φαρμακευτικά προϊόντα που ελαττώνουν το νάτριο (π.χ. διουρητικά,
δεσμοπρεσσίνη) καθώς και ΜΣΑΦ (π.χ. ινδομεθακίνη), τα επίπεδα του νατρίου
στον ορό θα πρέπει να μετρώνται πριν από την έναρξη της θεραπείας.
Στη συνέχεια, τα επίπεδα του νατρίου στον ορό θα πρέπει να μετρώνται μετά
από δύο περίπου εβδομάδες και έκτοτε σε διαστήματα του ενός μηνός για τους
πρώτους τρεις μήνες κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ή ανάλογα με την κλινική
ανάγκη του ασθενούς. Οι παραπάνω παράγοντες κινδύνου ενδέχεται να είναι
ιδιαίτερα σημαντικοί για τους ηλικιωμένους ασθενείς. Για τους ασθενείς που
βρίσκονται κάτω από θεραπευτική αγωγή με οξυκαρβαζεπίνη και στους οποίους
γίνεται έναρξη θεραπείας με φαρμακευτικά προϊόντα που μειώνουν το νάτριο, η
προσέγγιση σε ό,τι αφορά τον έλεγχο του νατρίου θα πρέπει να είναι η ίδια.
Κατά κανόνα, στην περίπτωση που σημειωθούν κλινικά συμπτώματα που είναι
ενδεικτικά υπονατριαιμίας κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής με
οξυκαρβαζεπίνη (βλ. παράγραφο 4.8), θα πρέπει να εξετάζεται η ενδεχόμενη
ανάγκη μέτρησης του νατρίου του ορού. Σε άλλους ασθενείς, η αξιολόγηση του
νατρίου στον ορό μπορεί να γίνεται στα πλαίσια των τακτικών εργαστηριακών
τους εξετάσεων.
Σε όλους τους ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και με κάποια δευτερογενή
καρδιακή βλάβη θα πρέπει να γίνεται τακτικός έλεγχος του σωματικού τους
βάρους προκειμένου να προσδιοριστεί αν έχει σημειωθεί παρακράτηση υγρών.
Σε περίπτωση παρακράτησης υγρών ή επιδείνωσης της κατάστασης της
καρδιάς, θα πρέπει να ελέγχονται τα επίπεδα του νατρίου στον ορό. Εάν
παρατηρηθεί υπονατριαιμία, ο περιορισμός της λήψης ύδατος αποτελεί ένα
σημαντικό αντισταθμιστικό μέτρο. Καθώς η οξυκαρβαζεπίνη ενδέχεται, σε πολύ
σπάνιες περιπτώσεις, να οδηγήσει σε μείωση της καρδιακής αγωγιμότητας,
συνιστάται η επισταμένη παρακολούθηση των ασθενών με προϋπάρχουσες
διαταραχές της αγωγιμότητας (π.χ. κολποκοιλιακός αποκλεισμός, αρρυθμία).
Υποθυρεοειδισμός
Ο υποθυρεοειδισμός είναι ανεπιθύμητη ενέργεια της οξυκαρβαζεπίνης (με ‘μη
γνωστή’ συχνότητα, βλ. παράγραφο 4,8). Δεδομένης της σημαντικότητας των
θυρεοειδών ορμονών στην ανάπτυξη των παιδιών μετά τη γέννησή τους,
συνίσταται η παρακολούθηση της θυρεοειδικής λειτουργίας στους
παιδιατρικούς ασθενείς κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής αγωγής με
OXCARBAZEPINE/GENERICS.
Ηπατική λειτουργία
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις έχει αναφερθεί ηπατίτιδα, η οποία στην
πλειοψηφία των περιπτώσεων είχε ευνοϊκή έκβαση. Εάν υπάρχει υποψία
κάποιου ηπατικού συμβάματος, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αξιολόγηση
της ηπατικής λειτουργίας και η διακοπή της οξυκαρβαζεπίνης. Προσοχή θα
πρέπει να επιδεικνύεται κατά την διάρκεια της αγωγής ασθενών που πάσχουν
από σοβαρής μορφής υπατική δυσλειτουργία (βλ. παραγράφους 4,2 και 5,2).
Νεφρική λειτουργία
Σε ασθενείς με μειωμένη νεφρική λειτουργία (κάθαρση κρεατινίνης μικρότερη
από 30 mL/min), προσοχή θα πρέπει να επιδεικνύεται κατά τη διάρκεια
θεραπείας με οξυκαρβαζεπίνη, ιδιαίτερα σε σχέση με την δόση έναρξης και
μέχρι την τιτλοποίηση της δόσης. Θα πρέπει να παρακολουθούνται τα επίπεδα
στο πλάσμα της MHD (βλ. παραγράφους 4,2 και 5,2).
Αιματολογικές επιδράσεις
Σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με οξυκαρβαζεπίνη έχουν ληφθεί πολύ
σπάνιες αναφορές ακοκκιοκυτταραιμίας, απλαστικής αναιμίας και
πανκυτταροπενίας κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την κυκλοφορία του
φαρμάκου (βλ. παράγραφο 4.8).
9