του μικροβίου και προσδιοριστεί η ευαισθησία του, η δοσολογία μπορεί να μειωθεί
ανάλογα. Η παρακάτω διάρκεια θεραπείας έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματική:
-----------------------------------------------------------------------------
Neisseria meningitidis 4 ημέρες
Haemophilus influenzae 6 ημέρες
Streptococcus pneumoniae 7 ημέρες
------------------------------------------------------------------------------------
Γονόρροια: για τη θεραπεία της γονόρροιας (στελέχη που παράγουν και στελέχη που δεν
παράγουν πενικιλλινάση), συνιστάται μια απλή ενδομυική δόση 250 mg κεφτριαξόνης.
LYME Borreliosis: Η δοσολογία είναι 50 mg/kg μέχρι το ανώτερο 2 g σε παιδιά και
ενήλικες, χορηγούμενο μια φορά την ημέρα για 14 ημέρες. Προεγχειρητική προφύλαξη:
Για την πρόληψη μετεγχειρητικών λοιμώξεων σε μολυσμένες ή πιθανώς μολυσμένες
χειρουργικές επεμβάσεις, η συνιστώμενη αντιμετώπιση - ανάλογα με τον κίνδυνο
λοίμωξης - είναι μία μοναδική δόση των 1-2 g κεφτριαξόνης χορηγούμενη 30-90 λεπτά
πριν από την επέμβαση. Σε ορθοκολικές χειρουργικές επεμβάσεις, η ταυτόχρονη (αλλά
μεμονωμένη) χορήγηση της κεφτριαξόνης με ή χωρίς 5-nitroimidazole, π.χ. ornidazole,
έχει αποδειχθεί αποτελεσματική. Μειωμένη νεφρική και ηπατική λειτουργία: σε
ασθενείς με μειωμένη νεφρική λειτουργία, δεν είναι ανάγκη να μειωθεί η δοσολογία της
κεφτριαξόνης εφόσον η ηπατική λειτουργία είναι ομαλή. Μόνο σε περιπτώσεις βαριάς
νεφρικής ανεπάρκειας (κάθαρση κρεατινίνης < 10 ml ανά λεπτό) η δοσολογία της
κλεφτριαξόνης δε θα πρέπει να υπερβαίνει τα 2 g την ημέρα.
Σε ασθενείς με ηπατική βλάβη, δεν είναι ανάγκη να μειωθεί η δοσολογία με την
προϋπόθεση ότι η νεφρική λειτουργία παραμένει ακέραιη. Σε περιπτώσεις σοβαρής
συνυπάρχουσας νεφρικής και ηπατικής δυσλειτουργίας, οι συγκεντρώσεις της
κεφτριαξόνης στο πλάσμα θα πρέπει να προσδιορίζονται σε τακτά διαστήματα. Σε
ασθενείς που κάνουν αιμοδιάλυση δε χρειάζονται συμπληρωματική δόση μετά το τέλος
της. ΄Ομως οι συγκεντρώσεις στον ορό πρέπει να ελέγχονται για να καθορίζεται εάν είναι
απαραίτητες οι ρυθμίσεις της δοσολογίας, επειδή ο βαθμός απέκκρισης σ’ αυτούς τους
ασθενείς μπορεί να είναι μειωμένος.
Τρόπος χορήγησης: Τα ανασυσταμένα διαλύματα διατηρούν τη φυσική και χημική
τους σταθερότητα για 6 ώρες σε θερμοκρασία δωματίου (ή 24 ώρες σε +5
0
C). Κατά
γενικό κανόνα όμως, τα διαλύματα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται αμέσως μετά την
ετοιμασία τους. Το χρώμα τους κυμαίνεται από ανοιχτό ως σκούρο κίτρινο, που
εξαρτάται από τη συγκέντρωση και το χρόνο φύλαξης. Αυτό το χαρακτηριστικό της
δραστικής ουσίας είναι άνευ σημασίας όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα ή την
ανοχή του φαρμάκου. Ενδοφλέβια ένεση: για την ενδοφλέβια ένεση διαλύουμε 1 g
Ceftriaxone σε 10 ml απεσταγμένου ύδατος για ενέσεις. Η ενδοφλέβια χορήγηση θα
πρέπει να γίνεται σε διάστημα 2 έως 4 λεπτών. Ενδοφλέβια έγχυση: η έγχυση πρέπει
να διαρκεί τουλάχιστον 30 λεπτά. Για την ενδοφλέβια έγχυση διαλύουμε 2 g Ceftriaxone
σε 40 ml από ένα από τα ακόλουθα, άνευ ασβεστίου διαλύματα για έγχυση: χλωριούχο
νάτριο 0,9%, διάλυμα χλωριούχου νατρίου 0,45% + γλυκόζης 2,5%, γλυκόζη 5%,
γλυκόζη 10%, δεξτράνη 6% σε γλυκόζη 5%, εγχύσεις υδροξυαιθυλικού αμύλου 6-10%,
απεσταγμένο ύδωρ για ένεση. Τα διαλύματα του Ceftriaxone δεν πρέπει να
αναμιγνύονται με διαλύματα που περιέχουν άλλα αντιμικροβιακά φάρμακα ή με άλλους
διαλύτες εκτός από αυτούς που προαναφέρθηκαν, δεδομένου ότι είναι δυνατόν να
υπάρχει ασυμβατότητα.
2.7. Υπερδοσολογία – Αντιμετώπιση: Σε περίπτωση υπέρβασης της δοσολογίας, η
συγκέντρωση του φαρμάκου δε θα μειωθεί με αιμοδιάλυση ή με περιτοναϊκή διάλυση.
Δεν υπάρχει κάποιο ειδικό αντίδοτο. Η αντιμετώπιση είναι συμπτωματική. Τηλ. Κέντρου
Δηλητηριάσεων Αθηνών: 210 77.93.777
2.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες: Το φάρμακο είναι γενικά καλά ανεκτό. Σε μελέτες που έγιναν
μετά από χορήγηση κεφτριαξόνης παρατηρήθηκαν οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες