ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ
ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Rhophylac
300 μικρογραμμάρια/2ml, ενέσιμο διάλυμα σε
προγεμισμένη σύριγγα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε προγεμισμένη σύριγγα περιέχει 1500 IU (300
μικρογραμμάρια) ανθρώπινης αντί-D ανοσοσφαιρίνης.
Ένα ml περιέχει 750 IU (150 μικρογραμμάρια) ανθρώπινης αντί-D
ανοσοσφαιρίνης.
Το προϊόν περιέχει ένα μέγιστο 30 mg/ml ανθρώπινων πρωτεϊνών
πλάσματος, εκ των οποίων 10 mg/ml είναι ανθρώπινη
λευκωματίνη ως σταθεροποιητής. Τουλάχιστον 95 % των λοιπών
πρωτεϊνών πλάσματος είναι IgG.
Κατανομή των υποομάδων IgG (τιμές κατά προσέγγιση):
IgG
1
84,1%
IgG
2
7,6%
IgG
3
8,1%
IgG
4
1,0%
Το περιεχόμενο σε ανοσοσφαιρίνη Α (IgA) δεν είναι περισσότερο
από 5 μικρογραμμάρια/ml.
Παράγεται από ανθρώπινο πλάσμα δοτών.
Έκδοχο με γνωστή δράση:
Το μέγιστο περιεχόμενο σε νάτριο είναι 11,5 mg (0,5 mmol) ανά
σύριγγα.
Το Rhophylac δεν περιέχει συντηρητικά.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα.
Το διάλυμα είναι διαυγές ή ελαφρώς ιριδίζον και άχρωμο ή
ωχροκίτρινο.
Το Rhophylac έχει ωσμομοριακότητα τουλάχιστον ίση με 240
mosmol/kg.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Προφύλαξη από την ισοανοσοποίηση Rh ( D ) σε γυναίκες με
αρνητικό παράγοντα Rh ( D )
Προφύλαξη πριν τον τοκετό
- Προγραμματισμένη προφύλαξη πριν τον τοκετό.
- Προφύλαξη πριν τον τοκετό, μετά από επιπλοκές της κύησης
συμπεριλαμβανομένων:
Αποβολή/επαπειλούμενη αποβολή, εξωμήτριος κύηση ή
υδατιδώδης μύλη, ενδομήτριος εμβρυϊκός θάνατος,
διαπλακουντιακή αιμορραγία προερχόμενη από αιμορραγία
πριν τον τοκετό, αμνιοκέντηση, βιοψία χοριακών λαχνών ή
μαιευτικοί χειρισμοί, π.χ. εξωτερική στροφή, επεμβατικές
παρεμβάσεις, λωροκέντηση, αμβλύ κοιλιακό τραύμα ή
θεραπευτική παρέμβαση στο έμβρυο.
Προφύλαξη μετά τον τοκετό
- Τοκετός Rh(D) θετικού (D, D
weak
, D
partial
) βρέφους.
Μια Rh(D) μη συμβατή εγκυμοσύνη υποτίθεται εάν το
έμβρυο/βρέφος είναι είτε Rh(D) θετικό είτε αγνώστου Rh(D) ή εάν ο
πατέρας είναι είτε Rh(D) θετικός είτε αγνώστου Rh(D).
Θεραπεία ενηλίκων, παίδων και εφήβων (0-18 ετών) με αρνητικό
παράγοντα Rh ( D ) μετά από ασύμβατες μεταγγίσεις Rh ( D ) θετικού
αίματος ή άλλων προϊόντων που περιέχουν ερυθροκύτταρα όπως
συμπύκνωμα αιμοπεταλίων.
4.2 Δ οσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η δόση της αντί-D ανοσοσφαιρίνης πρέπει να καθορίζεται
σύμφωνα με την έκταση της έκθεσης σε Rh(D) θετικά
ερυθροκύτταρα (Red Blood Cells, RBCs) και με βάση την
πληροφορία ότι 0,5 ml συμπυκνωμένων Rh(D) θετικών RBCs ή 1 ml
Rh(D) θετικού αίματος, εξουδετερώνονται από περίπου 10
μικρογραμμάρια (50 IU) αντι-D ανοσοσφαιρίνης.
Προτείνονται οι ακόλουθες δόσεις βάσει κλινικών μελετών που
έγιναν με Rhophylac.
Για πληροφορίες σχετικές με την κάθε μελέτη, βλέπε παράγραφο
5.1.
Επίσης πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψη οι δόσεις και τα
δοσολογικά σχήματα που συνιστώνται από άλλες επίσημες
κατευθυντήριες οδηγίες για την αντι-D ανοσοσφαιρίνη για
ενδοφλέβια και ενδομυϊκή χρήση.
Προφύλαξη από την ισοανοσοποίηση Rh(D) σε γυναίκες με
αρνητικό παράγοντα Rh(D):
Προφύλαξη πριν τον τοκετό:
Η συνιστώμενη δοσολογία είναι
μια εφάπαξ δόση 300 μικρογραμμαρίων (1500 IU) χορηγούμενη
με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση.
- Προγραμματισμένη προφύλαξη πριν τον τοκετό:
Εφάπαξ δόση 300 μικρογραμμαρίων την 28
η
- 30
η
εβδομάδα
της κύησης.
- Προφύλαξη πριν τον τοκετό, μετά από επιπλοκές της κύησης:
Πρέπει να χορηγηθεί το συντομότερο δυνατόν και εντός 72
ωρών, εφάπαξ δόση 300 μικρογραμμαρίων. Εάν είναι
απαραίτητο, η χορήγηση μπορεί να επαναληφθεί κατά
διαστήματα 6-12 εβδομάδων καθ’ όλη την διάρκεια της
κύησης.
Προφύλαξη μετά τον τοκετό:
Η συνιστώμενη δοσολογία είναι
μια εφάπαξ δόση 300 μικρογραμαμρίων (1500 IU) χορηγούμενη
με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση. Εάν χορηγηθεί ενδοφλέβια,
μια ελάχιστη δόση 200 μικρογραμμαρίων μπορεί να είναι αρκετή
με την προϋπόθεση ότι η πιθανότητα μιας μεγάλης εμβρυο-
μητρικής αιμορραγίας μπορεί να αποκλεισθεί.
Για τη χρήση μετά τον τοκετό, το προϊόν πρέπει να χορηγείται στη
μητέρα το συντομότερο δυνατόν και εντός 72 ωρών από τη
γέννηση ενός Rh θετικού (D, D
weak
, D
partial
) βρέφους. Εάν έχει
παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο από 72 ώρες, το προϊόν πρέπει να
χορηγηθεί το συντομότερο δυνατό.
Η δόση προφύλαξης μετά τον τοκετό πρέπει να χορηγείται ακόμη
και εάν έχει χορηγηθεί προφύλαξη πριν τον τοκετό, και ακόμη και
εάν η εναπομένουσα δραστικότητα της δόσης προφύλαξης πριν τον
τοκετό μπορεί να διαπιστωθεί στον ορό της μητέρας.
Εάν είναι πιθανή μια μεγάλη εμβρυο-μητρική αιμορραγία (> 4ml
(0,7%-0,8% των γυναικών)), π.χ. σε περίπτωση
εμβρυικής/νεογνικής αναιμίας ή ενδομήτριου θανάτου του εμβρύου,
πρέπει να προσδιορίζεται το εύρος της με μία κατάλληλη μέθοδο,
π.χ. τεστ έκλουσης οξέος Kleihauer-Betke για την ανίχνευση του
εμβρυϊκού HbF, ή κυτταρομετρία ροής που ταυτοποιεί εκλεκτικά τα
Rh(D) θετικά ερυθροκύτταρα. Επιπρόσθετες δόσεις της αντι-D
ανοσοσφαιρίνης πρέπει να χορηγούνται όπως ενδείκνυται (10
μικρογραμμάρια ή 50 IU) για κάθε 0,5 ml RBCs του εμβρύου.
Ασύμβατες μεταγγίσεις ερυθροκυττάρων ( RBCs ) σε ασθενείς με
αρνητικό παράγοντα Rh(D):
Η συνιστώμενη δόση είναι 20 μικρογραμμάρια (100 IU) αντί-D
ανοσοσφαιρίνης ανά 2 ml μεταγγιζόμενου αίματος με θετικό
παράγοντα Rh(D) ή ανά 1 ml συμπυκνωμένων RBC. Η κατάλληλη
δόση πρέπει να καθορίζεται υπό την καθοδήγηση ενός ειδικού στις
μεταγγίσεις αίματος. Κάθε 48 ώρες πρέπει να πραγματοποιούνται
έλεγχοι για την παρακολούθηση των Rh(D) θετικών RBCs ώστε να
χορηγείται επιπλέον αντί-D ανοσοσφαιρίνη έως ότου η κυκλοφορία
απαλλαχθεί από όλα τα Rh(D) θετικά RBCs. Μία μέγιστη δόση
3.000 μικρογραμμαρίων (15.000 IU) είναι αρκετή ακόμα και αν
μεταγγίστηκαν περισσότερα από 300 ml Rh(D) θετικού αίματος ή
150 ml συμπυκνώματος ερυθροκυττάρων.
Συνιστάται η ενδοφλέβια χορήγηση διότι θα επιτευχθούν άμεσα
επαρκή επίπεδα πλάσματος.
Εάν πρόκειται να χορηγηθεί ενδομυϊκά, οι μεγάλοι όγκοι πρέπει να
χορηγηθούν σε μια περίοδο πολλών ημερών.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Καθώς η δοσολογία σε περίπτωση ασύμβατης μετάγγισης
εξαρτάται από τον όγκο του Rh(D) θετικού αίματος ή του
συμπυκνώματος RBCs που μεταγγίστηκε, η συνιστώμενη δόση στα
παιδιά και τους εφήβους (0-18 ετών) δεν θεωρείται διαφορετική
από αυτή των ενηλίκων. Ωστόσο, η κατάλληλη δόση πρέπει να
προσδιορίζεται σε συνεργασία με έναν ειδικό στις μεταγγίσεις
αίματος.
Χρήση στους ηλικιωμένους
Καθώς η δοσολογία στην περίπτωση της ασύμβατης μετάγγισης
εξαρτάται από τον όγκο του Rh(D) θετικού αίματος ή του
συμπυκνώματος RBCs που μεταγγίστηκε, η συνιστώμενη δόση
στους ηλικιωμένους (≥ 65 ετών) δεν θεωρείται διαφορετική από
αυτή των ενηλίκων. Ωστόσο, η κατάλληλη δόση πρέπει να
προσδιορίζεται σε συνεργασία με έναν ειδικό στις μεταγγίσεις
αίματος.
Τρόπος χορήγησης
Όπως συμβαίνει με όλα τα προϊόντα αίματος, οι ασθενείς πρέπει
να παρακολουθούνται για τουλάχιστον 20 λεπτά μετά τη χορήγηση
του Rhophylac.
Για ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή χρήση, χορήγηση με αργή ένεση.
Εάν απαιτείται μεγάλος όγκος (> 2ml για τα παιδιά ή > 5 ml για
τους ενήλικες) και επιλεχθεί η ενδομυϊκή χορήγηση, συνιστάται να
χορηγείται σε διηρημένες δόσεις και σε διαφορετικά σημεία του
σώματος.
Εάν η ενδομυϊκή χορήγηση αντενδείκνυται (αιμορραγικές
διαταραχές), το Rhophylac πρέπει να χορηγείται ενδοφλέβια.
Υπέρβαροι ασθενείς
Σε ασθενείς με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) ≥ 30 πρέπει να
εξετάζεται το ενδεχόμενο της ενδοφλέβιας χορήγησης (βλ.
παράγραφο 4.4).
4.3 Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα
του Rhophylac που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
Υπερευαισθησία στις ανθρώπινες ανοσοσφαιρίνες.
Η ενδομυϊκή οδός χορήγησης αντενδείκνυται σε άτομα με σοβαρή
θρομβοκυτταροπενία ή άλλες διαταραχές της αιμόστασης.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη
χρήση
Σε περίπτωση χρήσης μετά τον τοκετό, η αντι-D ανοσοφαιρίνη
προορίζεται για χορήγηση στη μητέρα. Δεν πρέπει να χορηγείται
στο νεογέννητο βρέφος.
Το προϊόν δεν πρέπει να χορηγείται σε άτομα με θετικό παράγοντα
Rh(D), ούτε σε άτομα που έχουν ήδη ανοσοποίηση στο αντιγόνο
Rh(D).
Υπερευαισθησία
Αλλεργικές αντιδράσεις στην αντί-D ανοσοσφαιρίνη μπορεί να
εμφανιστούν ακόμα και σε ασθενείς που είχαν αναχθεί καλά τις
προηγούμενες εγχύσεις. Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται για
τα πρώιμα σημεία των αντιδράσεων υπερευαισθησίας που
περιλαμβάνουν πομφούς, γενικευμένη κνίδωση, αίσθημα σύσφιξης
του θώρακα, συριγμό, υπόταση και αναφυλαξία. Η απαιτούμενη
θεραπεία εξαρτάται από τη φύση και τη σοβαρότητα της
ανεπιθύμητης ενέργειας. Στην περίπτωση καταπληξίας, πρέπει να
τηρούνται οι ισχύουσες πρότυπες ιατρικές πρακτικές θεραπείας
για την αντιμετώπιση της καταπληξίας. Εάν εμφανιστούν
συμπτώματα αλλεργικού ή αναφυλακτικού τύπου αντιδράσεων,
απαιτείται η άμεση διακοπή της χορήγησης.
Η περιεκτικότητα της IgA στο Rhophylac βρέθηκε ότι είναι κάτω από
το όριο ανίχνευσης των 5 μικρογραμμαρίων/ml. Ωστόσο, το προϊόν
μπορεί να περιέχει ίχνη της IgA. Αν και η ανοσοσφαιρίνη αντι-D
έχει χρησιμοποιηθεί επιλεκτικά για τη θεραπεία ασθενών με
έλλειψη IgA με επιτυχία, τα άτομα που έχουν έλλειψη IgA έχουν τη
δυνατότητα να αναπτύσσουν αντισώματα IgA και μπορούν να
παρουσιάσουν αναφυλακτικές αντιδράσεις μετά από τη χορήγηση
προϊόντων αίματος που περιέχουν IgA. Για τον λόγο αυτό, ο
γιατρός θα πρέπει να εκτιμήσει το όφελος από τη θεραπεία με
Rhophylac έναντι των ενδεχόμενων κινδύνων λόγω αντιδράσεων
υπερευαισθησίας.
Αιμολυτικές αντιδράσεις
Για τους ασθενείς που έχουν λάβει ασύμβατη μετάγγιση και τους
χορηγούνται πολύ μεγάλες δόσεις αντί-D ανοσοσφαιρίνης, η
κλινική τους κατάσταση και οι βιολογικοί παράμετροι πρέπει να
παρακολουθούνται, λόγω του κινδύνου αιμολυτικής αντίδρασης.
Παχυσαρκία
Έχει αναφερθεί ότι η ενδομυϊκή χορήγηση του Rhophylac σε
ασθενείς με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) ≥ 30 σχετίζεται με
αυξημένο κίνδυνο έλλειψης αποτελεσματικότητας. Γι’ αυτό, σε
ασθενείς με ΔΜΣ ≥ 30 πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο της
ενδοφλέβιας χορήγησης.
Το Rhophylac περιέχει έως 11,5 mg (0,5 mmol) νατρίου ανά σύριγγα.
Αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη από ασθενείς σε δίαιτα ελεγχόμενη
σε νάτριο.
Πληροφορίες για την ασφάλεια σχετικά με τη μετάδοση
λοιμογόνων παραγόντων
Τα καθιερωμένα μέτρα για την αποφυγή λοιμώξεων που οφείλονται
στη χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που παρασκευάζονται από
ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα περιλαμβάνουν επιλογή των δοτών,
έλεγχο των προσφερόμενων μονάδων αίματος και των δεξαμενών
πλάσματος για ειδικούς δείκτες λοιμώξεων και την εφαρμογή
αποτελεσματικών σταδίων αδρανοποίησης/απομάκρυνσης ιών
κατά την παραγωγική διαδικασία. Παρ’ όλα αυτά, ο πιθανός
κίνδυνος μετάδοσης λοιμωδών παραγόντων δεν μπορεί να
αποκλειστεί πλήρως, όταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα
που παρασκευάζονται με βάση το ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα. Το
ίδιο ισχύει επίσης και για άγνωστους ή αναδυόμενους ιούς και
άλλους παθογόνους παράγοντες.
Τα μέτρα που λαμβάνονται θεωρούνται αποτελεσματικά έναντι
των ελυτροφόρων ιών όπως ο ιός της ανθρώπινης
ανοσοανεπάρκειας (HIV), ο ιός της ηπατίτιδας Β (HΒV) και ο ιός
της ηπατίτιδας C (HCV).
Μπορεί να έχουν περιορισμένη αξία έναντι των μη ελυτροφόρων
ιών όπως ο ιός της ηπατίτιδας Α (HAV) και ο παρβοϊός B19.
