χορήγησης).
Προειδοποιήσεις για τα έκδοχα
Σακχαρόζη
Το προϊόν περιέχει σακχαρόζη και, συνεπώς, ασθενείς με σπάνια κληρονομικά
προβλήματα δυσανεξίαςσε γλυκόζη, κακή απορρόφηση γλυκόζης-γαλακτόζης ή
ανεπάρκεια σουκράσης-ισομαλτάσης δεν πρέπει να πάρουν αυτό το φάρμακο.
Μπορεί να είναι επιβλαβές στα δόντια.
Αιθανόλη
Το προϊόν περιέχει βελτιωτικό γεύσης ανίσου που περιέχει αιθανόλη. Η
συνολική ποσότητα αιθανόλης είναι 26,4 mg/ml, συνεπώς, κάθε δόση περιέχει
ποσότητα αιθανόλης που κυμαίνεται μεταξύ 0,0264 g και 0,158 g.
Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε ασθενείς που πάσχουν από αλκοολισμό, σε
γυναίκες εγκύους ή θηλάζουσες, παιδιά και ασθενείς με ηπατική νόσο ή
επιληψία.
Για τα άτομα που ασχολούνται με τον αθλητισμό, η χρήση φαρμακευτικών
προϊόντων που περιέχουν αιθανόλη μπορεί να προκαλέσει θετικά αποτελέσματα
στον έλεγχο antidoping, ανάλογα με τα όρια συγκέντρωσης αιθανόλης στο αίμα
που επιτρέπονται από μερικές αθλητικές οργανώσεις.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Πραβαστατίνη
Έχει παρατηρηθεί αλληλεπίδραση μεταξύ παροξετίνης και πραβαστατίνης σε
μελέτες που υποδηλώνουν ότι η συγχορήγηση της παροξετίνης και
πραβαστατίνης ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση των επιπέδων γλυκόζης
αίματος. Οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη που λαμβάνουν τόσο παροξετίνη
όσο και πραβαστατίνη μπορεί να απαιτήσουν προσαρμογή της δοσολογίας των
από του στόματος υπογλυκαιμικών παραγόντων και/ή της ινσουλίνης (βλέπε
παράγραφο 4.4).
Σεροτονινεργικά φάρμακα
Όπως και με άλλους SSRIs, η ταυτόχρονη χορήγηση με σεροτονινεργικά
φάρμακα μπορεί να οδηγήσει σε εμφάνιση αποτελεσμάτων που συνδέονται με
την 5-HT (σύνδρομο σεροτονίνης: βλέπε παράγραφο 4.3 Αντενδείξεις και
παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Πρέπει να συνιστάται προσοχή καθώς και προσεκτικός κλινικός έλεγχος όταν
σεροτονινεργικά φάρμακα (όπως η L-τρυπτοφάνη, οι τριπτάνες η τραμαδόλη, η
λινεζολίδη, χλωριούχο μεθυλοθειονίνιο (μπλε του μεθυλενίου), τα SSRIs, το
λίθιο, η πεθιδίνη και παρασκευάσματα St. John's WortHypericum
perforatum)
συνδυάζονται με παροξετίνη.
Επιπλέον, συνιστάται προσοχή όταν χρησιμοποιείται φαιντανύλη στη γενική
αναισθησία ή στην αντιμετώπιση του χρόνιου άλγους. Η ταυτόχρονη χρήση
παροξετίνης και αναστολέων ΜΑΟ αντενδείκνυται εξαιτίας του κινδύνου
εμφάνισης συνδρόμου σεροτονίνης (βλέπε παράγραφο 4.3 Αντενδείξεις).
Πιμοζίδη
Αυξημένα επίπεδα πιμοζίδης κατά 2,5 φορές έχουν παρουσιαστεί σε μία μελέτη
μίας μικρής δόσης πιμοζίδης (2 mg), όταν συγχορηγείται μαζί με 60 mg
παροξετίνης. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από τις γνωστές ανασταλτικές ιδιότητες
της παροξετίνης στο CYP2D6. Λόγω του στενού θεραπευτικού εύρους της
πιμοζίδης και της γνωστής ικανότητάς της να παρατείνει το διάστημα QT, η
ταυτόχρονη χρήση πιμοζίδης και παροξετίνης αντενδείκνυται (βλέπε
παράγραφο 4.3 Αντενδείξεις).
Ένζυμα που μεταβολίζουν το φάρμακο
7
Ο μεταβολισμός και η φαρμακοκινητική της παροξετίνης μπορεί να
επηρεαστούν από την επαγωγή ή την αναστολή των ενζύμων που μεταβολίζουν
φάρμακα.
Όταν η παροξετίνη πρόκειται να χορηγηθεί ταυτόχρονα με έναν γνωστό
αναστολέα των ενζύμων που μεταβολίζουν το φάρμακο, πρέπει να δίνεται
προσοχή ώστε να χρησιμοποιούνται δόσεις παροξετίνης στο κατώτερο όριο του
εύρους.
Δε θεωρείται απαραίτητη η αρχική προσαρμογή της δοσολογίας, όταν το
φάρμακο πρόκειται να χορηγηθεί ταυτόχρονα με γνωστούς επαγωγείς των
ενζύμων που μεταβολίζουν το φάρμακο (π.χ. καρβαμαζεπίνη, ριφαμπικίνη,
φαινοβαρβιτάλη, φαινυτοΐνη) ή με φοσαμπρεναβίρη/ριτοναβίρη. Οποιαδήποτε
προσαρμογή της δοσολογίας της παροξετίνης (είτε μετά από έναρξη ή
ακολουθώντας τη διακοπή ενός επαγωγέα ενζύμου) πρέπει να καθοδηγείται από
το κλινικό αποτέλεσμα (ανεκτικότητα και αποτελεσματικότητα).
Φοσαμπρεναβίρη/ριτοναβίρη: Ταυτόχρονη χορήγηση
φοσαμπρεναβίρης/ριτοναβίρης 700/100 mg δύο φορές ημερησίως με παροξετίνη
20 mg ημερησίως σε υγιείς εθελοντές για 10 ημέρες μείωσε σημαντικά τα
επίπεδα της παροξετίνης στο πλάσμα μέχρι 55% περίπου. Τα επίπεδα
φοσαμπρεναβίρης/ριτοναβίρης στο πλάσμα κατά τη διάρκεια ταυτόχρονης
χορήγησης παροξετίνης ήταν παρόμοια με τις τιμές αναφοράς άλλων μελετών,
αποδεικνύοντας ότι η παροξετίνη δεν είχε σημαντική επίδραση στο
μεταβολισμό της φοσαμπρεναβίρης/ριτοναβίρης. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα
δεδομένα για τα αποτελέσματα μακρόχρονης ταυτόχρονης χορήγησης
παροξετίνης και φοσαμπρεναβίρης/ριτοναβίρης για πάνω από 10 ημέρες.
