
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Κωδικός ATC: M05BA04
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Διφωσφονικά για τη θεραπεία παθήσεων των
οστών.
Μηχανισμός δράσης
Η δραστική ουσία του Alendronate/Generics, η τριϋδρική νατριούχος αλενδρονάτη,
είναι ένα διφωσφονικό το οποίο αναστέλλει την οστική απορρόφηση στους
οστεοκλάστες χωρίς να έχει άμεση επίδραση στο σχηματισμό του οστού.
Προκλινικές μελέτες έχουν δείξει κύρια εντόπιση της αλενδρονάτης στις θέσεις
ενεργού απορρόφησης. Η δράση των οστεοκλαστών αναστέλλεται, όμως o
σχηματισμός και η πρόσδεση των οστεοκλαστών δεν επηρεάζεται. Το οστό που
σχηματίζεται κατά τη θεραπεία με αλενδρονάτη έχει φυσιολογική δομή.
Θεραπεία της μετεμμηνοπαυσιακής οστεοπόρωσης
Η οστεοπόρωση ορίζεται ως οστική πυκνότητα (bone mineral density, BMD) της
σπονδυλικής στήλης ή του ισχίου κατά 2,5 μονάδες τυπικής απόκλισης (SD) κάτω
από τη μέση τιμή ενός φυσιολογικού πληθυσμού νέων ατόμων ή ως ένα
προηγούμενο κάταγμα λόγω ευθραυστότητας του οστού, ανεξάρτητα από την BMD.
Η θεραπευτική ισοδυναμία της αλενδρονάτης σε δόση 70 mg μία φορά την
εβδομάδα (n=519) και της αλενδρονάτης σε δόση 10 mg ημερησίως (n=370)
καταδείχθηκε σε μία πολυκεντρική μελέτη διάρκειας ενός έτους σε
μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση. Η μέση αύξηση από το αρχικό
επίπεδο της BMD της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης ήταν μετά από ένα
χρόνο 5,1% (95% διάστημα εμπιστοσύνης (CI): 4,8, 5,4%) στην ομάδα που έλαβε
70 mg και 5,4% (95% CI: 5,0, 5,8%) στην ομάδα που έλαβε 10 mg. Η μέση αύξηση
της BMD στις ομάδες θεραπείας των 70 mg μία φορά την εβδομάδα και 10 mg μία
φορά την ημέρα ήταν 2,3% και 2,9%, αντίστοιχα, στον αυχένα του μηριαίου οστού
και 2,9% και 3,1%, αντίστοιχα, στο ολικό ισχίο. Οι δύο θεραπευτικές ομάδες ήταν
επίσης παρόμοιες όσον αφορά στις αυξήσεις της οστικής πυκνότητας σε άλλα
σημεία του σκελετού.
Η επίδραση της αλενδρονάτης στη BMD και στην επίπτωση των καταγμάτων
διερευνήθηκε σε δύο, ταυτόσημου σχεδιασμού, μελέτες αρχικής επίδρασης (n=994)
καθώς και στη μελέτη «Fracture Intervention Trial» (FIT: n=6.459).
Στις μελέτες αρχικής επίδρασης, οι αυξήσεις της BMD με την αλενδρονάτη 10 mg
ημερησίως σε σχέση με το εικονικό φάρμακο στα τρία χρόνια ήταν 8,8%, 5,9% και
7,8%, αντίστοιχα, στη σπονδυλική στήλη, στον αυχένα του μηριαίου και στον
τροχαντήρα. Η ολική BMD σώματος επίσης αυξήθηκε σημαντικά. Υπήρξε 48%
μείωση (αλενδρονάτη 3,2% έναντι εικονικού φαρμάκου 6,2%) στην αναλογία των
ασθενών που ελάμβαναν αλενδρονάτη και εμφάνισαν ένα ή περισσότερα
σπονδυλικά κατάγματα σε σύγκριση με τους ασθενείς που έλαβαν το εικονικό
φάρμακο. Κατά τις διετείς επεκτάσεις αυτών των μελετών, η BMD στη σπονδυλική
10