R E N E V I L
(Citalopram)
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
RENEVIL
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο 20 mg/Tab.
Κάθε δισκίο περιέχει 25,0 mg Citalopram Hydrobromide που αντιστοιχεί σε 20,0 mg
Citalopram.
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο 40 mg/Tab.
Κάθε δισκίο περιέχει 50,0 mg Citalopram Hydrobromide που αντιστοιχεί σε 40,0 mg
Citalopram.
Πόσιμες σταγόνες διάλυμα
Ένα ml περιέχει 44,48 Citalopram Hydrochloride που αντιστοιχεί σε 40 mg Citalopram
(1 σταγόνα=2mg)
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Δισκία επικαλυμμένα με υμένιο
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις
- Μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο. Προφυλακτική θεραπεία κατά των υποτροπών και της
εμφάνισης νέων επεισοδίων κατάθλιψης.
- Διαταραχή πανικού με ή χωρίς αγοραφοβία.
- Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή.
4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Τα δισκία σιταλοπράμης χορηγούνται σε μια δόση το βράδυ.
Οι σταγόνες χορηγούνται μια φορά την ημέρα. Οι πόσιμες σταγόνες μπορούν να αναμιχθούν με
νερό, χυμό πορτοκαλιού ή χυμό μήλου.
Οι σταγόνες της σιταλοπράμης εμφανίζουν περίπου 25% μεγαλύτερη βιοδιαθεσιμότητα από τα
δισκία. Κατά συνέπεια οι δόσεις των δισκίων αντιστοιχούν σε δόσεις των σταγόνων ως
ακολούθως:
Δισκία
Σταγόνες
10mg
20mg
30mg
40mg
60mg
8mg (4 σταγόνες)
16mg (8 σταγόνες)
24mg (12 σταγόνες)
32mg (16 σταγόνες)
48mg (24 σταγόνες)
Μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο και προφυλακτική θεραπεία κατά των υποτροπών και της
εμφάνισης νέων επεισοδίων κατάθλιψης.
Δισκία
Η συνήθης δόση είναι 20 mg μία φορά την ημέρα. Εάν κλινικώς ενδείκνυται, αυξάνεται η δόση
σε 40 mg και εάν είναι απαραίτητο στο μέγιστο των 60 mg/ ημέρα.
Ηλικιωμένοι ασθενείς άνω των 65 ετών θα πρέπει να λαμβάνουν το μισό της συνιστώμενης
δόσης, δηλαδή 10-30 mg /ημέρα.
Σταγόνες
Οι σταγόνες της σιταλοπράμης χορηγούνται από το στόμα, μια φορά την ημέρα στη δόση των
16 mg (8 σταγόνες). Από την ανταπόκριση του κάθε ασθενή στη θεραπεία καθώς και από τη
σοβαρότητα της κατάθλιψης του ασθενούς εξαρτάται το αν θα αυξηθεί η δόση έως το μέγιστο
των 48 mg (24 σταγόνες) την ημέρα.
Ηλικιωμένοι ασθενείς άνω των 65 ετών θα πρέπει να λαμβάνουν το μισό της συνιστώμενης
δόσης, δηλαδή από 8 mg (4 σταγόνες) έως 24 mg (12 σταγόνες) την ημέρα.
Το αντικαταθλιπτικό αποτέλεσμα εγκαθίσταται μέσα σε 2 έως 4 εβδομάδες. Η θεραπεία με
αντικαταθλιπτικά είναι συμπτωματική και επομένως πρέπει να συνεχίζεται επί κατάλληλο
χρονικό διάστημα, συνήθως 4-6 μήνες για να επιτευχθεί η σταθεροποίηση του αποτελέσματος
και να προληφθούν οι υποτροπές. Οι ασθενείς που πάσχουν από υποτροπιάζουσα κατάθλιψη,
ίσως χρειαστεί να συνεχίσουν τη θεραπεία για μία σειρά ετών ώστε να αποφευχθούν νέα
επεισόδια κατάθλιψης.
Διαταραχή πανικού
Δισκία
Αρχικά 10mg/ημέρα. Μετά από μία εβδομάδα η δόση αυξάνεται στα 20mg /ημέρα. Η βέλτιστη
δόση είναι συνήθως 20-30 mg /ημέρα. Σε περίπτωση ανεπαρκούς ανταπόκρισης η δόση μπορεί
να αυξηθεί μέχρι το μέγιστο των 60mg /ημέρα.
