5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Οι μέγιστες συγκεντρώσεις της κιναπρίλης παρατηρούνται εντός 1 ώρας από την από του στόματος
χορήγηση. Ο βαθμός απορρόφησης της κιναπρίλης είναι 60% και δεν επηρεάζεται από την
ταυτόχρονη λήψη τροφής. Ποσοστό περίπου 97% της δραστικής ουσίας συνδέεται με τις πρωτεΐνες
του πλάσματος. Η κιναπρίλη αποεστεροποιείται προς τον κύριο μεταβολίτη της, την κιναπριλάτη, και
προς ελάσσονες ανενεργούς μεταβολίτες. Η βιοδιαθεσιμότητα του ενεργού μεταβολίτη, της
κιναπριλάτης, αντιστοιχεί σε 30-40% της χορηγούμενης από του στόματος δόσης της κιναπρίλης. Οι
μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα επιτυγχάνονται περίπου 2 ώρες μετά την από του στόματος
χορήγηση της κιναπρίλης. Με επαναλαμβανόμενη χορήγηση, η κιναπριλάτη έχει χρόνο ημίσειας ζωής
3 ώρες. Η σταθεροποιημένη κατάσταση επιτυγχάνεται σε 2-3 ημέρες. Η κιναπριλάτη απεκκρίνεται
κυρίως αμετάβλητη από τους νεφρούς. Σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία και κάθαρση
κρεατινίνης ≤ 40 ml/min, οι ανώτερες και οι κατώτερες συγκεντρώσεις της κιναπριλάτης αυξάνονται,
ο χρόνος μέχρι την επίτευξη των μέγιστων συγκεντρώσεων αυξάνεται, ο φαινόμενος χρόνος ημίσειας
ζωής αυξάνεται, και ο χρόνος μέχρι την επίτευξη σταθεροποιημένης κατάστασης μπορεί να αυξηθεί.
Η αποβολή της κιναπριλάτης είναι επίσης μειωμένη σε ηλικιωμένους ασθενείς (>65 έτη) και συνάγει
καλά με τη μείωση της νεφρικής λειτουργίας που εμφανίζουν συχνά οι ηλικιωμένοι. Οι
συγκεντρώσεις της κιναπριλάτης μειώνονται σε ασθενείς με αλκοολική κίρρωση λόγω μειωμένης
αποεστεροποίησης της κιναπρίλης. Μελέτες που έγιναν σε αρουραίους υποδηλώνουν πως η κιναπρίλη
και οι μεταβολίτες της δεν διέρχονται τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό.
Η φαρμακοκινητική της κιναπρίλης μελετήθηκε σε μία μελέτη εφ’ άπαξ δόσης (0,2 mg/kg) σε 24
παιδιά ηλικίας 2,5 μηνών έως 6,8 ετών και σε μία μελέτη πολλαπλών δόσεων (0,016-0,468 mg/kg) σε
38 παιδιά ηλικίας 5-16 ετών, με μέσο σωματικό βάρος 66-98 kg.
Όπως στους ενήλικες, η κιναπρίλη μετατράπηκε ταχέως σε κιναπριλάτη. Οι συγκεντρώσεις της
κιναπριλάτης γενικά ήταν μέγιστες 1 έως 2 ώρες μετά τη χορήγηση της δόσης και μειώθηκαν με μέσο
χρόνο ημίσειας ζωής 2,3 ώρες. Στα βρέφη και στα νεαρά παιδιά, η έκθεση έπειτα από εφ’ άπαξ δόση
0,2 mg/kg είναι συγκρίσιμη με εκείνη που παρατηρείται στους ενήλικες έπειτα από εφάπαξ δόση
10 mg. Σε μία μελέτη πολλαπλών δόσεων σε παιδιά σχολικής ηλικίας και εφήβους, οι τιμές για την
AUC και τη C
max
της κιναπριλάτης έδειξαν να αυξάνονται γραμμικά με την αύξηση της δόσης της
κιναπρίλης, βάσει mg/kg.
Γαλουχία:
Έπειτα από τη χορήγηση μιας μονήρους από του στόματος δόσης κιναπρίλης ίσης με 20 mg σε έξι
θηλάζουσες μητέρες, η αναλογία M/P (αναλογία γάλακτος προς πλάσμα) για την κιναπρίλη ήταν 0,12.
Δεν ανιχνεύτηκε κιναπρίλη στο γάλα μετά από την παρέλευση 4 ωρών από τη χορήγηση της δόσης.
Τα επίπεδα της κιναπριλάτης στο γάλα ήταν μη ανιχνεύσιμα (<5 µg/L) για όλα τα χρονικά σημεία.
Εκτιμάται πως ένα θηλάζον βρέφος θα λάβει περί το 1,6% της, προσαρμοσμένης ως προς το βάρος
της μητέρας, δόσης της κιναπρίλης.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Tα προκλινικά στοιχεία, που βασίζονται σε τυπικές μελέτες φαρμακολογικής ασφάλειας, τοξικότητας
επαναλαμβανόμενης δόσης, γονοτοξικότητας και καρκινογενετικού δυναμικού, δεν εμφανίζουν
ιδιαίτερο κίνδυνο για τους ανθρώπους. Μελέτες αναπαραγωγικής τοξικότητας σε αρουραίους
υποδεικνύουν ότι η κιναπρίλη δεν έχει αρνητική επίδραση στην γονιμότητα και την αναπαραγωγική
διαδικασία και δεν έχει τερατογενετική δράση. Οι αναστολείς ΜΕΑ, σαν κατηγορία, έχουν εκδηλώσει
εμβρυοτοξικότητα (προκαλώντας βλάβη και/ή θάνατο στο έμβρυο) όταν χορηγούνται κατά τη
διάρκεια του δεύτερου και του τρίτου τριμήνου της κύησης.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΈΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΊΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων