κλινικά έκδηλες λοιμώξεις στις περιοχές θεραπείας θα πρέπει να ιαθούν
πλήρως πριν από την έναρξη της θεραπείας με Elidel.
Αν και οι ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα έχουν προδιάθεση για επιφανειακές
δερματικές λοιμώξεις συμπεριλαμβανομένου του ερπητικού εκζέματος
(εξάνθημα Kaposi προσομοιάζον της ανεμευλογιάς), η θεραπεία με Elidel μπορεί
να σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης από τον ιό του απλού δερματικού
έρπη, ή ερπητικό έκζεμα (εκδηλούμενο ως ταχεία επέκταση των φυσαλιδωδών
και διαβρωτικών βλαβών). Σε παρουσία δερματικής λοίμωξης από απλό έρπη,
θα πρέπει να διακόπτεται η θεραπεία με Elidel στην περιοχή της λοίμωξης έως
ότου θεραπευτεί η ιογενής λοίμωξη.
Οι ασθενείς με σοβαρή ατοπική δερματίτιδα μπορεί να παρουσιάζουν αυξημένο
κίνδυνο δερματικών βακτηριακών λοιμώξεων (μολυσματικό κηρίο) κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με Elidel.
Η χρήση του Elidel μπορεί να προκαλέσει ήπιες και παροδικές αντιδράσεις στο
σημείο της εφαρμογής, όπως αίσθημα θερμότητας ή/και αίσθημα καύσου. Εάν η
αντίδραση στο σημείο εφαρμογής είναι σοβαρή, τότε πρέπει να αξιολογηθεί εκ
νέου η σχέση οφέλους-κινδύνου της θεραπείας.
Πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε η κρέμα να μην έρθει σε επαφή με τα
μάτια και τους βλεννογόνους. Αν κατά λάθος εφαρμοστεί σε αυτές τις
περιοχές, η κρέμα θα πρέπει να σκουπιστεί και να καθαριστεί σε βάθος ή να
ξεπλυθεί με νερό.
Οι γιατροί θα πρέπει να συμβουλεύουν τους ασθενείς για τη λήψη κατάλληλων
αντηλιακών μέτρων όπως ελαχιστοποίηση του χρόνου έκθεσης στον ήλιο,
χρήση αντηλιακών προϊόντων και κάλυψη του δέρματος με κατάλληλα ρούχα
(βλ. παράγραφο 4.5 ).
Το Elidel περιέχει κητυλική αλκοόλη και στεατυλική αλκοόλη, τα οποία μπορεί
να προκαλέσουν τοπικές δερματικές αντιδράσεις. Το Elidel περιέχει επίσης
προπυλενογλυκόλη, το οποίο μπορεί να προκαλέσει δερματικό ερεθισμό.
Το Elidel περιέχει ως δραστικό συστατικό το πιμεκρόλιμους, έναν αναστολέα
της καλσινευρίνης. Σε μεταμοσχευμένους ασθενείς, η παρατεταμένη
συστηματική έκθεση σε έντονη ανοσοκαταστολή μετά από τη συστηματική
χορήγηση αναστολέων της καλσινευρίνης έχει συσχετιστεί με αυξημένο
κίνδυνο ανάπτυξης λεμφωμάτων και δερματικών κοκοηθειών.
Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις κακοηθειών, συμπεριλαμβανομένων δερματικών
και άλλων τύπων λεμφώματος και καρκίνων του δέρματος σε ασθενείς που
χρησιμοποίησαν κρέμα πιμεκρόλιμους (βλ. παράγραφο 4.8). Ωστόσο, ασθενείς
με ατοπική δερματίτιδα που αντιμετωπίστηκαν με το Elidel δεν βρέθηκαν να
έχουν σημαντικά συστηματικά επίπεδα πιμεκρόλιμους.
Σε κλινικές μελέτες, αναφέρθηκαν 14/1.544 (0,9%) περιπτώσεις
λεμφαδενοπάθειας όταν χρησιμοποιήθηκε η κρέμα Elidel 10 mg/g. Αυτές οι
περιπτώσεις λεμφαδενοπάθειας συνήθως σχετίζονται με λοιμώξεις και
παρατηρήθηκε υποχώρηση με κατάλληλη θεραπεία με αντιβιοτικά. Η
πλειονότητα από αυτές τις 14 περιπτώσεις, ή είχαν ξεκάθαρη αιτιολογία ή
διαπιστώθηκε η υποχώρηση τους. Σε ασθενείς που λαμβάνουν την κρέμα Elidel
10 mg/g και αναπτύσσουν λεμφαδενοπάθεια θα πρέπει να διερευνάται η
αιτιολογία της λεμφαδενοπάθειας τους. Επί απουσίας ξεκάθαρης αιτιολογίας
για την λεμφαδενοπάθεια, ή επί παρουσίας οξείας λοιμώδους μονοπυρήνωσης,