ασθενών που έλαβαν παροξετίνη συγκριτικά µε το 20% των ασθενών που έλαβαν εικονικό
φάρµακο. Η εµφάνιση των συµπτωµάτων απόσυρσης δεν είναι η ίδια όπως όταν ένα
φάρµακο είναι εθιστικό ή προκαλεί εξάρτηση. Ο κίνδυνος των συµπτωµάτων απόσυρσης
µπορεί να εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες περιλαµβανοµένης της διάρκειας και της
δόσης της θεραπείας και του ρυθµού µείωσης της δόσης.
Έχουν επίσης αναφερθεί ζάλη, διαταραχές αισθητικότητας (συµπεριλαµβανοµένων της
παραισθησίας, του αισθήµατος ηλεκτρικών εκκενώσεων και των εμβοών), διαταραχές του
ύπνου (συµπεριλαµβανοµένων έντονων ονείρων), διέγερση ή άγχος, ναυτία, τρόµος,
σύγχυση, εφίδρωση, κεφαλαλγία, διάρροια, αίσθηµα παλµών, συναισθηµατική αστάθεια,
ευερεθιστότητα και διαταραχές της όρασης. Γενικά αυτά τα συµπτώµατα είναι ήπιας ή
µέτριας έντασης, ωστόσο, σε µερικούς ασθενείς µπορεί να είναι σοβαρής εντάσεως. Συνήθως
συµβαίνουν εντός των πρώτων ηµερών µετά τη διακοπή της θεραπείας, αλλά υπάρχουν και
πολύ σπάνιες αναφορές τέτοιων συµπτωµάτων σε ασθενείς οι οποίοι λόγω απροσεξίας
παρέλειψαν µία δόση. Γενικά αυτά τα συµπτώµατα αυτοπεριορίζονται και συνήθως
παρέρχονται εντός δύο εβδοµάδων, αν και σε µερικά άτοµα µπορεί να παραταθούν (2-3
µήνες ή και περισσότερο). Για αυτό το λόγο συνιστάται η θεραπεία µε την παροξετίνη να
διακόπτεται σταδιακά σε µία περίοδο µερικών εβδοµάδων ή µηνών, ανάλογα µε τις ανάγκες
του ασθενούς (βλ. "Συµπτώµατα απόσυρσης που παρατηρούνται µε τη διακοπή της
θεραπείας με παροξετίνη", παράγραφος 4.2).
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές
αλληλεπίδρασης
Σεροτονινεργικά φάρμακα
Όπως και με άλλους SSRIs, η ταυτόχρονη χορήγηση με σεροτονινεργικά φάρμακα μπορεί να
οδηγήσει σε εμφάνιση αποτελεσμάτων που συνδέονται με την 5-HT (σύνδρομο σεροτονίνης:
βλ. παράγραφο 4.4). Συνιστάται προσοχή και χρειάζεται στενότερη κλινική παρακολούθηση
όταν σεροτονινεργικά φάρμακα (όπως L τρυπτοφάνη, τριπτάνες, τραμαδόλη, λινεζολίδη,
χλωριούχο μεθυλοθειονίνιο (κυανό μεθυλενίου), SSRIs, λίθιο, πεθιδίνη και παρασκευάσματα
St. John´s Wort – Hypericum perforatum) συνδυάζονται με την παροξετίνη. Συνιστάται
επίσης προσοχή με την φεντανύλη που χρησιμοποιείται στη γενική αναισθησία ή στη
θεραπεία του χρόνιου πόνου. Η ταυτόχρονη χορήγηση παροξετίνης και αναστολέων MAO
(ΜΑΟΙs) αντενδείκνυται λόγω του κινδύνου συνδρόμου σεροτονίνης (βλ. παράγραφο 4.3).
Πιμοζίδη
Παρατηρήθηκαν επίπεδα πιμοζίδης αυξημένα κατά 2,5 φορές κατά μέσο όρο όταν αυτή
συγχορηγήθηκε μαζί με 60mg παροξετίνη κατά τη διάρκεια μιας μελέτης όπου χορηγήθηκε
μια χαμηλή μονήρης δόση πιμοζίδης (2 mg). Το παραπάνω εύρημα μπορεί να εξηγηθεί βάσει
των γνωστών ανασταλτικών ιδιοτήτων της παροξετίνης επί του CYP2D6. Aν και ο
μηχανισμός αυτής της αλληλεπίδρασης παραμένει μέχρι στιγμής άγνωστος, λόγω του στενού
θεραπευτικού εύρους της πιμοζίδης και της γνωστής ιδιότητάς της να προκαλεί παράταση του
διαστήματος QT, η ταυτόχρονη χορήγηση πιμοζίδης και παροξετίνης αντενδείκνυται (βλ.
παράγραφο 4.3).
Ένζυμα που μεταβολίζουν το φάρμακο
Ο μεταβολισμός και η φαρμακοκινητική της παροξετίνης μπορεί να επηρεαστούν από την
επαγωγή ή την αναστολή των ενζύμων που τη μεταβολίζουν.
Όταν η παροξετίνη πρόκειται να χορηγηθεί ταυτόχρονα με ένα γνωστό αναστολέα των
ενζύμων που μεταβολίζουν το φάρμακο, θα πρέπει να δίνεται προσοχή έτσι ώστε να
χρησιμοποιούνται δόσεις παροξετίνης στο κατώτερο όριο του δοσολογικού εύρους.
Δε θεωρείται απαραίτητη η αρχική προσαρμογή της δοσολογίας όταν το φάρμακο πρόκειται
να χορηγηθεί ταυτόχρονα με γνωστούς επαγωγείς των ενζύμων που μεταβολίζουν το
φάρμακο (π.χ. καρβαμαζεπίνη, ριφαμπικίνη, φαινοβαρβιτάλη, φαινυτοΐνη) ή ταυτόχρονα με