GRANITRON
ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
GRANITRON
Granisetron Hydrochloride,
α) Ενέσιμο διάλυμα για ενδοφλέβια έγχυση 3mg/3ml σε φύσιγγα
β) Διάλυμα πόσιμο 1 mg/5ml
γ) Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο 2 mg/tab
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
GRANITRON
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΣΕ ΔΡΑΣΤΙΚΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
Α. Ενέσιμο διάλυμα για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση 3mg/3ml σε φύσιγγα.
Σύνθεση ανά 1 ml:
Granisetron Hydrochloride 1.116 mg
Ισοδύναμη με Granisetron βάση 1,000 mg
Β. Διάλυμα πόσιμο
Σύνθεση ανά 1 ml
Granisetron Hydrochloride 0.224 mg
Ισοδύναμη με Granisetron βάση 0,2000 mg
Γ. Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο
Σύνθεση ανά δισκίο:
Granisetron Hydrochloride 2,24 mg
Ισοδύναμη με Granisetron βάση 2,00 mg
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
A. Ενέσιμο διάλυμα σε φύσιγγα για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση.
Β. Διάλυμα πόσιμο
Γ. Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1. Θεραπευτικές Ενδείξεις
Το φάρμακο ενδείκνυται για την πρόληψη και θεραπεία της ναυτίας και των εμέτων που
σχετίζονται με τη χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία.
ΠΕΡΊΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΏΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ
1
4.2. Δοσολογία Και Τρόπος Χρήσης
Α. Ενέσιμο
Ενήλικες
Για την πρόληψη πρέπει να χορηγείται μία μοναδική δόση 3 mg, ως ενδοφλέβια έγχυση
(διαλύματος του φαρμάκου σε 20-50ml υγρού έγχυσης) και με χρόνο χορήγησης διαρκείας 5
λεπτών, πριν από την έναρξη της κυτταροστατικής θεραπείας.
Για τη θεραπεία της εγκατεστημένης ναυτίας και των εμέτων, μία μοναδική δόση φαρμάκου
πρέπει να χορηγείται ως έγχυση διαρκείας 5 λεπτών. Πρόσθετες θεραπευτικές δόσεις του
φαρμάκου μπορούν να χορηγηθούν εάν χρειαστεί, με μεσοδιαστήματα τουλάχιστον 10 λεπτών.
Μέγιστη δόση
Η μέγιστη δόση που μπορεί να χορηγηθεί εντός 24 ωρών, δεν θα πρέπει να ξεπεράσει τα 9mg.
Υπάρχει κλινική εμπειρία για ασθενείς που έλαβαν ενδοφλεβίως την ημερησία δόση για μέχρι και
5 συνεχείς ημέρες σε έναν κύκλο θεραπείας.
Παιδιά ηλικίας 2 ετών και άνω
Μια μοναδική δόση 20-40 μg/kg βάρους σώματος πρέπει να χορηγείται ως ενδοφλέβια έγχυση,
διαλυμένη σε 10-30 ml υγρού έγχυσης και με χρόνο χορήγησης διαρκείας 5 λεπτών, πριν από
την έναρξη της κυτταροστατικής θεραπείας.
Τα υπάρχοντα δεδομένα είναι ανεπαρκή για να συστήσουν τη χορήγηση σε βραδεία ενδοφλέβια
ένεση (εντός 30 δευτερολέπτων) στα παιδιά.
Δόσεις σε ηλικιωμένους
Όπως στους ενήλικες
Δόσεις επί νεφρικής βλάβης
Όπως στους ενήλικες
Δόσεις επί ηπατικής βλάβης
Όπως στους ενήλικες
Τρόπος χορήγησης
Τα 3 mg/ 3 ml για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση διάρκειας 5 λεπτών.
Β. Πόσιμο διάλυμα και δισκία
Δίδονται 2 mg την ημέρα σε μία ή δύο δόσεις, κατά τη διάρκεια της κυτταροστατικής θεραπείας.
Η πρώτη δόση χορηγείται μία ώρα πριν την έναρξη της θεραπείας.
Η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου επηρεάζεται από τη συγχορήγηση dexamethasone.
4.3. Αντενδείξεις
Το φάρμακο αντενδείκνυται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στην Granisetron.
