ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Xylozan, Lidocaine hydrochloride 2 %, ενέσιμο διάλυμα.
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε 1 ml διαλύματος περιέχει μονοϋδρική υδροχλωρική λιδοκαΐνη που
ισοδυναμεί με 20 mg υδροχλωρικής λιδοκαΐνης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Η ενέσιμη λιδοκαϊνη χρησιμοποιείται ως τοπικό αναισθητικό
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Η ενέσιμη λιδοκαϊνη χρησιμοποιείται ως τοπικό αναισθητικό όταν ενίεται
υποδορίως.
Το προϊόν δεν ενδείκνυται για ενδοφλέβια χρήση. Τo ενέσιμο διάλυμα Xylozan
που περιέχει methylparaben ως συντηρητικό, δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για
αναισθησία ενδοραχιαίως, ή εντός των δεξαμενών του εγκεφάλου,
οπισθοβολβικά ή περιβολβικά.
Η δόση προσαρμόζεται ανάλογα με την απόκριση του ασθενούς και με τη θέση
της ένεσης.
Πρέπει να χορηγείται η χαμηλότερη συγκέντρωση και η μικρότερη δόση που
προκαλεί το απαιτούμενο αποτέλεσμα. Η μέγιστη δόση για υγιείς ενήλικες δεν
πρέπει να υπερβαίνει τα 200 mg.
4.3 Αντενδείξεις
Γνωστή υπερευαισθησία στα τοπικά αναισθητικά τύπου αμιδίου ή σε άλλα
συστατικά του διαλύματος π.χ. στο methylparaben.
Όλοι οι βαθμοί κολποκοιλιακού αποκλεισμού, νόσος του φλεβοκόμβου, σοβαρή
μείωση μυοκαρδιακής συσπαστικότητας, πορφυρία, υπερκοιλιακές ταχυκαρδίες.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Οι διαδικασίες που αφορούν την περιοχική ή τοπική αναισθησία, εκτός από
κάποιες πολύ
απλές περιπτώσεις, πρέπει πάντοτε να γίνονται σε χώρο με τον απαραίτητο
εξοπλισμό, το κατάλληλο προσωπικό και άμεσα διαθέσιμα τα φάρμακα που
χρειάζονται για την παρακολούθηση και την επείγουσα ανάνηψη. Όταν
1
διενεργείται αποκλεισμός νευρικών πλεγμάτων, πριν την ένεση του τοπικού
αναισθητικού, θα πρέπει πρώτα να εισαχθεί καθετήρας ενδοφλέβιας χορήγησης.
Το προσωπικό της κλινικής πρέπει να έχει εκπαιδευτεί επαρκώς και καταλλήλως
στη διαδικασία που θα διεξαχθεί και πρέπει να είναι εξοικειωμένο με τη
διάγνωση και την αντιμετώπιση των ανεπιθύμητων ενεργειών της συστηματικής
τοξικότητας ή άλλων επιπλοκών (Βλ. 4.9 “Υπερδοσολογία”).
Η επίδραση των τοπικών αναισθητικών μπορεί να μειωθεί εάν η έγχυση γίνεται
σε περιοχή με φλεγμονή ή λοίμωξη.
Ορισμένες διαδικασίες τοπικής αναισθησίας μπορεί να συσχετίζονται με
σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, ανεξάρτητα από το τοπικό αναισθητικό που
χρησιμοποιείται π.χ.:
μετά από κεντρικό αποκλεισμό νεύρων θεωρείται πιθανή η εμφάνιση
καρδιοαγγειακής καταστολής, ειδικά παρουσία υπο-ογκαιμίας. Η
επισκληρίδια αναισθησία πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε
ασθενείς με επιβαρυμένο καρδιαγγειακό σύστημα.
οπισθοβολβικές ενέσεις μπορεί μερικές φορές να προσεγγίσουν τον κρανιακό
υπαραχνοειδή χώρο, προκαλώντας προσωρινή τύφλωση, καρδιαγγειακή
καταπληξία (collapse), άπνοια, σπασμούς κ.λ.π. Tα συμπτώματα αυτά θα
πρέπει να διαγιγνώσκονται και να αντιμετωπίζονται αμέσως.
