
προφυλακτικό εμβολιασμό, καρδιοπάθεια ή υπέρταση με συμφορητικό καρδιακή
ανεπάρκεια, συστηματική μυκητίαση, φυματίωση, βαριά νεφροπάθεια, λοιμώδη
νοσήματα, αιμορραγική διάθεση.
4.4 Ιδιαίτερες Προειδοποιήσεις και Ιδιαίτερες Προφυλάξεις κατά τη χρήση
Τοπική λοίμωξη: Σε λοιμώξεις των ρινικών αεροφόρων οδών πρέπει να γίνεται η
κατάλληλη θεραπεία χωρίς να θεωρείται αντένδειξη η χρήση του FLUTINASAL
®
. Η
θεραπεία με το φάρμακο αυτό είναι δυνατόν να μην προσφέρει τα αναμενόμενα
θεραπευτικά αποτελέσματα αν δεν χορηγηθεί για μερικές ημέρες. Χρειάζεται προσοχή
όταν γίνεται μεταφορά ασθενών από συστηματική θεραπεία με κορτικοστεροειδή στο
FLUTINASAL
®
αν υπάρχει υποψία επινεφριδιακής ανεπάρκειας. Παρόλο ότι το
φάρμακο στις περισσότερες περιπτώσεις ελέγχει την εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα, σε
εξαιρετικές περιπτώσεις αφύσικα έντονης έκθεσης σε καλοκαιρινά αλλεργιογόνα,
χρειάζεται κατάλληλη συμπληρωματική θεραπεία, ιδιαίτερα για τον έλεγχο των
οφθαλμικών συμπτωμάτων.
Τα κατωτέρω αναφέρονται γενικώς για τα συστηματικώς δρώντα κορτικοστεροειδή :
Η μακροχρόνια χορήγηση γλυκοκορτικοειδών οδηγεί όπως προαναφέρθηκε σε
καταστολή του άξονα ΥΥε, δηλαδή σε αναστολή της φλοιοεπινεφριδικής λειτουργίας. Ο
βαθμός της αναστολής αυτής εξαρτάται από τη δόση , την ισχύ του χορηγούμενου
κορτικοστεροειδούς , τη συχνότητα και το χρόνο χορήγησης του στη διάρκεια του 24
ώρου, την ημιπερίοδο ζωής του στους ιστούς και τη συνολική χρονική διάρκεια της
θεραπείας. Σημειώνεται ότι η κατασταλτική ενέργεια των γλυκοκορτικοειδών στον άξονα
ΥΥε, είναι εντονότερη και πιο παρατεταμένη όταν χορηγούνται τις νυχτερινές ώρες. Σε
φυσιολογικά άτομα, δόση 1 mg δεξαμεθαζόνης χορηγούμενης τη νύχτα αναστέλλει την
έκκριση της φλοιεπινεφριοδιοτρόπου ορμόνης της υπόφυσης για 24 ώρες. Αιφνίδια ή
απότομη μείωση της δόσης των γλυκοκορτικοειδών ενδέχεται να προκαλέσει
σύνδρομο αποστέρησης, που χαρακτηρίζεται από οξεία φλοιεπινεφριδική ανεπάρκεια
με μυϊκή αδυναμία, υπόταση, υπογλυκαιμία, ναυτία, εμετούς, ανησυχία, μυαλγίες,
αρθραλγίες.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Τίποτε δεν έχει αναφερθεί προς το παρόν για το προϊόν.
Τα κατωτέρω αναφέρονται γενικώς για τα συστηματικώς δρώντα κορτικοστεροειδή :
Με φαινυτοϊνη, φαινοβαρβιτάλη, εφεδρίνη και ριφαμπικίνη μειώνεται η δραστικότητά
τους. Το οινόπνευμα και τα μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη ενισχύουν την ελκογόνα
δράση τους. Με καλιοπενικά διουρητικά ενισχύεται η υποκαλιαιμία, ενώ με δακτυλίτιδα
κίνδυνος τοξικού δακτυλιδισμού (από καλιοπενία). Μειώνουν ή ενισχύουν τη δράση των
κουμαρινικών αντιπηκτικών . με ινσουλίνη ή αντιδιαβητικά από του στόματος απαιτείται
αύξηση των δόσεών τους.
4.6 Χρήση κατά την κύηση και γαλουχία
Κύηση :
Τοπική χορήγηση κορικοστεροειδών σε εγκυμονούντα ζώα έχει προκαλέσει ανωμαλίες
στην ανάπτυξη του εμβρύου. Αντίστοιχα ευρήματα στους ανθρώπους δεν έχουν
διαπιστωθεί. Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την ασφάλειά τους σε έγκυες γυναίκες.
Για το λόγο αυτό η χρήση του FLUTINASAL
®
nasal spray κατά την διάρκεια της
εγκυμοσύνης απαιτεί τη στάθμιση της ωφέλειας έναντι των πιθανών κινδύνων που
συνδέονται με τη χρησιμοποίηση του φαρμάκου. Σε τέτοια περίπτωση δεν θα πρέπει να
χορηγείται σε μεγάλες ποσότητες ή για μακρύ χρονικό διάστημα.
Γαλουχία:
Δεν είναι γνωστό αν το fluticasone propionate εκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Όταν μετά
από υποδόρια χορήγηση fluticasone propionate σε θηλάζοντες επίμυς, τα επίπεδα του