ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Pricital 20 mg Επικαλυμμένα με Λεπτό Υμένιο Δισκία
Pricital 40 mg Επικαλυμμένα με Λεπτό Υμένιο Δισκία
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Κάθε επικαλυμμένο δισκίο περιέχει 25 mg υδροβρωμικής σιταλοπράμης που αντιστοιχεί
σε 20mg σιταλοπράμης.
Κάθε επικαλυμμένο δισκίο περιέχει 50 mg υδροβρωμικής σιταλοπράμης που αντιστοιχεί
σε 40mg σιταλοπράμης.
Έκδοχα με γνωστή επίδραση: Λακτόζη μονοϋδρική.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλέπε λήμμα 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο.
Λευκό ή υπόλευκο, στρογγυλό αμφίκυρτο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο δισκίο, που φέρει
την εγχάραξη «20» ή «40» στη μία πλευρά και χαραγή σε σχήμα χειλιού στην άλλη.
Η χαραγή δεν έχει σκοπό να διευκολύνει τη διχοτόμηση του δισκίου.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1. Θεραπευτικές ενδείξεις
Θεραπεία αρχόμενης κατάθλιψης και ως αγωγή συντήρησης έναντι πιθανής
υποτροπής/επανεμφάνισης.
Η σιταλοπράμη ενδείκνυται επίσης για την αντιμετώπισης της διαταραχής πανικού με ή
χωρίς αγοραφοβία.
4.2. Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες
Μείζονα καταθλιπτικά επεισόδια
Το Pricital πρέπει να χορηγείται ως εφάπαξ από του στόματος δόση 20 mg ημερησίως.
Ανάλογα με την ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να αυξηθεί μέχρι το
μέγιστο των 40 mg ημερησίως.
Γενικά, η βελτίωση των ασθενών αρχίζει μετά από μία εβδομάδα, αλλά γίνεται εμφανής
μόνο μετά τη δεύτερη εβδομάδα της θεραπείας.
Όπως συμβαίνει με όλα τα αντικαταθλιπτικά φαρμακευτικά προϊόντα, η δόση θα πρέπει να
επανεξετάζεται και να προσαρμόζεται, εάν είναι απαραίτητο, εντός 3 έως 4 εβδομάδων
μετά την έναρξή της αγωγής και στο εφεξής, εφόσον θεωρείται κλινικά απαραίτητο.
Παρόλο που υπάρχει αυξημένο ενδεχόμενο εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών για τις
υψηλές δοσολογίες, εάν μετά από μερικές εβδομάδες λήψης της συνιστώμενης
δοσολογίας δεν σημειωθεί επαρκής ανταπόκριση, ορισμένοι ασθενείς ενδεχομένως να
1
ωφεληθούν έχοντας αυξήσει τη δόση τους έως το μέγιστο των 40 mg ημερησίως (βλ.
παράγραφο 5.1). Οι προσαρμογές της δοσολογίας πρέπει να γίνονται με προσοχή σε
εξατομικευμένη βάση, προκειμένου να διατηρείται ο ασθενής στη χαμηλότερη
αποτελεσματική δόση.
Οι ασθενείς με κατάθλιψη θα πρέπει να λαμβάνουν αγωγή για επαρκή περίοδο,
τουλάχιστον 6 μηνών, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης αποδρομή των
συμπτωμάτων.
Διαταραχή πανικού
Ενήλικες
Συνιστάται μια από του στόματος εφάπαξ δόση 10 mg για την πρώτη εβδομάδα
θεραπείας, πριν την αύξηση της δόσης στα 20 mg ημερησίως. Ανάλογα με την
ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να αυξηθεί μέχρι το μέγιστο των 40 mg
ημερησίως.
Οι ασθενείς θα πρέπει να ξεκινούν με δόση 10 mg ημερησίως, η οποία θα αυξάνεται
σταδιακά κατά 10 mg, σύμφωνα με την ανταπόκριση του κάθε ασθενούς, έως τη
συνιστώμενη δόση. Συνιστάται μια χαμηλή δόση εφόδου, προκειμένου να
ελαχιστοποιηθεί το ενδεχόμενο επιδείνωσης των συμπτωμάτων πανικού, που γενικά
εμφανίζεται κατά τα πρώιμα στάδια θεραπείας αυτής της διαταραχής. Παρόλο που μπορεί
να σημειωθεί αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών με τη λήψη
υψηλών δόσεων, εάν μετά από μερικές εβδομάδες λήψης της συνιστώμενης δοσολογίας
δεν σημειωθεί επαρκής ανταπόκριση, ορισμένοι ασθενείς ενδεχομένως να ωφεληθούν
έχοντας αυξήσει τη δόση τους έως το μέγιστο των 40 mg ημερησίως (βλ. παράγραφο 5.1).
Οι προσαρμογές της δοσολογίας πρέπει να γίνονται με προσοχή, σε εξατομικευμένη
βάση, προκειμένου να διατηρηθεί ο ασθενής στη χαμηλότερη αποτελεσματική δόση.
Οι ασθενείς με διαταραχή πανικού θα πρέπει να λαμβάνουν αγωγή για επαρκή περίοδο,
προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης αποδρομή των συμπτωμάτων. Η περίοδος αυτή
μπορεί να διαρκεί αρκετούς μήνες ή ακόμα περισσότερο.
Ηλικιωμένοι ασθενείς (> 65 ετών)
Για τους ηλικιωμένους ασθενείς, η δόση πρέπει να μειωθεί στο μισό της συνιστώμενης
δόσης, π.χ. 10-20 mg ημερησίως. Η μέγιστη συνιστώμενη δόση για τους ηλικιωμένους
ασθενείς είναι 20 mg ημερησίως.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χορηγείται για τη θεραπεία παιδιών και έφηβων κάτω των
18 ετών (βλ. παράγραφο 4.4).
Έκπτωση ηπατικής λειτουργίας
Μια αρχική δόση 10 mg ημερησίως, για τις δύο πρώτες εβδομάδες της θεραπείας,
συνιστάται σε ασθενείς με ήπια ή μέτρια ηπατική ανεπάρκεια. Ανάλογα με την
ανταπόκριση κάθε ασθενούς, η δόση μπορεί να αυξηθεί έως το μέγιστο των 20 mg
ημερησίως. Προσοχή και τιτλοποίηση της δόσης με ιδιαίτερη επιμέλεια συνιστάται για
ασθενείς με σοβαρή έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας (βλ. λήμμα 5.2). Αυτοί οι
ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται κλινικά.
Έκπτωση νεφρικής λειτουργίας
2
Δεν είναι απαραίτητη η προσαρμογή της δόσης σε περίπτωση ήπιας ή μέτριας νεφρικής
ανεπάρκειας. Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για την περίπτωση σοβαρής
έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας (κάθαρση κρεατινίνης < 20 mL/min).
Συμπτώματα απόσυρσης εμφανίζονται με τη διακοπή της σιταλοπράμης
Η απότομη διακοπή θα πρέπει να αποφεύγεται. Για τη διακοπή της θεραπείας με
σιταλοπράμη η δόση πρέπει να μειώνεται σταδιακά για μια περίοδο διάρκειας
τουλάχιστον μιας έως δύο εβδομάδων, προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος
εμφάνισης συμπτωμάτων απόσυρσης (βλ. παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και
ιδιαίτερες προφυλάξεις για τη χρήση και παράγραφο 4.8 Ανεπιθύμητες Ενέργειες). Σε
περίπτωση εμφάνισης μη ανεκτών συμπτωμάτων μετά τη μείωση της δόσης ή κατά τη
διακοπή της θεραπείας, μπορεί να εξεταστεί η επαναφορά του ασθενούς στην
προηγούμενη συνταγοραφούμενη δοσολογία. Στη συνέχεια, ο ιατρός μπορεί να συνεχίσει
τη μείωση της δοσολογίας σταδιακά, αλλά βραδύτερο ρυθμό.
Πτωχοί μεταβολιστές του CYP2C19
Μια αρχική δόση 10 mg ημερησίως κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων εβδομάδων της
θεραπείας συνιστάται για ασθενείς με γνωστό πτωχό μεταβολισμό όσον αφορά στο
CYP2C19. Η δόση μπορεί να αυξηθεί μέχρι το μέγιστο των 20 mg ημερησίως, ανάλογα
με την ανταπόκριση κάθε ασθενούς (βλ. λήμμα 5.2).
Τρόπος χορήγησης
Τα δισκία σιταλοπράμης χορηγούνται ως εφάπαξ δόση. Τα δισκία σιταλοπράμης μπορούν
να ληφθούν οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, ανεξάρτητα από τη λήψη τροφής, αλλά με τη
σύγχρονη λήψη κάποιου υγρού.
4.3. Αντενδείξεις
Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα που αναφέρονται
στο λήμμα 6.1.
Η σιταλοπράμη αντενδείκνυται σε ασθενείς με γνωστή παράταση του διαστήματος QT ή
συγγενές σύνδρομο μακρού QT.
Η σιταλοπράμη αντενδείκνυται σε συνδυασμό με φαρμακευτικά προϊόντα που είναι
γνωστό ότι παρατείνουν το διάστημα QT (βλ. λήμμα 4.5).
Αναστολείς Μονοαμινοοξειδάσης (ΜΑΟΙ s )
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με αναστολέα της
μονοαμινo-οξειδάσης (ΜΑΟI). Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς που
λαμβάνουν ΜΑΟΙs, συμπεριλαμβανομένης της σελεγελίνης, σε δόσεις άνω των 10
mg/ημέρα.
Περιστατικά σοβαρών και ενίοτε θανατηφόρων αντιδράσεων έχουν αναφερθεί σε ασθενείς
που ελάμβαναν εκλεκτικό αναστολέα επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) σε
συνδυασμό με αναστολέα της ΜΑΟ, συμπεριλαμβανομένου του εκλεκτικού αναστολέα
της ΜΑΟ, σελεγιλίνης και του αναστρέψιμου αναστολέα της ΜΑΟ (RIMA),
μοκλοβεμίδης, καθώς και σε ασθενείς, οι οποίοι πρόσφατα διέκοψαν τη λήψη του SSRI
και ξεκίνησαν τη λήψη ενός αναστολέα της ΜΑΟ.
