ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Το φάρμακο αυτό τελεί υπό συμπληρωματική παρακολούθηση. Αυτό θα επιτρέψει τον
ταχύ προσδιορισμό νέων πληροφοριών ασφάλειας. Ζητείται από τους επαγγελματίες του
τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες
ανεπιθύμητες ενέργειες. Βλ. παράγραφο 4.8 για τον τρόπο αναφοράς ανεπιθύμητων
ενεργειών.
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
FAREMIO 20 mg σιδήρου/ml
Ενέσιμο διάλυμα ή Πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε φύσιγγα των 5 ml FAREMIO περιέχει 100 mg σιδήρου ως σακχαρούχο σίδηρο
(σύμπλοκο υδροξειδίου τρισθενούς σιδήρου (ΙΙΙ) με σακχαρόζη, 20mg σιδήρου ανά ml).
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα ή Πυκνό διάλυμα για παρασκευή διαλύματος προς έγχυση.
Το FAREMIO είναι ένα σκούρο καφέ, μη διαφανές, υδατικό διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το FAREMIO ενδείκνυται για τη θεραπεία της ανεπάρκειας σιδήρου στις ακόλουθες
ενδείξεις:
Όταν είναι κλινικά αναγκαία η ταχεία προσφορά σιδήρου στις αποθήκες σιδήρου
Σε ασθενείς με δυσανεξία στην από του στόματος χορηγούμενη σιδηροθεραπεία ή
μη συμμορφούμενους με αυτήν
Σε ενεργό φλεγμονώδη νόσο του εντέρου όπου τα χορηγούμενα από του στόματος
σκευάσματα σιδήρου είναι αναποτελεσματικά.
Η διάγνωση της ανεπάρκειας σιδήρου πρέπει να βασίζεται σε κατάλληλες εργαστηριακές
εξετάσεις (π.χ. αιμοσφαιρίνη, φερριτίνη ορού, σίδηρος ορού, κτλ).
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Ενήλικες και ηλικιωμένοι
Η συνολική αθροιστική δόση του FAREMIO που ισοδυναμεί με το συνολικό έλλειμμα
σιδήρου (mg), καθορίζεται από τα επίπεδα αιμοσφαιρίνης και το σωματικό βάρος. Η δόση
του FAREMIO πρέπει να εξατομικεύεται για τον κάθε ασθενή σύμφωνα με τον υπολογισμό
του ολικού ελλείμματος σιδήρου χρησιμοποιώντας τον παρακάτω τύπο:
1
Ολικό έλλειμμα σιδήρου [mg] = σωματικό βάρος [kg] x (επιθυμητή Hb – υπάρχουσα Hb)
[g/l]
x 0,24* + εφεδρείες σιδήρου [mg]
Κάτω των 35 kg σωματικού βάρους: επιθυμητή Hb=130 g/l και εφεδρείες σιδήρου =
15 mg/kg σωματικού βάρους
35 kg σωματικού βάρους και άνω: επιθυμητή Hb=150 g/l και εφεδρείες σιδήρου =
500 mg
* Συντελεστής 0,24 = 0,0034x0,07x1000 (περιεχόμενο αιμοσφαιρίνης σε σίδηρο
0,34
,
όγκος αίματος
7
του σωματικού βάρους,
συντελεστής 1000= μετατροπή g σε mg)
Η συνολική απαιτούμενη ποσότητα του FAREMIO καθορίζεται είτε με τον ανωτέρω
υπολογισμό είτε από τον ακόλουθο δοσολογικό πίνακα:
Σωματικ
ό
Βάρος
[kg]
Συνολικός αριθμός φυσίγγων FAREMIO
που απαιτούνται:
(1 φύσιγγα FAREMIO αντιστοιχεί σε 5 ml)
Hb 60 g/l Hb 75 g/l Hb 90 g/l Hb 105 g/l
30 9,5 8,5 7,5 6,5
35 12,5 11,5 10 9
40 13,5 12 11 9,5
45 15 13 11,5 10
50 16 14 12 10,5
55 17 15 13 11
60 18 16 13,5 11,5
65 19 16,5 14,5 12
70 20 17,5 15 12,5
75 21 18,5 16 13
80 22,5 19,5 16,5 13,5
85 23,5 20,5 17 14
90 24,5 21,5 18 14,5
Για να μετατρέψετε την Hb (mΜ) σε Hb (g/l), πολλαπλασιάστε το πρώτο με 16.1145.