Σταγόνες
Αρχικά 8 mg (4 σταγόνες) την ημέρα. Μετά από μία εβδομάδα η δόση αυξάνεται στα 16 mg (8
σταγόνες) την ημέρα. Η βέλτιστη δόση συνήθως είναι 16-24 mg (8-12 σταγόνες). Σε περίπτωση
ανεπαρκούς ανταπόκρισης η δόση μπορεί να αυξηθεί μέχρι το μέγιστο των 48 mg (24
σταγόνες) την ημέρα.
Ηλικιωμένοι ασθενείς άνω των 65 ετών θα πρέπει να λαμβάνουν το μισό της συνιστώμενης
δόσης.
Η θεραπεία για τη διαταραχή πανικού είναι μακροχρόνια. Διατήρηση του θεραπευτικού
αποτελέσματος έχει δειχθεί κατά τη διάρκεια παρατεταμένης θεραπείας (1 έτος).
Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή
Δισκία
Συνίσταται αρχική δόση 20mg (1 δισκίο) ημερησίως. Η δόση μπορεί να αυξηθεί σταδιακά ανά
20 mg μέχρι τα 60 mg (3 δισκία) αν κριθεί απαραίτητο κατά την κλινική αξιολόγηση.
Σταγόνες
Συνίσταται αρχική δόση 16 mg (8 σταγόνες) ημερησίως. Η δόση μπορεί να αυξηθεί σταδιακά
ανά 16 mg (8 σταγόνες) μέχρι τα 48 mg (24 σταγόνες) ημερησίως, αν κριθεί απαραίτητο κατά
την κλινική αξιολόγηση.
Ηλικιωμένοι ασθενείς άνω των 65 ετών θα πρέπει να λαμβάνουν το μισό της συνιστώμενης
δόσης.
Η έναρξη της δράσης στη θεραπεία της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής εμφανίζεται μέσα σε
2-4 εβδομάδες και η βελτίωση αυξάνει με την πάροδο του χρόνου.
Παιδιά: To RENEVIL δεν πρέπει να χορηγείται για τη θεραπεία παιδιών και εφήβων κάτω των
18 ετών (βλέπε λήμμα 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια:
Να δίδεται η χαμηλότερη δόση του συνιστώμενου δοσολογικού σχήματος για τους ενήλικες και
να παρακολουθούνται προσεκτικά.
Ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια
Δεν απαιτείται η προσαρμογή της δόσης σε ασθενείς με ήπια ως μέτρια νεφρική ανεπάρκεια.
Δεν υπάρχει εμπειρία σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατινίνης <
20ml/min).
4.3. Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στο φάρμακο ή στα έκδοχα του προϊόντος. Ταυτόχρονη ή πρόσφατη (λιγότερο
από 14 ημέρες) θεραπεία με αναστολείς της ΜΑΟ.
4.4. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις & ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση:
Χορήγηση σε παιδιά και εφήβους ηλικίας κάτω των 18 ετών
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χορηγείται για τη θεραπεία παιδιών και εφήβων κάτω των 18
ετών. Η εμφάνιση αυτοκτονικής συμπεριφοράς (απόπειρες αυτοκτονίας και σκέψεις
αυτοκτονίας), καθώς και η εμφάνιση εχθρικής συμπεριφοράς (κυρίως επιθετικότητα,
εναντιωτική συμπεριφορά, θυμός) παρατηρήθηκαν με μεγαλύτερη συχνότητα σε κλινικές
δοκιμές με παιδιά και εφήβους που λάμβαναν αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με εκείνους που
λάμβαναν εικονικό φάρμακο. Εάν εντούτοις, αποφασιστεί να χορηγηθεί σχετική αγωγή λόγω
κλινικής ανάγκης, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται με προσοχή για την πιθανότητα
εμφάνισης αυτοκτονικών συμπτωμάτων. Επιπλέον, δεν υπάρχουν μεγάλης διάρκειας στοιχεία
ασφάλειας σε παιδιά και εφήβους όσον αφορά τη σωματική τους ανάπτυξη, την ωρίμανση, τη
διανοητική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της συμπεριφοράς.