Ορισμένα περιστατικά παρουσίασαν χαρακτηριστικά προσομοιάζοντα με σύνδρομο
σεροτονίνης. Συμπτώματα φαρμακευτικής αλληλεπίδρασης με κάποιον αναστολέα της
ΜΑΟ περιλαμβάνουν: υπερθερμία, δυσκαμψία, μυόκλονο, αστάθεια του αυτονόμου με
κίνδυνο ταχέων διακυμάνσεων των ζωτικών σημείων, μεταβολές της νοητικής
3
κατάστασης, που περιλαμβάνουν σύγχυση, ευερεθιστότητα και ακραία διέγερση
εξελισσόμενη σε παραλήρημα και κώμα.
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χορηγείται για δεκατέσσερις ημέρες μετά τη διακοπή της
θεραπείας με ένα μη-αναστρέψιμο αναστολέα της ΜΑΟ ή για το καθορισμένο διάστημα
μετά τη διακοπή της θεραπείας με έναν αναστρέψιμο αναστολέα της ΜΑΟ (RIMA) όπως
αναφέρεται στις συνταγογραφικές πληροφορίες του RIMA. Πριν την έναρξη θεραπευτικής
αγωγής με έναν αναστολέα της ΜΑΟ ή RIMA, θα πρέπει να έχουν παρέλθει τουλάχιστον
7 ημέρες από τη διακοπή της αγωγής με σιταλοπράμη (βλ. λήμμα 4.5).
Αγωνιστές των 5-ΗΤ υποδοχέων
Οι σεροτονινεργικές δράσεις της σουματριπτάνης θεωρείται ότι ενισχύονται από τους
SSRIs. Μέχρι απόδειξης του εναντίου, δεν συνιστάται η χορήγηση σιταλοπράμης μαζί με
αγωνιστές των 5-ΗΤ υποδοχέων, π.χ. Σουματριπτάνη.
Η σιταλοπράμη αντενδείκνυται σε συνδυασμό με λινεζολίδη, εκτός της περίπτωσης που
υπάρχει διαθέσιμος ο απαραίτητος εξοπλισμός για στενή παρακολούθηση και έλεγχο της
αρτηριακής πίεσης (βλ. λήμμα 4.5).
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με πιμοζίδη (βλ. επίσης λήμμα 4.5).
4.4. Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση
Αυτοκτονία/αυτοκτονικός ιδεασμός ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικού ιδεασμού, αυτοτραυματισμού
και αυτοκτονίας (επεισόδια σχετιζόμενα με αυτοκτονία). Ο κίνδυνος αυτός παραμένει
μέχρι να επιτευχθεί σημαντική ύφεση. Καθώς μπορεί να μη σημειωθεί βελτίωση κατά τη
διάρκεια των πρώτων λίγων εβδομάδων θεραπείας ή και για περισσότερο χρονικό
διάστημα, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται στενά, έως ότου επιτευχθεί η
επιθυμητή βελτίωση. Κατά τη γενικευμένη κλινική εμπειρία, ο κίνδυνος αυτοκτονίας
μπορεί πάλι να αυξηθεί κατά τα πρώιμα στάδια της ανάρρωσης.
Άλλες ψυχιατρικές καταστάσεις για τις οποίες συνταγογραφείται η σιταλοπράμη μπορεί
επίσης να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία.
Επιπρόσθετα, αυτές οι καταστάσεις μπορεί να συνυπάρχουν με μείζονα καταθλιπτική
διαταραχή. Για το λόγο αυτό, οι ίδιες προφυλάξεις, που ισχύουν κατά τη θεραπεία
ασθενών με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή, πρέπει να λαμβάνονται και σε ασθενείς με
άλλες ψυχιατρικές διαταραχές.
Ασθενείς με ιστορικό επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία ή εκείνοι που
παρουσιάζουν σημαντικού βαθμού αυτοκτονικό ιδεασμό πριν από την έναρξη της
θεραπείας, είναι γνωστό ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης αυτοκτονικών
σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας και γι' αυτό θα πρέπει να παρακολουθούνται
προσεκτικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Μια μετα-ανάλυση, ελεγχόμενων με εικονικό
φάρμακο κλινικών δοκιμών χορήγησης αντικαταθλιπτικών φαρμάκων σε ασθενείς με
ψυχιατρικές διαταραχές, έδειξε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς με τα
αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με το εικονικό φάρμακο, σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 25
ετών.
Κατά τη χορήγηση της φαρμακευτικής θεραπείας, ιδιαίτερα στα αρχικά στάδιά της και
μετά από αλλαγές της δόσης, απαιτείται στενή παρακολούθηση των ασθενών και ιδιαίτερα
εκείνων υψηλού κινδύνου. Οι ασθενείς (και οι φροντιστές τους) θα πρέπει να είναι σε
4
επαγρύπνηση για την εμφάνιση οποιασδήποτε κλινικής επιδείνωσης, αυτοκτονικής
συμπεριφοράς ή σκέψεων και ασυνήθιστων αλλαγών στη συμπεριφορά και να
αναζητήσουν ιατρική συμβουλή άμεσα, εάν εμφανισθούν αυτά τα συμπτώματα.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Τα δισκία σιταλοπράμης δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία παιδιών και
εφήβων κάτω των 18 ετών. Συμπεριφορές σχετιζόμενες με αυτοκτονία (απόπειρα
αυτοκτονίας και αυτοκτονικός ιδεασμός) και εχθρότητα (κυρίως επιθετικότητα,
εναντιωματική συμπεριφορά και θυμός) παρατηρήθηκαν πιο συχνά σε κλινικές μελέτες με
παιδιά και έφηβους υπό θεραπεία με αντικαταθλιπτικά σε σύγκριση με εκείνους υπό
θεραπεία με εικονικό φάρμακο. Εάν ωστόσο, βάσει κλινικής ανάγκης, ληφθεί η απόφαση
θεραπείας, ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά για την εμφάνιση
συμπτωμάτων αυτοκτονίας. Επιπρόσθετα, σημειώνεται έλλειψη μακροπρόθεσμων
δεδομένων ασφάλειας σε παιδιά και έφηβους αναφορικά με την ανάπτυξη, την ωρίμανση,
τη νοητική ανάπτυξη και την ανάπτυξη συμπεριφοράς.
Ηλικιωμένοι ασθενείς
Προσοχή απαιτείται κατά τη θεραπεία ηλικιωμένων ασθενών (βλ. παράγραφο 4.2).
Έκπτωση νεφρικής και ηπατικής λειτουργίας
Προσοχή απαιτείται κατά τη θεραπεία ασθενών με έκπτωση της νεφρικής και ηπατικής
λειτουργίας (βλ. παράγραφο 4.2).
Η χρήση της σιταλοπράμης από ασθενείς με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση
κρεατινίνης κάτω των 20 ml/min) δεν συνιστάται, καθώς δεν υπάρχουν διαθέσιμες
πληροφορίες για τη χρήση της σε αυτούς τους ασθενείς (βλ. παράγραφο 4.2).
Σε περιπτώσεις έκπτωσης της ηπατικής λειτουργίας, συνιστάται μείωση της δόσης (βλ.
παράγραφο 4.2) και προσεκτική παρακολούθηση της ηπατικής λειτουργίας.
Παράδοξο άγχος
Μερικοί ασθενείς με διαταραχή πανικού ενδέχεται να εμφανίσουν επίταση των
συμπτωμάτων του άγχους κατά την έναρξη της θεραπευτικής αγωγής με αντικαταθλιπτικά.
Η παράδοξη αυτή αντίδραση συνήθως υποχωρεί εντός των δύο πρώτων εβδομάδων μετά
την έναρξη της θεραπείας. Για τη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης μιας παράδοξης
αγχογόνου επίδρασης, συνιστάται χαμηλή εναρκτήρια δόση (βλ. λήμμα 4.2).
Υπονατριαιμία
Υπονατριαιμία, ενδεχομένως λόγω απρόσφορης έκκρισης αντιδιουρητικής ορμόνης
(SIADH), αναφέρθηκε ως σπάνια ανεπιθύμητη ενέργεια κατά τη συγχορήγηση SSRIs, η
οποία ήταν γενικά αναστρέψιμη με τη διακοπή της θεραπείας. Οι ηλικιωμένες γυναίκες
ασθενείς φαίνεται να διατρέχουν ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο.
Ακαθησία/Ψυχοκινητική ανησυχία
Η χρήση της σιταλοπράμης έχει συσχετισθεί με την ανάπτυξη ακαθησίας, η οποία
χαρακτηρίζεται από μια υποκειμενικά δυσάρεστη ή δυσφορική ανησυχία και επιτακτική
ανάγκη για κίνηση, που συχνά συνοδεύεται από αδυναμία του ασθενούς να καθίσει ή να
σταθεί ακίνητος. Το γεγονός αυτό είναι πιθανότερο να εμφανισθεί κατά τις πρώτες
εβδομάδες της θεραπείας. Στους ασθενείς αυτούς που αναπτύσσουν τα εν λόγω
συμπτώματα, η αύξηση της δόσης μπορεί να είναι επιβλαβής και ενδεχομένως να
χρειαστεί αναθεώρηση της χρήσης της Σιταλοπράμης.
5
Μανία
Η σιταλοπράμη πρέπει να χορηγείται με προσοχή σε ασθενείς με ιστορικό
μανίας/υπομανίας. Σε ασθενείς με μανιοκαταθλιπτική νόσο, ενδεχομένως να εμφανιστεί
μεταβολή ως προς την είσοδό τους σε φάση μανίας. Η σιταλοπράμη πρέπει να διακόπτεται
σε ασθενείς που εισέρχονται σε φάση μανίας.