Δοσολογία
Η συνολική εφάπαξ δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 200 mg σιδήρου χορηγούμενα όχι
περισσότερο από τρεις φορές την εβδομάδα. Αν η συνολική αναγκαία δόση υπερβαίνει τη
μέγιστη επιτρεπόμενη εφάπαξ δόση, τότε η χορήγηση πρέπει να διαιρείται.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Δεν υπάρχει σχετική εμπειρία από τη χρήση του FAREMIO στον παιδιατρικό πληθυσμό και
συνεπώς το FAREMIO δεν συνιστάται για χρήση στα παιδιά.
Τρόπος χορήγησης
Το FAREMIO πρέπει να χορηγείται μόνο δια της ενδοφλέβιας οδού. Αυτό μπορεί να
επιτευχθεί με βραδεία ενδοφλέβια ένεση ή με ενδοφλέβια στάγδην έγχυση. Το FAREMIO
δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για ενδομυϊκή ένεση.
Ενδοφλέβια στάγδην έγχυση:
Το FAREMIO πρέπει να αραιώνεται μόνο με στείρο διάλυμα 0,9% m/V χλωριούχου νατρίου:
5 ml FAREMIO (100mg σιδήρου) το μέγιστο σε 100 ml στείρου διαλύματος
χλωριούχου νατρίου 0,9% m/V
2
10 ml FAREMIO (200mg σιδήρου) το μέγιστο σε 200 ml στείρου διαλύματος
χλωριούχου νατρίου 0,9% m/V
Για λόγους σταθερότητας, διαλύματα FAREMIO χαμηλότερων συγκεντρώσεων δεν είναι
επιτρεπτά.
Η αραίωση πρέπει να γίνεται αμέσως πριν την έγχυση και η χορήγηση του διαλύματος
πρέπει να γίνεται ως εξής:
100 mg σιδήρου (5 ml FAREMIO) σε τουλάχιστον 15 λεπτά
200 mg σιδήρου (10 ml FAREMIO) σε τουλάχιστον 30 λεπτά
Ενδοφλέβια ένεση: Το FAREMIO μπορεί να χορηγηθεί με βραδεία ενδοφλέβια ένεση σε
ρυθμό 1 ml μη αραιωμένου διαλύματος ανά λεπτό (δηλ. μια φύσιγγα σε 5 λεπτά) και με
μέγιστη ποσότητα ανά ένεση τις 2 φύσιγγες FAREMIO (200 mg σιδήρου).
Ένεση στη συσκευή αιμοκάθαρσης: Το FAREMIO μπορεί να χορηγηθεί κατά τη
διάρκεια μιας συνεδρίας αιμοκάθαρσης απ’ ευθείας στο φλεβικό σκέλος της συσκευής
αιμοκάθαρσης με τις ίδιες διαδικασίες που περιγράφηκαν για την ενδοφλέβια ένεση.
Παρακολουθείτε προσεκτικά τους ασθενείς για σημεία και συμπτώματα αντιδράσεων
υπερευαισθησίας κατά τη διάρκεια και μετά από κάθε χορήγηση του FAREMIO.
Το FAREMIO πρέπει να χορηγείται μόνο όταν υπάρχει άμεσα διαθέσιμο προσωπικό
εκπαιδευμένο στην αξιολόγηση και διαχείριση αναφυλακτικών αντιδράσεων, σε
περιβάλλον όπου είναι διασφαλισμένη η ύπαρξη πλήρους εξοπλισμού ανάνηψης. Ο
ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται για ανεπιθύμητες ενέργειες για τουλάχιστον 30
λεπτά μετά από κάθε ένεση με FAREMIO (βλ. παράγραφο 4.4).