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς που παίρνουν αναστολείς της μονοάμινο-
οξειδάσης (ΜΑΟ) ή τουλάχιστον επί 14 ημέρες μετά τη διακοπή τους. Οι αναστολείς της ΜΑΟ
δεν πρέπει να χορηγούνται πριν παρέλθουν 7 ημέρες από τη διακοπή της σιταλοπράμης.
Η πιθανότητα αυτοκτονίας σε ασθενείς με κατάθλιψη παραμένει μέχρι ότου επέλθει σημαντική
ύφεση, γιατί η μείωση της ψυχοκινητικής αναστολής μπορεί να αρχίσει πριν από την
αντικαταθλιπτική δράση.
Εάν ο ασθενής εισέλθει σε φάση μανίας, η σιταλοπράμη πρέπει να διακοπεί και να αρχίσει
θεραπεία με νευροληπτικό.
Μερικοί ασθενείς με διαταραχή πανικού εμφανίζουν έντονα συμπτώματα άγχους στην αρχή της
θεραπείας με αντικαταθλιπτικά. Αυτή η παράδοξη αρχική αύξηση του άγχους είναι πιο έντονη
κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της θεραπείας και υποχωρεί με τη συνέχιση της
θεραπείας (μέσα σε δύο εβδομάδες).
Αιμορραγικές εκδηλώσεις
Συνίσταται να υπάρχει ιδιαίτερη προσοχή σε ασθενείς οι οποίοι συγχρόνως με τη σιταλοπράμη
λαμβάνουν αντιπηκτικά φάρμακα, φάρμακα που επηρεάζουν την λειτουργία των αιμοπεταλίων
(π.χ. ΜΣΑΦ, ακετυλοσαλικυλικά, τικλοπιδίνη, διπυριδαμόλη) ή άλλα φάρμακα που αυξάνουν
τον κίνδυνο της αιμορραγίας. Προσοχή επίσης συνίσταται και για ασθενείς με ιστορικό
αιμορραγικών καταστάσεων.
Αυτοκτονία/ αυτοκτονικές σκέψεις ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων, αυτοτραυματισμούς και
αυτοκτονίες (επεισόδια σχετιζόμενα με αυτοκτονία). Ο κίνδυνος αυτός παραμένει έως ότου
επιτευχθεί σημαντική ύφεση. Καθώς μπορεί να μη σημειωθεί βελτίωση κατά τη διάρκεια των
πρώτων λίγων εβδομάδων θεραπείας ή περισσότερων, οι ασθενείς θα πρέπει να
παρακολουθούνται στενά έως ότου επιτευχθεί τέτοια βελτίωση.
Κατά τη γενική κλινική εμπειρία, ο κίνδυνος αυτοκτονίας μπορεί να αυξηθεί κατά τα πρώιμα
στάδια ανάρρωσης.
Άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις για τις οποίες η σιταλοπράμη συνταγογραφείται μπορεί επίσης
να σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία. Επιπρόσθετα,
αυτές οι καταστάσεις μπορεί να συνυπάρχουν με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή. Για το λόγο
αυτό, οι ίδιες προφυλάξεις που παίρνονται κατά τη θεραπεία ασθενών με μείζονα καταθλιπτική
διαταραχή, θα πρέπει να παίρνονται και κατά τη θεραπεία ασθενών με άλλες ψυχιατρικές
διαταραχές.
Ασθενείς με ιστορικό επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία, ή εκείνοι που παρουσιάζουν
σημαντικού βαθμού αυτοκτονικό ιδεασμό πριν από την έναρξη της θεραπείας, είναι γνωστό ότι
διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας. Μία μετα-
ανάλυση ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο κλινικών δοκιμών με αντικαταθλιπτικά φάρμακα
σε ενήλικες ασθενείς με ψυχιατρικές διαταραχές, έδειξε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής
συμπεριφοράς με αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο σε ασθενείς ηλικίας
κάτω των 25 ετών. Στενή παρακολούθηση των ασθενών, και ιδιαίτερα αυτών που διατρέχουν
υψηλό κίνδυνο, θα πρέπει να συνδυάζεται με τη φαρμακευτική αγωγή, ιδιαίτερα στην αρχή της
θεραπείας και μετά από αλλαγές στη δοσολογία. Οι ασθενείς (και αυτοί που φροντίζουν τους
ασθενείς) θα πρέπει να είναι σε επαγρύπνηση σχετικά με την ανάγκη παρακολούθησης για
οποιαδήποτε κλινική επιδείνωση, αυτοκτονική συμπεριφορά ή σκέψεις και οποιεσδήποτε
ασυνήθιστες αλλαγές στη συμπεριφορά και να αναζητήσουν ιατρική συμβουλή άμεσα εάν
εμφανιστούν αυτά τα συμπτώματα.
