στόματος δόσεις 250 ως 1000 mg λανθανίου, γεγονός που βρίσκεται σε
συμφωνία με την περιορισμένη, λόγω διαλυτοποίησης, απορρόφηση. Ο σχετικός
χρόνος ημιζωής της αποβολής από το πλάσμα σε υγιείς εθελοντές ήταν 36
ώρες.
Σε ασθενείς υπό αιμοκάθαρση στους οποίους χορηγήθηκε για 10 ημέρες δόση
1000 mg λανθανίου 3 φορές ημερησίως, η μέση ( sd) ανώτερη συγκέντρωση
πλάσματος ήταν 1,06 (1,04) ng/mL, και η μέση AUC
last
ήταν 31,1 ( 40,5) ng.h/mL.
Τακτική παρακολούθηση του επιπέδου αίματος σε 1707 ασθενείς υπό
αιμοκάθαρση που έλαβαν ένυδρο ανθρακικό λανθάνιο για διάστημα ως 2
χρόνων δεν έδειξε καμία αύξηση στις συγκεντρώσεις λανθανίου στο πλάσμα
κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Κατανομή
Το λανθάνιο δεν συσσωρεύεται στο πλάσμα σε ασθενείς ή σε ζώα μετά από
επαναλαμβανόμενη από του στόματος χορήγηση ένυδρου ανθρακικού
λανθανίου. Το μικρό ποσοστό του από του στόματος χορηγούμενου λανθανίου
που απορροφάται, συνδέεται εκτεταμένα με τις πρωτεΐνες του πλάσματος
(>99,7%) και σε μελέτες με ζώα, κατανεμήθηκε ευρέως σε συστηματικούς
ιστούς, στα κυρίως οστά, το ήπαρ και το γαστρεντερικό σωλήνα,
περιλαμβανομένων και των μεσεντερίων λεμφαδένων. Σε μακροχρόνιες μελέτες
σε ζώα, οι συγκεντρώσεις λανθανίου σε αρκετούς ιστούς,
συμπεριλαμβανομένων του γαστρεντερικού σωλήνα, των οστών και του
ήπατος, αυξήθηκαν με το χρόνο σε επίπεδα αρκετών τάξεων μεγέθους πάνω από
εκείνες στο πλάσμα. Μια σχετική σταθεροποιημένη κατάσταση του επιπέδου
του λανθανίου επιτεύχθηκε σε ορισμένους ιστούς, π.χ. στο ήπαρ, ενώ τα
επίπεδα στο γαστρεντερικό σωλήνα αυξήθηκαν με τη διάρκεια της θεραπείας.
Οι αλλαγές στα επίπεδα λανθανίου στους ιστούς μετά τη διακοπή της
θεραπείας ποίκιλαν μεταξύ των ιστών. Ένα σχετικά υψηλό ποσοστό λανθανίου
παρέμεινε στους ιστούς για περισσότερο από 6 μήνες μετά τη διακοπή της
χορήγησης (μέσο ποσοστό % που παρέμεινε στα οστά 100% (επίμυες) και
87% (σκύλοι), και στο ήπαρ 6% (επίμυες) και 82% (σκύλοι). Καμία
ανεπιθύμητη ενέργεια δεν σχετίζεται με τη συγκέντρωση λανθανίου στους
ιστούς, που παρατηρήθηκε σε μακροχρόνιες μελέτες σε ζώα με υψηλές από του
στόματος χορηγούμενες δόσεις ανθρακικού λανθανίου (βλ. 5.3) (Βλ.
παράγραφο 5.1 για πληροφορίες σχετικά με αλλαγές στις συγκεντρώσεις
λανθανίου σε βιοψίες οστών που ελήφθησαν από ασθενείς υπό αιμοκάθαρση
μετά από ένα χρόνο θεραπείας με λανθάνιο, συγκριτικά με θεραπεία με
φωσφοροδεσμευτικούς παράγοντες που περιέχουν ασβέστιο).
Βιομετασχηματισμός
Το λανθάνιο δεν μεταβολίζεται.
Μελέτες σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια με ηπατική δυσλειτουργία
δεν έχουν πραγματοποιηθεί. Σε ασθενείς με συνυπάρχουσες ηπατικές
διαταραχές κατά την ένταξή τους σε κλινικές μελέτες Φάσης ΙΙΙ, δεν υπήρξε
κανένα στοιχείο αυξημένης έκθεσης του πλάσματος σε λανθάνιο ή επιδείνωση
της ηπατικής λειτουργίας μετά τη θεραπεία με Fosrenol για περιόδους μέχρι και
2 χρόνια.
Αποβολή
Το λανθάνιο απεκκρίνεται κυρίως με τα κόπρανα, με μόνο γύρω στο 0,000031%
μιας από του στόματος λαμβανόμενης δόσης να απεκκρίνεται μέσω των ούρων