Προκυκλιδίνη: Η καθημερινή χορήγηση της παροξετίνης αυξάνει σημαντικά
τα επίπεδα της προκυκλιδίνης στο πλάσμα. Εάν παρατηρηθούν αντι-
χολινεργικά αποτελέσματα, η δόση της προκυκλιδίνης πρέπει να ελαττωθεί.
Αντιεπιληπτικά: καρβαμαζεπίνη, φαινυτοΐνη, βαλπροϊκό νάτριο. Ταυτόχρονη
χορήγηση δε φαίνεται να έχει καμία επίδραση στο φαρμακοκινητικό
/φαρμακοδυναμικό προφίλ στους επιληπτικούς ασθενείς.
Δυνατότητα αναστολής του CYP2D6 της παροξετίνης
Όπως και άλλα αντικαταθλιπτικά, συμπεριλαμβανομένων και των άλλων
SSRIs, η παροξετίνη αναστέλλει το ένζυμο CYP2D6 του ηπατικού κυτοχρώματος
P450. Η αναστολή του CYP2D6 μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των
συγκεντρώσεων πλάσματος των συγχορηγούμενων φαρμάκων που
μεταβολίζονται από αυτό το ένζυμο. Αυτά περιλαμβάνουν ορισμένα τρικυκλικά
αντικαταθλιπτικά (π.χ. κλομιπραμίνη, νορτριπτυλίνη και δεσιπραμίνη),
νευροληπτικά φαινοθειαζίνης (π.χ. περφεναζίνη και θειοριδαζίνη, βλέπε
παράγραφο 4.3 Αντενδείξεις), ρισπεριδόνη, ατομοξετίνη, συγκεκριμένα Τύπου
1c αντιαρρυθμικά (π.χ. προπαφαινόνη και φλεκαϊνίδη) και μετοπρολόλη. Δεν
συνιστάται να χρησιμοποιείται η παροξετίνη σε συνδυασμό με μετοπρολόλη
όταν χορηγείται σε καρδιακή ανεπάρκεια, λόγω του στενού θεραπευτικού
δείκτη της μετοπρολόλης σε αυτήν την ένδειξη.
Η ταμοξιφαίνη έχει ένα σημαντικό ενεργό μεταβολίτη, την endoxifen, η οποία
παράγεται από το CYP2D6 και συμβάλλει σημαντικά στην αποτελεσματικότητα
της θεραπείας με ταμοξιφαίνη. Μη αναστρέψιμη αναστολή του CYP2D από την
παροξετίνη οδηγεί σε μειωμένες συγκεντρώσεις της endoxifen στο πλάσμα
(βλέπε παράγραφο 4.4).
Αλκοόλ
Όπως και με άλλα ψυχοτρόπα φάρμακα, οι ασθενείς πρέπει να συμβουλεύονται
να αποφεύγουν τη χρήση αλκοόλ ενώ λαμβάνουν παροξετίνη.
Από του στόματος αντιπηκτικά
Μπορεί να παρατηρηθεί αλληλεπίδραση μεταξύ παροξετίνης και από του
στόματος αντιπηκτικών. Η ταυτόχρονη χορήγηση παροξετίνης και από του
8
στόματος αντιπηκτικών μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της αντιπηκτικής
δραστικότητας και κίνδυνο αιμορραγίας. Για αυτό, η παροξετίνη πρέπει να
χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν από του στόματος
αντιπηκτικά. (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις
κατά τη χρήση)
ΜΣΑΦ και ακετυλοσαλικυλικό οξύ και άλλοι αντιαιμοπεταλιακοί
παράγοντες
Μπορεί να παρατηρηθεί φαρμακοδυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ παροξετίνης
και ΜΣΑΦ/ακετυλοσαλικυλικού οξέος.
Η ταυτόχρονη χρήση παροξετίνης και ΜΣΑΦ/ακετυλοσαλικυλικού οξέος μπορεί
να οδηγήσει σε αυξημένο αιμορραγικό κίνδυνο. (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές
προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση)
Συνιστάται προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν SSRIs ταυτόχρονα με από του
στόματος αντιπηκτικά, φάρμακα γνωστά ότι επηρεάζουν τη λειτουργία των
αιμοπεταλίων ή αυξάνουν τον κίνδυνο αιμορραγίας (π.χ. άτυπα αντιψυχωσικά,
όπως η κλοζαπίνη, οι φαινοθειαζίνες, τα περισσότερα TCAs, το
ακετυλοσαλικυλικό οξύ, τα ΜΣΑΦ, οι αναστολείς COX-2) όπως επίσης σε
ασθενείς με ιστορικό αιμορραγικών διαταραχών ή καταστάσεων που μπορεί να
προδιαθέτουν σε αιμορραγία.
4.6 μ , Γονι ότητα κύηση και γαλουχία
μΕγκυ οσύνη
Μερικές επιδημιολογικές μελέτες υποδηλώνουν αυξημένο κίνδυνο συγγενών
δυσπλασιών ιδιαίτερα καρδιαγγειακών (π.χ. ανωμαλίες κοιλιακού και κολπικού
διαφράγματος) που συνδέεται με τη χρήση παροξετίνης κατά τη διάρκεια του
πρώτου τριμήνου. Ο μηχανισμός είναι άγνωστος. Τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι
ο κίνδυνος ένα βρέφος να έχει μία καρδιαγγειακή ανωμαλία μετά από έκθεση
της μητέρας σε παροξετίνη, είναι λιγότερος από 2/100, σε σύγκριση με ένα
αναμενόμενο ποσοστό για τέτοιες ανωμαλίες περίπου 1/100 στο γενικό
πληθυσμό.
Η παροξετίνη πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της κύησης μόνο
όταν υπάρχει απόλυτη ένδειξη. Ο θεράπων ιατρός θα πρέπει να σταθμίσει την
επιλογή εναλλακτικής θεραπείας σε γυναίκες οι οποίες είναι έγκυες ή
σχεδιάζουν να μείνουν έγκυες. Πρέπει να αποφεύγεται απότομη διακοπή της
θεραπείας κατά τη διάρκεια της κύησης (βλέπε "Συμπτώματα απόσυρσης που
παρατηρούνται κατά τη διακοπή της παροξετίνης", παράγραφο 4.2 Δοσολογία
και τρόπος χορήγησης).
Τα νεογνά πρέπει να παρακολουθούνται εάν η μητέρα εξακολουθούσε να
λαμβάνει παροξετίνη κατά τα τελευταία στάδια της κύησης, ιδιαίτερα στο τρίτο
τρίμηνο.
Τα ακόλουθα συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν σε νεογνά μετά τη χρήση
παροξετίνης κατά τα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης: αναπνευστική
δυσχέρεια, κυάνωση, άπνοια, σπασμοί, αστάθεια θερμοκρασίας, δυσκολία
σίτισης, έμετος, υπογλυκαιμία, υπερτονία, υποτονία, αύξηση αντανακλαστικών,
τρόμος, νευρικότητα, ευερεθιστότητα, λήθαργος, συνεχές κλάμα, υπνηλία και
δυσκολία στον ύπνο. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να οφείλονται είτε στις
σεροτονινεργικές δράσεις ή σε συμπτώματα απόσυρσης. Στην πλειονότητα των
περιπτώσεων οι επιπλοκές αρχίζουν αμέσως ή σύντομα (< 24 ώρες) μετά τον
τοκετό.
Επιδημιολογικά δεδομένα προτείνουν ότι η χρήση SSRIs στην εγκυμοσύνη,
ιδιαίτερα στην προχωρημένη εγκυμοσύνη, μπορεί να έχει αυξημένο κίνδυνο
επίμονης πνευμονικής υπέρτασης στο νεογνό (ΕΠΥΝ).
Ο κίνδυνος που έχει παρατηρηθεί είναι περίπου 5 περιπτώσεις ανά 1.000
εγκυμοσύνες. Στο γενικό πληθυσμό, μία έως δύο περιπτώσεις ΕΠΥΝ
9
εμφανίζονται ανά 1.000 εγκυμοσύνες.
Μελέτες σε ζώα κατέδειξαν αναπαραγωγική τοξικότητα, αλλά δεν υπέδειξαν
άμεση βλαπτική επίδραση όσον αφορά την εγκυμοσύνη, την ανάπτυξη του
εμβρύου, τον τοκετό ή την μεταγεννητική ανάπτυξη (βλέπε παράγραφο 5.3
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια).
Θηλασμός
Μικρές ποσότητες παροξετίνης εκκρίνονται στο μητρικό γάλα. Σε
δημοσιευμένες μελέτες, οι συγκεντρώσεις ορού σε βρέφη που θήλαζαν ήταν μη
ανιχνεύσιμες (< 2 ng/ml) ή πολύ χαμηλές (< 4 ng/ml). Δεν παρατηρήθηκε
κανένα σημείο επίδρασης του φαρμάκου σε αυτά τα βρέφη.
Καθώς δεν αναμένονται επιδράσεις, μπορεί να εξετασθεί η δυνατότητα
θηλασμού.
Γονιμότητα
Δεδομένα σε ζώα έχουν δείξει ότι η παροξετίνη μπορεί να επηρεάσει την
ποιότητα του σπέρματος (βλέπε παράγραφο 5.3).
In vitro
δεδομένα με
ανθρώπινο υλικό μπορεί να υποδηλώνουν κάποια επίδραση στην ποιότητα του
σπέρματος, ωστόσο, αναφορές περιστατικών σε ανθρώπους με κάποιους SSRIs
(συμπεριλαμβανομένης της παροξετίνης) έχουν δείξει ότι μία επίδραση στην
ποιότητα του σπέρματος φαίνεται να είναι αναστρέψιμη.
Επιπτώσεις στην ανθρώπινη γονιμότητα δεν έχουν παρατηρηθεί μέχρι σήμερα.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Η κλινική εμπειρία έχει δείξει ότι η θεραπεία με παροξετίνη δε συσχετίζεται με
διαταραχή της νοητικής ή ψυχοκινητικής λειτουργίας. Ωστόσο, όπως με όλα τα
ψυχοτρόπα φάρμακα, οι ασθενείς πρέπει να προειδοποιούνται σχετικά με την
ικανότητά τους για οδήγηση αυτοκινήτου και χειρισμού μηχανών.
Εάν και η παροξετίνη δεν αυξάνει την παράβλαψη της νοητικής και κινητικής
ικανότητας που προκαλεί το αλκοόλ, δε συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση
παροξετίνης και αλκοόλ.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Μερικές από τις ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου που αναφέρονται
παρακάτω μπορεί να ελαττωθούν σε ένταση και συχνότητα με τη συνέχιση της
θεραπείας και γενικά δεν οδηγούν σε διακοπή της θεραπείας. Οι ανεπιθύμητες
ενέργειες αναφέρονται παρακάτω κατά κατηγορία οργανικού συστήματος και
συχνότητα. Οι συχνότητες ορίζονται ως: πολύ συχνές (≥ 1/10), συχνές (≥
1/100, <1/10), όχι συχνές (≥ 1/1.000, <1/100), σπάνιες (≥ 1/10.000, <1/1.000),
πολύ σπάνιες (<1/10.000), συμπεριλαμβανομένων και μεμονωμένων αναφορών,
μ ( μ μ μ μ μ )η γνωστές δεν πορούν να εκτι ηθούν ε βάση τα διαθέσι α δεδο ένα .
Διαταραχές του αιμοποιητικού και του λεμφικού συστήματος
Όχι συχνές: μη φυσιολογική αιμορραγία, κυρίως του δέρματος και
βλεννογόνιων υμένων (κυρίως εκχύμωση).
Πολύ σπάνιες: θρομβοπενία.
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: σοβαρές και δυνητικά θανατηφόρες αλλεργικές αντιδράσεις
(συμπεριλαμβανομένων αναφυλακτοειδών αντιδράσεων και αγγειοοιδήματος).
Διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: σύνδρομο απρόσφορης έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης
(SIADH).