περιβολβικές και οπισθοβολβικές ενέσεις με τοπικά αναισθητικά έχουν ένα
μικρό κίνδυνο εμφάνισης εμμένουσας δυσλειτουργίας των οφθαλμικών μυών.
Πρωταρχικές αιτίες είναι το τραύμα και/ή τοπικές τοξικές αντιδράσεις
από τους μύς και/ή τα νεύρα. Η σοβαρότητα τέτοιων αντιδράσεων των
ιστών σχετίζεται με το βαθμό του τραύματος, τη συγκέντρωση του τοπικού
αναισθητικού και τη διάρκεια της έκθεσης του ιστού στο τοπικό
αναισθητικό. Γι΄αυτό το λόγο, όπως με όλα τα τοπικά αναισθητικά πρέπει να
χρησιμοποιείται η μικρότερη δραστική συγκέντρωση και δόση.
Αγγειοσυσπαστικά και άλλα πρόσθετα μπορεί να χειροτερέψουν τις
αντιδράσεις των ιστών και πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο όταν υπάρχει
ένδειξη.
ενέσεις στην περιοχή της κεφαλής και του λαιμού (τραχήλου) μπορεί κατά
λάθος να γίνουν ενδοαρτηριακά, προκαλώντας εγκεφαλικά συμπτώματα
ακόμα και σε χαμηλές δόσεις.
ο αποκλεισμός περί τον τράχηλο της μήτρας μπορεί μερικές φορές να
προκαλέσει βραδυκαρδία/ταχυκαρδία του εμβρύου και γι’αυτό θα πρέπει
να παρακολουθείται συστηματικά η καρδιακή συχνότητα του εμβρύου.
Υπήρξαν αναφορές μετά την κυκλοφορία του προϊόντος για χονδρόλυση σε
ασθενείς που
έλαβαν μετεγχειρητικά ενδο-αρθρική συνεχή έγχυση τοπικών
αναισθητικών. Η πλειονότητα των αναφερθέντων περιπτώσεων χονδρόλυσης
αφορούσαν την άρθρωση του ώμου. Λόγω των πολλών παραγόντων που
συμβάλλουν και την μη σαφή αναφορά στην επιστημονική βιβλιογραφία
σχετικά με τον μηχανισμό δράσης, ο συσχετισμός δεν έχει τεκμηριωθεί. Η
ενδο-αρθρική συνεχή έγχυση δεν αποτελεί εγκεκριμένη ένδειξη για το
Xylozan.
2
Για να μειωθεί ο κίνδυνος εμφάνισης επικίνδυνων ανεπιθύμητων ενεργειών
ορισμένοι ασθενείς χρειάζονται ειδική προσοχή, όπως:
* ασθενείς με μερικό ή πλήρη κολποκοιλιακό αποκλεισμό, επειδή τα τοπικά
αναισθητικά μπορεί να καταστείλουν την μυοκαρδιακή αγωγιμότητα.
* ασθενείς με προχωρημένη ηπατική νόσο ή σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία.
* ασθενείς με επιληψία, με αναπνευστική ανεπάρκεια.
* οι ηλικιωμένοι και οι ασθενείς με κακή γενική κατάσταση υγείας.
* ασθενείς οι οποίοι λαμβάνουν αντιαρρυθμικά φάρμακα τάξης ΙΙΙ (π.χ.
αμιοδαρόνη) πρέπει να βρίσκονται κάτω από στενή ιατρική παρακολούθηση η
οποία να περιλαμβάνει και ηλεκτροκαρδιογράφημα, λόγω της πιθανής
άθροισης των καρδιακών τους αποτελεσμάτων (βλ. παρ. 4.5).
* Οι ασθενείς με οξεία πορφυρία. Το ενέσιμο διάλυμα Xylozan είναι κατά πάσα
πιθανότητα πορφυρογόνο και πρέπει να συνταγογραφείται σε ασθενείς με οξεία
πορφυρία μόνο σε βασικές και επείγουσες ενδείξεις. Κατάλληλες προφυλάξεις
πρέπει να λαμβάνονται για τους ασθενείς με πορφυρία.