Παράλληλα το φάρμακο θα πρέπει να συνταγογραφείται σε ποσότητες τέτοιες που να
καλύπτουν τις ανάγκες του ασθενούς μεταξύ δύο διαφορετικών παρακολουθήσεων από τον
ιατρό. Με τον τρόπο αυτό ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος σκόπιμης υπέρβασης των θεραπευτικών
δόσεων.
Εξάρτηση –Απόσυρση
Δεν υπάρχουν έως σήμερα προκλινικές και κλινικές ενδείξεις ότι οι ειδικοί αναστολείς
επαναπρόσληψης της σεροτονίνης προκαλούν εξάρτηση.
Ωστόσο όσον αφορά στην απόσυρση, η απότομη διακοπή της χορήγησης των φαρμάκων αυτών
μπορεί να προκαλέσει ορισμένα συμπτώματα (ζάλη, παραισθησίες, κεφαλαλγία, ναυτία, άγχος)
που όμως είναι ήπια και παροδικά.
Γι’ αυτό το λόγο, συνίσταται η διακοπή της φαρμακευτικής ουσίας να γίνεται προοδευτικά και
πάντοτε σύμφωνα με τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Σε γενικές όμως γραμμές επειδή είναι δύσκολο να προβλεφθεί ακριβώς από πειραματικά
δεδομένα η εξατομικευμένη αντίδραση του ασθενούς σε φάρμακα που δρουν στο ΚΝΣ θα
πρέπει με ιδιαίτερη προσοχή να χρησιμοποιούνται τα φάρμακα αυτά σε άτομα με ιστορικό
κατάχρησης ψυχοφαρμάκων.
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης.
Η ταυτόχρονη χορήγηση αναστολέων της ΜΑΟ μπορεί να προκαλέσει υπερτασικές κρίσεις και
αποτελεί αντένδειξη. (βλ. 4.3 και 4.4).
Απαιτείται προσοχή κατά τη συγχορήγηση με λίθιο ή τρυπτοφάνη και με σεροτονινεργικά
φάρμακα (π.χ. σουματρυπτάνη).
Δεν συνίσταται η σύγχρονη λήψη με οινόπνευμα.
Η συγχορήγηση με προϊόντα που περιέχουν Υπερικό/ Βαλσαμόχορτο (St. John’s Wort /
Hypericum perforatum) μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Ελαφρά αυξημένα επίπεδα σιταλοπράμης στον ορό έχουν παρατηρηθεί κατά την ταυτόχρονη
θεραπεία με ορισμένες φαινοθειαζίνες (λεβομεπρομαζίνη κ.λ.π.) αλλά δεν έχουν κλινική
σημασία.
Φάρμακα που επηρεάζουν την αιμόσταση:
Η σύγχρονη χορήγηση με αντιπηκτικά φάρμακα που επηρεάζουν τη λειτουργία των
αιμοπεταλίων (π.χ. ΜΣΑΦ, ακετυλοσαλικυλικά, τικλοπιδίνη, διπυριδαμόλη) ή άλλα φάρμακα
που επηρεάζουν την αιμόσταση αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης αιμορραγιών.
4.6. Κύηση και γαλουχία
Πειράματα σε ζώα δεν έδωσαν ενδείξεις τερατογόνου δράσης. Η σιταλοπράμη δεν επηρεάζει
την αναπαραγωγική λειτουργία και δεν προκαλεί περιγεννητικές επιπλοκές. Πολύ χαμηλές
ποσότητες μεταφέρονται με το γάλα από τη μητέρα στο θηλάζον νεογνό.