4.3 Αντενδείξεις
Η χρήση του FAREMIO αντενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
υπερευαισθησία στη δραστική ουσία, στο FAREMIO ή σε κάποιο από τα έκδοχα που
αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
γνωστή σοβαρή υπερευαισθησία σε άλλα παρεντερικά σκευάσματα σιδήρου
αναιμίες μη οφειλόμενες σε έλλειψη σιδήρου
υπερφόρτωση με σίδηρο ή διαταραχές στη χρησιμοποίηση του σιδήρου
ασθενείς με ιστορικό άσθματος, εκζέματος ή άλλων ατοπικών αλλεργικών νόσων,
γιατί αυτοί είναι πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση αλλεργικών αντιδράσεων
πρώτο τρίμηνο της κύησης
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η παρεντερική χορήγηση παρασκευασμάτων σιδήρου ενδέχεται να προκαλέσει
αντιδράσεις υπερευαισθησίας συμπεριλαμβανομένων σοβαρών και δυνητικά
θανατηφόρων αναφυλακτικών/αναφυλακτοειδών αντιδράσεων. Αντιδράσεις
υπερευαισθησίας έχουν επίσης αναφερθεί μετά από παρεντερική χορήγηση δόσεων
συμπλόκων σιδήρου που στο παρελθόν δεν είχαν παρουσιάσει ανεπιθύμητες ενέργειες.
Ο κίνδυνος είναι αυξημένος για ασθενείς με γνωστές αλλεργίες συμπεριλαμβανομένων
των αλλεργιών σε φάρμακα, καθώς και των ασθενών με ιστορικό σοβαρού άσθματος,
εκζέματος ή άλλης ατοπικής αλλεργίας.
Υπάρχει επίσης αυξημένος κίνδυνος αντιδράσεων υπερευαισθησίας σε παρεντερικώς
χορηγούμενα σύμπλοκα σιδήρου σε ασθενείς με ανοσολογικές ή φλεγμονώδεις νόσους
(π.χ. συστηματικός ερυθηματώδης λύκος, ρευματοειδής αρθρίτιδα).
3
Το FAREMIO πρέπει να χορηγείται μόνο όταν υπάρχει άμεσα διαθέσιμο προσωπικό
εκπαιδευμένο στην αξιολόγηση και διαχείριση αναφυλακτικών αντιδράσεων, σε
περιβάλλον όπου είναι διασφαλισμένη η ύπαρξη πλήρους εξοπλισμού ανάνηψης. Κάθε
ασθενής θα πρέπει να παρακολουθείται για ανεπιθύμητες ενέργειες για τουλάχιστον 30
λεπτά μετά από κάθε ένεση με FAREMIO. Εάν εμφανιστούν αντιδράσεις υπερευαισθησίας
ή σημεία δυσανεξίας κατά τη διάρκεια της χορήγησης, η θεραπεία πρέπει να διακόπτεται
αμέσως. Θα πρέπει να υπάρχει διαθέσιμος εξοπλισμός για καρδιοαναπνευστική ανάνηψη
και για την αντιμετώπιση οξειών αναφυλακτικών/αναφυλακτοειδών αντιδράσεων,
συμπεριλαμβανομένου ενέσιμου διαλύματος αδρεναλίνης 1:1000. Επιπρόσθετη αγωγή με
αντιισταμινικά ή/και κορτικοστεροειδή θα πρέπει να χορηγηθεί αναλόγως των αναγκών.
Σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία, ο παρεντερικώς χορηγούμενος σίδηρος θα πρέπει
να χορηγείται μόνο κατόπιν προσεκτικής αξιολόγησης της σχέσης κινδύνου/οφέλους. Η
παρεντερική χορήγηση σιδήρου θα πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς με ηπατική
δυσλειτουργία στους οποίους η υπερφόρτωση σιδήρου αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα,
ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όψιμης δερματικής πορφυρίας. Συνιστάται προσεκτική
παρακολούθηση των επιπέδων σιδήρου για την αποφυγή υπερσιδήρωσης.
Ο παρεντερικώς χορηγούμενος σίδηρος πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή στην
περίπτωση οξείας ή χρόνιας λοίμωξης. Συνιστάται η διακοπή της χορήγησης
σακχαρούχου σιδήρου σε ασθενείς με συνεχιζόμενη βακτηριαιμία. Σε ασθενείς με χρόνια
λοίμωξη πρέπει να διενεργηθεί αξιολόγηση κινδύνου / ωφέλους λαμβάνοντας υπόψη την
καταστολή της ερυθροποίησης.
Υποτασικά επεισόδια ενδέχεται να παρουσιαστούν εάν η ένεση χορηγηθεί με υπερβολικά
ταχύ ρυθμό. Αλλεργικές αντιδράσεις, που μερικές φορές περιλαμβάνουν αρθραλγία, έχουν
παρατηρηθεί συχνότερα όταν γίνεται υπέρβαση της προτεινόμενης δόσης.