Επιληπτικές κρίσεις
Με τη χρήση αντικαταθλιπτικών υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων. H
χρήση του PRICITAL πρέπει να διακοπεί σε όποιον ασθενή εμφανίσει επιληπτικές
κρίσεις. Η σιταλοπράμη πρέπει να αποφεύγεται σε ασθενείς με ασταθή επιληψία και οι
ασθενείς με ελεγχόμενη επιληψία πρέπει να παρακολουθούνται στενά. Η σιταλοπράμη
πρέπει να διακόπτεται αν παρατηρηθεί αύξηση της συχνότητας εμφάνισης επιληπτικών
κρίσεων.
Σύνδρομο σεροτονίνης
Σε σπάνιες περιπτώσεις έχει αναφερθεί σύνδρομο σεροτονίνης σε ασθενείς που
χρησιμοποιούν SSRIs. Ένας συνδυασμός συμπτωμάτων, όπως διέγερση, τρόμος,
μυόκλωνος και υπερθερμία μπορεί να είναι ενδεικτικός της ανάπτυξης αυτής της
κατάστασης. Η θεραπεία με σιταλοπράμη πρέπει να διακόπτεται αμέσως και να αρχίζει η
συμπτωματική θεραπεία.
Σεροτονινεργικά φάρμακα
Η σιταλοπράμη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με φαρμακευτικά προϊόντα
που έχουν σεροτονινεργική δράση όπως τραμαδόλη, τρυπροφάνη, οξιτριπτάνη,
σουματριπτάνη ή άλλες τριπτάνες (βλ. λήμμα 4.3).
St John s wort (βαλσαμόχορτο)
Αύξηση των σεροτονινεργικών επιδράσεων, όπως σύνδρομο σεροτονίνης, μπορεί να
εμφανιστεί κατά τη ταυτόχρονη χρήση σιταλοπράμης και φυτικών παρασκευασμάτων που
περιέχουν St John’s wort (βαλσαμόχορτο) (Hypericum perforatum). Για το λόγο αυτό, η
σιταλοπράμη και τα παρασκευάσματα που περιέχουν St John’s wort (βαλσαμόχορτο) δεν
πρέπει να λαμβάνονται ταυτόχρονα (βλ. λήμμα 4.5).
Ψύχωση
Η θεραπεία ψυχωσικών ασθενών με καταθλιπτικά επεισόδια δύναται να αυξήσει την
εμφάνιση ψυχωσικών συμπτωμάτων.
Διαβήτης
Σε διαβητικούς ασθενείς, η θεραπεία με έναν SSRI μπορεί να αλλοιώσει το γλυκαιμικό
έλεγχο. Η δόση της ινσουλίνης και/ή των από του στόματος χορηγούμενων
υπογλυκαιμικών, ενδέχεται να χρειαστούν αναπροσαρμογή.
Γλαύκωμα
Όπως και με τους υπόλοιπους SSRIs, η σιταλοπράμη μπορεί να προκαλέσει μυδρίαση και
πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ασθενείς με γλαύκωμα κλειστής γωνίας ή
ιστορικό γλαυκώματος.
Αιμορραγία
Υπάρχουν αναφορές παρατεταμένου χρόνου αιμορραγίας και ανωμαλίες αιμορραγίας
όπως εκχυμώσεις και πορφύρα, γυναικολογικές αιμορραγίες, γαστροεντερικές
αιμορραγίες και άλλες αιμορραγίες του δέρματος ή του βλεννογόνου με τη χρήση SSRIs
(βλ. λήμμα 4.8). Προσοχή συνιστάται σε ασθενείς που λαμβάνουν σιταλοπράμη, ιδιαίτερα
6
κατά τη συγχορήγησή της με από του στόματος χορηγούμενα αντιπηκτικά, δραστικές
ουσίες που είναι γνωστό ότι επηρεάζουν την αιμοπεταλιακή λειτουργία ή άλλες δραστικές
ουσίες που δύναται να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης αιμορραγίας (π.χ. άτυπα
αντιψυχωσικά και φαινοθειαζίνες, τα περισσότερα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά,
ακετυλοσαλικυλικό οξύ, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ΜΣΑΦ, τικλοπιδίνη
και διπυριδαμόλη), καθώς επίσης και σε ασθενείς με ιστορικό αιμορραγικών διαταραχών
(βλ. λήμμα 4.5).
Ηλεκτροσπασμοθεραπεία (ECT)
Υπάρχει μικρή κλινική εμπειρία κατά την παράλληλη χορήγηση σιταλοπράμης και ECT,
για το λόγο αυτό συνιστάται προσοχή.
Παράταση διαστήματος QT
Η σιταλοπράμη έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί δοσο-εξαρτώμενη παράταση του
διαστήματος QT. Περιπτώσεις παράτασης του διαστήματος QT και κοιλιακής αρρυθμίας
περιλαμβανομένης της πολύμορφης κοιλιακής ταχυκαρδίας (torsade de pointes) έχουν
αναφερθεί στη διάρκεια μετά την κυκλοφορία του προϊόντος, κυρίως σε ασθενείς θηλυκού
γένους, με υποκαλιαιμία ή με προϋπάρχουσα παράταση του διαστήματος QT ή άλλες
καρδιακές παθήσεις (βλ. λήμματα 4.3, 4.5, 4.8, 4.9 και 5.1).
Προσοχή συνιστάται σε ασθενείς με σημαντική βραδυκαρδία ή σε ασθενείς με πρόσφατο
οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου ή μη αντιρροπούμενη καρδιακή ανεπάρκεια.
Η διαταραχή ηλεκτρολυτών, όπως υποκαλιαιμία και υπομαγνησιαιμία, αυξάνει τον
κίνδυνο εμφάνισης κακοηθών αρρυθμιών και θα πρέπει να ρυθμιστεί πριν την έναρξη
θεραπείας με σιταλοπράμη.
Εάν η σιταλοπράμη πρόκεται να χορηγηθεί σε ασθενείς με σταθεροποιημένη καρδιακή
νόσο θα πρέπει να εξεταστεί η διεξαγωγή ενός ΗΚΓ ελέγχου πριν την έναρξη της
θεραπείας.
Εάν εμφανισθούν σημεία καρδιακής αρρυθμίας κατά τη διάρκεια της θεραπείας με
σιταλοπράμη, η αγωγή θα πρέπει να διακοπεί και να διεξαχθεί ΗΚΓ έλεγχος.
Αναστολείς Μονοαμινοοξειδάσης ( MAOIs )
Οι MAOIs δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με τους SSRIs (βλ. λήμμα 4.3).
Αναστρέψιμοι, εκλεκτικοί αναστολείς της ΜΑΟ-Α
Ο συνδυασμός σιταλοπράμης με αναστολείς της ΜΑΟ-Α, γενικά, δε συνιστάται λόγω του
κινδύνου εμφάνισης συνδρόμου σεροτονίνης (βλ. λήμμα 4.5).
Για περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με την ταυτόχρονη θεραπεία με μη-
εκλεκτικούς, αναστρέψιμους αναστολείς της ΜΑΟ, βλέπε λήμμα 4.5.
Συμπτώματα απόσυρσης που εμφανίζονται μετά τη διακοπή της θεραπείας με
σιταλοπράμη
Τα συμπτώματα απόσυρσης κατά τη διακοπή της θεραπείας είναι συχνά, ιδιαίτερα όταν η
διακοπή είναι αιφνίδια (βλ. λήμμα 4.8). Σε μια κλινική μελέτη πρόληψης υποτροπών, κατά
την οποία χορηγήθηκε σιταλοπράμη, οι ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τη διακοπή της
δραστικής ουσίας εμφανίστηκαν στο 40% των ασθενών έναντι του 20% των ασθενών που
συνέχισαν τη θεραπεία.
7
Ο κίνδυνος εμφάνισης συμπτωμάτων απόσυρσης ενδεχομένως εξαρτάται από αρκετούς
παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας και της δόσης της θεραπείας, καθώς και
το ρυθμό μείωσης της δόσης. Ζάλη, διαταραχές των αισθήσεων (συμπεριλαμβανομένης
παραισθησίας), διαταραχές του ύπνου υμπεριλαμβανομένων, αϋπνίας και έντονων
ονείρων), ταραχή ή ανησυχία, ναυτία και/ή έμετος, τρόμος, σύγχυση, εφίδρωση,
πονοκέφαλος, διάρροια, αίσθημα παλμών, συναισθηματική αστάθεια, ευερεθιστότητα και
διαταραχές της όρασης, είναι οι πιο συχνά αναφερόμενες αντιδράσεις. Γενικά, τα
συμπτώματα αυτά είναι ήπια έως μέτρια. Ωστόσο, σε ορισμένους ασθενείς μπορεί να είναι
περισσότερο σοβαρά ως προς την έντασή τους.
Εμφανίζονται συνήθως κατά τις πρώτες ημέρες μετά τη διακοπή της θεραπείας, αλλά οι
αναφορές τέτοιων συμπτωμάτων, σε ασθενείς που ακούσια παρέλειψαν μια δόση, είναι
εξαιρετικά σπάνιες.
Σε γενικές γραμμές, τα συμπτώματα αυτά είναι αυτο-περιοριζόμενα και συνήθως
εξαλείφονται εντός 2 εβδομάδων, παρόλο που σε ορισμένα άτομα μπορεί να παραταθούν
(για 2-3 μήνες ή και περισσότερο). Για το λόγο αυτό, κατά τη διακοπή της θεραπείας,
συνιστάται η σταδιακή μείωση της δόσης της σιταλοπράμης, για μια χρονική περίοδο
αρκετών εβδομάδων ή ενός μήνα, σύμφωνα με τις ανάγκες του ασθενούς (βλ.
«Συμπτώματα απόσυρσης που εμφανίζονται μετά τη διακοπή της θεραπείας με
σιταλοπράμη», λήμμα 4.2).
Έκδοχα
Τα δισκία περιέχουν μονοϋδρική λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα
δυσανεξίας της γαλακτόζης, ανεπάρκειας λακτάσης Lapp ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-
γαλακτόζης δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.
4.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις
Σε φαρμακοδυναμικό επίπεδο, έχουν αναφερθεί περιπτώσεις συνδρόμου σεροτονίνης με
τη λήψη σιταλοπράμης και μοκλοβεμίδης και βουσπιρόνης.
