σουλφυδριλική ομάδα της Η
+
/Κ
+
ATPάσης προκαλώντας αναστολή της
δραστηριότητας του ενζύμου.
Δράση στην έκκριση του γαστρικού οξέος: Η λανσοπραζόλη είναι ένας ειδικός
αναστολέας της αντλίας πρωτονίων των τοιχωματικών κυττάρων. Μία εφάπαξ
δόση λανσοπραζόλης 30 mg από το στόμα αναστέλλει την μετά από διέγερση με
πενταγαστρίνη έκκριση του γαστρικού οξέος κατά περίπου 80%. Μετά από
επανειλημμένη ημερήσια χορήγηση για επτά ημέρες, επιτυγχάνεται αναστολή της
έκκρισης του γαστρικού οξέος γύρω στο 90%. Ανάλογη είναι η δράση της στη
βασική έκκριση του γαστρικού οξέος. Μία εφάπαξ δόση 30 mg από το στόμα
μειώνει την βασική έκκριση κατά περίπου 70% με αποτέλεσμα οι ασθενείς να
ανακουφίζονται από τα συμπτώματα αρχίζοντας από την πρώτη κιόλας δόση.
Μετά από οκτώ ημέρες επανειλημμένης χορήγησης η μείωση είναι περίπου 85%.
Γρήγορη ανακούφιση των συμπτωμάτων επιτυγχάνεται με ένα καψάκιο (30 mg)
την ημέρα και οι περισσότεροι ασθενείς με δωδεκαδακτυλικό έλκος αναρρώνουν
μέσα σε 2 εβδομάδες, οι δε ασθενείς με γαστρικό έλκος και οισοφαγίτιδα από
παλινδρόμηση μέσα σε 4 εβδομάδες. Μειώνοντας τη γαστρική οξύτητα η
λανσοπραζόλη δημιουργεί έναν περιβάλλον στο οποίο τα κατάλληλα αντιβιοτικά
μπορούν να είναι αποτελεσματικά εναντίον το H
.
pylori.
5.2 Φαρμακοκινητικές
ιδιότητες
Η λανσοπραζόλη είναι ρακεμικό μείγμα δύο δραστικών εναντιομερών που
βιομετασχηματίζονται στη δραστική μορφή στο όξινο περιβάλλον των
τοιχωματικών κυττάρων. Επειδή η λανσοπραζόλη αδρανοποιείται γρήγορα από το
γαστρικό οξύ, χορηγείται από το στόμα σε εντεροδιαλυτή (ές) μορφή (ές) για
συστηματική απορρόφηση.
Απορρόφηση και κατανομή: Η λανσοπραζόλη παρουσιάζει υψηλή (80-90%)
βιοδιαθεσιμότητα με εφάπαξ δόση. Τα μέγιστα επίπεδα στο πλάσμα εμφανίζονται
μέσα σε 1,5 έως 2,0 ώρες. Η λήψη τροφής επιβραδύνει ο ρυθμό απορρόφησης της
λανσοπραζόλης και μειώνει τη βιοδιαθεσιμότητα κατά περίπου 50%. Η σύνδεση
με τις πρωτεΐνες του πλάσματος είναι 97%. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα κοκκία
από τα ανοιχτά καψάκια δίνουν AUC ισοδύναμη με εκείνη του ακέραιου καψακίου
εάν τα κοκκία διασπαρούν σε μία μικρή ποσότητα χυμού πορτοκαλιού, μήλου ή
ντομάτας αναμειγνυόμενη με μια κουταλιά της σούπας πουρέ μήλου ή αχλαδιού ή
εάν επιπασθούν σε μια κουταλιά της σούπας γιαουρτιού, πουτίγκας ή τυριού
cottage. Έχει επίσης δειχθεί ότι ισοδύναμη AUC έχουν τα κοκκία που
διασπείρονται σε χυμό μήλου που χορηγείται με ρινογαστρικό σωλήνα.
Μεταβολισμός και αποβολή: Η λανσοπραζόλη μεταβολίζεται σε μεγάλο βαθμό στο
ήπαρ και οι μεταβολίτες αποβάλλονται και από τους νεφρούς και από τη χολή. Ο
μεταβολισμός της λανσοπραζολης καταλύεται κυρίως από το ένζυμο CYP2C19.
Στο μεταβολισμό συμβάλλει επίσης το ένζυμο CYP3A4. Ο χρόνος ημι-ζωής της
αποβολής από το πλάσμα κυμαίνεται από 1 έως 2 ώρες μετά από εφάπαξ ή
πολλαπλές δόσεις σε υγιή άτομα. Δεν υπάρχουν ενδείξεις άθροισης μετά από
πολλαπλές δόσεις σε υγιή άτομα. Έχουν ανιχνευθεί στο πλάσμα σουλφονικά,
σουλφιδικά και 5-υδροξυλ παράγωγα της λανσοπραζόλης. Οι μεταβολίτες αυτοί
έχουν ελάχιστη ή καθόλου αντιεκκριτική δραστηριότητα. Μια μελέτη με
14
C
σεσημασμένη λανσοπραζόλη έδειξε ότι περίπου το ένα-τρίτο της χορηγηθείσας
ραδιενέργειας αποβλήθηκε στα ούρα και τα δύο-τρίτα στα κόπρανα.
Φαρμακοκινητική στους ηλικιωμένους ασθενείς: Η κάθαρση της λανσοπραζόλης
μειώνεται στους ηλικιωμένους, με το χρόνο ημι-ζωής της αποβολής να αυξάνεται
περίπου 50% έως 100%. Τα μέγιστα επίπεδα στο πλάσμα δεν αυξήθηκαν στους
ηλικιωμένους.