Η περιφλεβική εξαγγείωση πρέπει να αποφεύγεται δεδομένου ότι η διαρροή του FAREMIO
στην περιοχή της ένεσης μπορεί να προκαλέσει πόνο, φλεγμονή, ιστική νέκρωση και
καστανό χρωματισμό του δέρματος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Όπως συμβαίνει με όλα τα παρεντερικά σκευάσματα σιδήρου, το FAREMIO δεν πρέπει να
χορηγείται συγχρόνως με σκευάσματα σιδήρου από το στόμα, δεδομένου ότι ελαττώνεται
η απορρόφηση του από του στόματος χορηγουμένου σιδήρου. Ως εκ τούτου, η
σιδηροθεραπεία από το στόμα δεν πρέπει να αρχίζει πριν παρέλθουν τουλάχιστον 5
ημέρες από την τελευταία ένεση FAREMIO.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Στοιχεία από περιορισμένο αριθμό εγκύων που εκτέθηκαν στο φάρμακο δεν έδειξαν
ανεπιθύμητες ενέργειες του σακχαρούχου σιδήρου στην εγκυμοσύνη ή στην υγεία του
εμβρύου / του νεογνού. Δεν υπάρχουν επαρκείς και καλά ελεγχόμενες δοκιμές του
FAREMIO σε έγκυες γυναίκες.
Οι μελέτες που διενεργήθηκαν σε ζώα δεν έχουν δείξει οποιεσδήποτε άμεσες ή έμμεσες
επιβλαβείς επιδράσεις στην κύηση, στην ανάπτυξη του εμβρύου, στον τοκετό ή στην
μεταγεννητική ανάπτυξη.
Συνεπώς, απαιτείται προσεκτική αξιολόγηση της σχέσης κινδύνου/οφέλους πριν από τη
χρήση κατά τη διάρκεια της κύησης και το FAREMIO δεν πρέπει να χρησιμοποιείται κατά
τη διάρκεια της κύησης εκτός και εάν είναι απολύτως απαραίτητο (βλ. παράγραφο 4.4).
Το FAREMIO πρέπει να χρησιμοποιείται σε έγκυες γυναίκες μόνο στις περιπτώσεις στις
οποίες η χορήγηση σιδήρου από το στόμα δεν είναι αποτελεσματική ή δεν μπορεί να γίνει
ανεκτή και το επίπεδο αναιμίας κρίνεται ικανό να χαρακτηρίσει την κατάσταση της
μητέρας ή του εμβρύου σε κίνδυνο.
4
Η αναιμία λόγω ανεπάρκειας σιδήρου που εμφανίζεται κατά το πρώτο τρίμηνο της
κύησης μπορεί σε πολλές περιπτώσεις να αντιμετωπιστεί με από του στόματος
χορηγούμενο σίδηρο. Η θεραπεία με FAREMIO θα πρέπει να περιορίζεται στο δεύτερο και
στο τρίτο τρίμηνο εφόσον κρίνεται ότι το όφελος υπερτερεί του δυνητικού κινδύνου τόσο
για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο.
Η δίοδος του μη μεταβολισμένου FAREMIO στο μητρικό γάλα δεν είναι πιθανή. Δεν
υπάρχουν καλά ελεγχόμενες κλινικές μελέτες μέχρι στιγμής. Μελέτες που διενεργήθηκαν
σε πειραματόζωα δεν υποδεικνύουν οποιεσδήποτε άμεσες ή έμμεσες επιβλαβείς
επιδράσεις στο θηλάζον βρέφος.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Σε περίπτωση συμπτωμάτων ιλίγγου, σύγχυσης ή ζάλης κατόπιν χορήγησης του FAREMIO
οι ασθενείς δεν πρέπει να οδηγήσουν ή να χειριστούν μηχανές μέχρι να παύσουν τα
συμπτώματα.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι πιο συχνά αναφερόμενες αντιδράσεις στο σακχαρούχο σίδηρο σε κλινικές μελέτες,
ήταν η παροδική αλλαγή της γεύσης, υπόταση, πυρετός και ρίγη, αντιδράσεις στο σημείο
της ένεσης και ναυτία, που εμφανίζονται σε ποσοστό 0,5 με 1,5% των ασθενών. Μη
σοβαρές αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις εμφανίστηκαν σπάνια. Γενικά, οι
αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις είναι δυνητικά οι σοβαρότερες ανεπιθύμητες ενέργειες
(βλέπε παρ. 4.4 «Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση»).
