Αϋπνία, διέγερση, άγχος και κεφαλαλγία.
Έχει αναφερθεί καταστολή συχνότερα σε παιδιά και εφήβους από ότι στους ενήλικες.
Γενικότερα, η καταστολή είναι μέτρια και παροδική.
Λιγότερο συχνές:
Υπνηλία, κόπωση, ζάλη, ελάττωση της συγκέντρωση, δυσκοιλιότητα, δυσπεψία,
ναυτία/ έμετος, κοιλιακό άλγος, διαταραχές της προσαρμογής των οφθαλμών,
πριαπισμός, διαταραχές στύσης, εκσπερμάτωσης και οργασμού, ακράτεια ούρων,
αγγειοοίδημα, ρινίτιδα, εξάνθημα και άλλες αλλεργικές αντιδράσεις.
Το CAPULTON έχει μικρότερη τάση να προκαλέσει εξωπυραμιδικά συμπτώματα
από τα κλασσικά νευροληπτικά. Παρ’ όλα αυτά, σε μερικές περιπτώσεις τα
παρακάτω αναφερόμενα εξωπυραμιδικά συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν:
τρόμος, δυσκαμψία, σιελόρροια, βραδυκινησία, ακαθησία, οξεία δυστονία. Αυτά
είναι συνήθως ήπια και είναι αναστρέψιμα με μείωση της δοσολογίας ή /και
χορήγηση αντιπαρκινσονικής αγωγής, αν είναι απαραίτητο.
Σε κλινικές μελέτες που συμμετείχαν ασθενείς με οξεία μανία, η θεραπεία με
ρισπεριδόνη είχε ως αποτέλεσμα τη συχνότητα εμφάνισης εξωπυραμιδικών
συμπτωμάτων >10%. Αυτό το ποσοστό είναι χαμηλότερο από το παρατηρούμενο σε
ασθενείς που έκαναν θεραπεία με κλασσικά νευροληπτικά.
Σε μερικές περιπτώσεις αναφέρθηκαν (ορθοστατική) υπόταση, και (αντανακλαστική)
ταχυκαρδία ή υπέρταση, μετά από χορήγηση CAPULTON (βλέπε παρ. 4.4). Έχει
αναφερθεί ελάττωση στον αριθμό των ουδετεροφίλων ή /και των θρομβοκυττάρων.
Το CAPULTON μπορεί να προκαλέσει δοσο-εξαρτώμενη αύξηση των επιπέδων της
προλακτίνης στο πλάσμα. Πιθανές συσχετιζόμενες εκδηλώσεις είναι: γαλακτόρροια,
γυναικομαστία, διαταραχές της εμμήνου ρύσεως και αμηνόρροια. Αύξηση του
σωματικού βάρους (βλέπε παρ. 4.4), οίδημα και αύξηση των επιπέδων των ηπατικών
ενζύμων έχουν παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια θεραπείας με CAPULTON.
Ανεπιθύμητες ενέργειες από τα εγκεφαλικά αγγεία (π.χ. αγγειακά εγκεφαλικά
επεισόδια, παροδικά ισχαιμικά επεισόδια) που σε κάποιες περιπτώσεις οδήγησαν στο
θάνατο, έχουν αναφερθεί σε ηλικιωμένους ασθενείς (μέση ηλικία 85 έτη, εύρος
ηλικιών 73-97 έτη) σε κλινικές μελέτες χορήγησης της ρισπεριδόνης σε ηλικιωμένους
ασθενείς με ψυχωσική συνδρομή σχετιζόμενη με άνοια (βλέπε παράγραφο 4.4
Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση). Σε κλινικές δοκιμές όπου
χρησιμοποιήθηκε εικονικό φάρμακο παρατηρήθηκε σημαντικά αυξημένη επίπτωση
ανεπιθύμητων ενεργειών από τα εγκεφαλικά αγγεία σε ασθενείς στους οποίους
χορηγήθηκε ρισπεριδόνη σε σχέση μ’ εκείνους που έλαβαν εικονικό φάρμακο.
Υπεργλυκαιμία ή επιδείνωση προϋπάρχοντος διαβήτη έχουν αναφερθεί σε πολύ
σπάνιες περιπτώσεις (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις
κατά τη χρήση).
Όπως και με τα κλασσικά νευροληπτικά, τα παρακάτω έχουν αναφερθεί
περιστασιακά σε ψυχωσικούς ασθενείς: δηλητηρίαση με ύδωρ, οφειλόμενη σε
πολυδιψία ή σε σύνδρομο ανεπαρκούς έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης (SIADH),
όψιμη δυσκινησία, κακόηθες νευροληπτικό σύνδρομο, απορρύθμιση της
θερμοκρασίας του σώματος και σπασμοί.
Κατά την παρακολούθηση μετά την κυκλοφορία έχουν αναφερθεί πολύ σπάνια
καλοήθη αδενώματα της υπόφυσης σε ασθενείς που λάμβαναν ρισπεριδόνη. Δεν
μπόρεσε να εντοπισθεί αιτιολογική συσχέτιση.