Συνδυασμοί που αντενδείκνυνται
Παράταση του διαστήματος QT
Φαρμακοκινητικές και φαρμακοδυναμικές μελέτες μεταξύ της σιταλοπράμης και άλλων
φαρμακευτικών προϊόντων, που παρατείνουν το διάστημα QT, δεν έχουν διεξαχθεί. Η
πιθανότητα αθροιστικής δράσης της σιταλοπράμης με αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα
δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Για το λόγο αυτό, η συγχορήγηση σιταλοπράμης με προϊόντα
που παρατείνουν το διάστημα QT, όπως αντιαρρυθμικά τάξης ΙΑ και ΙΙΙ, αντιψυχωσικά
(π.χ. παράγωγα φαινοθειαζίνης, πιμοζίδη, αλοπεριδόλη), τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά,
ορισμένοι αντιμικροβιακοί παράγοντες (π.χ. σπαρφλοξασίνη, μοξιφλοξασίνη,
ερυθρομυκίνη IV, πενταμιδίνη, αγωγή κατά της ελονοσίας, κυρίως αλοφαντρίνη),
ορισμένα αντιϊσταμινικά (αστεμιζόλη, μιζολαστίνη) κ.λπ., αντενδείκνυται.
Αναστολείς της ΜΑΟ
Η συγχορήγηση σιταλοπράμης και αναστολέων της ΜΑΟ ενδέχεται να προκαλέσει
σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου σεροτονίνης (βλ.
λήμμα 4.3).
Περιπτώσεις σοβαρών και κάποιες φορές θανατηφόρων αντιδράσεων, έχουν αναφερθεί σε
ασθενείς που ελάμβαναν έναν SSRI σε συνδυασμό με έναν αναστολέα της
8
μονοαμινοοξειδάσης (MAOI), συμπεριλαμβανομένου του μη-αναστρέψιμου αναστολέα
της ΜΑΟ, τη σελεγιλίνη και τους αναστρέψιμους αναστολείς της ΜΑΟ, λινεζολίδη και
μοκλοβεμίδη και σε ασθενείς που πρόσφατα διέκοψαν τη θεραπεία με έναν SSRI και
ξεκίνησαν αγωγή με έναν αναστολέα της ΜΑΟ.
Ορισμένες περιπτώσεις εμφάνισαν χαρακτηριστικά ομοιάζοντα με το σύνδρομο
σεροτονίνης.
Τα συμπτώματα αλληλεπίδρασης δραστικής ουσίας με έναν αναστολέα της ΜΑΟ
περιλαμβάνουν: διέγερση, τρόμο, μυόκλωνο και υπερθερμία.
Πιμοζίδη
Η συγχορήγηση μιας εφάπαξ δόσης πιμοζίδης 2 mg σε άτομα που έλαβαν αγωγή με
ρακεμική σιταλοπράμη 40 mg/ημέρα, για 11 ημέρες, προκάλεσε αύξηση στην AUC και τη
C
max
της πιμοζίδης, μολονότι η αύξηση αυτή δεν ήταν σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια της
μελέτης. Η συγχορήγηση πιμοζίδης και σιταλοπράμης οδήγησε σε μέση αύξηση του
διαστήματος QTc κατά περίπου 10msec. Λόγω της αλληλεπίδρασης που παρατηρήθηκε με
τη χαμηλή δόση πιμοζίδης, η συγχορήγηση σιταλοπράμης και πιμοζίδης αντενδείκνυται.
Συνδυασμοί που απαιτούν προσοχή κατά τη χορήγηση
Σελεγιλίνη (εκλεκτικός αναστολέας της ΜΑΟ-Β)
Μια μελέτη φαρμακοκινητικής/φαρμακοδυναμικής αλληλεπίδρασης με συγχορήγηση
σιταλοπράμης (20 mg ημερησίως) και σελεγιλίνης (10 mg ημερησίως) (ένας εκλεκτικός
αναστολέας της ΜΑΟ-Β) δεν κατέδειξε κλινικά σχετικές αλληλεπιδράσεις. Η
συγχορήγηση σιταλοπράμης και σελεγιλίνης (σε δόσεις άνω των 10 mg ημερησίως) δε
συνιστάται.
Σεροτονινεργικά φάρμακα
Λίθιο και τρυπτοφάνη
Δεν παρατηρήθηκαν φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις σε κλινικές δοκιμές, κατά τις
οποίες η σιταλοπράμη χορηγήθηκε ταυτόχρονα με λίθιο. Ωστόσο, αναφέρθηκαν
ενισχυμένες επιδράσεις όταν οι SSRI συγχορηγήθηκαν με λίθιο ή τρυπτοφάνη και για το
λόγο αυτό η ταυτόχρονη χρήση της σιταλοπράμης με αυτά τα φαρμακευτικά προϊόντα
πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή. Ο τακτικός έλεγχος των επιπέδων λιθίου θα
πρέπει να διεξάγεται ως συνήθως.
Η συγχορήγηση με σεροτονινεργικά φάρμακα (π.χ. τραμαδόλη, δεξτρομεθορφάνη,
πεθιδίνη, τρυπτοφάνη, οξυτριπτάνη, σουματριπτάνη και άλλες τριπτάνες) μπορεί να
οδηγήσει σε ενίσχυση των σχετιζόμενων με τους 5-HT επιδράσεων, σύνδρομο
σεροτονίνης. Σε συνδυασμό με τις τριπτάνες, υπάρχει ενδεχόμενος κίνδυνος στεφανιαίας
αγγειοσυστολής, συνοδευόμενης από υπέρταση. Κατά συνέπεια, η ταυτόχρονη χρήση
σιταλοπράμης και αυτών των δραστικών ουσιών δε συνιστάται (βλ. λήμμα 4.3).
St. John’s Wort (βαλσαμόχορτο)
Δυναμικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της σιταλοπράμης και του φυτικού φαρμάκου St.
John’s Wort (βαλσαμόχορτο) (Hypericum perforatum) μπορεί να εμφανιστούν, με
συνέπεια την αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών (βλ. λήμμα 4.4). Οι φαρμακοκινητικές
αλληλεπιδράσεις δεν έχουν διερευνηθεί.
Αιμορραγία
Απαιτείται προσοχή για ασθενείς που λαμβάνουν συγχρόνως αγωγή με αντιπηκτικά από
του στόματος, φαρμακευτικά προϊόντα που επηρεάζουν την αιμοπεταλιακή λειτουργία ή
άλλα φάρμακα που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης αιμορραγίας (π.χ. μη
9
στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ), ακετυλοσαλικυλικό οξύ, διπυριδαμόλη,
τικλοπιδίνη, άτυπα αντιψυχωσικά, φαινοθειαζίνες, τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά) (βλ.
λήμμα 4.4).
ECT (ηλεκτροσπασμοθεραπεία)
Δεν έχουν διεξαχθεί κλινικές δοκιμές που να αποδεικνύουν τους κινδύνους ή τα οφέλη
του συνδυασμού ηλεκτροσπασμοθεραπείας (ECT) και σιταλοπράμης (βλ. λήμμα 4.4).
Αλκοόλ
Κλινικές δοκιμές δεν κατέδειξαν ανεπιθύμητες φαρμακοδυναμικές ή φαρμακοκινητικές
αλληλεπιδράσεις μεταξύ της σιταλοπράμης και του αλκοόλ. Ωστόσο, ο συνδυασμός της
σιταλοπράμης με το αλκοόλ δε συνιστάται.
Φαρμακευτικά προϊόντα που προκαλούν παράταση του διαστήματος QT ή υποκαλιαιμία/
υπομαγνησιαιμία
Απαιτείται προσοχή κατά την ταυτόχρονη χρήση άλλων φαρμάκων που παρατείνουν το
διάστημα QT ή παράγοντες που προκαλούν υποκαλιαιμία/υπομαγνησιαιμία, καθώς
ενδέχεται να προκαλέσουν παράταση του διαστήματος QT, όπως και η σιταλοπράμη.
Φαρμακευτικά προϊόντα που μειώνουν τον ουδό των σπασμών
Οι SSRIs μπορούν να μειώσουν τον ουδό των σπασμών. Απαιτείται προσοχή κατά τη
συγχορήγηση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων που μπορούν να μειώσουν τον ουδό των
σπασμών (π.χ. αντικαταθλιπτικά [τρικυκλικά, SSRIs], νευροληπτικά [φαινοθειαζίνες,
θειοξανθίνες και βουτυροφαινόνες], μεφλοκίνη, βουπροπιόνη και τραμαδόλη).
Δεσιπραμίνη, ιμιπραμίνη
Σε φαρμακοκινητική μελέτη, δεν αποδείχθηκε ότι επηρεάστηκαν τα επίπεδα της
σιταλοπράμης ή της ιμιπραμίνης, παρόλο που τα επίπεδα της δεσιμιπραμίνης, του κύριου
μεταβολίτη της ιμιπραμίνης, σημείωσαν αύξηση. Όταν η δεσιμιπραμίνη συνδυάζεται με τη
σιταλοπράμη, παρατηρείται αύξηση των συγκεντρώσεων της δεσιμιπραμίνης στο πλάσμα.
Ενδεχομένως να χρειαστεί μείωση της δόσης της δεσιμιπραμίνης.
Νευροληπτικά
Η εμπειρία με τη σιταλοπράμη δεν κατέδειξε κλινικά σχετικές αλληλεπιδράσεις με τα
νευροληπτικά. Ωστόσο, όπως με όλους τους SSRIs, δεν μπορεί να αποκλεισθεί η
πιθανότητα εμφάνισης φαρμακοδυναμικής αλληλεπίδρασης.
Φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις
Ο βιομετασχηματισμός της σιταλοπράμης σε διμεθυλσιταλοπράμη επιτυγχάνεται με τη
μεσολάβηση των ακόλουθων ισοενζύμων του κυτοχρώματος P450: CYP2C19 ερίπου
38%), CYP3A4 (περίπου 31%) και CYP2D6 (περίπου 31%). Το γεγονός ότι η
σιταλοπράμη μεταβολίζεται από περισσότερα του ενός ισοένζυμα CYP, σημαίνει ότι η
αναστολή του βιομετασχηματισμού της είναι λιγότερο πιθανή, καθώς η αναστολή ενός
ενζύμου μπορεί να αντισταθμιστεί από ένα άλλο. Η σύνδεσή της με τις πρωτεΐνες του
πλάσματος είναι σχετικά χαμηλή (<80%). Για το λόγο αυτό, η συγχορήγηση της
σιταλοπράμης με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα, κατά την κλινική πρακτική, έχει πολύ
μικρή πιθανότητα να προκαλέσει φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις.
Τροφή
Η απορρόφηση και οι άλλες φαρμακοκινητικές ιδιότητες της σιταλοπράμης δεν έχει
αναφερθεί ότι επηρεάζονται από την πρόσληψη τροφής.
10
Επίδραση άλλων φαρμακευτικών προϊόντων στη φαρμακοκινητική της σιταλοπράμης
Η συγχορήγηση με κετοκοναζόλη (ισχυρός αναστολέας του CYP3A4) δεν προξένησε
μεταβολή στη φαρμακοκινητική της σιταλοπράμης.
Σε μελέτη για τη φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση λιθίου και σιταλοπράμης δεν
αποδείχθηκε καμία φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση (βλέπε επίσης τα προαναφερόμενα).
Σιμετιδίνη
Η σιμετιδίνη (ισχυρός αναστολέας του CYP2D6, 3A4 και 1Α2) προκάλεσε μια μέτρια
αύξηση των μέσων επιπέδων σιταλοπράμης σε σταθερή κατάσταση. Απαιτείται προσοχή
κατά τη χορήγηση σιταλοπράμης σε συνδυασμό με σιμετιδίνη. Ίσως να χρειαστεί
προσαρμογή της δόσης. Η συγχορήγηση S-σιταλοπράμης (δραστικό εναντιομερές της
σιταλοπράμης) με ομεπραζόλη 30 mg χορηγούμενη εφάπαξ ημερησίως (αναστολέας του
CYP2C19) είχε ως επακόλουθο μια μέτρια (περίπου 50%) αύξηση στις συγκεντρώσεις της
S-σιταλοπράμης στο πλάσμα. Κατά συνέπεια, απαιτείται προσοχή κατά τη συγχορήγησή
της με αναστολείς του CYP2C19 (π.χ. ομεπραζόλη, εσομεπραζόλη, φλουβοξαμίνη,
λανσοπραζόλη, τικλοπιδίνη).
Μετοπρολόλη
Η S-σιταλοπράμη (δραστικό εναντιομερές της σιταλοπράμης) είναι αναστολέας του
ενζύμου CYP2D6. Απαιτείται προσοχή όταν η σιταλοπράμη συγχορηγείται με
φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία μεταβολίζονται κατά κύριο λόγο από το συγκεκριμένο
ένζυμο και έχουν στενό θεραπευτικό δείκτη, π.χ. φλεκαϊνίδη, προπαφαινόνη και
μετοπρολόλη (όταν χρησιμοποιούνται σε καρδιακή ανεπάρκεια) ή ορισμένα
φαρμακευτικά προϊόντα που δρουν στο ΚΝΣ, τα οποία μεταβολίζονται κυρίως από το
CYP2D6, π.χ. αντικαταθλιπτικά όπως η δεσιμιπραμίνη, κλομιπραμίνη και νορτριπτυλίνη ή
αντιψυχωσικά όπως η ρισπεριδόνη, θειοριδαζίνη και αλοπεριδόλη. Ενδεχομένως να
χρειαστεί προσαρμογή της δόσης. Η συγχορήγηση με μετοπρολόλη είχε ως αποτέλεσμα
την αύξηση των επιπέδων της μετοπρολόλης στο πλάσμα στο διπλάσιο, χωρίς όμως
στατιστικά σημαντική ενίσχυση της επίδρασης της μετοπρολόλης στην αρτηριακή πίεση
και τον καρδιακό ρυθμό.
Επίδραση της σιταλοπράμης στα άλλα φαρμακευτικά προϊόντα
Μια φαρμακοκινητική/φαρμακοδυναμική μελέτη αλληλεπίδρασης με συγχορήγηση
σιταλοπράμης και μετοπρολόλης (υπόστρωμα του ενζύμου CYP2D6) σε υγιείς εθελοντές,
κατέδειξε αύξηση των συγκεντρώσεων της μετοπρολόλης στο διπλάσιο, χωρίς όμως
στατιστικά σημαντική αύξηση της επίδρασης της μετοπρολόλης στην αρτηριακή πίεση και
τον καρδιακό ρυθμό.
Η σιταλοπράμη και η διμεθυλσιταλοπράμη είναι πολύ ασθενείς αναστολείς των CYP2C9,
CYP2E1 και CYP3A4 και ασθενείς αναστολείς των CYP1A2, CYP2C19 και CYP2D6,
συγκριτικά με τους άλλους SSRIs, που έχουν διαπιστωθεί ως ισχυροί αναστολείς.
Λεβομεπρομαζίνη, διγοξίνη, καρβαμαζεπίνη
Συμπερασματικά, δεν παρατηρήθηκαν μεταβολές ή παρατηρήθηκαν ελάχιστες μεταβολές
χωρίς κλινική σημαντικότητα, όταν η σιταλοπράμη χορηγήθηκε με υποστρώματα του
ενζύμου CYP1A2 (κλοζαπίνη και θεοφυλλίνη), με τα ένζυμα CYP2C9 (βαρφαρίνη),
CYP2C19 (ιμιπραμίνη και μεφαινυντοΐνη), CYP2D6 (σπαρτεΐνη, ιμιπραμίνη,
11
αμιτριπτυλίνη, ρισπεριδόνη) και CYP3A4 (βαρφαρίνη, καρβαμαζεπίνη (και ο μεταβολίτης
της εποξείδιο καρβαμαζεπίνης) και τριαζολάμη).
Ωστόσο, καθώς η καρβαμαζεπίνη είναι ένας μικροσωματικός επαγωγέας ενζύμου, θα
πρέπει να ληφθεί υπόψη το ενδεχόμενο αύξησης της κάθαρσης της σιταλοπράμης, όταν τα
δύο φάρμακα χορηγηθούν ταυτόχρονα.
Δεν παρατηρήθηκε φαρμακοκινητική αλληλεπίδραση μεταξύ της σιταλοπράμης και της
λεβομεπρομαζίνης ή της διγοξίνης (γεγονός που υποδηλώνει ότι η σιταλοπράμη δεν
επάγει ούτε αναστέλλει την Ρ-γλυκοπρωτεΐνη).
4.6. Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Δεδομένα από μελέτες σε ζώα καταδεικνύουν ότι η σιταλοπράμη μπορεί να επηρεάσει την
ποιότητα του σπάρματος (βλ. παράγραφο 5.3).
Αναφορές περιπτώσεων από ανθρώπους που έλαβαν ορισμένους SSRIs δείχνουν ότι η
επίδραση στην ποιότητα του σπέρματος είναι αναστρέψιμη. Δεν έχει παρατηρηθεί μέχρι
σήμερα επίδραση στην ανθρώπινη αναπαραγωγικότητα.
Κύηση
Ένας μεγάλος αριθμός δεδομένων από έγκυες γυναίκες (περισσότερα από 2500
αποτελέσματα περιστατικών με έκθεση σε σιταλοπράμη) δεν καταδεικνύουν δυσμορφική
τοξικότητα στα έμβρυα και νεογνά. Μελέτες σε ζώα κατέδειξαν τοξικότητα στην
αναπαραγωγή, χωρίς όμως άμεσες επιβλαβείς επιδράσεις στην κύηση, την ανάπτυξη του
κυήματος/εμβρύου, τον τοκετό ή τη μεταγεννητική ανάπτυξη (βλ. λήμμα 5.3).
Η σιταλοπράμη μπορεί να χορηγηθεί κατά τη διάρκεια της κύησης, εάν είναι κλινικά
απαραίτητη, λαμβάνοντας υπόψη τα όσα αναφέρονται παρακάτω.
Τα νεογνά πρέπει να παρακολουθούνται, εάν η χρήση της σιταλοπράμης από τη μητέρα
συνεχίστηκε και στα τελευταία στάδια της εγκυμοσύνης, ιδιαίτερα κατά το τρίτο τρίμηνο.
Η απότομη διακοπή πρέπει να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της κύησης.
Τα ακόλουθα συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν στα νεογνά μετά τη χρήση εκλεκτικών
αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νορεπινεφρίνης (SSRIs/SNRIs) από τη
μητέρα, κατά τα όψιμα στάδια της κύησης: αναπνευστική καταστολή, κυάνωση, άπνοια,
σπασμοί, αστάθεια της θερμοκρασίας του σώματος, δυσκολία του βρέφους να θηλάσει ή
να κοιμηθεί, έμετος, υπογλυκαιμία, υπερτονία, υποτονία, υπεραντανακλαστικότητα,
τρόμος, νευρικότητα, ευερεθιστότητα, λήθαργος, σταθερό κλάμα και αϋπνία. Τα
συμπτώματα αυτά μπορεί ενδεχομένως να οφείλονται είτε σε σεροτονινεργικές επιδράσεις
ή στο σύνδρομο απόσυρσης. Στην πλειονότητα των περιστατικών, οι επιπλοκές
εμφανίζονται αμέσως ή σε μικρό χρονικό διάστημα (<24 ώρες) μετά τον τοκετό.
Επιδημιολογικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι η χρήση SSRIs στην κύηση, ιδιαίτερα κατά
τα όψιμα στάδια, μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο επίμονης πνευμονικής υπέρτασης στο
νεογέννητο (PPHN). Ο παρατηρούμενος κίνδυνος ήταν περίπου 5 περιστατικά ανά 1000
κυήσεις. Στο γενικό πληθυσμό, παρατηρούνται 1 έως 2 περιστατικά PPHN ανά 1000
κυήσεις.