2
GRANITRON
4.4. Ιδιαίτερες Προειδοποιήσεις Και Ιδιαίτερες Προφύλαξης Κατά Τη Χρήση
Το φάρμακο μπορεί να ελαττώσει την κινητικότητα του παχέος εντέρου, ασθενείς με σημεία
υποξείας εντερικής απόφραξης πρέπει να παρακολουθούνται μετά από τη χορήγηση του
φαρμάκου.
Στα παιδιά, το φάρμακο χορηγείται μόνο με τη μορφή της ενδοφλέβιας έγχυσης (εντός 5
λεπτών). Τα υπάρχοντα δεδομένα είναι ανεπαρκή προς το παρόν για να συστήσουν τη
χορήγηση σε βραδεία ενδοφλέβια ένεση (εντός 30 δευτερολέπτων).
Δεν απαιτούνται ειδικές προφυλάξεις για ηλικιωμένους ή ασθενείς με νεφρική ή ηπατική
ανεπάρκεια.
Δεδομένα που αφορούν καρκινογόνο έρευνα δύο ετών, έχουν δείξει αύξηση ηπατοκυτταρικού
καρκινώματος ή/και αδενώματος σε αρουραίους και ποντικούς, αμφοτέρων των φύλων, σε δόση
50 mg/kg βάρους δόση για επίμυες ελαττώθηκε στα 25 mg/kg βάρους την ημέρα κατά την
59η εβδομάδα).
Αύξηση ηπατοκυτταρικής νεοπλασίας με 5 mg/kg βάρους ανιχνεύθηκε επίσης σε επίμυες και
ποντικούς. Σε αμφότερα τα είδη δεν παρατηρήθηκαν φαρμακευτικές ενέργειες (ηπατοκυτταρική
νεοπλασία) με χαμηλές δόσεις (1 mg/kg).
Σε διάφορες in vitro και in vivo μελέτες, το φάρμακο δεν έδειξε γενοτοξικές επιδράσεις σε
κύτταρα θηλαστικών.
Προσοχή: Στην ταχεία χορήγηση (βραδεία ενδοφλέβια ένεση εντός 30 δευτερολέπτων), υπάρχει
αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης ανεπιθύμητων ενεργειών.
4.5. Αλληλεπιδράσεις Με Άλλα Φάρμακα Και Άλλες Μορφές Αλληλεπίδρασης
Σε μελέτες επί τρωκτικών, το φάρμακο δεν προκάλεσε επαγωγή ή αναστολή του
κυττοχρώματος Ρ450 που έχει σχέση με το ενζυματικό σύστημα μεταβολισμού των φαρμάκων.
Στους ανθρώπους, η επαγωγή του ηπατικού ενζύμου με φαινοβαρβιτάλη είχε ως αποτέλεσμα
μία αύξηση της κάθαρσης στο σύνολο του πλάσματος του ενδοφλεβίως χορηγηθέντος
φαρμάκου, κατά 25% περίπου.
Το φάρμακο έχει χορηγηθεί ασφαλώς σε ανθρώπους μαζί με βενζοδιαζεπίνες, νευροληπτικά και
φάρμακα εναντίον του έλκους, που συνήθως αναγράφονται μαζί με αντιεμετικά. Επιπροσθέτως,
το φάρμακο δεν έχει δείξει προφανή αλληλεπίδραση με φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε
αντινεοπλασματική χημειοθεραπεία και είναι εμετογόνα.
Δεν έχουν πραγματοποιηθεί μελέτες αλληλεπίδρασης με ασθενείς που ευρίσκονται υπό
αναισθησία. Το φάρμακο έχει, όμως, ασφαλώς χορηγηθεί μαζί με τους κοινώς
χρησιμοποιούμενους ανιαισθητικούς και αναλγητικούς παράγοντες. Επιπροσθέτως, ανθρώπινες
μικροσωματικές μελέτες in vitro έχουν δείξει ότι η υποομάδα 3Α4 του κυττοχρώματος Ρ450 (που
συμμετέχει στο μεταβολισμό μερικών από τους κυριότερους ναρκωτικούς, αναλγητικούς
ΠΕΡΊΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΏΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ
3
παράγοντες), δεν τροποποιείται από το φάρμακο.