Σημείωση: Ασθενείς με κακή γενική κατάσταση υγείας ή άλλους επιβαρυντικούς
παράγοντες
όπως προχωρημένη ηπατική νόσο ή σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία χρειάζονται
ειδική
προσοχή, αν και συνήθως η περιοχική αναισθησία είναι η ενδεδειγμένη τεχνική,
γι΄αυτούς
τους ασθενείς.
Η επισκληρίδια αναισθησία μπορεί να προκαλέσει υπόταση και βραδυκαρδία.
Αυτό μπορεί
να προληφθεί είτε με την εκ των προτέρων φόρτιση της κυκλοφορίας με
κρυσταλλοειδή ή
κολλοειδή διαλύματα ή με την ένεση ενός αγγειοσυσπαστικού, όπως η εφεδρίνη
20-40 mg,
ενδομυϊκώς. Η υπόταση πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως π.χ. με εφεδρίνη 5-10
mg
ενδοφλεβίως και αν χρειαστεί, με επανάληψη της χορήγησης.
Τo ενέσιμο διάλυμα Xylozan που περιέχει methylparaben ως συντηρητικό, π.χ.
εκείνο που κυκλοφορεί σε φιαλίδια πολλαπλών δόσεων δεν πρέπει να
χρησιμοποιείται για αναισθησία ενδοραχιαίως ή εντός των δεξαμενών του
εγκεφάλου, οπισθοβολβικά ή περιβολβικά.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Η Λιδοκαΐνη θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς που
λαμβάνουν άλλα τοπικά αναισθητικά ή παράγοντες με δομικές ομοιότητες με τα
τοπικά αναισθητικά τύπου αμιδίου, π.χ. ορισμένα αντιαρρυθμικά, όπως
mexiletine και tocainide, δεδομένου ότι οι συστηματικές τοξικές επιδράσεις είναι
αθροιστικές. Ειδικές μελέτες αλληλεπίδρασης της Λιδοκαΐνης και των
αντιαρρυθμικών φαρμάκων κατηγορίας ΙΙΙ (π.χ. αμιοδαρόνη), δεν έχουν
διεξαχθεί, αλλά συνιστάται προσοχή (βλ. επίσης παρ. 4.4.).
Τα φάρμακα που μειώνουν την κάθαρση της Λιδοκαΐνης (π.χ. σιμετιδίνη ή βήτα
αναστολείς)
3
μπορεί να προκαλέσουν δυνητικά τοξικές συγκεντρώσεις στο πλάσμα, όταν η
Λιδοκαΐνη χορηγείται σε επαναλαμβανόμενες υψηλές δόσεις για μεγάλο χρονικό
διάστημα. Τέτοιες αλληλεπιδράσεις θα πρέπει να μην έχουν καμμία κλινική
σημασία μετά την βραχυχρόνια χορήγηση Λιδοκαΐνης στις συνιστώμενες δόσεις.
4.6 Kύηση και γαλουχία
Συνιστάται προσοχή όταν συνταγογραφείται σε έγκυες γυναίκες, ιδιαίτερα κατά
τη διάρκεια
των πρώτων μηνών της εγκυμοσύνης οπότε πραγματοποιείται η μέγιστη
οργανογέννηση.
Δεδομένα από περιορισμένο αριθμό κυήσεων δεν παρουσίασαν ενδείξεις
γενετικών ανωμαλιών. Σε μελέτες με πειραματόζωα παρατηρήθηκαν κάποιες
ενδείξεις για μεταβολή
στις νευρομεταβιβάσεις αλλά δεν παρατηρήθηκε τερατογόνος δράση.
Στη μαιευτική η Λιδοκαΐνη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συγκέντρωση > 1%.
Η επισκληρίδιος αναισθησία αντενδείκνυται στην μαιευτική με επαπειλούμενη ή
ενεργό αιμορραγία.
Η Λιδοκαΐνη διαπερνά ταχέως τον πλακούντα. Στα νεογέννητα με υψηλές
συγκεντρώσεις στο πλάσμα, η Λιδοκαΐνη μπορεί να προκαλέσει καταστολή του
ΚΝΣ και μειωμένη τιμή της κλίμακας Apgar.
