
ΔΔΥΕΠ-Ε.4250-13/6
(24α)
Σπάνιες: Αλωπεκία, φωτοευαισθησία
Πολύ σπάνιες: Πολύμορφο ερύθημα, σύνδρομο Stevens-Johnson, τοξική επιδερμική νεκρόλυση
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
Σπάνιες: Αρθραλγία, μυαλγία
Πολύ σπάνιες: Μυϊκή αδυναμία
Διαταραχές των νεφρών και των ουροφόρων οδών
Σπάνιες: Διάμεση νεφρίτιδα
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και του μαστού
Πολύ σπάνιες: Γυναικομαστία
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της οδού χορήγησης
Όχι συχνές: Αίσθημα κακουχίας, περιφερικό οίδημα
Σπάνιες: Αυξημένη εφίδρωση
Μη αντιστρεπτή οπτική δυσλειτουργία έχει αναφερθεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις ασθενών σε κρίσιμη
κατάσταση που έλαβαν ομεπραζόλη με ενδοφλέβια ένεση, ειδικά σε υψηλές δόσεις, αλλά δεν έχει
αποδειχθεί αιτιολογική σχέση.
4.9 Υπερδοσολογία
Υπάρχουν περιορισμένες πληροφορίες διαθέσιμες για την επίδραση υπερδοσολογίας της ομεπραζόλης
στους ανθρώπους. Στη βιβλιογραφία, έχουν περιγραφεί δόσεις μέχρι και 560 mg, και υπήρξαν
περιστασιακές αναφορές όπου εφάπαξ από του στόματος ληφθείσες δόσεις έφτασαν μέχρι και τα
2400 mg ομεπραζόλης (120 φορές μεγαλύτερες της συνήθους κλινικά συνιστώμενης δόσης). Ναυτία,
εμετός, ζάλη, κοιλιακό άλγος, διάρροια και κεφαλαλγία έχουν αναφερθεί. Επίσης, απάθεια, κατάθλιψη
και σύγχυση έχουν περιγραφεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις.
Τα συμπτώματα που περιγράφηκαν σε σχέση με την υπερδοσολογία ομεπραζόλης ήταν παροδικά, και
δεν αναφέρθηκε δυσμενής έκβαση. Ο ρυθμός απομάκρυνσης παρέμεινε αμετάβλητος (κινητική πρώτης
τάξεως) με αυξανόμενες δόσεις. Η θεραπεία, εάν χρειάζεται, είναι συμπτωματική.
Ενδοφλέβιες δόσεις μέχρι και 270 mg σε μία μέρα και μέχρι 650 mg σε περίοδο τριών ημερών έχουν
δοθεί σε κλινικές μελέτες χωρίς καμία δοσοεξαρτώμενη ανεπιθύμητη ενέργεια.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αναστολείς της αντλίας πρωτονίων, κωδικός ATC: Α02BC01
Μηχανισμός δράσης
Η ομεπραζόλη, ένα ρακεμικό μίγμα δύο εναντιομερών μειώνει τη γαστρική έκκριση οξέος μέσω ενός
μηχανισμού δράσης υψηλής εκλεκτικότητας. Είναι ένας ειδικός αναστολέας της αντλίας πρωτονίων του
τοιχωματικού κυττάρου. Δρα ταχέως και προσφέρει έλεγχο μέσω αντιστρεπτής αναστολής της
γαστρικής έκκρισης οξέος, με μία μόνο δόση την ημέρα.
Η ομεπραζόλη είναι μία ασθενής βάση που συγκεντρώνεται και μετατρέπεται στη δραστική μορφή μέσα
στο ισχυρά όξινο περιβάλλον των ενδοκυτταρικών σωληνίσκων του τοιχωματικού κυττάρου, όπου
αναστέλλει το ένζυμο H
+
K
+
-ATPάση, την αντλία δηλαδή πρωτονίων. Αυτή η επίδραση στο τελικό
στάδιο της διαδικασίας σχηματισμού του γαστρικού οξέος είναι δοσοεξαρτώμενη και παρέχει αναστολή
υψηλής απόδοσης τόσο στην βασική έκκριση οξέος όσο και σε αυτήν μετά από διέγερση, ανεξάρτητα
από τον παράγοντα διέγερσης.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Όλες οι φαρμακοδυναμικές επιδράσεις που παρατηρούνται μπορούν να εξηγηθούν από τη δράση της
ομεπραζόλης στην έκκριση οξέος.
Επίδραση στη γαστρική έκκριση οξέος
15