παρακολουθείται η κατάσταση των ηλεκτρολυτών του ασθενή (βλ. παράγραφο
4.2) και να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για την αποκατάσταση ή τη
διατήρηση της ισορροπίας των ηλεκτρολυτών.
Τα διαλύματα λευκωματίνης δεν πρέπει να αραιώνονται με ύδωρ για ενέσιμα
διότι αυτό είναι δυνατόν να προκαλέσει αιμόλυση στους λήπτες.
Εάν πρόκειται να αντικατασταθούν σχετικά μεγάλοι όγκοι, είναι αναγκαία η
διενέργεια ελέγχων της πήξης και του αιματοκρίτη. Πρέπει να λαμβάνεται
μέριμνα ώστε να διασφαλιστεί η επαρκής υποκατάσταση των άλλων
συστατικών του αίματος (παράγοντες πήξης, ηλεκτρολύτες, αιμοπετάλια και
ερυθροκύτταρα).
Μπορεί να εμφανιστεί υπερογκαιμία εάν η δοσολογία και ο ρυθμός έγχυσης
δεν έχουν προσαρμοστεί στην κυκλοφορική κατάσταση του ασθενούς. Με τα
πρώτα κλινικά σημεία καρδιαγγειακής υπερφόρτωσης (κεφαλαλγία, δύσπνοια,
συμφόρηση της σφαγίτιδας φλέβας) ή αύξησης της πίεσης του αίματος,
αυξημένης φλεβικής πίεσης ή πνευμονικού οιδήματος, η έγχυση πρέπει να
διακόπτεται αμέσως.
Το Alburex 20 περιέχει περίπου 3,2 mg νατρίου ανά ml διαλύματος (140 mmol/l).
Αυτό θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη σε ασθενείς υπό ελεγχόμενη δίαιτα σε
νάτριο.
Μεταδοτικοί παράγοντες
Τα συνήθη μέτρα για την πρόληψη των λοιμώξεων που προκύπτουν από τη
χρήση φαρμακευτικών προϊόντων παρασκευαζόμενων από ανθρώπινο αίμα ή
πλάσμα περιλαμβάνουν επιλογή των δοτών, έλεγχο των μεμονωμένων
μονάδων και των δεξαμενών πλάσματος για ειδικούς δείκτες λοιμώξεων και
την εφαρμογή, κατά την παραγωγική διαδικασία, σταδίων αποτελεσματικών
για την αδρανοποίηση/ απομάκρυνση των ιών. Παρ’ όλα αυτά, όταν
χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα παρασκευασμένα από ανθρώπινο αίμα ή
πλάσμα, η πιθανότητα μετάδοσης λοιμογόνων παραγόντων δεν μπορεί να
αποκλειστεί εντελώς. Αυτό ισχύει επίσης για άγνωστους ή νεοεμφανιζόμενους
ιούς και άλλους παθογόνους παράγοντες.
Δεν υπάρχουν αναφορές μετάδοσης ιών για την λευκωματίνη που
παρασκευάζεται σύμφωνα με τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής
Φαρμακοποιίας μέσω καθιερωμένων διαδικασιών.
Συνιστάται ιδιαιτέρως, κάθε φορά που το Alburex 20 χορηγείται σε έναν
ασθενή, να καταγράφονται το όνομα και ο αριθμός παρτίδας του προϊόντος,
προκειμένου να υπάρχει συσχετισμός μεταξύ του ασθενή και της παρτίδας του
προϊόντος.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Δεν είναι γνωστές ειδικές αλληλεπιδράσεις της ανθρώπινης λευκωματίνης με
άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες αναπαραγωγής σε πειραματόζωα με το
Alburex 20. Η ασφάλεια χρήσης του κατά την κύηση του ανθρώπου δεν έχει
Alburex 20_SPC, PIL, Labelling-clean_Rev.06-Oct-2014_var.038-039 page: 4