FUNGOSPOR CS.SOL.INF. 10 MG/ML
Μετά από εφ’ άπαξ ενδοφλέβια χορήγηση 200 mg ιτρακοναζόλης, η μέση κάθαρση
πλάσματος είναι 312 ml/min, o μέσος όγκος κατανομής Vd, είναι 561.1 και η μέση τελική
ημιπερίοδος ζωής είναι 33 ώρες. Η κινητική της ιτρακοναζόλης είναι ελαφρώς μη αναλογική:
στο δοσολογικό εύρος μεταξύ 50 και 200 mg, η κάθαρση πλάσματος της ιτρακοναζόλης
μειώνεται κατά 20-25% κάθε φορά που διπλασιάζεται η δόση.
Οι συγκεντρώσεις της ιτρακοναζόλης στο πλάσμα σε ασθενείς με ήπια ως μέτρια νεφρική
ανεπάρκεια (διακύμανση CLCR μεταξύ 30-80 ml/min) ήταν συγκρίσιμες με αυτές που
λαμβάνονταν σε υγιείς. Το πλείστον της υδροξυπροπυλ-β-κυκλοδεξτρίνης (HP-β-CD)
απεκκρίνεται στα ούρα που συλλέγονται στο διάστημα συλλογής των 120 ωρών. Μετά από
μία απλή ενδοφλέβια δόση των 200 mg σε ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (CLCR
μεταξύ 30 ml/min), η κάθαρση της υδροξυπροπυλ-β-κυκλοδεξτρίνης (HP-β-CD) ελαττώθηκε
κατά έξι φορές σε σύγκριση με άτομα που έχουν φυσιολογική νεφρική λειτουργία.
Η φαρμακοκινητική της ιτρακοναζόλης στους ηλικιωμένους μετά από ενδοφλέβια ένεση δεν
έχει διερευνηθεί. Γενικά, η θεραπεία σε ηλικιωμένους πρέπει να γίνεται με προσοχή,
λαμβάνοντας υπόψη την μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης μειωμένης ηπατικής και νεφρικής
λειτουργίας καθώς και την συνύπαρξη άλλων παθήσεων η άλλων φαρμακευτικών θεραπειών.
Γνωρίζοντας ότι ο ρυθμός σπειραματικής διήθησης αλλάζει σε σχέση με την ηλικία, πρέπει να
αναμένοτναι αυξανόμενα επίπεδα της υδροξυπροπυλ-β-κυκλοδεξτρίνης (HP-β-CD)
αυξανόμενης της ηλικίας (βλ. «φαρμακοκινητική σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια»)
Η ιτρακοναζόλη μεταβολίζεται εκτενώς από το ήπαρ σε έναν μεγάλο αριθμό μεταβολιτών. Το
σημαντικότερο ένζυμο που εμπλέκεται στον ολικό μεταβολισμό της ιτρακοναζόλης είναι το
CYP3A4. Ένας από τους μεταβολίτες είναι η υδροξυ-ιτρακοναζόλη, που έχει in vitro
συγκρίσιμη με της ιτρακοναζόλης αντιμυκητιασική δραστικότητα. Η απέκκριση στα κόπρανα
της αρχικής ιτρακοναζόλης ποικίλει μεταξύ 3-18% της δόσης. Η νεφρική απέκκριση της
ιτρακοναζόλης και της υδροξυ-ιτρακοναζόλης είναι μικρότερη από το 1% της δόσης.
Χρησιμοποιώντας το σχήμα ενδοφλέβιας δοσολογίας 200 mg ιτρακοναζόλης δύο φορές
ημερησίως κατά τις ημέρες 1-2, ακολουθούμενο από 200 mg μια φορά ημερησίως από την
ημέρα 3 και μετά, σταθεροποιημένες συγκεντρώσεις ιτρακοναζόλης και υδροξυ-
ιτρακοναζόλης στο πλασμα επιτυγχάνονται μετά από 2 και 4 ημέρες, αντίστοιχα. Τα επίπεδα
της υδροξυ-ιτρακοναζόλης στο πλάσμα πριν τη δόση είναι περίπου δυο φορές υψηλότερα
από αυτά της ιτρακοναζόλης.
Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος της ιτρακοναζόλης είναι 99.8. Η ιτρακοναζόλη
κατανέμεται εκτενώς στους ιστούς που έχουν προδιάθεση σε προσβολή από μύκητες. Οι
συγκεντρώσεις σε πνεύμονες, νεφρούς, ήπαρ, οστά, στόμαχο, σπλήνα και μυς βρέθηκαν να
είναι δύο ως τρεις φορές υψηλότερες σε σχέση με την αντίστοιχη συγκέντρωση στο
πλάσμα.
Περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος
9