Υπάρχει καθησυχαστική κλινική εμπειρία σχετικά με την μη
μετάδοση ηπατίτιδας Α ή παρβοϊού B19 με ανοσοσφαιρίνες και
επίσης θεωρείται ότι το περιεχόμενο των αντισωμάτων
συνεισφέρει σημαντικά στην ιολογική ασφάλεια.
Συνιστάται, κάθε φορά που το Rhophylac χορηγείται σε ασθενείς,
να καταγράφεται η ονομασία και ο αριθμός παρτίδας του
προϊόντος, ώστε να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του ασθενούς και
της παρτίδας του προϊόντος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και
άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Εμβόλια ζώντων εξασθενημένων ιών
Η ενεργή ανοσοποίηση με εμβόλια ζώντων εξασθενημένων ιών
(π.χ. εμβόλια κατά της ιλαράς, της παρωτίτιδας, της ερυθράς ή της
ανεμοβλογιάς) πρέπει να αναβάλλεται έως 3 μήνες μετά από την
τελευταία χορήγηση ανοσοσφαιρίνης αντί-D, καθώς μπορεί να
ελαττωθεί η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ζώντων
εξασθενημένων ιών.
Εάν πρέπει να χορηγηθεί αντί-D ανοσοσφαιρίνη εντός 2 έως 4
εβδομάδων μετά από τον εμβολιασμό με ζώντες ιούς, τότε μπορεί
να ελαττωθεί η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού.
Παρεμβολή σε ορολογικές δοκιμασίες
Μετά τη χορήγηση ανοσοσφαιρίνης, η παροδική αύξηση των
διαφόρων αντισωμάτων που μεταφέρονται παθητικά στο αίμα του
ασθενούς, μπορεί να οδηγήσει σε ψευδώς θετικά αποτελέσματα
ορολογικών δοκιμασιών.
Η παθητική μεταφορά αντισωμάτων έναντι αντιγόνων των
ερυθροκυττάρων, π.χ. ομάδα αίματος Α ή Β, Rh(C), Rh(D) μπορεί να
προκαλέσει παρεμβολές σε μερικές ορολογικές δοκιμασίες για
αντισώματα ερυθροκυττάρων, όπως για παράδειγμα στη δοκιμασία
αντισφαιρίνης (Coombstest) ειδικά σε Rh(D) θετικά νεογνά των
οποίων οι μητέρες έλαβαν θεραπεία προφύλαξης πριν τον τοκετό.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Γονιμότητα
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες γονιμότητας σε πειραματόζωα με το
Rhophylac. Παρ’ όλα αυτά, η κλινική εμπειρία με την ανθρώπινη
αντι-D ανοσοσφαιρίνη υποδεικνύει ότι δεν αναμένονται επιβλαβείς
επιδράσεις στη γονιμότητα.
Κύηση
Το φάρμακο αυτό προορίζεται για χρήση κατά τη διάρκεια της
κύησης.
Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε, δεν αναφέρθηκαν ανεπιθύμητες
ενέργειες σχετιζόμενες με το φάρμακο για τα παιδιά 432 γυναικών
που έλαβαν Rhophylac 300 μικρογραμμάρια πριν από τον τοκετό.
Θηλασμός
Το φάρμακο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά το θηλασμό.
Οι ανοσοσφαιρίνες εκκρίνονται στο μητρικό γάλα. Σε μελέτες που
πραγματοποιήθηκαν, δεν αναφέρθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες
σχετιζόμενες με το φάρμακο για τα παιδιά 256 γυναικών που
έλαβαν Rhophylac 300 μικρογραμμάρια μετά τον τοκετό καθώς και
για τα παιδιά 139 γυναικών που έλαβαν Rhophylac 200
μικρογραμμάρια μετά τον τοκετό.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων
Το Rhophylac δεν έχει καμιά επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και
χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Περίληψη του προφίλ ασφαλείας
Οι πιο σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν κατά
τη διάρκεια της θεραπείας είναι υπερευαισθησία ή αλλεργικές
αντιδράσεις που μπορεί σε σπάνιες περιπτώσεις να οδηγήσουν σε
ξαφνική πτώση της αρτηριακής πίεσης και σε αναφυλακτικό σοκ
ακόμα και όταν ο ασθενής δεν έχει παρουσιάσει υπερευαισθησία
σε προηγούμενη χορήγηση. Όταν οι αντι-D ανοσοσφαιρίνες
χορηγούνται μέσω της ενδομυϊκής οδού, μπορεί να παρατηρηθούν
τοπικά πόνος και ευαισθησία στη θέση της ένεσης.
Πίνακας ανεπιθύμητων ενεργειών:
Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρθηκαν σε κλινικές
μελέτες που έγιναν σε 592 ασθενείς καθώς και από την
μετεγκριτική εμπειρία.
Ο συνοπτικός πίνακας που φαίνεται παρακάτω είναι σε συμφωνία
με την κατηγοριοποίηση οργανικού συστήματος κατά MedDRA
(κατηγορία/οργανικό σύστημα (SOC) και προτιμώμενος όρος
συχνότητας (Preferred Term Level, PT)).
Η συχνότητα αξιολογήθηκε με βάση τα εξής κριτήρια: πολύ συχνές
(≥1/10), συχνές (≥1/100 έως <1/10), όχι συχνές (≥1/1.000 έως
<1/100), σπάνιες (≥1/10.000 έως <1/1.000), πολύ σπάνιες
(<1/10.000).
Κατηγορία/οργανικό
σύστημα (SOC, MedDRA)
Ανεπιθύμητη
ενέργεια
(MedDRAπροτιμώμε
νος όρος, ΡΤ)
Συχνότητα ΑΕ
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού συστήματος
Υπερευαισθησία,
αναφυλακτική
καταπληξία
Σπάνιες
Διαταραχές του νευρικού
συστήματος
Κεφαλαλγία Όχι συχνές
Καρδιακές διαταραχές Ταχυκαρδία Σπάνιες
Αγγειακές διαταραχές Υπόταση Σπάνιες
Διαταραχές του
αναπνευστικού συστήματος,
του θώρακα και του
μεσοθωράκιου
Δύσπνοια Σπάνιες
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
Ναυτία, έμετος Σπάνιες
Διαταραχές του δέρματος
και του υποδόριου ιστού
Δερματική αντίδραση,
ερύθημα, κνησμός
Όχι συχνές
Διαταραχές του
μυοσκελετικού συστήματος
και του συνδετικού ιστού
Αρθραλγία Σπάνιες
Γενικές διαταραχές και
καταστάσεις της οδού
χορήγησης
Πυρετός, κακουχία,
ρίγη
Όχι συχνές
Στο σημείο χορήγησης:
οίδημα, πόνος,
ερύθημα, σκλήρυνση,
αίσθημα θερμότητας,
κνησμός, εξάνθημα
Σπάνιες
Υπάρχουν αυθόρμητες αναφορές σοβαρής ενδαγγειακής αιμόλυσης
με ενδοφλέβια χορήγηση αντί-D ανοσοσφαιρίνης σε ασθενείς με
θετικό παράγοντα Rh(D) που πάσχουν από ιδιοπαθή θρομβοπενική
πορφύρα (ITP). Έχει αναφερθεί αιμόλυση που οδήγησε στο θάνατο.
Η ακριβής συχνότητα της ανεπιθύμητης αυτής ενέργειας δεν είναι
γνωστή.
Για πληροφορίες σχετικά με την ασφάλεια έναντι μεταδιδόμενων
λοιμωδών παραγόντων, βλ. παράγραφο 4.4.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από
τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος
είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης
οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από
τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να
αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων, Μεσογείων 284,
15562 Χολαργός, Αθήνα, τηλ: (+30) 2132040380/337, φαξ: (+30)
2106549585, ιστότοπος: http://www.eof.gr.
4.9 Υπερδοσολογία
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα σχετικά με την υπερδοσολογία.
Δεν είναι γνωστές οι συνέπειες της υπερδοσολογίας.
5. ΔΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ Ι ΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 μ μ Φαρ ακοδυνα ικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: ανοσοοροί και ανοσοσφαιρίνες:
Ανοσοσφαιρίνη αντί-D (Rh). Κωδικός ATC: J06B B01.
Μηχανισμός δράσης
Το Rhophylac περιέχει ειδικά αντισώματα (IgG) κατά του
αντιγόνου Rh(D) των ερυθροκυττάρων του ανθρώπου. Μπορεί
επίσης να περιέχει και αντισώματα έναντι άλλων Rh αντιγόνων,
π.χ. αντισώματα αντι-Rh C.
Κατά τη διάρκεια της κύησης, και ιδιαίτερα κατά τον τοκετό,
ερυθροκύτταρα (RBCs) του εμβρύου μπορεί να περάσουν στην
κυκλοφορία της μητέρας. Όταν η γυναίκα είναι Rh(D)-αρνητική και
το έμβρυο Rh(D)-θετικό, η μητέρα μπορεί να ανοσοποιηθεί στο
αντιγόνο Rh(D) και να παράγει αντισώματα αντί-Rh(D), τα οποία
διαπερνούν τον πλακούντα και μπορεί να προκαλέσουν αιμολυτική
νόσο στο νεογνό. Η παθητική ανοσοποίηση με αντί-D
ανοσοσφαιρίνη εμποδίζει την Rh(D) ανοσοποίηση σε περισσότερες
από το 99% των περιπτώσεων, με την προϋπόθεση ότι χορηγείται
επαρκής δόση αντί-D ανοσοσφαιρίνης αρκετά νωρίς μετά από την
έκθεση στα Rh(D)-θετικά RBCs του εμβρύου.
Ο μηχανισμός με τον οποίο η αντί-D ανοσοσφαιρίνη καταστέλλει
την ανοσοποίηση στα Rh(D)-θετικά ερυθροκύτταρα δεν είναι
γνωστός. Η καταστολή μπορεί να συνδέεται με την κάθαρση των
ερυθροκυττάρων από την κυκλοφορία προτού φθάσουν σε
ανοσολογικά ικανές θέσεις, ή μπορεί να οφείλεται σε πιο
πολύπλοκους μηχανισμούς που περιλαμβάνουν αναγνώριση ξένων
αντιγόνων και παρουσίαση αντιγόνων από τα κατάλληλα κύτταρα
στις κατάλληλες θέσεις σε παρουσία ή απουσία αντισώματος.
Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Προφύλαξη από την ισοανοσοποίηση Rh(D)Σε υγιείς άρρενες
εθελοντές με αρνητικό παράγοντα Rh(D), τόσο η ενδοφλέβια όσο
και η ενδομυϊκή χορήγηση 200 μικρογραμμαρίων (1000 IU)
Rhophylac σε 48 ώρες μετά από την ένεση 5 ml Rh(D)-θετικών
RBCs, οδήγησε στην σχεδόν πλήρη κάθαρση των Rh(D)-θετικών
RBCs εντός 24 ωρών. Ενώ η ενδοφλέβια χορήγηση του Rhophylac
προκάλεσε άμεση έναρξη της εξαφάνισης των RBCs, μετά την
ενδομυϊκή χορήγηση η έναρξη της εξαφάνισης των
ερυθροκυττάρων καθυστέρησε, καθώς η ανοσοσφαιρίνη αντί-D IgG
έπρεπε πρώτα να απορροφηθεί από το σημείο της ένεσης. Μετά από
ενδοφλέβια χορήγηση Rhophylac, κατά μέσο όρο το 70% των
ερυθροκυττάρων που ενέθηκαν, είχε υποστεί κάθαρση 2 ώρες μετά
τη χορήγηση. Μετά από ενδομυϊκή χορήγηση, ένα παρόμοιο
ποσοστό κάθαρσης ερυθροκυττάρων μετρήθηκε μετά από 12 ώρες.
Επιπλέον, η αποτελεσματικότητα, η ασφάλεια και η
φαρμακοκινητική του Rhophylac υποστηρίζονται από τα
αποτελέσματα τριών κλινικών μελετών σε ασθενείς. Στη μια
κλινική μελέτη, το Rhophylac 200 μικρογραμμάρια (1000 IU)
χορηγήθηκε μετά τον τοκετό σε 139 ασθενείς βάσει πρωτοκόλλου.
Στις άλλες δυο κλινικές μελέτες, το Rhophylac 300
μικρογραμμάρια (1500 IU) χορηγήθηκε βάσει πρωτοκόλλου πριν
τον τοκετό σε 446 ασθενείς και επιπρόσθετα μετά τον τοκετό σε
256 ασθενείς που γέννησαν θετικό Rh(D) βρέφος. Καμία από τις
ασθενείς σε αυτές τις μελέτες δεν ανέπτυξε αντισώματα κατά του
αντιγόνου Rh(D).
