δεδομένα ασθενών από 1.384 αγόρια και κορίτσια τα οποία υπέφεραν
από οξεία διάρροια ποικίλων βαθμών σοβαρότητας και
αντιμετωπίστηκαν ως εσωτερικοί ή εξωτερικοί ασθενείς. Η διάμεση
ηλικία ήταν 12 μήνες (διατεταρτημοριακό εύρος: 6 έως 39 μήνες).
Συνολικά 714 ασθενείς ήταν < 1 έτους και 670 ασθενείς ήταν ≥ 1 έτους.
Το μέσο βάρος κυμαινόταν από 7,4 Kg έως 12,2 kg σε όλες τις μελέτες. Η
συνολική διάμεση διάρκεια διάρροιας μετά την ένταξη ήταν 2,81 ημέρες
για το εικονικό φάρμακο και 1,75 ημέρες για τη ρασεκαντοτρίλη. Η
αναλογία των ασθενών που ανάρρωσαν ήταν υψηλότερη στις ομάδες της
ρασεκαντοτρίλης συγκρινόμενη με αυτές του εικονικού φαρμάκου
(Λόγος Κινδύνου (HR): 2,04, 95% CI: 1,85 έως 2,32; p<0,001; Αναλογική
Παλινδρόμηση Κινδύνου κατά Cox]. Τα αποτελέσματα ήταν σε μεγάλο
βαθμό παρόμοια για τα βρέφη (<1 έτους) (HR: 2,01; 95% CI: 1,71 έως
2,36; p<0,001) και τα νήπια (> 1 έτους) (HR: 2,16; 95% CI: 1,83 έως 2,57;
p<0,001). Σε μελέτες εσωτερικών ασθενών (n=637 ασθενείς), ο λόγος
της μέσης εξόδου κοπράνων με ρασεκαντοτρίλη/ εικονικό φάρμακο ήταν
0,59 (95% CI: 0,51 έως 0,74; p<0,001). Σε μελέτες εξωτερικών ασθενών
(n=695 ασθενείς), ο λόγος του μέσου αριθμού των διαρροϊκών κενώσεων
με ρασεκαντοτρίλη/εικονικό φάρμακο ήταν 0,63 (95% CI: 0,47 έως 0,85;
p<0,001).
Η ρασεκαντοτρίλη δεν προκαλεί κοιλιακή διάταση. Κατά τη διάρκεια της
κλινικής της ανάπτυξης, η ρασεκαντοτρίλη προκάλεσε δευτερογενή
δυσκοιλιότητα σε ποσοστό συγκρίσιμο με το εικονικό φάρμακο. Όταν
χορηγείται από στόματος, η δράση της είναι αποκλειστικά περιφερική,
χωρίς επίδραση στο κεντρικό νευρικό σύστημα.
Μια τυχαιοποιημένη διασταυρούμενη μελέτη έδειξε ότι καψάκιο
ρασεκαντοτρίλης 100 mg σε θεραπευτική δόση (1 καψάκιο) ή σε
υπερθεραπευτική δόση (4 καψάκια) δεν προκάλεσε παράταση του
διαστήματος QT/QTc σε 56 υγιείς εθελοντές (σε αντίθεση με τη
μοξιφλοξασίνη που χρησιμοποιήθηκε ως θετικός μάρτυρας).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση: Μετά την από στόματος χορήγηση, η ρασεκαντοτρίλη
απορροφάται ταχέως.
Η έκθεση σε σταθεροποιημένη κατάσταση είναι συγκρίσιμη με την
έκθεση μετά από εφάπαξ δόση.
Κατανομή: Μετά την από στόματος χορήγηση δόσης ρασεκαντοτρίλης
επισημασμένη με 14C σε υγιείς εθελοντές, η συγκέντρωση της
ρασεκαντοτρίλης ήταν πάνω από 200 φορές υψηλότερη στο
πλάσμα από ότι στα κύτταρα του αίματος και 3 φορές υψηλότερη
στο πλάσμα από ότι στο ολικό αίμα. Συνεπώς, το φάρμακο δεν
συνδέθηκε με τα κύτταρα του αίματος σε σημαντικό βαθμό.
Η κατανομή του ραδιενεργού άνθρακα σε άλλους ιστούς του σώματος
ήταν μέτρια, όπως δεικνύεται από τον μέσο φαινόμενο όγκο κατανομής
στο πλάσμα των 66,4 kg.
Ενενήντα τοις εκατό του ενεργού μεταβολίτη της ρασεκαντοτρίλης
(θειορφάνη=(RS)-N-(1-oxo-2(mercaptomethyl)-3-phenylpropyl) glycin), συνδέεται
με τις πρωτεΐνες του πλάσματος, κυρίως την αλβουμίνη.
Η διάρκεια και η έκταση δράσης της ρασεκαντοτρίλης είναι
δοσοεξαρτώμενες. Ο χρόνος έως τη μέγιστη αναστολή της
6