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Συχνές: αυξήσεις των επιπέδων χοληστερόλης, μειωμένη όρεξη.
Όχι συχνές: έχει αναφερθεί μεταβολή του γλυκαιμικού ελέγχου σε διαβητικούς
ασθενείς (βλέπε παράγραφο 4.4)
10
Σπάνιες: υπονατριαιμία.
Υπονατριαιμία έχει αναφερθεί κυρίως σε ηλικιωμένους ασθενείς και μερικές
φορές οφείλεται στο σύνδρομο απρόσφορης έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης
(SIADH).
Ψυχιατρικές διαταραχές
Συχνές: υπνηλία, αϋπνία, διέγερση, ανώμαλα όνειρα (συμπεριλαμβανομένων
εφιαλτών).
Όχι συχνές: σύγχυση, ψευδαισθήσεις.
Σπάνιες: μανιακές αντιδράσεις, άγχος, αποπροσωποποίηση, προσβολές
πανικού, ακαθησία (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και
προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Συχνότητα μη γνωστή: επιθετικότητα, ιδεασμός αυτοκτονίας και αυτοκτονική
συμπεριφορά.
Περιπτώσεις ιδεασμού αυτοκτονίας και αυτοκτονικές συμπεριφορές έχουν
αναφερθεί κατά τη διάρκεια θεραπείας με παροξετίνη ή αμέσως μετά τη διακοπή
της θεραπείας (βλέπε παράγραφο 4.4).
Τα συμπτώματα αυτά μπορεί επίσης να οφείλονται στην υποκείμενη πάθηση.
Κατά τη φάση που έπεται της χορήγησης άδειας κυκλοφορίας παρατηρήθηκαν
περιστατικά επιθετικότητας.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Πολύ συχνές: διαταραχή συγκέντρωσης
Συχνές: ζάλη, τρόμος, πονοκέφαλος,
Όχι συχνές: εξωπυραμιδικές διαταραχές.
Σπάνιες: σπασμοί, σύνδρομο ανήσυχων ποδών (RLS).
Πολύ σπάνιες: σύνδρομο σεροτονίνης (στα συμπτώματα μπορεί να
περιλαμβάνονται διέγερση, σύγχυση, διαφόρηση, ψευδαισθήσεις, αύξηση
αντανακλαστικών, μυόκλωνος, ρίγη, ταχυκαρδία και τρόμος).
Αναφορές εξωπυραμιδικών διαταραχών, που περιλαμβάνουν στοματο-
προσωπική δυστονία, έχουν ληφθεί μερικές φορές για ασθενείς με υποκείμενες
κινητικές διαταραχές ή οι οποίοι λάμβαναν νευροληπτικά φάρμακα.
Οφθαλμικές διαταραχές
Συχνές: θαμπή όραση.
Όχι συχνές: μυδρίαση (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και
προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Πολύ σπάνιες: οξύ γλαύκωμα.
Διαταραχές του ωτός και του λαβυρίνθου
Συχνότητα μη γνωστή: εμβοές.
Καρδιακές διαταραχές
Όχι συχνές: φλεβοκομβική ταχυκαρδία.
Σπάνιες: βραδυκαρδία.
Αγγειακές διαταραχές
Όχι συχνές: παροδική αύξηση ή μείωση της αρτηριακής πίεσης, ορθοστατική
υπόταση.
Παροδική αύξηση ή μείωση της αρτηριακής πίεσης έχει αναφερθεί μετά από
θεραπεία με παροξετίνη, συνήθως σε ασθενείς με προϋπάρχουσα υπέρταση ή
άγχος.
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του
μεσοθωράκιου
Συχνές: χασμουρητό.
Διαταραχές του γαστρεντερικού
Πολύ συχνές: ναυτία.
Συχνές: δυσκοιλιότητα, διάρροια, έμετος, ξηροστομία.
Πολύ σπάνιες: αιμορραγία του γαστρεντερικού σωλήνα.
Διαταραχές του ήπατος και των χοληφόρων
11
Σπάνιες: αύξηση ηπατικών ενζύμων.
Πολύ σπάνιες: ηπατικά συμβάματα (όπως ηπατίτιδα, μερικές φορές σχετιζόμενη
με ίκτερο και /ή ηπατική ανεπάρκεια).
Έχει αναφερθεί αύξηση των ηπατικών ενζύμων. Επίσης, μετά την κυκλοφορία
της παροξετίνης στην αγορά, πολύ σπανίως έχουν αναφερθεί ηπατικά
συμβάματα (όπως η ηπατίτιδα, μερικές φορές σχετιζόμενη με ίκτερο και/ή
ηπατική ανεπάρκεια).
Η διακοπή της παροξετίνης πρέπει να εξετάζεται, εάν υπάρχει παρατεταμένη
αύξηση των αποτελεσμάτων δοκιμασίας ηπατικής λειτουργίας.
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Συχνές: εφίδρωση.
Όχι συχνές: δερματικά εξανθήματα, κνησμός.
Πολύ σπάνιες: σοβαρές δερματικές ανεπιθύμητες ενέργειες
(συμπεριλαμβανομένου του πολύμορφου ερυθήματος, συνδρόμου Stevens-
Johnson και τοξικής επιδερμικής νεκρόλυσης), κνίδωση, αντιδράσεις από
φωτοευαισθησία.
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Όχι συχνές: κατακράτηση ούρων, ακράτεια ούρων.
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού
Πολύ συχνές: σεξουαλική δυσλειτουργία.
Σπάνιες: υπερπρολακτιναιμία/γαλακτόρροια.
Πολύ σπάνιες: πριαπισμός.
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
Σπάνιες: αρθραλγία, μυαλγία.
Επιδημιολογικές μελέτες, που έχουν πραγματοποιηθεί κυρίως σε ασθενείς 50
ετών και άνω, δείχνουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης οστικών καταγμάτων σε
ασθενείς που λαμβάνουν SSRIs και TCAs. Ο μηχανισμός που οδηγεί σε αυτόν τον
κίνδυνο δεν είναι γνωστός.
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Συχνές: εξασθένιση, αύξηση σωματικού βάρους.
Πολύ σπάνιες: περιφερικό οίδημα.
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΑΠΟΣΥΡΣΗΣ ΠΟΥ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΚΟΠΗ
ΤΗΣ ΠΑΡΟΞΕΤΙΝΗΣ
Συχνές: ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας, διαταραχές του ύπνου, άγχος,
κεφαλαλγία.
Όχι συχνές: διέγερση, ναυτία, τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση, συναισθηματική
αστάθεια, οπτικές διαταραχές, αίσθημα παλμών, διάρροια, ευερεθιστότητα.
Η διακοπή της παροξετίνης (ειδικά η απότομη) οδηγεί συχνά σε συμπτώματα
απόσυρσης.
Έχουν αναφερθεί ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας, (συμπεριλαμβανομένων
παραισθησίας, αισθήματος ηλεκτρικών εκκενώσεων και εμβοών), διαταραχές
του ύπνου (συμπεριλαμβανομένων έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία,
τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση, κεφαλαλγία, διάρροια, αίσθημα παλμών,
συναισθηματική αστάθεια, ευερεθιστότητα και οπτικές διαταραχές.
Γενικά αυτά τα συμβάματα είναι ήπια έως μέτρια και αυτοπεριοριζόμενα,
ωστόσο, σε μερικούς ασθενείς μπορεί να είναι σοβαρά και/ή παρατεταμένα. Για
αυτόν το λόγο, συνιστάται να γίνεται σταδιακή μείωση της δόσης, όταν δεν
απαιτείται πλέον θεραπεία με παροξετίνη (βλέπε παράγραφο 4.2 Δοσολογία και
τρόπος χορήγησης και παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις
κατά τη χρήση).
ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΙΔΙΑΤΡΙΚΕΣ ΚΛΙΝΙΚΕΣ
ΔΟΚΙΜΕΣ
12
Παρατηρήθηκαν οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες:
Αυξημένες συμπεριφορές σχετιζόμενες με αυτοκτονία (συμπεριλαμβανομένων
αποπειρών αυτοκτονίας και αυτοκτονικές σκέψεις), συμπεριφορές
αυτοτραυματισμού και αυξημένη εχθρότητα. Αυτοκτονικές σκέψεις και
απόπειρες αυτοκτονίας παρατηρήθηκαν κυρίως σε κλινικές δοκιμές σε εφήβους
με Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή. Αυξημένη εχθρότητα παρατηρήθηκε
κυρίως σε παιδιά με ψυχαναγκαστική καταναγκαστική διαταραχή, και
ιδιαίτερα σε παιδιά μικρότερα των 12 ετών.
Πρόσθετα συμβάματα που παρατηρήθηκαν είναι: μειωμένη όρεξη, τρόμος,
εφίδρωση, υπερκινησία, διέγερση, συναισθηματική αστάθεια
(συμπεριλαμβανομένων κλάματος και διακυμάνσεις διάθεσης), ανεπιθύμητες
ενέργειες που σχετίζονται με αιμορραγία, κυρίως από το δέρμα και τους
βλεννογόνιους υμένες.
Συμβάματα που παρατηρούνται μετά τη διακοπή/σταδιακή μείωση της
παροξετίνης είναι: συναισθηματική αστάθεια (συμπεριλαμβανομένων
κλάματος, διακυμάνσεις της διάθεσης, αυτοτραυματισμών, αυτοκτονικών
σκέψεων και αποπειρών αυτοκτονίας), νευρικότητα, ζάλη, ναυτία και κοιλιακό
άλγος (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες
προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Βλέπε παράγραφο 5.1 για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με παιδιατρικές
κλινικές δοκιμές.
μ μ Αναφορά πιθανολογού ενων ανεπιθύ ητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες μέσω του μ μ , 284, GR-15562 Εθνικού Οργανισ ού Φαρ άκων Μεσογείων
, , :Χολαργός Αθήνα Τηλ + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Συμπτώματα και Σημεία
Έχει διαπιστωθεί ένα ευρύ περιθώριο ασφαλείας από διαθέσιμα δεδομένα
σχετικά με την υπερδοσολογία της παροξετίνης.
Εμπειρία από υπερδοσολογία με παροξετίνη έχει υποδείξει ότι επιπρόσθετα των
συμπτωμάτων που αναφέρθηκαν στην παράγραφο 4.8 "Ανεπιθύμητες
Ενέργειες", έχουν επίσης αναφερθεί πυρετός και ακούσιες μυϊκές συσπάσεις.
Γενικά, οι ασθενείς έχουν επανέλθει χωρίς σοβαρά επακόλουθα ακόμα και όταν
ελήφθησαν δόσεις μόνο παροξετίνης μέχρι και 2.000 mg. Συμβάματα, όπως
κώμα και μεταβολές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα (ΗΚΓ) έχουν αναφερθεί
περιστασιακά και, πολύ σπάνια με μοιραία κατάληξη, αλλά, γενικά, όταν η
παροξετίνη ελήφθη σε συνδυασμό με άλλα ψυχοτρόπα φάρμακα, με ή χωρίς
αλκοόλ.
Αντιμετώπιση
Δεν είναι γνωστό κάποιο συγκεκριμένο αντίδοτο.
Η αντιμετώπιση πρέπει να περιλαμβάνει όλα εκείνα τα γενικά μέτρα που
εφαρμόζονται στην αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας με οποιοδήποτε
αντικαταθλιπτικό. Μπορεί να εξετασθεί η χορήγηση 20-30 g ενεργού άνθρακα,
εάν είναι δυνατόν μέσα σε λίγες ώρες μετά από λήψη υπερβολικής δόσης για να
μειωθεί η απορρόφηση παροξετίνης. Συνιστάται επικουρική φροντίδα με συχνή
παρακολούθηση των ζωτικών σημείων και προσεκτική παρακολούθηση. Η
διαχείριση του ασθενούς πρέπει να είναι όπως επιβάλλεται κλινικά.
13
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντικαταθλιπτικά – εκλεκτικοί αναστολείς
επαναπρόσληψης σεροτονίνης, κωδικός ATC: N06A B05
Μηχανισμός Δράσης
Η παροξετίνη είναι ισχυρός και εκλεκτικός αναστολέας της πρόσληψης της
5-hydroxytryptamine (5-HΤ, σεροτονίνη) και η αντικαταθλιπτική της ενέργεια
και αποτελεσματικότητα στη θεραπεία της ψυχαναγκαστικής-καταναγκαστικής
διαταραχής, της κοινωνικής αγχώδους διαταραχής / κοινωνικής φοβίας, της
γενικευμένης αγχώδους διαταραχής, του μετατραυματικού stress και της
διαταραχής πανικού, θεωρείται ότι σχετίζεται με την εξειδικευμένη αναστολή
της επαναπρόσληψης της 5-ΗΤ στους νευρώνες του εγκεφάλου.