Θηλασμός
Η σιταλοπράμη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Υπολογίζεται ότι το βρέφος που θηλάζει
θα λάβει περίπου το 5% της προς το βάρος ανάλογης ημερήσιας δόσης της μητέρας (σε
mg/kg). Καθόλου ή μόνο ελάχιστα περιστατικά έχουν παρατηρηθεί στα βρέφη. Ωστόσο, οι
διαθέσιμες πληροφορίες είναι ανεπαρκείς για την αξιολόγηση του κινδύνου για το βρέφος.
Συνιστάται προσοχή. Τα οφέλη του θηλασμού θα πρέπει να αντισταθμίζουν τις πιθανές
12
ανεπιθύμητες ενέργειες για το βρέφος. Εάν η θεραπεία με σιταλοπράμη θεωρείται
απαραίτητη, θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο διακοπής του θηλασμού.
4.7. Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Η σιταλοπράμη έχει ελάχιστη ή μέτρια επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού
μηχανών. Τα ψυχοδραστικά φάρμακα δύναται να μειώσουν την ικανότητα κρίσης και
αντίδρασης, σε έκτακτες περιπτώσεις.
Οι ασθενείς στους οποίους έχουν συνταγογραφηθεί ψυχοτρόπα φάρμακα είναι
ενδεχομένως αναμενόμενο να εμφανίσουν κάποια έκπτωση της γενικής ικανότητας
προσοχής και συγκέντρωσης είτε λόγω της ίδιας της νόσου, της φαρμακευτικής αγωγής ή
και των δύο και θα πρέπει να προειδοποιούνται ότι η ικανότητά τους για οδήγηση και
χειρισμό μηχανών μπορεί να επηρεασθεί αρνητικά
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες που παρατηρήθηκαν με τη σιταλοπράμη είναι γενικά ήπιες και
παροδικές. Παρουσιάζονται πιο έντονες κατά την πρώτη ή δεύτερη εβδομάδα της
θεραπείας και συνήθως υποχωρούν στη συνέχεια. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες
παρουσιάζονται σύμφωνα με την προτεινόμενη από το MedDRA ορολογία.
Για τις ακόλουθες αντιδράσεις, διαπιστώθηκε δοσολογική ανταπόκριση: Αυξημένη
εφίδρωση, ξηροστομία, αϋπνία, υπνηλία, διάρροια, ναυτία και κόπωση.
Ο παρακάτω κατάλογος παρουσιάζει το ποσοστό των ανεπιθύμητων ενεργειών που
σχετίζονται με τους SSRIs και/ή τη σιταλοπράμη και εμφανίζεται σε 1% των ασθενών σε
διπλά-τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο δοκιμές ή μετά την κυκλοφορία του
προϊόντος.
Οι συχνότητες καθορίζονται ως ακολούθως: Πολύ συχνές (1/10), συχνές (1/100,
<1/10), λιγότερο συχνές (1/1000, <1/100), σπάνιες (1/10000, <1/1000), πολύ σπάνιες
(<1/10000), μη γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν από τα διαθέσιμα δεδομένα).
Αιματολογικές διαταραχές και διαταραχές του λεμφικού συστήματος
Μη γνωστές: Θρομβοκυτοπενία
Διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος
Λιγότερο συχνές: Αλλεργικές αντιδράσεις
Πολύ σπάνιες: Αναφυλακτοειδείς αντιδράσεις
Μη γνωστές: Υπερευαισθησία, αναφυλακτική αντίδραση
Διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος
Πολύ σπάνιες: Προλακτιναιμία
Μη γνωστές: Απρόσφορη έκκριση αντιδιουρητικής ορμόνης (ADH)
Διαταραχές του μεταβολισμού και της θρέψης
Συχνές: Μειωμένη όρεξη, μείωση σωματικού βάρους
Λιγότερο συχνές: Αυξημένη όρεξη, αύξηση σωματικού βάρους
Σπάνιες: Υπονατριαιμία
Μη γνωστές: Υποκαλιαιμία
Ψυχιατρικές διαταραχές
Πολύ συχνές: Αϋπνία
13
Συχνές: Ταραχή, νευρικότητα, διαταραχές του ύπνου, μη φυσιολογικός οργασμός (στις
γυναίκες), μη φυσιολογικά όνειρα, αμνησία, άγχος, μειωμένη γενετήσια ορμή, απάθεια και
σύγχυση
Λιγότερο συχνές: Επιθετικότητα, ψευδαισθήσεις, μανία, αποπροσωποποίηση, ευφορία και
αυξημένη γενετήσια ορμή
Μη γνωστές: Κρίσεις πανικού (τα συμπτώματα αυτά μπορεί να οφείλονται στην
υποκείμενη νόσο), βρουξισμός, ανησυχία, αυτοκτονικός ιδεασμός, αυτοκτονική
συμπεριφορά
1
.
Διαταραχές του νευρικού συστήματος
Πολύ συχνές: Υπνηλία, πονοκέφαλος, ζάλη
Συχνές: Ημικρανία, τρόμος, ζάλη, διάσπαση προσοχής και παραισθησία
Λιγότερο συχνές: Συγκοπή
Σπάνιες: Τονικοκλονικοί σπασμοί (grand mal), δυσκινησία, διαταραχές της γεύσης
Μη γνωστές: Σπασμοί, σύνδρομο σεροτονίνης, εξωπυραμιδικές διαταραχές, ακαθησία,
κινητική διαταραχή.
Οφθαλμικές διαταραχές
Πολύ συχνές: Μη φυσιολογική προσαρμογή του οφθαλμού
Συχνές: Ανωμαλίες της όρασης
Λιγότερο συχνές: Μυδρίαση οποία μπορεί να οδηγήσει σε οξύ γλαύκωμα κλειστής
γωνίας) βλ. παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη
χρήση.
Μη γνωστές: Οπτικές διαταραχές
Διαταραχές του ωτός και του λαβύρινθου
Συχνές: Εμβοές των ώτων
Καρδιολογικές διαταραχές
Πολύ συχνές: Αίσθημα παλμών
Λιγότερο συχνές: Βραδυκαρδία, ταχυκαρδία
Πολύ σπάνιες: Υπερκοιλιακή και κοιλιακή αρρυθμία
Μη γνωστές: Κοιλιακή αρρυθμία περιλαμβανομένης πολύμορφης κοιλιακής ταχυκαρδίας
(torsade de pointes), παράταση του διαστήματος QT
2
Αγγειακές διαταραχές
Συχνές: Υπόταση, υπέρταση
Σπάνιες: Αιμορραγία
Μη γνωστές: Ορθοστατική υπόταση
Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακα και του μεσοθωρακίου
Συχνές: Ρινίτιδα, χάσμημα και ιγμορίτιδα
Λιγότερο συχνές: Βήχας
Μη γνωστές: Επίσταξη
Γαστρεντερικές διαταραχές
Πολύ συχνές: Ναυτία, ξηροστομία
Συχνές: Δυσπεψία, διάρροια, έμετος, δυσκοιλιότητα, κοιλιακό άλγος, μετεωρισμός, και
αυξημένη σιελόρροια
Μη γνωστές: Αιμορραγία από το γαστρεντερικό (συμπεριλαμβανομένης της αιμορραγίας
από το ορθό)
14
Ηπατοχολικές διαταραχές
Σπάνιες: Ηπατίτιδα
Μη γνωστές: Μη φυσιολογικές τιμές ελέγχων ηπατικής λειτουργίας
Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού
Πολύ συχνές: Αυξημένη εφίδρωση
Συχνές: Κνησμός
Λιγότερο συχνές: Κνίδωση, αλωπεκία, εξάνθημα, πορφύρα, αντιδράσεις φωτοευαισθησίας
Μη γνωστές: Εκχύμωση, αγγειοοίδημα
Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού
Συχνές: Μυαλγία, αρθραλγία
Διαταραχές των νεφρών και του ουροποιητικού συστήματος
Συχνές: Διαταραχές ούρησης και πολυουρία
Λιγότερο συχνές: Επίσχεση ούρων
Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και των μαστών
Συχνές: Αδυναμία εκσπερμάτισης, διαταραχές εκσπερμάτισης, δυσμηνόρροια και
ανικανότητα
Λιγότερο συχνές: Γυναίκες: Μηνορραγία
Μη γνωστές: Γυναίκες: Μητρορραγία
Άνδρες: Πριαπισμός, γαλακτόρροια
Γενικές διαταραχές και καταστάσεις της περιοχής εφαρμογής
Πολύ συχνές: Ασθένεια
Συχνές: Κόπωση
Λιγότερο συχνές: Αδιαθεσία, οίδημα
Σπάνιες: Πυρεξία
Αριθμός ασθενών: Σιταλοπράμη / Εικονικό φάρμακο = 1346 / 545
1
Περιστατικά αυτοκτονικού ιδεασμού και αυτοκτονικών συμπεριφορών αναφέρθηκαν
κατά τη διάρκεια της θεραπείας με σιταλοπράμη ή αμέσως μετά τη διακοπή της (βλ.
λήμμα 4.4).
2
Περιστατικά παράτασης του διαστήματος QT και κοιλιακής αρρυθμίας
περιλαμβανομένης πολύμορφης κοιλιακής ταχυκαρδίας (torsade de pointes) αναφέρθηκαν
μετά την κυκλοφορία του προϊόντος, κυρίως σε ασθενείς γένους θηλυκού, με
υποκαλιαιμία ή προϋπάρχουσα παράταση του διαστήματος QT ή άλλες καρδιακές νόσους
(βλ. λήμματα 4.3, 4.4, 4.5, 4.9 και 5.1).
Συμπτώματα απόσυρσης που σημειώθηκαν κατά τη διακοπή της θεραπείας με
σιταλοπράμη
Η διακοπή χρήσης της σιταλοπράμης (ιδιαίτερα όταν είναι αιφνίδια) συνήθως οδηγεί σε
εμφάνιση συμπτωμάτων απόσυρσης. Ζάλη, αισθητηριακές διαταραχές
(συμπεριλαμβανομένης παραισθησίας), διαταραχές του ύπνου (συμπεριλαμβανομένων,
αϋπνίας και έντονων ονείρων), ανησυχία ή άγχος, ναυτία και/ή έμετος, τρόμος, σύγχυση,
εφίδρωση, πονοκέφαλος, διάρροια, αίσθημα παλμών, συναισθηματική αστάθεια,
ευερεθιστότητα και διαταραχές της όρασης, αποτελούν τις συνηθέστερα αναφερόμενες
αντιδράσεις.
