περίπου τετραπλάσια αυτής του πλάσματος του αίματος. Κατά συνέπεια όταν
χορηγείται συμπυκνωμένη λευκωματίνη, πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε να
διασφαλίζεται η επαρκής ενυδάτωση του ασθενή. Οι ασθενείς πρέπει να
παρακολουθούνται προσεκτικά ούτως ώστε να προφυλάσσονται από την
κυκλοφορική υπερφόρτωση και την υπερενυδάτωση.
Τα διαλύματα ανθρώπινης λευκωματίνης 200 - 250 g/l περιέχουν σχετικά λιγότερους
ηλεκτρολύτες σε σύγκριση με τα διαλύματα ανθρώπινης λευκωματίνης 40 – 50 g/l.
Όταν χορηγείται λευκωματίνη, η ηλεκτρολυτική κατάσταση του ασθενή πρέπει να
παρακολουθείται (βλ. παράγραφο 4.2) και να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για την
αποκατάσταση ή τη διατήρηση της ηλεκτρολυτικής ισορροπίας.
Τα διαλύματα λευκωματίνης δεν πρέπει να αραιώνονται με ενέσιμο ύδωρ διότι αυτό
είναι δυνατόν να προκαλέσει αιμόλυση στους λήπτες.
Εάν πρόκειται να αντικατασταθούν σχετικά μεγάλες ποσότητες, είναι αναγκαία η
διενέργεια ελέγχων της πήξης και του αιματοκρίτη. Πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα
για να διασφαλιστεί η επαρκής υποκατάσταση των άλλων συστατικών του αίματος
(παραγόντων πήξης, ηλεκτρολυτών, αιμοπεταλίων και ερυθροκυττάρων).
Εάν ο αιματοκρίτης πέσει κάτω από το 30% πρέπει να χορηγηθούν ποσότητες
ερυθρών αιμοσφαιρίων προκειμένου να διατηρηθεί η δυνατότητα μεταφοράς
οξυγόνου του αίματος.
Υπερογκαιμία μπορεί να εμφανιστεί εάν η δοσολογία και ο ρυθμός έγχυσης δεν έχουν
προσαρμοστεί με την κυκλοφορική κατάσταση του ασθενή. Με τα πρώτα κλινικά
συμπτώματα καρδιοκυκλοφορικής υπερφόρτωσης (κεφαλαλγία, δύσπνοια, διάταση
της σφαγίτιδας φλέβας), ή αύξηση της πίεσης του αίματος, αυξημένη φλεβική πίεση
και πνευμονικό οίδημα, η έγχυση πρέπει αμέσως να διακόπτεται.
Ιολογική ασφάλεια
Στα καθιερωμένα μέτρα πρόληψης των λοιμώξεων οι οποίες προκύπτουν από τη
χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που έχουν παρασκευασθεί με βάση το ανθρώπινο
αίμα ή πλάσμα περιλαμβάνονται η επιλογή δοτών, ο έλεγχος των ατομικών
προσφορών και των δεξαμενών πλάσματος για ειδικούς δείκτες λοίμωξης και η
εφαρμογή αποτελεσματικών παραγωγικών διαδικασιών
αδρανοποίηση/απομάκρυνσης ιών.
Παρ’όλα αυτά, όταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα που έχουν παρασκευαστεί
με βάση το ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα, η πιθανότητα μετάδοσης λοιμογόνων
παραγόντων δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς.
Το ίδιο επίσης εφαρμόζεται για άγνωστους ή νεομφανιζόμενους ιούς και άλλους
παθογόνους παράγοντες.
Δεν υπάρχουν αναφορές για μετάδοση ιών με λευκωματίνη που παρασκευάζεται
σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Φαρμακοποιίας από επίσημη
διαδικασία.
Εμφατικά συνιστάται κάθε φορά που χορηγείται HUMAN ALBUMIN KEDRION σε
ασθενή, το όνομα και ο αριθμός παρτίδας του προϊόντος να καταγράφονται, ώστε να
διατηρηθεί ένας σύνδεσμος ανάμεσα στον ασθενή και την παρτίδα του προϊόντος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν είναι γνωστές συγκεκριμένες αλληλεπιδράσεις της ανθρώπινης λευκωματίνης με