Η ασφάλεια της σιταλοπράμης κατά την κύηση στον άνθρωπο δεν έχει εξακριβωθεί. Γι’ αυτό
το RENEVIL δεν πρέπει να χορηγείται κατά την κύηση και σε μητέρες που θηλάζουν, εκτός
εάν το αναμενόμενο όφελος για την ασθενή υπερβαίνει το θεωρητικό κίνδυνο για το έμβρυο ή
το θηλάζον βρέφος.
4.7. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων:
Η σιταλοπράμη έχει ελάχιστη επίδραση στη γνωστική και ψυχοκινητική απόδοση και η
αλληλεπίδραση με την αλκοόλη δεν είναι αξιόλογη. Όμως σε ασθενείς στους οποίους
συνταγογραφούνται ψυχοτρόπα φάρμακα μπορεί να αναμένεται κάποια επίδραση στην
ικανότητα προσοχής και συγκέντρωσης και πρέπει να προειδοποιούνται για αυτό. Κατά τα
άλλα, όλα εξαρτώνται από την αντίδραση του ασθενούς στο φάρμακο. Πρέπει να εξετάζεται σε
συνεργασία με το γιατρό.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρούνται με το RENEVIL είναι γενικά λίγες, ήπιες και
θεραπεύσιμες. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφανίζονται συχνότερα είναι ναυτία, υπνηλία,
αυξημένη εφίδρωση, ξηροστομία, και τρόμος. Είναι περισσότερο εμφανής κατά την πρώτη ή τις
δύο πρώτες εβδομάδες της θεραπείας και εν συνεχεία μειώνονται καθώς βελτιώνεται η
καταθλιπτική κατάσταση.
Έχουν αναφερθεί σπάνιες περιπτώσεις αιμορραγικών εκδηλώσεων όπως εκχυμώσεις,
αιμορραγία από τον κόλπο, αιμορραγία από το γαστρεντερικό σωλήνα ή από άλλες
βλεννογονικές επιφάνειες.
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί με τη σιταλοπράμη:
Συχνές:
Δέρμα και εξαρτήματά του: αυξημένη εφίδρωση
Κεντρικό και Περιφερικό Νευρικό Σύστημα: κεφαλαλγία, τρόμος, ζάλη
Διαταραχές όρασης: διαταραχή προσαρμογής οφθαλμών
Ψυχιατρικές διαταραχές: υπνηλία, αϋπνία, ευερεθιστότητα, νευρικότητα
Γαστρεντερικές διαταραχές: ναυτία, ξηροστομία, δυσκοιλιότητα, διάρροια,
Διαταραχές καρδιακής συχνότητας και καρδιακού ρυθμού: αίσθημα παλμών
Σώμα ως σύνολο: εξασθένιση
Λιγότερο συχνές
Δέρμα και εξαρτήματά του: εξανθήματα, κνίδωση
Κεντρικό και Περιφερικό Νευρικό σύστημα: παραισθησία, ημικρανία
Ειδικές αισθήσεις: διαταραχές οράσεως, αλλοίωση γεύσης
Ψυχιατρικές διαταραχές: διαταραχές ύπνου, μειωμένη libido, μειωμένη συγκέντρωση,
διαταραγμένα όνειρα, αμνησία, άγχος, αυξημένη όρεξη, ανορεξία, απάθεια, ανικανότητα,
απόπειρα αυτοκτονίας, σύγχυση, χάσμημα
Γαστρεντερικές διαταραχές: δυσπεψία, έμετος, κοιλιακό άλγος, μετεωρισμός, σιελόρροια.
Μεταβολισμός και διαταραχές της θρέψης: μείωση σωματικού βάρους, αύξηση σωματικού
βάρους
Καρδιακές διαταραχές: ορθοστατική υπόταση
Διαταραχές καρδιακής συχνότητας και καρδιακού ρυθμού: ταχυκαρδία
Διαταραχές αναπνευστικού: ρινίτιδα
Ουροποιογεννητικές διαταραχές: πολυουρία, διαταραχές ούρησης
Διαταραχές αναπαραγωγικού συστήματος θηλέων: ανοργασμία
Διαταραχές αναπαραγωγικού συστήματος αρρένων: διαταραχές εκσπερμάτισης
Σώμα ως σύνολο: κόπωση
Σπάνιες
Διαταραχές μυοσκελετικού συστήματος: μυαλγία
Κεντρικό και Περιφερικό Νευρικό σύστημα: εξωπυραμιδικές διαταραχές, σπασμοί
Ειδικές αισθήσεις: εμβοές ώτων
Ψυχιατρικές διαταραχές: ευφορία, αυξημένη libido
Διαταραχές αναπνευστικού: βήχας
Σώμα ως σύνολο: κακουχία
Περιστατικά αυτοκτονικού ιδεασμού και αυτοκτονικών συμπεριφορών έχουν αναφερθεί κατά
τη διάρκεια της θεραπείας με σιταλοπράμη ή λίγο μετά τη διακοπή της θεραπείας (βλέπε
παράγραφο 4.4).