Η παροξετίνη χημικά δε συγγενεύει με τα τρικυκλικά, τετρακυκλικά και άλλα
διαθέσιμα αντικαταθλιπτικά.
Η παροξετίνη έχει χαμηλή συγγένεια με τους μουσκαρινικούς χολινεργικούς
υποδοχείς και μελέτες σε ζώα έχουν δείξει μόνο ασθενείς αντιχολινεργικές
ιδιότητες.
Σε συμφωνία με αυτήν την εκλεκτική δράση,
in vitro
μελέτες έχουν υποδείξει
ότι, αντίθετα με τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, η παροξετίνη έχει χαμηλή
συγγένεια για τους άλφα1, άλφα2 και βήτα αδρενεργικούς υποδοχείς, καθώς με
τους υποδοχείς της ντοπαμίνης (D2), τους ομοιάζοντες με τους υποδοχείς της
5-HT1 και τους υποδοχείς της 5-HT2 και της ισταμίνης (H1). Αυτή η έλλειψη
αλληλεπίδρασης με τους μετα-συναπτικούς υποδοχείς
in vitro
έχει υποστηριχτεί
και σε
in vivo
μελέτες, οι οποίες καταδεικνύουν έλλειψη καταστολής του ΚΝΣ
και υποτασικές ιδιότητες.
μ μ Φαρ ακοδυνα ικές επιδράσεις
Η παροξετίνη δεν παραβλάπτει την ψυχοκινητική λειτουργία και δεν ενισχύει
τα κατασταλτικά αποτελέσματα της αιθανόλης.
Όπως και με άλλους εκλεκτικούς αναστολείς της 5-HT, η παροξετίνη προκαλεί
συμπτώματα υπερβολικής διέγερσης του υποδοχέα της 5-HT, όταν χορηγήθηκε
σε ζώα που προηγουμένως τους είχαν χορηγηθεί αναστολείς της
μονοαμινοξειδάσης (MAO) ή τρυπτοφάνη.
Μελέτες συμπεριφοράς και ηλεκτροεγκεφαλογραφικές (ΗΕΓ) μελέτες
υποδεικνύουν ότι η παροξετίνη είναι ασθενώς διεγερτική σε δόσεις γενικά
μεγαλύτερες από αυτές που απαιτούνται για την αναστολή της πρόσληψης της
5-HT. Η φύση των διεγερτικών ιδιοτήτων δεν προσομοιάζει με της αμφεταμίνης.
Μελέτες σε ζώα υποδεικνύουν ότι η παροξετίνη γίνεται καλά ανεκτή από το
καρδιαγγειακό σύστημα. Η παροξετίνη δεν προκαλεί σημαντικές κλινικές
μεταβολές στην αρτηριακή πίεση, τον καρδιακό ρυθμό και το ΗΚΓ μετά τη
χορήγησή της σε υγιή άτομα.
Μελέτες υποδεικνύουν ότι, σε αντίθεση με τα αντικαταθλιπτικά, τα οποία
αναστέλλουν την πρόσληψη της νοραδρεναλίνης, η παροξετίνη παρουσιάζει
πολύ μικρότερη τάση να αναστέλλει τα αντιυπερτασικά αποτελέσματα της
γουανεθιδίνης.
Στη θεραπεία των καταθλιπτικών διαταραχών η παροξετίνη εμφανίζει
συγκρίσιμη αποτελεσματικότητα με τα καθιερωμένα αντικαταθλιπτικά.
Υπάρχουν επίσης μερικές ενδείξεις ότι η παροξετίνη μπορεί να έχει θεραπευτική
αξία σε ασθενείς, οι οποίοι δεν ανταποκρίθηκαν στην καθιερωμένη αγωγή.
Η πρωινή δοσολογία της παροξετίνης δεν έχει κάποιο επιζήμιο αποτέλεσμα
στην ποιότητα ή στη διάρκεια του ύπνου. Επιπλέον, οι ασθενείς μπορεί να
παρουσιάσουν βελτιωμένο ύπνο, καθώς ανταποκρίνονται στη θεραπεία με
14
παροξετίνη.
Ανάλυση αυτοκτονικότητας ενηλίκων
Μία ειδική για την παροξετίνη ανάλυση δοκιμών ελεγχόμενων με εικονικό
φάρμακο σε ενήλικες με ψυχιατρικές διαταραχές έδειξε υψηλότερη συχνότητα
αυτοκτονικής συμπεριφοράς σε νεαρούς ενήλικες (ηλικίας 18-24 ετών) που
είχαν λάβει παροξετίνη σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν εικονικό φάρμακο
(2,19% έναντι 0,92%). Στις ομάδες μεγαλύτερων ηλικιών, δεν παρατηρήθηκε
τέτοια αύξηση. Σε ενήλικες με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή (όλες οι
ηλικίες) υπήρχε αύξηση στη συχνότητα αυτοκτονικής συμπεριφοράς σε
ασθενείς που είχαν λάβει παροξετίνη συγκριτικά με εκείνους που είχαν λάβει
εικονικό φάρμακο (0,32% έναντι 0,05%), με όλα τα συμβάματα να αφορούν
απόπειρες αυτοκτονίας. Εντούτοις, η πλειονότητα αυτών των αποπειρών για
την παροξετίνη (8 στα 11) αφορούσε νεαρούς ενήλικες (βλέπε επίσης
παράγραφο 4.4).
Ανταπόκριση στη δόση
Σε μελέτες καθορισμένης δόσης, υπάρχει μία επίπεδη καμπύλη απόκρισης στη
δόση, που υποδεικνύει ότι, ως προς την αποτελεσματικότητα, δεν υπάρχει
πλεονέκτημα με τη χρήση υψηλότερων δόσεων από τις συνιστώμενες.
Υπάρχουν, όμως, κάποια κλινικά δεδομένα που υποδεικνύουν ότι η προσαρμογή
σε μεγαλύτερες δόσεις ενδέχεται να αποδειχθεί ωφέλιμη για ορισμένους
ασθενείς.
Μακροχρόνια αποτελεσματικότητα
Η μακροχρόνια αποτελεσματικότητα της παροξετίνης στην κατάθλιψη έχει
καταδειχθεί σε μία μελέτη συντήρησης με σχεδιασμό πρόληψης υποτροπών 52
εβδομάδων: 12% των ασθενών που ελάμβαναν παροξετίνη (20-40 mg
ημερησίως) υποτροπίασαν, έναντι 28% των ασθενών που ελάμβαναν εικονικό
φάρμακο.
Η μακροχρόνια αποτελεσματικότητα της παροξετίνης στη θεραπεία της
ψυχαναγκαστικής καταναγκαστικής διαταραχής έχει εξεταστεί σε τρεις
μελέτες συντήρησης με σχεδιασμό πρόληψης υποτροπών 24 εβδομάδων. Σε μία
από τις τρεις μελέτες επετεύχθη μία σημαντική διαφορά στο ποσοστό των
υποτροπιαζόντων μεταξύ της παροξετίνης (38%) σε σύγκριση με το εικονικό
φάρμακο (59%).
Η μακροχρόνια αποτελεσματικότητα της παροξετίνης στη θεραπεία των
διαταραχών πανικού έχει καταδειχτεί σε μία μελέτη συντήρησης με σχεδιασμό
πρόληψης υποτροπών 24 εβδομάδων: 5% των ασθενών που ελάμβαναν
παροξετίνη (10-40 mg ημερησίως) υποτροπίασαν, έναντι 30% των ασθενών που
ελάμβαναν εικονικό φάρμακο. Αυτό υποστηρίχτηκε και με μία μελέτη
συντήρησης 36 εβδομάδων.
Η μακροχρόνια αποτελεσματικότητα της παροξετίνης στη θεραπεία της
κοινωνικής αγχώδους διαταραχής, της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής και
του μετατραυματικού stress δεν έχει τεκμηριωθεί επαρκώς.
Ανεπιθύμητες ενέργειες από παιδιατρικές κλινικές δοκιμές
Σε βραχυπρόθεσμες (μέχρι 10-12 εβδομάδες) κλινικές δοκιμές σε παιδιά και
εφήβους, οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες παρατηρήθηκαν σε ασθενείς που
έλαβαν παροξετίνη σε συχνότητα τουλάχιστον 2% των ασθενών και με ρυθμό
τουλάχιστον δύο φορές από του εικονικού φαρμάκου: αυξημένες συμπεριφορές
που σχετίζονται με αυτοκτονία (συμπεριλαμβανομένων αποπειρών αυτοκτονίας
και αυτοκτονικών σκέψεων), συμπεριφορές αυτοτραυματισμού και αυξημένη
εχθρότητα. Οι αυτοκτονικές σκέψεις και οι απόπειρες αυτοκτονίας
παρατηρήθηκαν κυρίως σε κλινικές δοκιμές εφήβων με Μείζονα Καταθλιπτική
Διαταραχή. Αυξημένη εχθρότητα παρατηρήθηκε κυρίως σε παιδιά με
ψυχαναγκαστική καταναγκαστική διαταραχή και κυρίως σε νεαρά παιδιά
μικρότερα των 12 ετών. Επιπρόσθετα συμβάματα που παρατηρήθηκαν πιο
15
συχνά μετά τη χορήγηση παροξετίνης συγκριτικά με το εικονικό φάρμακο ήταν:
μειωμένη όρεξη, τρόμος, εφίδρωση, υπερκινησία, διέγερση, συναισθηματική
αστάθεια (συμπεριλαμβανομένων κλάματος και διακυμάνσεων διάθεσης).
Σε μελέτες που χρησιμοποιήθηκε σχήμα σταδιακής μείωσης, τα συμπτώματα
που αναφέρθηκαν κατά τη διάρκεια της φάσης της σταδιακής μείωσης ή μετά
την διακοπή της παροξετίνης με συχνότητα τουλάχιστον 2% των ασθενών και
έλαβαν χώρα με ρυθμό τουλάχιστον δύο φορές από αυτό του εικονικού
φαρμάκου ήταν: συναισθηματική αστάθεια (συμπεριλαμβανομένων κλάματος,
διακυμάνσεων διάθεσης, αυτοτραυματισμού, αυτοκτονικών σκέψεων και
αποπειρών αυτοκτονίας), νευρικότητα, ζάλη, ναυτία και κοιλιακό άλγος (βλέπε
παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Σε πέντε μελέτες παράλληλων ομάδων με διάρκεια θεραπείας οκτώ εβδομάδων
έως εννέα μηνών, ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με αιμορραγία, κατά
κύριο λόγο στο δέρμα και τους βλεννογόνιους υμένες, παρατηρήθηκαν σε
ασθενείς που έλαβαν παροξετίνη με συχνότητα 1,74% συγκριτικά με 0,74% που
παρατηρήθηκε σε ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η παροξετίνη απορροφάται καλά μετά την από του στόματος χορήγηση και
υφίσταται μεταβολισμό πρώτης διόδου. Λόγω του μεταβολισμού πρώτης διόδου,
η ποσότητα της παροξετίνης που είναι διαθέσιμη στη συστηματική κυκλοφορία
είναι μικρότερη από αυτή που απορροφήθηκε από το γαστρεντερικό σωλήνα.
Μερικός κορεσμός του μεταβολισμού πρώτης διόδου και ελαττωμένη κάθαρση
πλάσματος συμβαίνει καθώς αυξάνεται η ποσότητα στο σώμα με αυξήσεις των
μεμονωμένων δόσεων ή με πολλαπλό δοσολογικό σχήμα. Αυτό έχει ως
αποτέλεσμα δυσανάλογες αυξήσεις των συγκεντρώσεων παροξετίνης στο
πλάσμα και επομένως οι φαρμακοκινητικές παράμετροι δεν είναι σταθερές, με
αποτέλεσμα μία μη γραμμική κινητική. Ωστόσο, η μη-γραμμικότητα γενικά είναι
μικρή και περιορίζεται σε εκείνα τα άτομα που επιτυγχάνουν χαμηλά επίπεδα
πλάσματος σε χαμηλές δόσεις.
Τα συστηματικά επίπεδα σταθεροποιημένης κατάστασης επιτυγχάνονται 7 με
14 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας με τις μορφές άμεσης ή ελεγχόμενης
απελευθέρωσης και οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες δε φαίνεται να
μεταβάλλονται κατά τη μακροχρόνια θεραπεία.