Η χρήση της Λιδοκαΐνης σε παρααυχενικό αποκλεισμό μπορεί να οδηγήσει σε
εμβρυϊκή ταχυκαρδία ή βραδυκαρδία στο 20-30% των ασθενών.
Κατά τη διάρκεια παρααυχενικού νευρικού αποκλεισμού, ένας απειλητικός για τη
ζωή κίνδυνος στα νεογέννητα είναι η εκ λάθους υποδόρια ένεση στο έμβρυο, που
οδηγεί σε άπνοια, υποτονία και σπασμούς.
Παρ’ όλο που η λιδοκαΐνη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα ο κίνδυνος στα βρέφη
από θεραπευτικές δόσεις δεν είναι πιθανός.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Εκτός από την άμεση αναισθητική επίδραση, τα τοπικά αναισθητικά μπορεί να
ασκήσουν πολύ ήπια επίδραση στην νοητική λειτουργία, και τον συντονισμό των
κινήσεων και μπορεί προσωρινά να επηρεάσουν την σωματοκινητικότητα και την
εγρήγορση.
Ανάλογα με τη δόση, τα τοπικά αναισθητικά μπορεί να έχουν πολύ μικρή
επίδραση στη νοητική λειτουργία και μπορεί παροδικά να διαταράξουν την
κίνηση και το συντονισμό των κινήσεων.
4.8 μ Ανεπιθύ ητες ενέργειες
Όπως συμβαίνει και με άλλα τοπικά αναισθητικά, οι ανεπιθύμητες αντιδράσεις
στη Λιδοκαΐνη είναι σπάνιες και συνήθως είναι αποτέλεσμα εξαιρετικά υψηλών
συγκεντρώσεων στο αίμα λόγω ενδοαγγειακής ένεσης από λάθος, υπερβολικής
δόσης, ταχείας απορρόφησης, ή από την πλευρά του ασθενούς, ως αποτέλεσμα
της υπερευαισθησίας του, της ιδιοσυγκρασίας του ή της μειωμένης ανοχής του.
Σε τέτοιες περιπτώσεις εμφανίζονται συστηματικές επιδράσεις που αφορούν το
κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) ή/και το καρδιαγγειακό σύστημα.
Πίνακας Ανεπιθύμητων Ενεργειών
Συνήθεις:
(>1/100 < 1/10)
Αγγειακές διαταραχές:
Γαστρεντερικές διαταραχές:
Υπόταση, Υπέρταση.
Ναυτία, Έμετος.
4
Διαταραχή Νευρικού
συστήματος:
Καρδιακές διαταραχές:
Παραισθησία, Ζάλη.
Βραδυκαρδία.
Ασυνήθεις:
(>1/100 < 1/10)
Διαταραχές Νευρικού
συστήματος:
Σημεία και Συμπτώματα τοξικότητας
του Κ.Ν.Σ. (Σπασμοί,
Περιστοματική
παραισθησία, Αιμωδία
της γλώσσας,
Υπερακουσία,
Διαταραχές όρασης,
τρόμος, εμβοές,
δυσαρθρία,
κατάθλιψη).
Σπάνιες
(<1/1.000)
Διαταραχές Καρδιακής
λειτουργίας:
Διαταραχές Ανοσοποιητικού
συστήματος:
Aναπνευστικές Διαταραχές:
Διαταραχές νευρικού
συστήματος:
Οπτικές διαταραχές
Καρδιακή ανακοπή,
Αρρυθμίες.
Αλλεργικές
αντιδράσεις,
Αναφυλακτικές
αντιδράσεις, shock.
Καταστολή της
αναπνευστικής
λειτουργίας.
Νευροπάθεια,
Τραυματισμός
Περιφερικών νεύρων,
Αραχνοειδίτιδα.
Θολή όραση, παροδική αμαύρωση,
Διπλωπία.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων Μεσογείων 284, GR-15562
Χολαργός, Αθήνα, Τηλ: + 30 21 32040380/337, Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Εάν κατά λάθος γίνουν ενδοαγγειακές ενέσεις, η τοξική δράση θα γίνει
αντιληπτή μέσα σε 1-3 λεπτά. Ενώ στη περίπτωση υπερδοσολογίας μπορεί να
μην επιτευχθούν οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα πριν από 20-30 λεπτά
και αυτό σχετίζεται με τη θέση της ένεσης. Σαν αποτέλεσμα τα συμπτώματα της
τοξικότητας θα καθυστερήσουν να γίνουν αντιληπτά.
Οι τοξικές αντιδράσεις προέρχονται κυρίως από το κεντρικό νευρικό και το
καρδιαγγειακό σύστημα.
Η τοξικότητα από το κεντρικό νευρικό σύστημα είναι μια σταδιακή αντίδραση με
συμπτώματα και σημεία κλιμακούμενης βαρύτητας. Τα πρώτα συμπτώματα είναι
5
η περιστοματική παραισθησία, η αιμωδία της γλώσσας, το αίσθημα κενού της
κεφαλής, η υπερακουσία και οι εμβοές των ώτων. Οι οπτικές διαταραχές και ο
τρόμος των μυών είναι σοβαρότερα συμπτώματα και προηγούνται της έναρξης
των γενικευμένων σπασμών.
Αυτά τα συμπτώματα δεν πρέπει να εκληφθούν λανθασμένα ως νευρωτική
συμπεριφορά. Η
απώλεια των αισθήσεων και οι επιληπτικοί σπασμοί grand mal μπορεί να
ακολουθήσουν και να διαρκέσουν από λίγα δευτερόλεπτα ως αρκετά λεπτά.
Υποξυγοναιμία και υπερκαπνία παρουσιάζονται ταχύτατα μετά από τους
σπασμούς, λόγω της αυξημένης μυϊκής δραστηριότητας, σε συνδυασμό με την
παρέμβαση στην φυσιολογική αναπνευστική λειτουργία. Σε σοβαρές περιπτώσεις
μπορεί να προκληθεί άπνοια. Η οξέωση
αυξάνει τις τοξικές δράσεις των τοπικών αναισθητικών.
Η αποκατάσταση των συμπτωμάτων από το κεντρικό νευρικό σύστημα επέρχεται
μετά την
επανακατανομή του φαρμάκου και το μεταβολισμό του στο ήπαρ. Η
αποκατάσταση μπορεί
να είναι ταχεία, εκτός εάν έχουν χορηγηθεί πολύ μεγάλες ποσότητες φαρμάκου.
Επιδράσεις στο καρδιαγγειακό παρατηρούνται μόνο σε πολύ σοβαρές
περιπτώσεις. Σοβαρή
υπόταση, βραδυκαρδία, αρρυθμία και καρδιαγγειακή καταπληξία (collapse)
μπορεί να είναι
το αποτέλεσμα στις περιπτώσεις αυτές.
Τα συμπτώματα τοξικότητας από το ΚΝΣ προηγούνται συνήθως των τοξικών
επιδράσεων στο καρδιαγγειακό σύστημα, εκτός εάν ο ασθενής είναι υπό γενική
αναισθησία ή είναι υπό έντονη καταστολή με φάρμακα, όπως οι βενζοδιαζεπίνες
ή τα βαρβιτουρικά.
Αντιμετώπιση της οξείας τοξικότητας
Εάν εμφανιστούν συμπτώματα οξείας συστηματικής τοξικότητας θα πρέπει
αμέσως να διακοπεί η ένεση του τοπικού αναισθητικού. Όταν εμφανιστούν
μυϊκές συσπάσεις οι στόχοι της θεραπείας είναι να διατηρηθεί η αναπνοή, η
οξυγόνωση και να υποστηριχθεί η κυκλοφορία.
Εάν είναι απαραίτητο θα πρέπει να χορηγηθεί οξυγόνο και να αρχίσει τεχνητή
αναπνοή (μάσκα και ασκός, ή διασωλήνωση της τραχείας).
Φάρμακο ειδικό κατά των σπασμών πρέπει να χορηγηθεί ενδοφλεβίως, ώστε να
εξασφαλισθεί η αναπνοή και η οξυγόνωση εάν οι σπασμοί δεν σταματήσουν
αυτόματα μέσα
σε 15-20 sec. Xoρήγηση Thiopentone sodium 1-3mg/kg i.v. είναι η πρώτη
επιλογή.