Στις κλινικές μελέτες με το Rhophylac 300, 222 γυναίκες έλαβαν
πριν τον τοκετό τη δόση του Rhophylac 300 ενδοφλεβίως και 224
ενδομυϊκώς. Σε περισσότερες από το 99% των περιπτώσεων, η
μέθοδος χορήγησης πριν και μετά τον τοκετό ήταν η ίδια.
Δεν έχουν διεξαχθεί κλινικές μελέτες με Rhophylac σε δόσεις
μικρότερες από 200 μικρογραμμάρια (1000 IU).
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του Rhophylac δεν έχει
αποδειχθεί στους παιδιατρικούς ασθενείς μετά από ασύμβατη
μετάγγιση Rh(D) θετικού αίματος ή άλλων προϊόντων που
περιέχουν RBCs.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση και κατανομή
Η βιοδιαθεσιμότητα της ανθρώπινης αντί-D ανοσοσφαιρίνης για
ενδοφλέβια χρήση είναι πλήρης και άμεση. Η IgG διανέμεται
ταχέως μεταξύ του πλάσματος και του εξωαγγειακού υγρού.
Η ανθρώπινη αντί-D ανοσοσφαιρίνη για ενδομυϊκή χορήγηση
απορροφάται βραδέως και εισέρχεται στην κυκλοφορία του
αίματος του ασθενή φθάνοντας το μέγιστο μετά από 2 έως 3
ημέρες.
Αποβολή
Η ανθρώπινη αντί-D ανοσοσφαιρίνη έχει ημίσεια ζωή περίπου 3
έως 4 εβδομάδων. Ο χρόνος ημίσειας ζωής μπορεί να διαφέρει από
ασθενή σε ασθενή.
Η IgG και τα συμπλέγματα IgG αποικοδομούνται μέσα στα
κύτταρα του δικτυοενδοθηλιακού συστήματος.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Λόγω της επαγωγής και της παρεμβολής με αντισώματα, υπάρχουν
περιορισμένα προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια της
ανοσοσφαιρίνης αντί-D.
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες ελέγχου επαναλαμβανόμενων δόσεων
και εμβρυοτοξικότητας, και η διεξαγωγή τους δεν είναι πρακτικά
εφικτή. Η πιθανή μεταλλαξιογόνος δράση των ανοσοσφαιρινών
δεν έχει μελετηθεί.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Ανθρώπινη λευκωματίνη
Γλυκίνη
Χλωριούχο νάτριο
Ύδωρ για ενέσιμα
6.2 μΑσυ βατότητες
Ελλείψει μελετών σχετικά με τη συμβατότητα, το παρόν
φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα
φαρμακευτικά προϊόντα.
6.3 Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του
προϊόντος
Φυλάσσετε σε ψυγείο (+2°C έως + 8°C).
Μην καταψύχετε.
Το προϊόν δεν πρέπει να χρησιμοποιείται μετά την ημερομηνία
λήξης (ΛΗΞΗ) που αναγράφεται στο κουτί.
Φυλάσσετε τη σύριγγα που βρίσκεται σε συσκευασία blister στο
εξωτερικό κουτί, για να προστατεύεται από το φως.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
2 ml διαλύματος σε προγεμισμένη σύριγγα (από γυαλί τύπου Ι) με 1
βελόνα σε συσκευασία του ενός τεμαχίου ή σε πολλαπλή
συσκευασία που περιέχει 5 απλές συσκευασίες.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης και άλλος
χειρισμός
Το Rhophylac πρέπει να φέρεται σε θερμοκρασία δωματίου ή
σώματος πριν από τη χρήση.
Το προϊόν πρέπει να ελέγχεται οπτικά για την ύπαρξη σωματιδίων
ή αποχρωματισμό πριν τη χορήγηση.
Μη χρησιμοποιείτε διαλύματα που είναι θολά ή εχουν ιζήματα.
Το Rhophylac προορίζεται μόνο για εφάπαξ χορήγηση (μία σύριγγα-
ένας ασθενής).
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές
διατάξεις.
7. Δ ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
CSL Behring Μ.Ε.Π.Ε
Χατζηγιάννη Μέξη 5
115 28 Αθήνα
Τηλ. 210-7255660
8. ( ) Δ ΑΡΙΘΜΟΣ ΟΙ Α ΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
5804/22-01-2009
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 11 Νοεμβρίου 2004
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 16 Ιανουαρίου 2008
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Απρίλιος 2016