Σε κλινικές μελέτες, έχουν αναφερθεί οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τη
χορήγηση του FAREMIO με τουλάχιστον μια πιθανή αιτιώδη σχέση:
Διαταραχές του Νευρικού συστήματος
Συχνές (>1/100, <1/10):
παροδικές διαταραχές της γεύσης (συγκεκριμένα μεταλλική
γεύση)
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
κεφαλαλγία, ζάλη
Σπάνιες (>1/10000, <1/1000):
παραισθησία, συγκοπή, απώλεια της συνειδήσεως,
αίσθημα καύσους.
Καρδιαγγειακές Διαταραχές
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
υπόταση και κατάρρευση, ταχυκαρδία και αίσθημα
παλμών
Σπάνιες
(≥1/10000, <1/1000):
υπέρταση.
Διαταραχές του Αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του
μεσοθωρακίου
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
βρογχόσπασμος, δύσπνοια
Διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
ναυτία, εμετός, κοιλιακό άλγος, διάρροια
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
κνησμός, κνίδωση, εξάνθημα, ερύθημα
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος, του συνδετικού ιστού και των
οστών
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
επώδυνες μυικές συσπάσεις, μυαλγία
Γενικές διαταραχές και διαταραχές στο σημείο χορήγησης
5
Όχι συχνές (>1/1000, <1/100):
πυρετός, ρίγη, εξάψεις, θωρακικό άλγος και αίσθηση
σύσφιξης του θώρακα. Διαταραχές στο σημείο της ένεσης όπως επιπολής φλεβίτιδα,
αίσθηση καύσου, διόγκωση.
Σπάνιες (>1/10000, <1/1000):
αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις (που σπανίως
περιλαμβάνουν αρθραλγία), περιφερικό οίδημα, κόπωση, εξασθένιση, αίσθημα κακουχίας,
αίσθημα έξαψης, οίδημα
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Σπάνιες (≥1/10000, <1/1000):
αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις.
Επιπροσθέτως, σε αυθόρμητες αναφορές έχουν αναφερθεί οι ακόλουθες ανεπιθύμητες
ενέργειες:
Μεμονωμένες περιπτώσεις:
μειωμένο επίπεδο συνείδησης, αίσθημα ζάλης, σύγχυση,
αγγειοοίδημα διόγκωση των αρθρώσεων, υπεριδρωσία, οσφυαλγία, βραδυκαρδία,
χρωματουρία.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας
κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή
παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται
από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν
οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος
αναφοράς που αναγράφεται στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων 284 ΤΚ
15562 Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585, Ιστότοπος:
http :// www . eof . gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Η υπερδοσολογία μπορεί να προκαλέσει οξεία υπερφόρτωση με σίδηρο η οποία ενδέχεται
να εκδηλωθεί σαν αιμοσιδήρωση. Η υπερδοσολογία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται, εάν
χρειαστεί, με ένα σιδηροδεσμευτικό χηλικό παράγοντα.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5 .1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
ATC κατάταξη: B03AC02
Η κινητική του επισημασμένου με
59
Fe και
52
Fe σακχαρούχου σιδήρου εκτιμήθηκε σε 5
ασθενείς με αναιμία και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια. Η κάθαρση του
52
Fe από το πλάσμα
κυμάνθηκε από 60 έως 100 λεπτά. Ο
52
Fe κατανεμήθηκε στο ήπαρ, τη σπλήνα και το μυελό
των οστών. Δύο εβδομάδες μετά τη χορήγηση, η μέγιστη χρησιμοποίηση του
59
Fe από τα
ερυθροκύτταρα κυμάνθηκε από 62% έως 97%.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Μετά από ενδοφλέβια ένεση σε υγιείς εθελοντές μιας μοναδικής δόσεως του
σακχαρούχου σιδήρου περιέχουσας 100 mg σιδήρου, μέγιστα επίπεδα σιδήρου (κατά μέσο
όρο 538 μmol/l) επιτεύχθηκαν 10 λεπτά μετά την ένεση. Ο όγκος κατανομής του κεντρικού
διαμερίσματος εμφάνισε καλή αντιστοιχία προς τον όγκο του πλάσματος (3 λίτρα κατά
προσέγγιση).