Εναλλακτικά, μπορεί να χορηγηθεί diazepam 5-10mg ενδοφλεβίως, αν και η
δράση της είναι
βραδύτερη.
Παρατεταμένες μυϊκές συσπάσεις μπορεί να επιδεινώσουν την αναπνοή και
οξυγόνωση του ασθενούς. Σ’ αυτή τη περίπτωση η χορήγηση ενός
μυοχαλαρωτικού (π.χ. succinylcholine 1mg/kg bw) μπορεί να διευκολύνει την
αναπνοή και να ρυθμίσει την οξυγόνωση.
Σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να χρειασθεί διασωλήνωση της τραχείας.
Εάν η καρδιαγγειακή καταστολή είναι εμφανής (υπόταση, βραδυκαρδία), πρέπει
να χορηγηθεί ephedrine 5-10mg ενδοφλεβίως και η χορήγηση να επαναληφθεί,
εάν χρειάζεται,
6
μετά από 2-3 λεπτά.
Εάν παρουσιαστεί καρδιακή ανακοπή, πρέπει να εφαρμοστεί άμεση
καρδιοαναπνευστική ανάνηψη. Η άριστη οξυγόνωση και ο αερισμός, η
υποστήριξη του κυκλοφορικού, καθώς και η αντιμετώπιση της οξέωσης είναι
ζωτικής σημασίας.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Τοπικό αναισθητικό, κωδικός ATC: N01BB02.
Η υδροχλωρική λιδοκαΐνη Xylozan είναι ένα τοπικό αναισθητικό τύπου αμιδίου.
Έχει ταχεία έναρξη και μέτρια διάρκεια δράσης.
Στην επισκληρίδια χορήγηση το διάλυμα 2% έχει διάρκεια δράσης 1,5-2 ώρες,
και στον αποκλεισμό περιφερικών νεύρων μέχρι 5 ώρες. Όταν χρησιμοποιείται σε
συγκεντρώσεις 1% είναι λιγότερο αποτελεσματική στις κινητικές νευρικές ίνες
και η διάρκεια δράσης είναι βραχύτερη. Η διάρκεια εξαρτάται από τη
συγκέντρωση της λιδοκαΐνης που χρησιμοποιείται, τη δόση που χορηγείται και
το τύπο του αποκλεισμού.
Η λιδοκαΐνη, όπως και τα άλλα τοπικά αναισθητικά, προκαλεί αναστρέψιμο
αποκλεισμό της μετάδοσης των ώσεων κατά μήκος των νευρικών ινών
εμποδίζοντας την είσοδο των ιόντων νατρίου μέσω της κυτταρικής μεμβράνης
των νευρικών κυττάρων. Τα τοπικά αναισθητικά τύπου αμιδίου πιστεύεται ότι
δρουν στους διαύλους νατρίου της μεμβράνης των νευρικών κυττάρων.
Τα τοπικά αναισθητικά φάρμακα μπορεί επίσης να έχουν παρόμοια δράση στην
κυτταρική
μεμβράνη των διεγέρσιμων ιστών, π.χ. του εγκεφάλου και του μυοκαρδίου. Εάν
έχουμε, σε
μικρό χρονικό διάστημα πολύ μεγάλες συγκεντρώσεις του φαρμάκου στη
συστηματική κυκλοφορία, θα εμφανισθούν συμπτώματα και σημεία τοξικότητας
προερχόμενα από το κεντρικό νευρικό και το καρδιαγγειακό σύστημα.
Η τοξικότητα στο κεντρικό νευρικό σύστημα (Βλ. “Υπερδοσολογία”) συνήθως
προηγείται των καρδιαγγειακών επιδράσεων, διότι παρουσιάζεται σε
χαμηλότερες συγκεντρώσεις στο πλάσμα. Οι άμεσες επιδράσεις των τοπικών
αναισθητικών στην καρδιά περιλαμβάνουν επιβράδυνση της αγωγιμότητας,
αρνητική ινότροπη δράση και τελικά καρδιακή παύση.
