FIT 1: Μία τριετής μελέτη με 2.027 ασθενείς οι οποίοι είχαν αρχικά
τουλάχιστον ένα σπονδυλικό (συμπιεστικό) κάταγμα. Σε αυτή τη μελέτη
η αλενδρονάτη σε ημερήσια βάση μείωσε τη συχνότητα εμφάνισης ≥ 1
νέου σπονδυλικού κατάγματος κατά 47 % (αλενδρονάτη 7,9% έναντι
εικονικό φάρμακο 15,0%). Eπιπρόσθετα, εμφανίσθηκε μία στατιστικά
σημαντική μείωση στη συχνότητα εμφάνισης των καταγμάτων ισχίου
(1,1% έναντι 2,2%, μείωση κατά 51 %).
FIT 2: Μία τετραετής μελέτη με 4.432 ασθενείς με χαμηλή οστική μάζα,
αλλά χωρίς την ύπαρξη αρχικά ενός σπονδυλικού κατάγματος. Σε αυτή
τη μελέτη παρατηρήθηκε μία σημαντική διαφορά στην ανάλυση της
υποομάδας των οστεοπορωτικών γυναικών (37 % του γενικού
πληθυσμού, που αντιστοιχεί στον παραπάνω αναφερθέντα προσδιορισμό
της οστεοπόρωσης) στη συχνότητα των καταγμάτων ισχίου
(αλενδρονάτη 1,0% έναντι εικονικό φάρμακο 2,2%, μείωση κατά 56 %)
και στη συχνότητα του ≥ 1 σπονδυλικού κατάγματος (2,9 % έναντι 5,8%,
μείωση κατά 50 %).
Ευρήματα εργαστηριακών ελέγχων
Σε κλινικές μελέτες, ασυμπτωματική, ήπια και παροδική μείωση των
επιπέδων ασβεστίου και φωσφόρου στον ορό αίματος αναφέρθηκε σε
περίπου 18 και 10 %, αντίστοιχα, των ασθενών που ελάμβαναν
αλενδρονάτη 10 mg ημερησίως έναντι περίπου 12 και 3 % αυτών που
ελάμβαναν εικονικό φάρμακο. Ωστόσο, οι συχνότητες μείωσης των
επιπέδων του ασβεστίου στον ορό αίματος σε <8,0 mg/dl (2,0 mmol/l) και
του φωσφόρου σε 2,0 mg/dl (0,65 mmol/l) στον ορό αίματος ήταν
παρόμοιες και στις δύο ομάδες θεραπείες.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η νατριούχος αλενδρονάτη έχει μελετηθεί σε ένα μικρό αριθμό ασθενών
με ατελή οστεογένεση ηλικίας κάτω των 18 ετών. Τα αποτελέσματα είναι
ανεπαρκή για να υποστηρίξουν την χρήση της νατριούχου αλενδρονάτης
σε παιδιατρικούς ασθενείς με ατελή οστεογένεση.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Σε σύγκριση με μια ενδοφλέβια δόση αναφοράς ή από του στόματος
βιοδιαθεσιμότητα της αλενδρονάτης σε γυναίκες ήταν 0.64% για δόσεις
κυμαινόμενες από 5 έως 70mg όταν χορηγήθηκαν σε νηστικά από το
προηγούμενο βράδυ άτομα και δυο ώρες πριν το τυποποιημένο πρόγευμα.
Η βιοδιαθεσιμότητα μειώθηκε εξίσου κατά περίπου 0.46% και 0.39%,
όταν η αλενδρονάτη χορηγήθηκε μια ή μισή ώρα πριν το τυποποιημένο
πρόγευμα. Στις μελέτες οστεοπόρωσης, η αλενδρονάτη ήταν
αποτελεσματική, όταν χορηγείτο τουλάχιστον 30 λεπτά πριν το πρώτο
φαγητό ή ρόφημα της ημέρας.
Η βιοδιαθεσιμότητα ήταν αμελητέα είτε όταν η αλενδρονάτη χορηγήθηκε
ταυτόχρονα είτε στις δυο ώρες μετά το τυποποιημένο πρόγευμα.
Ταυτόχρονη χορήγηση της αλενδρονάτης με καφέ ή χυμό πορτοκαλιού
μείωσε τη βιοδιαθεσιμότητα κατά περίπου 60%.
14