Κατανομή
Η παροξετίνη κατανέμεται ευρέως στους ιστούς και φαρμακοκινητικοί
υπολογισμοί υποδεικνύουν ότι μόνο το 1% της παροξετίνης στο σώμα βρίσκεται
στο πλάσμα.
Στις θεραπευτικές συγκεντρώσεις περίπου το 95% της παροξετίνης εμφανίζεται
δεσμευμένο στις πρωτεΐνες.
Δε βρέθηκε συσχέτιση μεταξύ των συγκεντρώσεων παροξετίνης στο πλάσμα και
του κλινικού αποτελέσματος (ανεπιθύμητες ενέργειες και
αποτελεσματικότητα).
H απέκκριση στο ανθρώπινο γάλα και στα έμβρυα πειραματόζωων, συμβαίνει
σε μικρές ποσότητες.
Μεταβολισμός
Οι κύριοι μεταβολίτες της παροξετίνης είναι πολικά και συζευγμένα προϊόντα
οξείδωσης και μεθυλίωσης, τα οποία απομακρύνονται άμεσα. Με βάση τη
σχετική έλλειψη της φαρμακολογικής τους δράσης, είναι εξαιρετικά απίθανο να
συνεισφέρουν στα θεραπευτικά αποτελέσματα της παροξετίνης.
Ο μεταβολισμός δεν παραβλάπτει την εκλεκτική δράση της παροξετίνης στη
16
νευρωνική πρόσληψη της 5-HT.
Αποβολή
Η απέκκριση της μη μεταβολισμένης παροξετίνης από το ουροποιητικό είναι
γενικά μικρότερη του 2% της δόσης, ενώ εκείνη των μεταβολιτών είναι περίπου
το 64% της δόσης. Περίπου το 36% της δόσης απεκκρίνεται στα κόπρανα,
πιθανά μέσω της χολής, από το οποίο η μη μεταβολισμένη παροξετίνη
αντιπροσωπεύει λιγότερο του 1% της δόσης. Επομένως, η παροξετίνη
απεκκρίνεται σχεδόν ολοκληρωτικά μέσω μεταβολισμού.
Η έκκριση των μεταβολιτών είναι διφασική, αρχικά ως αποτέλεσμα ενός
μεταβολισμού πρώτης διόδου και στη συνέχεια ελεγχόμενη από τη συστηματική
απέκκριση της παροξετίνης.
Ο μέσος χρόνος απέκκρισης διαφέρει, αλλά γενικά είναι περίπου 1 ημέρα.
Ειδικοί Πληθυσμοί Ασθενών
Ηλικιωμένοι και Ασθενείς με Νεφρική/Ηπατική Δυσλειτουργία
Αυξημένες συγκεντρώσεις παροξετίνης στο πλάσμα παρατηρούνται σε
ηλικιωμένα άτομα και σε εκείνα τα άτομα με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία ή
σε εκείνα με ηπατική δυσλειτουργία, αλλά το εύρος των συγκεντρώσεων
πλάσματος επικαλύπτει αυτό των υγιών ενήλικων ατόμων.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Έχουν διεξαχθεί τοξικολογικές μελέτες σε πιθήκους rhesus και αρουραίους albino.
Και στα δύο είδη, η μεταβολική οδός είναι παρόμοια με αυτή που περιγράφεται
στους ανθρώπους. Όπως αναμένεται με τις λιποφιλικές αμίνες,
συμπεριλαμβανομένων των τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, στους αρουραίους
ανιχνεύθηκε φωσφολιπίδωση. Φωσφολιπίδωση δεν παρατηρήθηκε σε μελέτες
πρωτευόντων, διάρκειας μέχρι ενός έτους, σε δόσεις οι οποίες ήταν 6 φορές
μεγαλύτερες από το συνιστώμενο εύρος των κλινικών δόσεων.
Καρκινογένεση: σε μελέτες δύο ετών που διεξήχθησαν σε ποντίκια και
αρουραίους, η παροξετίνη δεν είχε κανένα ογκογόνο αποτέλεσμα.
Γονοτοξικότητα: δεν παρατηρήθηκε γοναδοτοξικότητα σε μία σειρά
in vitro
και
in vivo
δοκιμασιών.
Μελέτες τοξικότητας στην αναπαραγωγική ικανότητα σε αρουραίους έχουν
δείξει ότι η παροξετίνη επηρεάζει τη γονιμότητα ανδρών και γυναικών με τη
μείωση του δείκτη γονιμότητας και του ποσοστού εγκυμοσύνης. Στους
αρουραίους, παρατηρήθηκε αυξημένη θνησιμότητα των εμβρύων και
καθυστερημένη οστεοποίηση. Τα τελευταία αποτελέσματα ήταν πιθανόν
σχετιζόμενα με μητρική τοξικότητα και δε θεωρούνται άμεση επίδραση στο
έμβρυο/νεογνό.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Hydroxypropylbetadex
Σακχαρόζη
Βελτιωτικό γεύσης ανίσου (ανηθόλη, νερό, αιθανόλη)
Νάτριο βενζοϊκό Ε211
Ύδωρ κεκαθαρμένο
Υδροχλωρικό οξύ 1Ν
6.2 Ασυμβατότητες
Καμία
17
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια στον αρχικό περιέκτη.
30 ημέρες μετά το πρώτο άνοιγμα για τη φιάλη των 30 ml.
60 ημέρες μετά το πρώτο άνοιγμα για τη φιάλη των 60 ml.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Δ .εν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
μ , 30Σκουρόχρω η γυάλινη φιάλη που περιέχει ml 60ή ml μ , μ διαλύ ατος ε λευκό
μ μ .απαραβίαστο βιδωτό πώ α αλου ινίου
μ , μ μ μ μ Μαζί ε τη φιάλη παρέχεται γυάλινο δοσι ετρικό σταγονό ετρο ε βιδωτό πώ α
.ασφαλείας για παιδιά από πολυπροπυλένιο
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Καμία ειδική υποχρέωση.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
ITF HELLAS A.E
Άρεως 103 & Αγίας Τριάδος 36, 17562 Παλαιό Φάληρο
Τηλ: 210-9373330
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
26200/14-03-2014
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Πρώτη έγκριση: 31-05-2007
Ανανέωση: 14-03-2014
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
18