Έμμεσες καρδιοαγγειακές επιδράσεις ραδυκαρδία, υπόταση) μπορεί να
προκύψουν μετά από την επισκληρίδιο ή ραχιαία χορήγηση ανάλογα με την
έκταση του ταυτόχρονα προκαλούμενου συμπαθητικού αποκλεισμού.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Η λιδοκαΐνη έχει pKa 7,9, συντελεστή διαχωρισμού ελαίου/ύδατος 2,9 και είναι
κατά 65% συνδεδεμένη με τις πρωτεΐνες του πλάσματος (κυρίως με την alpha-1-
acid glycoprotein).
Ο ρυθμός απορρόφησης εξαρτάται από τη δόση, την οδό χορήγησης και την
αγγείωση της περιοχής που γίνεται η ένεση.
Η λιδοκαϊνη απορροφάται πλήρως στον επισκληρίδιο χώρο ή με την μορφή
διφασικής καμπύλης με χρόνους ημίσειας ζωής της τάξης των 9,3 λεπτών και 82
λεπτών αντίστοιχα. Η
7
βραδεία απορρόφηση επιβραδύνει το ρυθμό απομάκρυνσης της λιδοκαΐνης,
πράγμα που εξηγεί την βραδύτερη απομάκρυνση μετά από επισκληρίδια ένεση
συγκριτικά με την ενδοφλέβια ένεση. Η απορρόφηση της λιδοκαΐνης στον
υπαραχνοειδή χώρο με την μορφή μονοφασικής καμπύλης έχει χρόνο ημίσειας
ζωής 71 λεπτά.
Η λιδοκαΐνη έχει ολική κάθαρση πλάσματος 0,95 L/min, όγκο κατανομής σε
σταθεροποιημένη κατάσταση (steady state) 91 L, χρόνο ημίσειας ζωής 1,6 ώρες
και κατ΄ εκτίμηση πηλίκο ηπατικής κάθαρσης 0,65. Η κάθαρση της λιδοκαΐνης
οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά σε ηπατικό μεταβολισμό και εξαρτάται τόσο από
την αιμάτωση του ήπατος, όσο και από την δραστηριότητα των μεταβολικών
ενζύμων.
Ο χρόνος ημίσειας ζωής της απομάκρυνσης του φαρμάκου στα νεογνά (3,2
ώρες) είναι περίπου διπλάσιος από ό,τι στους ενήλικες, παρότι ο ρυθμός
κάθαρσης είναι παρόμοιος (10,2ml/min kg).
Η λιδοκαΐνη περνά εύκολα τον φραγμό του πλακούντα και αποκαθίσταται ταχέως
η ισορροπία των συγκεντρώσεων του ελεύθερου κλάσματος του φαρμάκου στις
δύο κυκλοφορίες, της μητέρας και του εμβρύου. Ο βαθμός της σύνδεσης με τα
λευκώματα του πλάσματος στο έμβρυο είναι μικρότερος απ' ό,τι στη μητέρα, με
αποτέλεσμα χαμηλότερη συγκέντρωση φαρμάκου στο έμβρυο.
Η λιδοκαΐνη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα, αλλά σε τόσο μικρές ποσότητες που
δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για το παιδί.
Οι κύριοι μεταβολίτες της Lidocaine είναι monoethyglyginexylidide (ΜΕGX),
glycinexylidide (GX), 2,6-xylidine και 4-hydroxy-2, 6-xylidine. H Ν-dealkylation σε
ΜΕGX, έχει ένα ενδιάμεσο βήμα και παράγονται οι μεταβολίτες CYP1A2 και
CYP3A4 με σημαντικότερο από τους δύο τον CYP3A4. Ο μεταβολίτης 2,6-xylidine
μετατρέπεται σε 4-hydroxy-2, 6-xylidine από τον CYP2A6, ο τελευταίος είναι ο
βασικός μεταβολίτης στα ούρα του ανθρώπου. Μόνο το 3% της λιδοκαϊνης
απεκκρίνεται αμετάβλητο.
