ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά και να παρατηρούνται
προσεκτικά για οποιοδήποτε σύμπτωμα σε όλη τη διάρκεια της έγχυσης. Οι
ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται για τα πρώιμα συμπτώματα των
αντιδράσεων υπερευαισθησίας που περιλαμβάνουν εξανθήματα, γενικευμένη
κνίδωση, σφίξιμο στο στήθος, συριγμό, υπόταση και αναφυλαξία. Εάν αυτά
τα συμπτώματα εμφανιστούν, η χορήγηση πρέπει να διακοπεί αμέσως. Σε
περίπτωση καταπληξίας (shock), πρέπει να εφαρμοσθεί η καθιερωμένη
ιατρική θεραπεία για την καταπληξία.
Στα καθιερωμένα μέτρα για την πρόληψη λοιμώξεων, οι οποίες προκύπτουν
από τη χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που έχουν παρασκευασθεί με βάση
το ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα περιλαμβάνονται η επιλογή δοτών, ο έλεγχος
των ατομικών προσφορών και των δεξαμενών πλάσματος για ειδικούς
δείκτες λοίμωξης και η εφαρμογή αποτελεσματικών σταδίων
αδρανοποίησης/απομάκρυνσης ιών κατά την παραγωγική διαδικασία. Παρόλα
αυτά, όταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα που έχουν παρασκευασθεί
από ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα, η πιθανότητα μετάδοσης λοιμογόνων
παραγόντων δεν μπορεί να αποκλεισθεί εντελώς. Το ίδιο επίσης ισχύει και
για αγνώστους ή νεοεμφανιζόμενους ιούς και άλλους παθογόνους
παράγοντες.
Τα μέτρα που λαμβάνονται θεωρούνται αποτελεσματικά για τους
ελυτροφόρους ιούς όπως είναι οι HIV, HBV και HCV. Tα μέτρα αυτά μπορεί να
έχουν περιορισμένη αξία έναντι των μη ελυτροφόρων ιών όπως είναι ο HAV
και ο παρβοϊός Β19. Λοίμωξη με παρβοϊό Β19 μπορεί να αποδειχθεί σοβαρή σε
έγκυες γυναίκες (λοίμωξη του εμβρύου) και σε ανοσοκατασταλμένα άτομα ή
σε άτομα με αυξημένη παραγωγή ερυθροκυττάρων (π.χ. αιμολυτική αναιμία).
Κατάλληλοι εμβολιασμοί (ηπατίτιδας Α και Β) πρέπει να διενεργούνται στους
ασθενείς που λαμβάνουν τακτικά παράγοντα von Willebrand προερχόμενο από
ανθρώπινο πλάσμα.
Συνιστάται κάθε φορά που το WILFACTIN χορηγείται σε έναν ασθενή, να
καταγράφεται το όνομα και ο αριθμός παρτίδας του προϊόντος έτσι ώστε να
μπορεί να υπάρχει συσχετισμός ανάμεσα στον ασθενή και την παρτίδα του
προϊόντος.
Υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης επεισοδίων θρόμβωσης, ειδικά σε ασθενείς με
γνωστούς κλινικούς ή εργαστηριακούς παράγοντες κινδύνου. Συνεπώς,
ασθενείς σε κίνδυνο πρέπει να παρακολουθούνται για την εμφάνιση πρώιμων
συμπτωμάτων θρόμβωσης. Προφύλαξη έναντι φλεβοθρομβοεμβολικού
επεισοδίου πρέπει να εφαρμόζεται, σύμφωνα με τις ισχύουσες συστάσεις.
Ασθενείς με νόσο von Willebrand, ειδικά τύπου 3, μπορεί να αναπτύξουν
εξουδετερωτικά αντισώματα (ανασταλτές) έναντι του παράγοντα von
Willebrand. Εάν δεν επιτευχθούν τα αναμενόμενα επίπεδα δραστικότητας του
VWF:RCo στο πλάσμα ή εάν η αιμορραγία δεν ελέγχεται μετά από κατάλληλη
δόση, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί κατάλληλη δοκιμασία για να
προσδιοριστεί πιθανή παρουσία ανασταλτή έναντι του παράγοντα von