15
Γενικά, τα συμπτώματα αυτά είναι ήπια έως μέτρια και αυτο-περιοριζόμενα, παρόλο που
σε ορισμένους ασθενείς μπορεί να είναι σοβαρά και/ή παρατεταμένα. Για το λόγο αυτό,
όταν η θεραπευτική αγωγή με σιταλοπράμη δεν είναι πλέον απαραίτητη, συνιστάται η
σταδιακή διακοπή της με βαθμιαία μείωση της δόσης (βλ. λήμματα 4.2 και 4.4).
Επιπτώσεις κατηγορίας
Επιδημιολογικές μελέτες, που διεξήχθησαν κυρίως σε ασθενείς ηλικίας 50 ετών και άνω,
καταδεικνύουν αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων σε εκείνους που ελάμβαναν εκλεκτικούς
αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) και τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά
(TCAs). Ο μηχανισμός που αιτιολογεί τον κίνδυνο αυτό δεν είναι γνωστός.
4.9. Υπερδοσολογία
Τοξικότητα
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα εκτενή κλινικά δεδομένα αναφορικά με υπερδοσολογία από
σιταλοπράμη, ενώ τα περισσότερα περιστατικά αφορούν σε συνδυαστική υπερδοσολογία
με άλλα φάρμακα/αλκοόλ. Η σιταλοπράμη χορηγείται στους ασθενείς, σε ενδεχόμενο
κίνδυνο αυτοκτονίας και υπάρχουν ορισμένες αναφορές απόπειρας αυτοκτονίας. Τις
περισσότερες φορές δεν υπάρχουν στοιχεία για την ακριβή δόση. Έχουν αναφερθεί
θανατηφόρα κρούσματα μετά από υπερδοσολόγηση σιταλοπράμης, χωρίς συγχορήγηση
άλλου φαρμάκου, παρόλα αυτά, τα περιστατικά στην πλειονότητά τους περιλαμβάνουν
υπερδοσολογία συγχορηγούμενων θεραπειών. Η ακριβής θανατηφόρα δόση δεν είναι
γνωστή. Ασθενείς επιβίωσαν μετά από λήψη έως 2 g σιταλοπράμης. Οι επιδράσεις
ενισχύονται με τη σύγχρονη κατανάλωση αλκοόλ. Ενδεχόμενη αλληλεπίδραση με
τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και αναστολείς της ΜΑΟ.
Συμπτώματα
Τα ακόλουθα συμπτώματα έχουν παρατηρηθεί σε αναφορές υπερδοσολογίας με
σιταλοπράμη: Ναυτία, νύστα, δυστονία, σπασμοί, ταχυκαρδία, υπνηλία, παράταση του
διαστήματος QT, κώμα, έμετος, τρόμος, υπόταση, καρδιακή ανακοπή, σύνδρομο
σεροτονίνης, ταραχή, βραδυκαρδία, ζάλη, αποκλεισμός σκέλους, διεύρυνση του QRS,
υπέρταση, μυδρίαση, πολύμορφη κοιλιακή ταχυκαρδία (torsades de pointes), αφασία,
εφίδρωση, κυάνωση, υπεραερισμός, υπερπυρεξία, κολπική και κοιλιακή αρρυθμία.
Σπανίως, μπορεί να εμφανιστούν χαρακτηριστικά «συνδρόμου σεροτονίνης» σε
περιπτώσεις σοβαρής τοξικότητας. Αυτό περιλαμβάνει μεταβολή της νοητικής
κατάστασης, νευρομυϊκή υπερδραστηριότητα και αστάθεια του αυτόνομου νευρικού
συστήματος. Ενδεχόμενη επίπτωση υπερπυρεξίας και αύξησης των επιπέδων κρεατινικής
κινάσης στον ορό. Σπάνια εμφανίζεται ραβδομυόλυση.
Αντιμετώπιση
Δεν υπάρχει κάποιο γνωστό, ειδικό για τη σιταλοπράμη αντίδοτο και περιλαμβάνει τη
διατήρηση απεφραγμένου αεραγωγού και την παρακολούθηση ΗΚΓ καθώς και των
ζωτικών σημείων, μέχρι τη σταθεροποίηση της κατάστασης του ασθενούς. Η
αντιμετώπιση είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Εάν η ποσότητα του φαρμάκου
είναι μεγάλη και η λήψη πολύ πρόσφατη, μπορεί να εξετασθεί η περίπτωση γαστρικής
πλύσης (εάν ο ασθενής έχει απώλεια συνείδησης, απαιτείται πρωτίστως διασωλήνωση).
Να εξεταστεί η από του στόματος χορήγηση ενεργού άνθρακα σε ενήλικες και παιδιά, που
έχουν λάβει περισσότερο από 5mg/kg βάρους σώματος, εντός 1 ώρας. Έχει αποδειχθεί ότι
ο ενεργός άνθρακας που χορηγείται ½ ώρα μετά τη λήψη της σιταλοπράμης, μειώνει την
απορρόφηση κατά 50%. Μπορεί επίσης να εξετασθεί η δυνατότητα επιτάχυνσης της
απέκκρισης μέσω οσμωτικών υπακτικών, π.χ. θειικό νάτριο. Συνιστάται
ηλεκτροκαρδιογραφικός έλεγχος και παρακολούθηση των ζωτικών λειτουργιών.
16
ΗΚΓ έλεγχος συνιστάται σε περίπτωση υπερδοσολογίας σε ασθενείς με συμφορητική
καρδιακή ανεπάρκεια/βραδυαρρυθμίες, σε ασθενείς που λαμβάνουν ταυτόχρονα θεραπεία
που παρατείνει το διάστημα QT ή σε ασθενείς με διαταραγμένο μεταβολισμό, π.χ.
ηπατική ανεπάρκεια.
Εάν έχει επηρεαστεί η κατάσταση της συνείδησης, ο ασθενής θα πρέπει να διασωληνωθεί.
Έλεγχος των σπασμών με χορήγηση ενδοφλέβιας διαζεπάμης, εάν εμφανίζονται συχνά ή
είναι παρατεταμένοι.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Εκλεκτικοί Αναστολείς Επαναπρόσληψης Σεροτονίνης,
Κωδικός ATC: N 06A B 04
Μηχανισμός δράσης
Βιοχημικές μελέτες και μελέτες συμπεριφοράς έδειξαν ότι η σιταλοπράμη είναι ένας
ισχυρός αναστολέας επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (5-ΗΤ). Η ανοχή στην αναστολή
της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (5-ΗΤ) δεν επάγεται από τη μακροχρόνια θεραπεία
με σιταλοπράμη.
Η σιταλοπράμη είναι πολύ ισχυρός Εκλεκτικός Αναστολέας Επαναπρόσληψης
Σεροτονίνης (SSRI), με καμία ή με ελάχιστη επίδραση στην επαναπρόσληψη της
νοραδρεναλίνης (ΝΑ), της ντοπαμίνης (DA), και του γ-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA).
Σε αντίθεση με πολλά τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά και κάποιους νεότερους SSRIs, η
σιταλοπράμη δεν έχει καμία ή έχει πολύ μικρή συγγένεια με μια σειρά υποδοχέων
συμπεριλαμβανομένων των 5-ΗΤ
, 5-ΗΤ
2
, DA, D
1
και D
2
υποδοχέων, των α
1
-, α
2
-, β-
αδρενεργικών υποδοχέων, των Η
1
ισταμινικών, μουσκαρινικών, χολινεργικών,
βενζοδιαζεπινικών υποδοχέων και των υποδοχέων των οπιοειδών. Μια σειρά
λειτουργικών in-vitro δοκιμασιών σε μεμονωμένα όργανα καθώς και λειτουργικές in vivo
δοκιμασίες επιβεβαίωσαν την έλλειψη συγγένειας με υποδοχείς. Αυτή η απουσία
επιδράσεων στους υποδοχείς μπορεί να εξηγήσει το λόγο για τον οποίο η σιταλοπράμη
προκαλεί λιγότερες από τις συνηθισμένες ανεπιθύμητες ενέργειες όπως ξηροστομία,
διαταραχές της ουροδόχου κύστης και του εντέρου, θάμβος όρασης, καταστολή,
καρδιοτοξικότητα, και ορθοστατική υπόταση.
Οι κύριοι μεταβολίτες της σιταλοπράμης είναι όλοι SSRIs, παρόλο που οι αναλογίες
δραστικότητας και εκλεκτικότητάς τους είναι χαμηλότερες από αυτές της σιταλοπράμης.
Ωστόσο, οι αναλογίες εκλεκτικόλτητας των μεταβολιτών είναι υψηλότερες σε σχέση με
αυτές πολλών από τους νεότερους SSRIs. Οι μεταβολίτες δεν συμβάλλουν στη συνολική
αντικαταθλιπτική δράση.
Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η καταστολή της φάσης του ύπνου με ταχείες κινήσεις των οφθαλμών (REM) θεωρείται
ως παράγοντας πρόβλεψης της αντικαταθλιπτικής δράσης. Όπως τα τρικυκλικά
αντικαταθλιπτικά, άλλοι SSRIs και αναστολείς της ΜΑΟ, η σιταλοπράμη καταστέλλει τον
ύπνο REM και παρατείνει το βαθύ ύπνο βραδέων κυμάτων.
17
Παρόλο που η σιταλοπράμη δε συνδέεται με τους υποδοχείς των οπιοειδών ενισχύει την
αναλγητική δράση των συνηθέστερα χρησιμοποιούμενων οπιοειδών αναλγητικών. Μετά
τη χορήγηση σιταλοπράμης, παρατηρήθηκε ενίσχυση της επαγόμενης από την d-
αμφεταμίνη υπερδραστηριότητας.