Ποσοστό μέχρις 70% απεκκρίνεται στα ούρα με τη μορφή της 4-hydroxy-2, 6-
xylidine. Ο μεταβολίτης MEGX έχει παρόμοια δραστηριότητα σε σπασμούς με
την λιδοκαΐνη και λίγο μεγαλύτερο χρόνο ζωής. Ο μεταβολίτης GX δεν έχει
δραστηριότητα σπασμών και ο χρόνος
ημίσειας ζωής είναι 10 ώρες.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Σε μελέτες που έγιναν σε ζώα, τα σημεία και τα συμπτώματα της τοξικότητας
παρατηρήθηκαν μετά από την χορήγηση υψηλών δόσεων λιδοκαΐνης και ήταν το
αποτέλεσμα επίδρασης στο κεντρικό νευρικό σύστημα και στο καρδιαγγειακό. Σε
τοξικές μελέτες αναπαραγωγής δεν παρατηρήθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες
εξαιτίας του φαρμάκου.
Σε in vitro και in vivo tests για μεταλλαξιογόνο δράση της λιδοκαïνης δεν
παρατηρήθηκε κάτι
τέτοιο.
Μελέτες για καρκινογέννεση δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω της περιοχής και του
χρόνου δράσης του φαρμάκου.
Οι δοκιμές γονιδιοτοξικότητας με Λιδοκαΐνη δεν έδειξαν στοιχεία
μεταλλαξιογόνου δυναμικής. Ένας μεταβολίτης της Λιδοκαΐνης, 2,6-xylidine,
έδειξε ασθενή στοιχεία δραστηριότητας σε ορισμένες δοκιμασίες
γονιδιοτοξικότητας. Ο μεταβολιτής 2,6 xylidine έχει αποδειχθεί ότι έχει
δυνατότητες καρκινογένεσης σε προκλινικές τοξικολογικές μελέτες που
αξιολογούν χρόνια έκθεση. Οι αξιολογήσεις κινδύνου που υπολογίζουν
συγκρίνοντας το ανώτατο όριο έκθεσης του ανθρώπου από τη διαλείπουσα
8
χρήση lidocaine, με την έκθεση σε προκλινικές μελέτες, υποδεικνύουν ένα ευρύ
περιθώριο ασφαλείας για κλινική χρήση.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Χλωριούχο νάτριο, υδρόξυ βενζοϊκός μεθυλεστέρας (methyl paraben, E 218),
υδροχλωρικό οξύ και/ή υδροξείδιο του νατρίου, ύδωρ ενεσίμων.
6.2 Ασυμβατότητες
Η διαλυτότητα της λιδοκαΐνης είναι περιορισμένη σε αλκαλικό pH. Αυτό πρέπει
να λαμβάνεται υπόψη όταν προστίθενται αλκαλικά διαλύματα, π.χ ανθρακικά,
διότι μπορεί να σχηματιστεί ίζημα.
6.3 Διάρκεια ζωής
36 μήνες.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25C.
Φυλάσσετε τα φιαλίδια στο εξωτερικό κουτί για να προστατεύονται από το φως.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Γυάλινα φιαλίδια ή φιαλίδια πολυαιθυλενίου των 50 ml και σε κουτί από χαρτόνι
των 5 φιαλιδίων. Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος χειρισμός
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να απορρίπτεται
σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
6.6 Οδηγίες χρήσης
Με τα φιαλίδια πολλαπλών δόσεων υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος μικροβιακής
μόλυνσης από ότι με τα φιαλίδια μιας χρήσης. Όταν χρησιμοποιούνται φιαλίδια
πολλαπλών δόσεων πρέπει για την αποφυγή μολύνσεων, να γίνονται οι
κατάλληλες διαδικασίες ελέγχου στις οποίες περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
• χρησιμοποίηση συσκευασιών για ένεση μιας χρήσης.
χρησιμοποίηση αποστειρωμένης βελόνας και σύριγγας για κάθε νέα εισαγωγή
στο φιαλίδιο.
αποφυγή εισαγωγής μολυσμένων υλικών ή υγρού στο φιαλίδιο πολλαπλών
δόσεων.
Δεν ενδείκνυται η επαναποστείρωση του Xylozan.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
DEMO ΑΒΕΕ
Βιομηχανία Φαρμάκων
9
21
ο
χλμ. Εθνικής Οδού Αθηνών Λαμίας
14568 Κρυονέρι, Αθήνα.
Τηλ.: 210 8161802, Fax: 210 8161587.
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
38027/10
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 22-11-2005
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 18-03-2011
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Δεκέμβριος 2013
10