Ο ενεθείς σίδηρος υπέστη ταχεία κάθαρση από το πλάσμα, με τελικό χρόνο ημιζωής τις 6
h κατά προσέγγιση. Ο όγκος κατανομής κατά την σταθεροποιημένη κατάσταση ήταν
περίπου 8 λίτρα, γεγονός που υποδηλώνει χαμηλή κατανομή του σιδήρου στα σωματικά
υγρά. Εξ αιτίας της μικρότερης σταθερότητας του σακχαρούχου σιδήρου συγκριτικά με
την τρανσφερρίνη, παρατηρήθηκε ανταγωνιστική ανταλλαγή του σιδήρου με την
6
τρανσφερρίνη, με αποτέλεσμα η μεταφορά σιδήρου να είναι ίση με 31 mg σιδήρου/24 h
κατά προσέγγιση.
Η απομάκρυνση του σιδήρου από τους νεφρούς κατά τις πρώτες 4 h μετά την ένεση
ισοδυναμεί με λιγότερο από το 5% της συνολικής σωματικής καθάρσεως. Μετά
παρέλευση 24 h τα επίπεδα σιδήρου στο πλάσμα ελαττώθηκαν στα προ της ενέσεως
επίπεδα, ενώ περίπου το 75% της δόσεως της σακχαρόζης είχε αποβληθεί.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Δεν υπάρχουν επιπλέον προκλινικά στοιχεία που να ενδιαφέρουν τον συνταγογράφο από
τις πληροφορίες που ήδη αναγράφονται στις άλλες παραγράφους της περίληψης των
χαρακτηριστικών του προϊόντος.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Sodium hydroxide, Water for injection.
6.2 Ασυμβατότητες
Το FAREMIO πρέπει να αναμειγνύεται μόνο με στείρο διάλυμα χλωριούχου νατρίου 0,9%
m/V. Δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν άλλα διαλύματα ούτε άλλοι θεραπευτικοί
παράγοντες, δεδομένου ότι υπάρχει η πιθανότητα δημιουργίας ιζήματος ή/και
αλληλεπίδρασης. Η συμβατότητα με περιέκτες που δεν είναι κατασκευασμένοι από γυαλί,
πολυαιθυλένιο ή PVC δεν είναι γνωστή.
6.3 Διάρκεια ζωής
Διάρκεια ζωής του προϊόντος όπως συσκευάζεται για πώληση:
36 μήνες
Διάρκεια ζωής μετά το πρώτο άνοιγμα του περιέκτη: Από μικροβιολογικής
άποψης, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί αμέσως.
Διάρκεια ζωής μετά από αραίωση με στείρο διάλυμα χλωριούχου νατρίου 0,9%
m/V:
Από μικροβιολογικής άποψης, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί αμέσως μετά την
αραίωση με στείρο διάλυμα χλωριούχου νατρίου 0,9% m/V.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Να διατηρείται σε ξηρό και δροσερό μέρος, σε θερμοκρασία μέχρι 25
ο
C και σε θέση την
οποία δεν βλέπουν και δεν προσεγγίζουν τα παιδιά
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Γυάλινες φύσιγγες από γυαλί τύπου Ι περιέχουν 5ml διαλύματος.
7
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Πριν τη χρήση οι φύσιγγες πρέπει να ελέγχονται οπτικά για την παρουσία ιζήματος και
αλλοιώσεως.
Μόνο οι φύσιγγες που περιέχουν διάλυμα ομοιογενές και χωρίς ίζημα επιτρέπεται να
χρησιμοποιηθούν.
Το αραιωμένο διάλυμα πρέπει να είναι διαυγές και καφέ χρώματος.
Δείτε επίσης 6.3 «Διάρκεια ζωής».
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
DEMO ABEE
Βιομηχανία Φαρμάκων
21
ο
χλμ Εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας
14568 Κρυονέρι.
Τηλ.: 2108161802
Φαξ: 2108161587
8.ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
113661/14/12-08-15
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ /ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
26-8-2008
10. HMEΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
03/2016
8