
Στην υπέρταση, η olmesartan medoxomil προκαλεί δοσοεξαρτώμενη,
μακράς διάρκειας μείωση της αρτηριακής πίεσης. Δεν υπάρχουν
ενδείξεις υπότασης της πρώτης δόσης, ταχυφυλαξίας κατά τη
μακρόχρονη θεραπεία ή αναπήδησης της αρτηριακής πίεσης μετά από
απότομη διακοπή της θεραπείας.
Η χορήγηση Olmesartan medoxomil μία φορά την ημέρα παρέχει μία
αποτελεσματική και ομαλή ελάττωση της αρτηριακής πίεσης, κατά τη
διάρκεια του 24ώρου που μεσολαβεί μεταξύ δύο δόσεων. Η χορήγηση μίας εφ’
άπαξ δόσης ημερησίως επιφέρει παρόμοια ελάττωση της αρτηριακής πίεσης
με τη χορήγηση της ίδιας συνολικής ημερήσιας δοσολογίας διηρημένης σε
δύο δόσεις.
Με τη συνεχόμενη θεραπεία, η μέγιστη μείωση της αρτηριακής πίεσης
επιτυγχάνεται μετά από 8 εβδομάδες από την έναρξη της θεραπείας,
παρόλο που ένα σημαντικό ποσοστό του αντιυπερτασικού
αποτελέσματος παρατηρείται ήδη μετά από 2 εβδομάδες θεραπείας.
Η επίδραση της olmesartan στη θνησιμότητα και στη νοσηρότητα δεν
είναι ακόμη γνωστή.
Η τυχαιοποιημένη μελέτη Olmesartan και πρόληψη
μικρολευκωματινουρίας διαβήτη (Randomised Olmesartan and
Diabetes Microalbuminuria Prevention-ROADMAP) σε 4447 ασθενείς
με διαβήτη τύπου 2, φυσιολογική λευκωματινουρία και τουλάχιστον
έναν επιπλέον παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου, διερεύνησε αν η
θεραπεία με την olmesartan θα μπορούσε να επιβραδύνει την εμφάνιση
μικρολευκωματινουρίας. Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης
διάμεσης διάρκειας 3,2 ετών, οι ασθενείς λάμβαναν είτε olmesartan
είτε εικονικό φάρμακο επιπρόσθετα σε άλλους αντιυπερτασικούς
παράγοντες, εκτός από αναστολείς ΜΕΑ ή ΑΥΑ.
Για το πρωτεύον καταληκτικό σημείο, η μελέτη έδειξε σημαντική
μείωση του κινδύνου στον χρόνο της εμφάνισης της
λευκωματινουρίας, προς όφελος της olmesartan. Μετά από
προσαρμογή για τις διαφορές της αρτηριακής πίεσης, αυτή η μείωση
του κινδύνου δεν ήταν πλέον στατιστικά σημαντική, 8,2% (178 από
2160) των ασθενών της ομάδας της olmesartan και 9,8% (210 από
2139) της ομάδας του εικονικού φαρμάκου εμφάνισε
μικρολευκωματινουρία.
Για τα δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία, καρδιαγγειακά συμβάματα
συνέβησαν σε 96 ασθενείς (4,3%) με olmesartan και σε 94 ασθενείς
(4,2%) με εικονικό φάρμακο. H επίπτωση της καρδιαγγειακής
θνητότητας ήταν υψηλότερη με olmesartan σε σύγκριση με την αγωγή
με εικονικό φάρμακο (15 ασθενείς (0,7%) έναντι 3 ασθενών (0,1%)),
παρά τα παρόμοια ποσοστά μη-θανατηφόρου εγκεφαλικού επεισοδίου
(14 ασθενείς (0,6%) έναντι 8 ασθενών (0,4%)), μη θανατηφόρου
εμφράγματος του μυοκαρδίου (17 ασθενείς (0,8%) έναντι 26 ασθενών
(1,2%)) και μη-καρδιαγγειακής θνητότητας (11 ασθενείς (0,5%) έναντι
12 ασθενών (0,5%)). Η συνολική θνητότητα με olmesartan ήταν
αριθμητικώς αυξημένη (26 ασθενείς (1,2%) έναντι 15 ασθενών (0,7%)),
21