Ο σχηματισμός εξουδετερωτικών αντισωμάτων (αναστολέων) έναντι του
παράγοντα VIII είναι μία γνωστή επιπλοκή στην αντιμετώπιση ασθενών με
Αιμορροφιλία Α. Αυτοί οι αναστολείς είναι συνήθως IgG ανοσοσφαιρίνες,
έναντι της προπηκτικής δραστικότητας του παράγοντα VIII και που
υπολογίζονται ποσοτικά σε Μονάδες Bethesda (BU) ανά ml πλάσματος
χρησιμοποιώντας την τροποποιημένη δοκιμασία. Ο κίνδυνος ανάπτυξης
αναστολέων συσχετίζεται με το εύρος της έκθεσης στον παράγοντα VIII, όπου
ο κίνδυνος αυτός είναι υψηλότερος μέσα στις πρώτες 20 ημέρες έκθεσης.
Σπανίως, μπορεί να αναπτυχθούν αναστολείς μετά από τις πρώτες 100 ημέρες
έκθεσης. Έχουν παρατηρηθεί περιπτώσεις επανεμφάνισης αναστολέα (χαμηλός
τίτλος) μετά από αλλαγή από ένα προϊόν παράγοντα VIII σε άλλο προϊόν, σε
ασθενείς που είχαν προηγουμένως υποβληθεί σε θεραπεία με περισσότερο
από 100 ημέρες έκθεσης οι οποίοι έχουν προηγούμενο ιστορικό ανάπτυξης
αναστολέα. Συνεπώς, συνιστάται η προσεκτική παρακολούθηση όλων των
ασθενών για εμφάνιση αναστολέων μετά από οποιαδήποτε αλλαγή προϊόντος.
Γενικά, όλοι οι ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με προϊόντα παράγοντα
πήξης VIII πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά, για την ανάπτυξη
αναστολέων, με κατάλληλες κλινικές παρατηρήσεις και εργαστηριακές
δοκιμασίες.
Εάν δεν επιτευχθούν τα αναμενόμενα επίπεδα δραστικότητας του παράγοντα
VIII στο πλάσμα ή εάν η αιμορραγία δεν ελέγχεται με χορήγηση της κατάλληλης
δόσης, πρέπει να γίνει μια δοκιμασία για τη παρουσία αναστολέα του
παράγοντα VIII.
Σε ασθενείς με υψηλά επίπεδα αναστολέα, η θεραπεία αντικατάστασης με
παράγοντα VIII μπορεί να μην είναι αποτελεσματική και θα πρέπει να ληφθούν
υπόψη άλλες θεραπευτικές επιλογές. Η αντιμετώπιση αυτών των ασθενών θα
πρέπει να καθοδηγείται από ιατρούς που διαθέτουν εμπειρία στην φροντίδα
ασθενών με αιμορροφιλία και αναστολείς του παράγοντα VIII.
Αναστολείς έχουν κατά κύριο λόγο αναφερθεί σε ασθενείς που δεν είχαν
προηγουμένως υποβληθεί σε θεραπεία.
Ασθενείς με νόσο του von Willebrand
Αναστολείς
Ασθενείς με νόσο του von Willebrand, ειδικά ασθενείς τύπου 3, μπορεί να
αναπτύξουν εξουδετερωτικά αντισώματα (αναστολείς) έναντι του παράγοντα
von Willebrand. Εάν δεν επιτευχθούν τα αναμενόμενα επίπεδα δραστικότητας
του VWF:RCo στο πλάσμα ή εάν η αιμορραγία δεν ελέγχεται με χορήγηση της
κατάλληλης δόσης, πρέπει να γίνει μια δοκιμασία ώστε να προσδιοριστεί εάν
υπάρχει αναστολέας του παράγοντα von Willebrand. Σε ασθενείς με υψηλά
επίπεδα αναστολέα, η θεραπεία αντικατάστασης με παράγοντα von Willebrand
μπορεί να μην είναι αποτελεσματική και θα πρέπει να ληφθούν υπόψη άλλες
θεραπευτικές επιλογές.
Θρομβωτικά επεισόδια
Υπάρχει κινδύνου εκδήλωσης θρομβωτικών επεισοδίων, ιδίως σε ασθενείς με
γνωστούς κλινικούς ή εργαστηριακούς παράγοντες κινδύνου. Ως εκ τούτου, οι
ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται για πρώιμα σημεία της θρόμβωσης.
Προφύλαξη έναντι φλεβικής θρομβοεμβολής θα πρέπει να συσταθεί, σύμφωνα
με τις τρέχουσες συστάσεις. Δεδομένου ότι το IMMUNATE περιέχει μια σχετικά
υψηλή ποσότητα του παράγοντα VIII σε σχέση με τον VWF, ο θεράπων ιατρός θα
πρέπει να γνωρίζει ότι η συνεχής θεραπεία μπορεί να προκαλέσει μια
υπερβολική αύξηση στον παράγοντα VIII:C. Σε ασθενείς που λαμβάνουν
IMMUNATE, τα επίπεδα του FVIII:C στο πλάσμα θα πρέπει να
παρακολουθούνται, ώστε να αποφευχθούν τα παρατεταμένα υπερβολικά υψηλά
επίπεδα πλάσματος FVIII:C, τα οποία μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο
θρομβωτικών επεισοδίων.