Στους ανθρώπους, η σιταλοπράμη δεν επηρεάζει τη γνωστική (διανοητική λειτουργία) και
ψυχοκινητική απόδοση και έχει ελάχιστες ή καθόλου κατασταλτικές ιδιότητες, είτε
χορηγούμενη μόνη της ή σε συνδυασμό με αλκοόλ.
Η σιταλοπράμη δεν μείωσε τη ροή του σίελου σε μια μελέτη χορήγησης εφάπαξ δόσης σε
εθελοντές και σε καμία από τις μελέτες σε υγιείς εθελοντές, η σιταλοπράμη δεν επέδειξε
σημαντική επίδραση στις καρδιαγγειακές παραμέτρους. Η σιταλοπράμη δεν έχει καμία
επίδραση στα επίπεδα της προλακτίνης ορού και της αυξητικής ορμόνης.
Οι κύριοι μεταβολίτες της σιταλοπράμης είναι όλοι SSRIs παρόλο που οι αναλογίες της
δραστικότητας και της εκλεκτικότητάς τους είναι χαμηλότερες από αυτές της
σιταλοπράμης. Ωστόσο, οι αναλογίες εκλεκτικότητας των μεταβολιτών είναι υψηλότερες
από αυτές αρκετών από τους νεότερους SSRIs. Οι μεταβολίτες δεν συνεισφέρουν στην
ολική αντικαταθλιπτική δράση.
Σε μια διπλή-τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο ΗΚΓ μελέτη σε υγιείς εθελοντές, η
μεταβολή από την τιμή αναφοράς στο QTc (διόρθωση κατά Fridericia) ήταν 7,5 (90% CI
5,9 9,1) msec στη δόση των 20 mg/ημέρα και 16,7 (90% CI 15,0 18,4) msec στη δόση
των 60 mg/ημέρα (βλ. λήμματα 4.3, 4.4, 4.5, 4.8 και 4.9).
5.2. Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η απορρόφηση της σιταλοπράμης είναι σχεδόν πλήρης και ανεξάρτητη από την πρόσληψη
τροφής (μέσος όρος/μέση τιμή Τmax 3,8 ώρες). Η από του στόματος βιοδιαθεσιμότητα
είναι περίπου 80%.
Κατανομή
Ο φαινομενικός όγκος κατανομής (V
d
)
β
είναι περίπου 12,3 L/kg. Η σύνδεση με τις
πρωτεΐνες του πλάσματος είναι χαμηλότερη από 80% για τη σιταλοπράμη και τους
κύριους μεταβολίτες της.
Βιομετατροπή
Η σιταλοπράμη μεταβολίζεται στους δραστικούς μεταβολίτες δεμεθυλοσιταλοπράμη,
διδεμεθυλοσιταλοπράμη, στο Ν-οξείδιο της σιταλοπράμης και στο αδρανές απαμινωμένο
παράγωγο του προπιονικού οξέος. Όλοι οι δραστικοί μεταβολίτες είναι επίσης SSRIs,
παρόλο που είναι ασθενέστεροι από τη μητρική ουσία. Η αμετάβλητη σιταλοπράμη είναι
η κύρια ουσία, που ανευρίσκεται στο πλάσμα.
Απομάκρυνση
Ο χρόνος ημίσειας ζωής αποβολής (T
1/2β
) είναι περίπου 1,5 ημέρες, η κάθαρση της
σιταλοπράμης στο πλάσμα μετά από συστηματική χορήγηση (Cl
s
) είναι περίπου 0,33
L/min, και η κάθαρση στο πλάσμα μετά από στόματος χορήγηση (Cl
oral
) είναι περίπου 0,41
L/min.
Η σιταλοπράμη απεκκρίνεται κυρίως μέσω του ήπατος (85%) και η υπόλοιπη ποσότητα
(15%) μέσω των νεφρών. Περίπου 12% της ημερήσιας δόσης απεκκρίνεται στα ούρα ως
αμετάβλητη σιταλοπράμη. Η ηπατική (υπολειπόμενη) κάθαρση είναι περίπου 0,35 L/min
και η νεφρική κάθαρση περίπου 0,068 L/min.
18
Γραμμικότητα / Μη-γραμμικότητα
Η κινητική της είναι γραμμική. Τα επίπεδα σταθερής κατάστασης στο πλάσμα
επιτυγχάνονται εντός 1-2 εβδομάδων. Οι μέσες συγκεντρώσεις 250 nmol/L (100-500
nmol/L) επιτυγχάνονται με ημερήσια δόση 40mg. Δεν υπάρχει σαφής συσχέτιση μεταξύ
των επιπέδων της σιταλοπράμης στο πλάσμα και της θεραπευτικής ανταπόκρισης ή των
ανεπιθύμητων ενεργειών.
Ηλικιωμένοι ασθενείς (≥65 ετών)
Επιμηκυμένοι χρόνοι ημίσειας ζωής και μειωμένες τιμές κάθαρσης εξαιτίας του
μειωμένου ρυθμού του μεταβολισμού παρατηρήθηκαν σε ηλικιωμένους ασθενείς.
Έκπτωση της ηπατικής λειτουργίας
Η σιταλοπράμη απομακρύνεται βραδύτερα σε ασθενείς με έκπτωση της ηπατικής
λειτουργίας. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της σιταλοπράμης είναι περίπου ο διπλάσιος και οι
συγκεντρώσεις της σιταλοπράμης σε σταθερή κατάσταση για συγκεκριμένη δόση θα είναι
περίπου διπλάσιες συγκριτικά με αυτές των ασθενών με φυσιολογική ηπατική λειτουργία.
Έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας
Η σιταλοπράμη απομακρύνεται βραδύτερα σε ασθενείς με ήπια έως μέτρια έκπτωση της
νεφρικής λειτουργίας, χωρίς σημαντική επίπτωση στη φαρμακοκινητική της
σιταλοπράμης. Δεν υπάρχουν προς το παρόν διαθέσιμες πληροφορίες για περιστατικά
σοβαρής έκπτωσης της νεφρικής λειτουργίας (κάθαρση κρεατινίνης <20 mL/min).
5.3. Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Η σιταλοπράμη έχει χαμηλή οξεία τοξικότητα. Σε μελέτες χρόνιας τοξικότητας, δεν
προέκυψαν ανησυχητικά ευρήματα για τη θεραπευτική χρήση της σιταλοπράμης. Η
σιταλοπράμη δεν έχει μεταλλαξιογόνο ή καρκινογόνο δυναμικό. Βάσει δεδομένων από
μελέτες τοξικότητας στην αναπαραγωγή (κατηγορία Ι, ΙΙ και ΙΙΙ) δεν υπάρχει λόγος
ιδιαίτερης ανησυχίας για τη χρήση της σιταλοπράμης σε γυναίκες με δυνατότητα
τεκνοποίησης. Μελέτες εμβρυοτοξικότητας σε επίμυες επέδειξαν σκελετικές ανωμαλίες
μετά από χορήγηση τοξικών δόσεων στη μητέρα. Οι επιδράσεις ενδεχομένως να
οφείλονται στην τοξικότητα της μητέρας. Προ- και μετα-γεννητικές μελέτες κατέδειξαν
μειωμένη επιβίωση απογόνων κατά τη διάρκεια της γαλουχίας. Ο ενδεχόμενος κίνδυνος
για τους ανθρώπους είναι άγνωστος.
Παρατηρήθηκε φωσφολιπίδωση σε αρκετά όργανα, μετά από επαναλαμβανόμενη
χορήγηση σε επίμυες. Οι επιδράσεις ήταν αναστρέψιμες με τη διακοπή της χορήγησης.
Συσσώρευση φωσφολιπιδίων παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια μακροχρόνιων μελετών σε
ζώα, στις οποίες χορηγήθηκαν αρκετά φάρμακα με αμφίφιλα κατιόντα. Η κλινική
σχετικότητα των αποτελεσμάτων αυτών δεν είναι ευκρινής.
Δεδομένα από μελέτες σε ζώα έχουν δείξει ότι η σιταλοπράμη προκαλεί μείωση του
δείκτη γονιμότητας και του δείκτη εγκυμοσύνης, μείωση του αριθμού,στις εμφυτεύσεις
και μη φυσιολογικό σπέρμα κατά την έκθεση, ο βαθμός της οποίας υπερβαίνει αυτό των
ανθρώπων.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1. Κατάλογος εκδόχων
19
Πυρήνας
Λακτόζη μονοϋδρική
Κυτταρίνη μικροκρυσταλλική
Άμυλο αραβοσίτου
Κοποβιδόνη
Καρμελλόζη νατριούχος διασταυρούμενη
Μαγνήσιο στεατικό
Επικάλυψη
Opadry White 20H 58983
Υπρομελλόζη
Διοξείδιο τιτανίου Ε171
Προπυλενογλυκόλη
Υδροξυπροπυλοκυτταρίνη
Τάλκης
6.2. Ασυμβατότητες
Δεν εφαρμόζεται.
6.3. Διάρκεια ζωής
3 χρόνια.
6.4. Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Δεν υπάρχουν ειδικές οδηγίες διατήρησης για το προϊόν αυτό.
6.5. Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κυψέλες από μεμβράνη PVC επικαλυμμένες ομοιόμορφα εσωτερικά με PVdC και ράχη
από φύλλο αλουμινίου, που επικαλύπτεται με θερμοσφραγισμένο βερνίκι.
Κουτιά των 1, 14, 20, 28, 30, 50, 56, 98, 100 ή 250 δισκίων. Μπορεί να μην κυκλοφορούν
όλες οι συσκευασίες.
6.6. Ειδικές προφυλάξεις για την απόρριψη
Καμία ειδική απαίτηση για την απόρριψη.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
LAVIPHARM HELLAS Α.Ε.
Αγίας Μαρίνας, 190 02 Παιανία, Αττική
Τηλ.: 210 6691000 – Fax: 210 6642310
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
20mg: 55568/7-9-2006
20
40mg: 55738/7-9-2006
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
7/9/2006
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Ιούλιος 2012
21