4.9. Υπερδοσολογία
Συμπτώματα
Ελαφρά δηλητηρίαση – δόσεις < 600 mg :
Κόπωση, αδυναμία, καταστολή, ζάλη, τρόμος των χειρών, ναυτία, κρύος ιδρώτας.
Βαριά δηλητηρίαση η μεγαλύτερη δόση ήταν 1800-2000 mg , δηλαδή περίπου 45-50 φορές
μεγαλύτερη από τη μέση ημερήσια δόση:
Τα συμπτώματα ήταν απάθεια που εξελίχθηκε σε λήθαργο, μία κρίση μη ειδικών μυϊκών
σπασμών, κυάνωση, επιπόλαιη και θορυβώδης αναπνοή, οφειλόμενη ίσως σε εισρόφηση και
κολπική ταχυκαρδία (ρυθμός 128).
Αντιμετώπιση
Η θεραπεία είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Πρέπει να γίνεται πλύση στομάχου όσο το
δυνατόν γρηγορότερα μετά από λήψη από το στόμα. Οι αεραγωγοί διατηρούνται ανοικτοί με
διασωλήνωση αν χρειασθεί. Χορήγηση οξυγόνου σε περίπτωση υποξαιμίας και διαζεπάμης σε
περίπτωση σπασμών. Συνίσταται ιατρική παρακολούθηση επί περίπου 24 ώρες. Δεν υπάρχει
ειδικό αντίδοτο, αλλά ο ασθενής μπορεί να ωφεληθεί από τη χορήγηση ανταγωνιστή της
σεροτονίνης (π.χ. μεθυλσεργίδη).
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: Ν06ΑΒ04
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες:
Η σιταλοπράμη είναι δικυκλικό παράγωγο του φθαλενίου με αντικαταθλιπτική δράση.
Βιοχημικές μελέτες και μελέτες συμπεριφοράς έχουν δείξει ότι η φαρμακοδυναμική δράση της
σιταλοπράμης σχετίζεται ιδίως με την εξαιρετικά ισχυρή αναστολή της επαναπρόσληψης της
σεροτονίνης (5-HT, 5-υδροξυτρυπταμίνη-σεροτονίνη).
Η σιταλοπράμη δεν επηρεάζει την επαναπρόσληψη νορεπινεφρίνης, ντοπαμίνης ή GABA
(γάμμα- αμινοβουτυρικού οξέος).
Επίσης η σιταλοπράμη όπως και οι μεταβολίτες της δεν έχει αντιντοπαμινεργικές,
αντιαδρενεργικές, αντισεροτονινεργικές, αντιϊσταμινεργικές ή αντιχολινεργικές
(αντιμουσκαρινικές) ιδιότητες και δεν αναστέλλει τη ΜΑΟ (μονοαμινοξειδάση). Η
σιταλοπράμη δεν αλληλεπιδρά με τη βενζοδιαζεπίνη, το GABA ή τους οπιοειδείς υποδοχείς.
Όπως και τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και οι άλλοι αναστολείς της πρόσληψης 5-ΗΤ, η
σιταλοπράμη καταστέλλει τον ύπνο REM (με ταχείες κινήσεις των οφθαλμών) και αυξάνει το
βαθύ βραδυκυματικό ύπνο. Η ικανότητα καταστολής της έναρξης του ύπνου REM που
παρατηρείται στις αρχές της θεραπείας της κατάθλιψης φαίνεται ότι μπορεί να αποτελέσει
προγνωστικό θετικής θεραπείας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η έλλειψη ή η πολύ μικρή συγγένεια με τους χολινεργικούς
μουσκαρινικούς υποδοχείς, τους υποδοχείς ισταμίνης και τους α- αδρενοϋποδοχείς, επειδή η
αναστολή αυτών των υποδοχέων οδηγεί σε ανεπιθύμητες ενέργειες όπως ξηροστομία,
ορθοστατική υπόταση.
