Panadol Cold & Flu
®
μμ μ μ Επικαλυ ένο ε λεπτό υ ένιο δισκίο
(500+30) mg/TAB
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC)
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ:
Panadol Cold & Flu
®
500 mg / 30 mg Επικαλυμμένα με λεπτό
υμένιο δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ & ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε δισκίο περιέχει παρακεταμόλη 500 mg και ψευδοεφεδρίνη
υδροχλωρική 30mg.
Για τα έκδοχα βλέπε παρ. 6.1
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ:
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο.
Περιγραφή:
Δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο, σχήματος κάψουλας,
που αποτελείται από δύο στιβάδες, (λευκή / μπλε). Το δισκίο
έχει στη μια πλευρά του χαραγμένο τον αριθμό 2 μέσα σε ένα
κύκλο.
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις:
Ανακούφιση από τα συμπτώματα της ρινικής συμφόρησης όταν
συνδυάζεται με πυρετό και / ή πόνο όπως πονόλαιμος, πόνος
των παραρρινίων ή πονοκέφαλος κατά το κοινό κρυολόγημα ή
τη γρίπη.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης:
Από του στόματος λήψη.
Ενήλικες (συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων):
Δύο δισκία μέχρι τρεις φορές την ημέρα εφ’ όσον χρειάζεται
για την ανακούφιση των συμπτωμάτων.
1
Έφηβοι ηλικίας 12 έως 18 ετών:
Ένα ως δύο δισκία μέχρι τρεις φορές την ημέρα εφ’ όσον
χρειάζεται για την ανακούφιση των συμπτωμάτων.
Η δόση δεν πρέπει να επαναλαμβάνεται συχνότερα από κάθε
τέσσερις ώρες και δεν πρέπει να λαμβάνονται περισσότερες
από τρεις δόσεις στο εικοσιτετράωρο.
Να μην λαμβάνεται από παιδιά ηλικίας κάτω των 12 ετών.
Οι ασθενείς πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν πρέπει να λαμβάνουν
το προϊόν αυτό για διάστημα μεγαλύτερο των 5 ημερών και να
συμβουλεύονται το γιατρό αν τα συμπτώματα επιμένουν.
Να μην υπερβαίνεται η συνιστώμενη δόση.
Τα δισκία πρέπει να λαμβάνονται με νερό.
Ειδικοί πληθυσμοί:
Η ψευδοεφεδρίνη αποβάλλεται κυρίως από τους νεφρούς. Η
ψευδοεφεδρίνη δεν πρέπει να λαμβάνεται από άτομα με σοβαρή
νεφρική ανεπάρκεια (βλ. Αντενδείξεις) και θα πρέπει να
χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με μέτρια νεφρική
ανεπάρκεια (βλ. παρ. 4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις &
ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση και 5.2
Φαρμακοκινητικές ιδιότητες).
4.3 Αντενδείξεις:
Υπερευαισθησία στην παρακεταμόλη, στην ψευδοεφεδρίνη, στα
συμπαθητικομιμητικά ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Να μην χρησιμοποιείται από ασθενείς που λαμβάνουν
μοκλοβεμίδη, αναστολείς της μονοάμινο-οξειδάσης
(αναστολείς της MAO) και για δυο εβδομάδες μετά την διακοπή
των αναστολέων της ΜΑΟ.
Τα αντιβιοτικά φουραζολιδόνη και λινεζολίδη δεν πρέπει να
λαμβάνονται μαζί με το Panadol Cold & Flu (βλ. παρ. 4.5
Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης).
2
Να μην χρησιμοποιείται από ασθενείς με τις παρακάτω
παθήσεις:
υπέρταση
καρδιαγγειακή νόσο
υπερθυρεοειδισμό
υπερτροφία του προστάτη
γλαύκωμα
σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια
Να μην χρησιμοποιείται από ασθενείς που λαμβάνουν
ταυτόχρονα άλλα συμπαθητικομιμητικά (όπως
αποσυμφορητικά, κατασταλτικά της όρεξης και
ψυχοδιεγερτικά τύπου αμφεταμίνης).
Να μην χρησιμοποιείται από ασθενείς που λαμβάνουν β-
αναστολείς (βλ. παρ. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα
και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης).
Να μην χρησιμοποιείται από παιδιά κάτω των 12 ετών.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις & ιδιαίτερες προφυλάξεις
κατά τη χρήση:
Να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με ηπατική
ανεπάρκεια ή ήπια έως μέτρια νεφρική ανεπάρκεια, σακχαρώδη
διαβήτη, αρρυθμίες ή φαιοχρωμοκύτωμα.
Να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς που λαμβάνουν
αντιυπερτασικά φάρμακα (βλ. παρ. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με
άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης).
Ο κίνδυνος υπερδοσολογίας είναι μεγαλύτερος σε άτομα που
πάσχουν από μη κιρρωτική αλκοολική ηπατική νόσο.
Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται να μην λαμβάνουν
ταυτόχρονα άλλα προϊόντα που περιέχουν παρακεταμόλη.
Το προϊόν μπορεί να προκαλέσει αϋπνία και νευρικότητα.
Σπάνια έχουν αναφερθεί περιπτώσεις Συνδρόμου Οπίσθιας
Αναστρέψιμης Εγκεφαλοπάθειας (PRES) και Συνδρόμου
Αναστρέψιμης Εγκεφαλικής Αγγειοσύσπασης (RCVS) με
συμπαθητικομιμητικά φάρμακα, συμπεριλαμβανομένης της
ψευδοεφεδρίνης. Στα συμπτώματα που έχουν αναφερθεί
περιλαμβάνονται: ξαφνικός έντονος πονοκέφαλος, ναυτία,
3
έμετος και διαταραχές της όρασης. Στις περισσότερες
περιπτώσεις παρατηρήθηκε βελτίωση ή ίαση σε διάστημα
μερικών ημερών μετά από κατάλληλη θεραπεία. Εάν
παρατηρηθούν συμπτώματα PRES/ RCVS διακόψτε αμέσως τη
χρήση ψευδοεφεδρίνης και ζητήστε τη συμβουλή γιατρού.
Συνιστάται προσοχή στη χορήγηση του Panadol Cold & Flu
®
σε
ασθενείς που θα υποβληθούν σε γενική αναισθησία μέσα σε
μερικές ημέρες.
Συμβουλευτείτε το γιατρό ή το φαρμακοποιό σας, αν
λαμβάνετε φαρμακευτική αγωγή ή είστε υπό ιατρική
παρακολούθηση.
Όλα τα φάρμακα πρέπει να φυλάσσονται σε ασφαλές μέρος
που δε βλέπουν και δεν προσεγγίζουν τα παιδιά.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης.
Η ταυτόχρονη χορήγηση του Panadol Cold & Flu
®
με τρικυκλικά
αντικαταθλιπτικά, το αντικαταθλιπτικό μοκλοβεμίδη ή με
αναστολείς της μονοάμινο-οξειδάσης (αναστολείς της MAO)
(και για δυο εβδομάδες μετά τη διακοπή των αναστολέων της
MAO) που παρεμποδίζουν τον καταβολισμό των
συμπαθητικομιμητικών παραγόντων, μπορεί περιστασιακά να
προκαλέσει αύξηση της πίεσης του αίματος και μπορεί να
οδηγήσει σε κρίση υπέρτασης στην περίπτωση της
μοκλοβεμίδης ή των αναστολέων της ΜΑΟ.
Το αντιβιοτικό φουραζολιδόνη είναι αναστολέας της
μονοάμινο-οξειδάσης και το αντιβιοτικό λινεζολίδη είναι ένας
με αντιστρεπτή δράση μη εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ με
ασθενείς ανασταλτικές της ΜΑΟ ιδιότητες. Για αυτό κανένα
από τα δύο δεν πρέπει να λαμβάνεται μαζί με το Panadol Cold &
Flu
®
.
Η ψευδοεφεδρίνη μπορεί να ανταγωνιστεί τη δράση ορισμένων
τύπων αντιυπερτασικών φαρμάκων (π.χ. β-αναστολείς,
μεθυλντόπα, ρεσερπίνη, δεβρισοκίνη, γουανεθιδίνη) (βλ. παρ.
4.3 Αντενδείξεις και 4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις &
ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση).
Ο ρυθμός απορρόφησης της παρακεταμόλης μπορεί να μειωθεί
από τη χολεστυραμίνη. Η αλληλεπίδραση μπορεί να
4
αποφευχθεί με καθυστέρηση της χορήγησης της
χολεστυραμίνης κατά μια ώρα έτσι ώστε να διατηρηθεί το
μέγιστο αναλγητικό αποτέλεσμα.
Η αντιπηκτική δράση της βαρφαρίνης και άλλων κουμαρινικών
μπορεί να ενισχυθεί από την παρατεταμένη τακτική
καθημερινή χρήση του Panadol Cold & Flu
®
με αυξημένο κίνδυνο
αιμορραγίας ενώ περιστασιακή χρήση δεν έχει καμία
σημαντική επίδραση.
Μπορεί να χρειασθεί μείωση της δόσης του διττανθρακικού
νατρίου το οποίο προκαλεί αλκαλοποίηση των ούρων και
μπορεί να μειώσει την αποβολή της ψευδοεφεδρίνης μέσω των
νεφρών.
Η ταχύτητα απορρόφησης της παρακεταμόλης μπορεί να
αυξηθεί από τη μετοκλοπραμίδη ή την δομπεριδόνη.
4.6 Κύηση και γαλουχία.
Κύηση:
Η ασφαλής χρήση του συνδυασμού παρακεταμόλης και
ψευδοεφεδρίνης δεν είναι πλήρως τεκμηριωμένη. Οι μελέτες σε
ζώα σχετικά με την επίδραση στην εγκυμοσύνη, στην ανάπτυξη
του εμβρύου και του νεογνού είναι ανεπαρκείς. Για αυτό το
λόγο δεν συνιστάται η χρήση του Panadol Cold & Flu
®
κατά τη
διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Γαλουχία:
Η ψευδοεφεδρίνη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα σε ποσότητες
που δημιουργούν αυξημένο κίνδυνο επίδρασης στο νεογνό
ακόμη και μετά από λήψη θεραπευτικών δόσεων. Δεν
συνιστάται θεραπευτική αγωγή με Panadol Cold & Flu
®
κατά τη
διάρκεια του θηλασμού.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανημάτων.
Η ζάλη είναι μία από τις πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Το γεγονός αυτό μπορεί να έχει επίδραση στην οδήγηση ή στο
χειρισμό μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες:
5
Οι παρακάτω ανεπιθύμητες ενέργειες έχουν αναφερθεί για
προϊόντα που περιέχουν παρακεταμόλη και / ή ψευδοεφεδρίνη.
Αίμα και λεμφικό σύστημα
Πολύ σπάνια (1<10.000): δυσκρασίες του αίματος,
συμπεριλαμβανομένης της θρομβοκυττοπενίας και της
ακοκκιοκυτταραιμίας.
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1.000): υπερευαισθησία*
Ψυχιατρικές διαταραχές
Συνήθεις (>1/100, <1/10): νευρικότητα, αϋπνία
Ασυνήθεις (>1/1.000, <1/100): ταραχή, ανησυχία
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1.000): ψευδαισθήσεις
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Συνήθεις (>1/100, <1/10): ζάλη
Γαστρεντερικές διαταραχές
Συνήθεις (>1/100, <1/10): ξηροστομία, ναυτία, έμετος
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1.000): εξάνθημα, αλλεργική
δερματίτιδα*
Νεφρικές διαταραχές και διαταραχές του ουροποιητικού
Ασυνήθεις (>1/1.000, <1/100): επίσχεση των ούρων**
Καρδιαγγειακές διαταραχές
Ασυνήθεις (>1/1.000, <1/100): ελαφρά ταχυκαρδία
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1.000): καρδιακή αρρυθμία
Σπάνιες (>1/10.000, <1/1.000): υπέρταση
Ηπατικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες (<1/10.000): ηπατική δυσλειτουργία
Αναπνευστικές διαταραχές
Πολύ σπάνιες (<1/10.000): βρογχόσπασμος είναι πιο πιθανό
να εμφανισθεί σε ασθενείς με ευαισθησία στην ασπιρίνη ή
στα ΜΣΑΦ.
* Έχει αναφερθεί ένας αριθμός δερματικών αλλεργικών
αντιδράσεων, με ή χωρίς συστηματικά χαρακτηριστικά όπως
6
βρογχόσπασμος, αγγειοοίδημα, μετά τη λήψη ψευδοεφεδρίνης.
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας, συμπεριλαμβανομένων των
δερματικών εξανθημάτων, σύνδρομο Stevens Johnson, τοξική
επιδερμική νεκρόλυση, αγγειοοίδημα και αναφυλαξία έχουν
αναφερθεί πολύ σπάνια για την παρακεταμόλη.
** Η επίσχεση των ούρων έχει περισσότερες πιθανότητες να
εμφανιστεί σε ασθενείς με απόφραξη της ουροδόχου
κύστεως, όπως υπερτροφία του προστάτη.
4.9 Υπερδοσολογία:
Παρακεταμόλη
Είναι πιθανό να προκληθεί ηπατική βλάβη σε ενήλικες από την
εφάπαξ χορήγηση 10 g ή περισσότερων παρακεταμόλης. Η
κατάποση 5 g ή περισσότερων παρακεταμόλης μπορεί να
οδηγήσει σε ηπατική βλάβη εάν ο ασθενής εμφανίζει
ορισμένους παράγοντες κινδύνου (βλ. παρακάτω).
Παράγοντες κινδύνου: Εάν ο ασθενής
α. Βρίσκεται σε χρόνια θεραπεία με καρβαμαζεπίνη,
φαινοβαρβιτόνη, φαινυντοΐνη, πριμιδόνη, ριφαμπικίνη, St. Johns
Wort, ή άλλα φάρμακα που επάγουν τα ηπατικά ένζυμα.
ή
β. Καταναλώνει τακτικά αιθανόλη υπερβάλλοντας της
συνιστώμενης ποσότητας.
ή
γ. Είναι πιθανόν να εξαντλεί τη γλουταθειόνη λόγω π.χ.
διατροφικών διαταραχών, κυστικής ίνωσης, μόλυνσης με HIV,
υποσιτισμού, καχεξίας.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της υπερδοσολογίας της παρακεταμόλης
συνήθως εμφανίζονται μέσα στις πρώτες 24 ώρες από τη λήψη
και είναι ωχρότητα, ναυτία, έμετοι, ανορεξία και κοιλιακοί
πόνοι.
Ταυτόχρονα παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα των ηπατικών
τρανσαμινασών (AST, ALT), της γαλακτικής αφυδρογονάσης
και της χολερυθρίνης μαζί με παρατεταμένο χρόνο
προθρομβίνης που μπορεί να εμφανιστούν 12 ως 48 ώρες μετά
τη χορήγηση. Πιθανόν να συμβούν ανωμαλίες στο μεταβολισμό
7
της γλυκόζης και μεταβολική οξέωση. Κλινικά συμπτώματα
ηπατικής βλάβης, είναι συνήθως εμφανή μετά από 2 ημέρες,
μπορεί όμως να εμφανιστούν ακόμη και μετά από 4 ως 6
ημέρες το μέγιστο.
Μπορεί να αναπτυχθεί οξεία νεφρική ανεπάρκεια με οξεία
σωληναριακή νέκρωση, η οποία εμφανώς υποδεικνύεται από
πόνο στην οσφυϊκή χώρα, αιματουρία και πρωτεϊνουρία, ακόμη
και χωρίς την ύπαρξη σοβαρής ηπατικής βλάβης. Άλλα μη
ηπατικά συμπτώματα που έχουν αναφερθεί μετά από
υπερδοσολογία παρακεταμόλης περιλαμβάνουν βλάβες του
μυοκαρδίου και παγκρεατίτιδα.
Σε σοβαρή δηλητηρίαση η ηπατική ανεπάρκεια μπορεί να
εξελιχθεί σε εγκεφαλοπάθεια, αιμορραγία, υπογλυκαιμία,
εγκεφαλικό οίδημα και θάνατο.
Αντιμετώπιση
Η άμεση θεραπευτική αγωγή είναι σημαντική για την
αντιμετώπιση της υπερδοσολογίας από παρακεταμόλη. Παρά
την έλλειψη συμπτωμάτων, οι ασθενείς πρέπει να
απευθύνονται αμέσως στο νοσοκομείο για άμεση ιατρική
περίθαλψη. Τα συμπτώματα μπορεί να περιορίζονται σε ναυτία
ή εμετό και μπορεί να μην αντανακλούν την σοβαρότητα της
υπερδοσολογίας ή τον κίνδυνο οργανικής βλάβης. Η
αντιμετώπιση πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις καθιερωμένες
οδηγίες θεραπείας.
Οι συγκεντρώσεις της παρακεταμόλης στο αίμα πρέπει να
μετρούνται σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των 4 ωρών
μετά τη λήψη υπερδοσολογίας ώστε να είναι δυνατή η
εκτίμηση του κινδύνου ανάπτυξης ηπατικής βλάβης
(χρησιμοποιώντας το νομόγραμμα της υπερδοσολογίας της
παρακεταμόλης). Εν τούτοις, η χορήγηση Ν-ακετυλκυστεΐνης
(NAC) πρέπει να γίνεται άμεσα όταν υπάρχει υποψία για
μεγάλη υπερδοσολογία.
Η χορήγηση ενεργού άνθρακα μπορεί να είναι ωφέλιμη εάν
γίνει εντός μίας ώρας από τη λήψη υπερδοσολογίας αλλά
μπορεί να γίνει ακόμη και εντός 4 ωρών από τη λήψη
υπερδοσολογίας.
Η ενδοφλέβια (IV) έγχυση χορήγηση από το στόμα εάν η
ενδοφλέβια (IV) έγχυση δεν είναι δυνατή) του αντιδότου της Ν-
ακετυλκυστεΐνης πρέπει να ξεκινήσει εάν είναι δυνατόν πριν
8
την 8
η
ώρα. Η αποτελεσματικότητα του αντιδότου μειώνεται
έντονα μετά. Εντούτοις η Ν-ακετυλκυστεΐνη μπορεί να δώσει
κάποιο βαθμό προστασίας ακόμη και μετά τις 8 και μέχρι τις
24 ώρες, αλλά σε αυτές τις περιπτώσεις χορηγείται
παρατεταμένη θεραπεία. Εάν δεν παρουσιάζονται έμετοι, η
από στόματος μεθειονίνη μπορεί να είναι η κατάλληλη
εναλλακτική για απομακρυσμένες περιοχές, εκτός
νοσοκομείου.
Πρέπει να εφαρμόζεται συμπτωματική θεραπεία.
Ψευδοεφεδρίνη
Συμπτώματα
Όπως και με άλλα συμπαθητικομιμητικά, τα συμπτώματα
υπερδοσολογίας της ψευδοεφεδρίνης οφείλονται σε διέγερση
του Κεντρικού Νευρικού και Καρδιαγγειακού Συστήματος π.χ.
διέγερση, ευερεθιστότητα, ανησυχία, τρόμος, ψευδαισθήσεις,
υπέρταση, ταχυσφυγμία, αρρυθμία και δυσχέρεια στην ούρηση.
Σε σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθούν ψύχωση,
σπασμοί, κώμα και κρίση υπέρτασης. Τα επίπεδα καλίου στο
πλάσμα μπορεί να είναι χαμηλά λόγω της μετατροπής του
εξωκυτταρικού καλίου σε ενδοκυτταρικό.
Αντιμετώπιση
Η θεραπεία πρέπει να αποτελείται από τα συνήθη
υποστηρικτικά μέτρα. Οι β-αποκλειστές μπορούν να
αναστρέψουν τις καρδιαγγειακές επιπλοκές και την
υποκαλιαιμία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Κωδικός ATC: N02B E51
Το Panadol Cold & Flu
®
είναι ένα ήπιο ως μέτριο αναλγητικό,
αντιπυρετικό και αποσυμφορητικό.
Η αναλγητική και αντιπυρετική δράση της παρακεταμόλης
πιστεύεται ότι οφείλεται, τουλάχιστον εν μέρει, στην
αναστολή της σύνθεσης της προσταγλανδίνης στο κεντρικό
νευρικό σύστημα. Έχει αποδειχθεί ότι 1g παρακεταμόλης είναι
ένα αποτελεσματικό αναλγητικό και αντιπυρετικό.
9
Η ψευδοεφεδρίνη δρα απευθείας στους α-αδρενεργικούς
υποδοχείς στο βλεννογόνο της αναπνευστικής οδού
προκαλώντας αγγειοσυστολή με αποτέλεσμα την συρρίκνωση
των οιδαλέων ρινικών βλεννογόνων μεμβρανών, μείωση της
ρινικής συμφόρησης και αύξηση της βατότητας των ρινικών
αεραγωγών.
Έχει αποδειχθεί ότι 60 mg ψευδοεφεδρίνης είναι δραστικό
ρινικό αποσυμφορητικό, μετά από μέτρηση της ροής αέρα από
τη ρινική κοιλότητα σε ασθενείς με κοινό κρυολόγημα και
ρινίτιδα.
Σε θεραπευτικές δόσεις, η ψευδοεφεδρίνη δεν έχει κλινικώς
σημαντική επίδραση στην πίεση του αίματος σε ασθενείς με
φυσιολογική πίεση. Μελέτες σε ασθενείς με ελεγχόμενη
υπέρταση έχουν δείξει ότι 60 mg ψευδοεφεδρίνης δεν έχουν ή
έχουν ελάχιστη επίδραση στην πίεση του αίματος και δεν
έχουν ηρεμιστική δράση.
Η GlaxoSmithKline διεξήγαγε μια κλινική μελέτη σε ασθενείς με
συμπτώματα κρυολογήματος και γρίπης για να εκτιμήσει την
ανακούφιση από τον πόνο και τη ρινική συμφόρηση. Στη
μελέτη συγκρίθηκαν το Panadol Cold & Flu
®
(λαμβανόμενο,
όπως απαιτείται, τρεις φορές την ημέρα για τρεις ημέρες) με
παρακεταμόλη μόνη, ψευδοεφεδρίνη μόνη και εικονικό
φάρμακο (placebo). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το Panadol Cold
& Flu
®
παρέχει σημαντικά (p<0,05) μεγαλύτερη ανακούφιση
από τον πόνο σε σχέση με το placebo ή την ψευδοεφεδρίνη και
ότι το Panadol Cold & Flu
®
έχει σημαντικά (p<0,05) μεγαλύτερη
αποσυμφορητική δράση σε σχέση με το placebo ή την
παρακεταμόλη. Το Panadol Cold & Flu
®
έδειξε καλύτερα
αποτελέσματα στην ανακούφιση του πόνου και της ρινικής
συμφόρησης σε σύγκριση με την παρακεταμόλη ή την
ψευδοεφεδρίνη. Μια μόνο δόση Panadol Cold & Flu
®
προσέφερε
σημαντικά μεγαλύτερη (p<0,05) ανακούφιση από τον πόνο και
τη ρινική συμφόρηση (ροή αέρα από την ρινική κοιλότητα)
συγκριτικά με το placebo μια ώρα μετά τη λήψη.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Παρακεταμόλη:
Απορρόφηση: Η απορρόφηση της παρακεταμόλης δια της
στοματικής οδού είναι ταχεία και πλήρης. Οι μέγιστες
10
συγκεντρώσεις στο πλάσμα επιτυγχάνονται σε 30 ως 60 λεπτά
μετά τη λήψη.
Κατανομή: Η παρακεταμόλη κατανέμεται ταχέως σε όλους
τους ιστούς. Οι συγκεντρώσεις στο αίμα, το σίελο και το
πλάσμα είναι συγκρίσιμες. Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες είναι
μικρή.
Μεταβολισμός: Η παρακεταμόλη μεταβολίζεται κυρίως στο
ήπαρ, ακολουθώντας δύο κύριες μεταβολικές οδούς: σύζευξη
με γλυκουρονικά και με θειικά οξέα. Η δεύτερη οδός κορένυται
ταχέως σε δόσεις μεγαλύτερες από τις θεραπευτικές. Μία οδός
ήσσονος σημασίας, με καταλύτη το Κυτόχρωμα P 450 (κυρίως
το CYP2E1), έχει σαν αποτέλεσμα το σχηματισμό ενός
μεταβολίτη (Ν-ακετυλ-ρ-βενζοκινονεϊμίνη) ο οποίος κάτω από
κανονικές συνθήκες χρήσης, αδρανοποιείται ταχέως από τη
γλουταθειόνη και απεκκρίνεται στα ούρα, συνεζευγμένος με τη
κυστεΐνη και το μερκαπτουρικό οξύ. Αντίθετα, σε περίπτωση
δηλητηρίασης μεγάλης έκτασης, η ποσότητα αυτού του τοξικού
μεταβολίτη αυξάνεται.
Αποβολή: Η αποβολή γίνεται κυρίως μέσω των ούρων. Το 90%
της ληφθείσης δόσης αποβάλλεται μέσω των νεφρών μέσα σε
24 ώρες, κυρίως ως γλυκουρονίδια (60 80%) και θειικές
ενώσεις (20 30%). Λιγότερο από 5% αποβάλλεται
αμετάβλητο.
Ο χρόνος ημιπεριόδου ζωής της αποβολής είναι περίπου 2
ώρες.
Φυσιοπαθολογικές μεταβολές:
Νεφρική ανεπάρκεια: Σε περιπτώσεις με σοβαρή νεφρική
ανεπάρκεια (κάθαρση της κρεατινίνης λιγότερη από 10ml/min) η
αποβολή της παρακεταμόλης και των μεταβολιτών της
επιβραδύνεται.
Ηλικιωμένα άτομα: Δεν μεταβάλλεται η δυνατότητα
σύνδεσης.
Ψευδοεφεδρίνη:
Απορρόφηση: Η ψευδοεφεδρίνη απορροφάται ταχύτατα και
πλήρως από τη γαστρεντερική οδό μετά από του στόματος
χορήγηση χωρίς προσυστηματικό μεταβολισμό. Τα μέγιστα
επίπεδα στο πλάσμα επιτυγχάνονται μετά από 1 – 2 ώρες.
11
Κατανομή: Η ψευδοεφεδρίνη κατανέμεται ταχέως σε όλο το
σώμα. Δεν υπάρχουν στοιχεία σύνδεσής της με πρωτεΐνες. Ο
όγκος κατανομής κυμαίνεται από 2,64 έως 3,51 l/kg στις
μελέτες με εφ’ άπαξ και με επαναλαμβανόμενες δόσεις.
Μεταβολισμός: Η ψευδοεφεδρίνη μεταβολίζεται ελάχιστα
στον άνθρωπο καθώς περίπου το 90% αυτής αποβάλλεται
αμετάβλητο στα ούρα. Περίπου το 1% απεκκρίνεται μέσω
ηπατικού μεταβολισμού με Ν-διμεθυλίωση σε
νορψευδοεφεδρίνη.
Απέκκριση: Ο χρόνος ημιπεριόδου ζωής στο πλάσμα
κυμαίνεται από 4,3 7,0 ώρες στους ενήλικες. Ως ασθενής
βάση, το μέγεθος της νεφρικής απέκκρισής της εξαρτάται από
το pH των ούρων. Σε χαμηλό pH η σωληναριακή απορρόφηση
είναι ελάχιστη και ο ρυθμός ροής των ούρων δεν επηρεάζει την
κάθαρση του φαρμάκου. Σε υψηλό pH (>7,0) η ψευδοεφεδρίνη
επαναρροφάται σε μεγάλο βαθμό στο νεφρικό σωληνάριο και η
νεφρική κάθαρση εξαρτάται από το ρυθμό ροής των ούρων.
Νεφρική ανεπάρκεια: Νεφρική δυσλειτουργία έχει ως
αποτέλεσμα αυξημένα επίπεδα στο πλάσμα.
Ηλικιωμένα άτομα: Η δυνατότητα απέκκρισης δεν
μεταβάλλεται.
Μια μελέτη φαρμακοκινητικής αλληλεπίδρασης σε
σταθεροποιημένη κατάσταση σε υγιείς εθελοντές έδειξε ότι ο
ρυθμός (C
max
, t
max
) και η έκταση (AUC
0-6
hours
) της απορρόφησης από
τα δισκία Panadol Cold & Flu
®
είναι ισοδύναμα με αυτά της
λήψης παρακεταμόλης μόνης και ψευδοεφεδρίνης μόνης.
Στην ίδια μελέτη οι μέσες τιμές t
max
για την παρακεταμόλη και
την ψευδοεφεδρίνη συστατικών που περιέχονται στο Panadol
Cold & Flu
®
ήταν 0,7 ώρες και 1,2 ώρες αντίστοιχα.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Δεν υπάρχουν προκλινικά στοιχεία τα οποία να θεωρούνται
σχετικά με την κλινική ασφάλεια πέρα από τα στοιχεία που
περιλαμβάνονται σε άλλες παραγράφους της Περίληψης των
Χαρακτηριστικών του Προϊόντος.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1. Κατάλογος των εκδόχων:
12
Κυτταρίνη μικροκρυσταλλική E460
Πυριτίου διοξείδιο κολλοειδές άνυδρο E551
Στεατικό οξύ E570
Μαγνήσιο στεατικό E572
Άμυλο προζελατινοποιημένο
Ποβιδόνη
Κροσποβιδόνη
Καρμελλόζη νατριούχος διασταυρούμενη E468
Υπρομελλόζη E464
Πολυαιθυλενογλυκόλη
Κηρός καρναούβης E903
Ινδικοκαρμίνιο E132
6.2 Ασυμβατότητες.
Δεν εφαρμόζεται
6.3. Διάρκεια ζωής:
3 χρόνια
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος:
Να μη φυλάσσεται σε θερμοκρασία άνω των 25
ο
C.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη:
Αδιαφανή blister από PVC (250 microns) / PE (25 ή 30 microns) /
PVdC (90 g/m
2
) που κλείνει με φύλλο αλουμινίου. Τα blister είναι
συσκευασμένα σε χάρτινα κουτιά και κάθε κουτί περιέχει 2, 5,
6, 10, 12, 16, 18, 24, 30 ή 32 δισκία (μπορεί να μην
κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες).
6.6. Οδηγίες χρήσης / χειρισμού:
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες.
6.7. Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας:
GLAXOSMITHKLINE AEBE
ΚΗΦΙΣΙΑΣ 266
152 32 ΧΑΛΑΝΔΡΙ
7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ:
19795/16-3-2011
13
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΤΗΣ
ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Ημερομηνία χορήγησης Άδειας Κυκλοφορίας: 5-4-2004
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ
ΚΕΙΜΕΝΟΥ.
Απρίλιος 2012
14