4.6. Χορήγηση κατά την Κύηση και το Θηλασμό
Χορήγηση κατά την Κύηση
Αν και οι μελέτες σε πειραματόζωα δεν έχουν δείξει τερατογόνο δράση, δεν υπάρχει εμπειρία
από τη χρήση του φαρμάκου στην κύηση, γι’ αυτό δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε έγκυες
γυναίκες, εκτός εάν υπάρχουν επιτακτικοί κλινικοί λόγοι.
Δεν υπάρχουν δεδομένα για την απέκκριση του φαρμάκου στο μητρικό γάλα. Ως εκ τούτου, ο
θηλασμός πρέπει να διακόπτεται κατά τη διάρκεια της θεραπείας με το φάρμακο.
4.7. Επίδραση Στην Ικανότητα Οδήγησης Και Χειρισμού Μηχανημάτων
Σε υγιή άτομα δεν παρατηρήθηκαν κλινικώς σημαντικά αποτελέσματα επί του ΗΚΓ ηρεμίας ή
στην εκτέλεση ψυχομετρικών τεστ μετά την ενδοφλέβια χορήγηση του φαρμάκου, σε
οποιαδήποτε δοκιμασθείσα δόση (μέχρι 200 μg/kg). Δεν υπάρχουν δεδομένα για την επίδραση
του φαρμάκου στην ικανότητα οδήγησης.
4.8. Ανεπιθύμητες Ενέργειες
Το φάρμακο ήταν καλώς ανεκτό σε μελέτες επί ανθρώπων. Όπως και με τα άλλα φάρμακα της
κατηγορίας αυτής, παρατηρήθηκε κεφαλαλγία και δυσκοιλιότητα στις κλινικές δοκιμασίες. Τα
συμπτώματα αυτά ήταν γενικώς ήπια ή μετρίου βαθμού και καλώς ανεκτά από τους ασθενείς.
Αναφέρθηκαν ελάχιστες περιπτώσεις αντιδράσεων υπερευαισθησίας, περιστασιακά σοβαρές
(π.χ. αναφυλαξία). Αναφέρθηκαν επίσης και άλλες αλλεργικές αντιδράσεις
συμπεριλαμβανομένων μικρού βαθμού δερματικών εξανθημάτων. Παρατηρήθηκε παροδική
αύξηση των ηπατικών τρανσαμινασών. Η αύξηση αυτή ήταν γενικώς εντός των φυσιολογικών
ορίων.
4.9. Υπερδοσολογία
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, πρέπει να γίνεται συμπτωματική θεραπεία. Δεν υπάρχει ειδικό
αντίδοτο για το φάρμακο.
Υπερδοσολογία με το φάρμακο έχει συμβεί. Αναφέρθηκε υπερδοσολογία μέχρι 38,5 mg
Granisetron hydrochloride με μία μοναδική ένεση χωρίς εμφάνιση συμπτωμάτων ή μόνο την
παρουσία ελαφρού πονοκέφαλου.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
4
GRANITRON
5.1. Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Το φάρμακο είναι ισχυρό αντιεμετικό και εξαιρετικά εκλεκτικός ανταγωνιστής των υποδοχέων
της 5-υδροξυτρυπταμίνης (5-ΗΤ3). Έρευνες με ραδιοϊσότοπα έδειξαν ότι το φάρμακο έχει
ελάχιστη συγγένεια προς άλλους υποδοχείς, περιλαμβανομένων και των σημείων συνδέσεων της
5-ΗΤ και των D2 της ντοπαμίνης.
Το φάρμακο, χορηγούμενο ενδοφλεβίως, είναι αποτελεσματικό είτε προφυλακτικώς, είτε
παρεμβατικώς, στην αντιμετώπιση του εμέτου και της ναυτίας που προκαλούνται μετά από
χορήγηση κυτταροτοξικών φαρμάκων ή μετά από ολόσωμη έκθεση σε ακτινοβολία Χ.
Το φάρμακο δεν επηρεάζει τα επίπεδα της προλακτίνης ή της αλδοστερόνης στο πλάσμα.
5.2. Φαρμακοκινητικεσ ιδιότητες
α. Γενικά χαρακτηριστικά
Κατανομή: Το φάρμακο κατανέμεται ευρέως, με μέσο όρο όγκου κατανομής περίπου 3 L/kg
βάρους. Η σύνθεση με πρωτεΐνες του πλάσματος είναι περίπου 65%.
Βιομετατροπή: Η βιομετατροπή γίνεται με Ν-απομεθυλίωση και οξείδωση του αρωματικού
δακτυλίου που ακολουθείται από σύζευξη.
Απέκκριση: Η κάθαρση γίνεται κυρίως με μεταβολισμό στο ήπαρ. Η δια των ούρων αποβολή
αμετάβλητου Granisetron hydrochloride είναι κατά μέσον όρο 12% της δόσης, ενώ αυτή των
μεταβολιτών ανέρχεται στο 47% της δόσης, περίπου. Το υπόλοιπο απεκκρίνεται στα κόπρανα
ως μεταβολίτες. Ο χρόνος ημιζωής στο πλάσμα είναι 9 ώρες, με μεγάλες ατομικές αποκλίσεις.
Η φαρμακοκινητική του Granisetron hydrochloride δεν έδειξε σημαντικές αποκλίσεις από τη
γραμμική φαρμακοκινητική όταν χορηγήθηκε ενδοφλεβίως σε μία δόση 4 φορές μεγαλύτερη της
συνιστώμενης κλινικής/θεραπευτικής δόσης.
β. Χαρακτηριστικά επί ασθενών
Η συγκέντρωση του Granisetron hydrochloride στο πλάσμα δεν συσχετίζεται σαφώς με την
αντιεμετική αποτελεσματικότητα. Κλινικό όφελος μπορεί να προκύψει ακόμη και όταν το
φάρμακο δεν είναι ανιχνεύσιμο στο πλάσμα.
Σε ηλικιωμένα άτομα, μετά από εφ’ άπαξ χορήγηση ενδοφλέβιας δόσης, οι φαρμακοκινητικές
παράμετροι ήταν εντός των ορίων που ανευρίσκονται σε μη ηλικιωμένα άτομα. Σε ασθενείς με
σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια, τα δεδομένα δείχνουν ότι οι φαρμακοκινητικές παράμετροι μετά
από εφ’ άπαξ ενδοφλέβια δόση, είναι γενικά όμοιες με εκείνες που παρατηρούνται σε υγιή
άτομα. Σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια που οφείλεται σε νεοπλασματική προσβολή του
ήπατος, η συνολική πλασματοκάθαρση μιας ενδοφλέβιας δόσης ήταν περίπου μισή σε σύγκριση
με ασθενείς χωρίς ηπατική προσβολή. Παρά αυτές τις μεταβολές, δεν απαιτείται ρύθμιση της
δοσολογίας.
Στα παιδιά, μετά από χορήγηση εφάπαξ ενδοφλέβιων δόσεων, η φαρμακοκινητική είναι
ΠΕΡΊΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΏΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ
5
παρόμοια με αυτήν των ενηλίκων όταν οι κατάλληλες παράμετροι (όγκος κατανομής, συνολική
κάθαρση πλάσματος) προσαρμόζονται στο βάρος του σώματος.
5.3. Προκλινικη Ασφάλεια
Στους επίμυες και σκύλους στους οποίους χορηγήθηκε το φάρμακο, από του στόματος μία φορά
την ημέρα επί 12 μήνες, δεν εμφανίστηκαν τοξικές ενέργειες, όταν οι χορηγούμενες δόσεις ήταν
τουλάχιστον 125 φορές μεγαλύτερες της ενδοφλεβίου / από του στόματος θεραπευτικής δόσης.
Το φάρμακο δεν ήταν μεταλλαξιογόνο σε θηλαστικά ή μη θηλαστικά in vivo ή in vitro και δεν
υπήρχε ένδειξη επίδρασης στη σύνθεση του DNA, με την έννοια της τοξικότητας στο γένωμα.
Σε υψηλότερες δόσεις το φάρμακο προκάλεσε κυτταρικό πολλαπλασιασμό στο ήπαρ επιμύων
και ηπατοκυτταρικούς όγκους σε επίμυες και ποντίκια και στα οποία χορηγήθηκε το φάρμακο
από του στόματος για όλη τη ζωή τους (2 έτη). Σε μελέτες διαρκείας 2 ετών δεν
παρατηρήθηκαν ηπατοκυτταρικοί όγκοι σε τρωκτικά, όπου χορηγήθηκαν δόσεις 25 φορές
υψηλότερες από την ενδοφλέβια κλινική δόση.
Συμπερασματικά, το φάρμακο χορηγήθηκε σε επίμυες και σκύλους χωρίς να προκαλέσει βλάβες
για 12 μήνες και σε δόσεις πολύ μεγαλύτερες των θεραπευτικών. Το εύρημα της αύξησης των
ηπατοκυτταρικών όγκων με υψηλές δόσεις στα τρωκτικά με χορήγηση του φαρμάκου σε όλη
τους τη ζωή, δεν θεωρείται ότι συνιστά κίνδυνο για την ασφαλή βραχυχρόνια χρήση του
φαρμάκου ως αντιεμετικού σε ανθρώπους.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1. Ποιοτική Σύνθεση σε Έκδοχα
Α) Ενέσιμο: Sodium chloride, Water for injection.
Β) Πόσιμο διάλυμα: Sorbitol, Sodium benzoate, Citric acid anhydrous, Flavours, Colorant,
water purified.
Γ) Δισκία: Lactose monohydrate, Hydroxypropyl methyl cellulose, Sodium starch glycolate,
Cellulose microcrystalline, Magnesium stearate, Opadry.
6.2. Ασυμβατότητες
Η προφυλακτική χορήγηση του φαρμάκου πρέπει να ολοκληρώνεται πριν από την έναρξη της
κυτταροστατικής θεραπείας ή την επαγωγή αναισθησίας.
Ως γενική προφύλαξη, το φάρμακο δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα φάρμακα.
6.3. Διάρκεια Ζωής
Τρία (3) χρόνια για όλες τις μορφές.
6
GRANITRON
6.4. Ιδιαίτερες Προφυλάξεις Κατά Τη Φύλαξη Του Προϊόντος
Οι φύσιγγες για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση που θα μείνουν εκτός συσκευασίας, δεν πρέπει να
εκτίθενται στο ηλιακό φως. Δεν πρέπει να καταψύχονται.
6.5. Φύση Και Συστατικά Του Περιέκτη
A) Φύσιγγα για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση: Κουτί μίας και δύο φυσιγγών από διαφανές γυαλί
των 3 ml για ενδοφλέβια στάγδην έγχυση.
Β) Πόσιμο διάλυμα: 1) 30 ml, 2) 50 ml φιάλες
Γ) Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο: BT (1 BL x 5 TABS) 5 TABS, BT (2 BL x 5 TABS) 10
TABS
6.6. Οδηγίες Χρήσης
Παρασκευή διαλύματος προς έγχυση:
Ενήλικες
Για την παρασκευή της δόσης των 3mg, τα 3ml αναρροφώνται από την φύσιγγα και διαλύονται
σε υγρό έγχυσης 20 έως 50 ml, σε ένα από τα ακόλουθα διαλύματα: 0.9% χλωριούχου νατρίου
Β.Ρ., 0.18% χλωριούχου νατρίου και 4% δεξτρόζης Β.Ρ., 5% δεξτρόζης, διάλυμα Hartman,
διάλυμα γαλακτικού νατρίου και μαννιτόλη.
Παιδιά
Για την παρασκευή της δόσης των 20-40 μg/kg, αναρροφάται ο κατάλληλος όγκος (μέχρι 3 ml
από τη φύσιγγα) και διαλύεται με υγρό έγχυσης (όπως στους ενήλικες) μέχρι τελικού όγκου 10-
30ml.
Ιδεωδώς, τα ενδοφλέβια διαλύματα του φαρμάκου πρέπει να παρασκευασθούν κατά το χρόνο
της ενέσεως. Όμως, το φάρμακο έχει αποδειχθεί ότι είναι σταθερό τουλάχιστον για 24 ώρες
μετά την διάλυσή του στα αναφερθέντα διαλύματα, όταν διατηρηθεί σε θερμοκρασία δωματίου,
κάτω από τον υπάρχοντα φυσικό φωτισμό εσωτερικού χώρου (φυσικός φωτισμός ημέρας
επαυξημένος με φως από λάμπες φθορισμού).
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Verisfield (UK) Ltd, 41 Chalton Street, London, NW1 1JD, UK
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
Granitron f.c.tabs 2 mg/tab: 13429/18-3-2011
Granitron or.sol. 1 mg/5 ml: 13431/18-3-2011
Granitron sol.iv.inf. 3 mg/3 ml : 13424/18-3-2011
ΠΕΡΊΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΏΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΌΝΤΟΣ
7