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες:
Η σιταλοπράμη απορροφάται γρήγορα μετά από χορήγηση από το στόμα. Τα μέγιστα επίπεδα
στον ορό επιτυγχάνονται σε διάστημα 2-4 ωρών μετά την ημερήσια δόση. (Μέγιστα επίπεδα
επιτυγχάνονται κατά μέσο όρο σε 2 ώρες μετά τη λήψη των σταγόνων και 3 ώρες μετά τη λήψη
των δισκίων). Η σχετική βιοδιαθεσιμότητα των σταγόνων είναι περίπου 25% μεγαλύτερη από
αυτή των δισκίων.
Ο φαινόμενος όγκος κατανομής είναι περίπου 14 L/KG (όρια 12-16 L/KG). Η σύνδεση με
πρωτεΐνη είναι περίπου 80%.
Η βιοδιαθεσιμότητα της σιταλοπράμης από το στόμα είναι σχεδόν πλήρης. Έχει δειχθεί
γραμμική σχέση μεταξύ των επιπέδων πλάσματος σε σταθερή κατάσταση και της χορηγούμενης
δόσης με μέσες συγκεντρώσεις περίπου 250nM επιτυγχανόμενες με τη συχνότερη δοσολογία
των 40mg ημερησίως. Η βιολογική ημιζωή είναι περίπου 1-1/2 ημέρες και επίπεδα σταθερής
καταστάσεως σιταλοπράμης επιτυγχάνονται συνήθως μέσα στην πρώτη εβδομάδα της
χορήγησης. Η πλειονότητα των ασθενών έχουν επίπεδα σταθερής κατάστασης της τάξης των
100-400nM με ημερήσια δόση 40 mg. Σε ηλικιωμένους ασθενείς έχουν βρεθεί υψηλότερα
επίπεδα φαρμάκου, μεγαλύτερη διάρκεια ημιζωής και μειωμένες τιμές απομάκρυνσης, λόγω
του μειωμένου μεταβολικού ρυθμού.
Η σιταλοπράμη μεταβολίζεται σε δεσμεθυλσιταλοπράμη, διδεσμεθυλσιταλοπράμη,
σιταλοπράμη-Ν-οξείδιο και παράγωγο προπιονικού οξέος. Ενώ το παράγωγο του προπιονικού
οξέος είναι αδρανές, η δεσμεθυλσιταλοπράμη, η διδεσμεθυλσιταλοπράμη και η σιταλοπράμη-
Ν-οξείδιο είναι επίσης εκλεκτικοί αναστολείς της προσλήψεως 5-ΗΤ, αν και ασθενέστεροι από
τη μητρική ουσία.
Η σιταλοπράμη κατανέμεται στον οργανισμό όπως και τα άλλα ψυχοτρόπα φάρμακα με τις
υψηλότερες συγκεντρώσεις φαρμάκου και απομεθυλιωμένων μεταβολιτών στους πνεύμονες,
στο ήπαρ και στους νεφρούς και χαμηλότερες συγκεντρώσεις στη σπλήνα, στην καρδιά και
στον εγκέφαλο. Το φάρμακο και οι μεταβολίτες διέρχονται το φραγμό του πλακούντα και
κατανέμονται στο έμβρυο με τρόπο παρόμοιο με εκείνον που παρατηρείται στον οργανισμό της
μητέρας.
Στους ασθενείς η αμετάβλητη σιταλοπράμη επικρατεί στο πλάσμα. Ο λόγος συγκεντρώσεως
σταθερής κατάστασης σιταλοπράμης/ δεσμεθυλσιταλοπράμης είναι κατά μέσο όρο 3,4 σε
δείγματα 15 ωρών και 2,0 σε δείγματα 24 ωρών. Τα επίπεδα διδεσμεθυλσιταλοπράμης και
σιταλοπράμης και σιταλοπράμης-Ν-οξειδίου στο πλάσμα είναι αμελητέα. Δεν έχει
αποκαλυφθεί σχέση μεταξύ επιπέδου πλάσματος και αποτελέσματος για τη σιταλοπράμη και οι
ανεπιθύμητες ενέργειες δεν φαίνεται να σχετίζονται σαφώς με τις συγκεντρώσεις φαρμάκου στο
πλάσμα.
Η συστηματική κάθαρση πλάσματος είναι περίπου 0,4 L/λεπτό. Η αποβολή γίνεται τόσο με τα
ούρα, όσο και με τα κόπρανα (13,14). Ο συντελεστής μετατροπής από nM σε ng/ml
(αναφερόμενος στη βάση) είναι 0,32 για τη σιταλοπράμη και 0,31 για τη
δεσμεθυλσιταλοπράμη.
Κλινικές λεπτομέρειες
Η αντικαταθλιπτική δράση συνήθως αρχίζει μετά από 2-4 εβδομάδες.
Οι ελαφρές καταπραϋντικές ιδιότητες της σιταλοπράμης την κάνουν ιδιαίτερα χρήσιμη για
μακροχρόνια θεραπεία. Επίσης η σιταλοπράμη δεν προκαλεί αύξηση βάρους, ούτε ενισχύει
σημαντικά τη δράση του οινοπνεύματος.
Η σιταλοπράμη δεν επιδρά στο καρδιαγγειακό σύστημα αγωγής ή στην πίεση του αίματος.
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους ηλικιωμένους ασθενείς.
Η συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών της σιταλοπράμης είναι χαμηλή και στην πλειονότητα τα
συμπτώματα είναι παροδικά και ήπιου βαθμού.
5.3 Προκλινικά στοιχεία ασφάλειας (τοξικολογικές ιδιότητες)
Οι τοξικολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η σιταλοπράμη έχει υψηλό περιθώριο ασφάλειας στη
χρόνια λήψη.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1. Κατάλογος Εκδόχων:
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο 20 mg/Tab, 40 mg/Tab
Lactose monohydrate, Maize starch, Microcrystalline cellulose, Glycerol, Copolyvidone,
Croscarmellose sodium, Magnesium stearate
Eπικάλυψη
Opadry Y-1-7000 (Methocel E5 Premium EP, Titanium dioxide E171 Cl77891,
Polyethylene glycol 400)
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα 40 mg/ml
Methyl hydroxybenzoate, Propyl hydroxybenzoate, Hydroxyethylcellulose, Ethanol 96%
Water purified q.s. to 1ml
6.2. Aσυμβατότητες:
Οι σταγόνες θα πρέπει να αναμιγνύονται μόνο με νερό, χυμό πορτοκαλιού ή χυμό μήλου.
6.3. Διάρκεια ζωής:
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο
60 μήνες
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα
24 μήνες
Από τη στιγμή που θα ανοιχθεί η συσκευασία τους, οι σταγόνες διατηρούνται για τουλάχιστον
16 εβδομάδες όταν φυλάσσονται σε θερμοκρασία χαμηλότερη των 25 °C.
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος:
Τα δισκία RENEVIL διατηρούνται σε θερμοκρασία περιβάλλοντος.
Οι πόσιμες σταγόνες RENEVIL διατηρούνται σε θερμοκρασία χαμηλότερη των 25 °C.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο των 20 mg/Tab.
Κουτί που περιέχει 28 δισκία σε blisters. BT 2 x 14
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο των 40 mg/Tab.
Κουτί που περιέχει 28 δισκία σε blisters. BT 2 x 14
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα 40mg/ml
Κουτί που περιέχει φιαλίδιο των 15ml με σταγονομετρικό βιδωτό πώμα. FL x 15.
6.6. Οδηγίες χρήσης/χειρισμού
Δεν είναι απαραίτητες
7. Υπεύθυνος άδειας κυκλοφορίας :
ΦΑΡΜΑΝΕΛ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗ Α.Ε.
Λ.Μαραθώνος 106, 153 44 Γέρακας Αττικής
τηλ.: 210.60 48 560 Fax: 210.66 13 013
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ:
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο των 20 mg/Tab: 3699/9-4-2008
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο των 40 mg/Tab: 19717/9-4-2008
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα 40mg/ml: 70075/29-10-2007
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ/Ή ΤΗΣ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο των 20, 40 mg/Tab: 29/10/2007
Πόσιμες σταγόνες, διάλυμα 40mg/ml: 29/10/2007
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
20-4-2010