ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Copaxone
20 mg/ml, ενέσιμο διάλυμα σε προγεμισμένη σύριγγα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
Ένα ml ενέσιμου διαλύματος περιέχει 20 mg γλατιραμέρης οξικής* που αντιστοιχούν
σε 18 mg βάσης γλατιραμέρης ανά προγεμισμένη σύριγγα.
* Το μέσο μοριακό βάρος του μίγματος της γλατιραμέρης οξικής είναι της τάξης
των 5.000–9.000 daltons. Λόγω της πολυπλοκότητας της σύνθεσής του, δεν μπορούν
να χαρακτηριστούν πλήρως συγκεκριμένα πολυπεπτίδια στην αλληλουχία των
αμινοξέων, παρόλο που η τελική σύνθεση της γλατιραμέρης οξεϊκής δεν είναι
εντελώς τυχαία.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα σε προγεμισμένη σύριγγα
Διαυγές διάλυμα, ελεύθερο ορατών σωματιδίων
Το ενέσιμο διάλυμα έχει pH 5,5 – 7,0 και ωσμοριακότητα περίπου 265 mOsmol/L.
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το Copaxone ενδείκνυται για τη θεραπεία των υποτροπιαζουσών μορφών της
πολλαπλής σκλήρυνσης (βλ. παράγραφο 5.1 για σημαντικές πληροφορίες σχετικά με
τον πληθυσμό για τον οποίο έχει καθοριστεί η αποτελεσματικότητα).
Το Copaxone δεν ενδείκνυται σε πρωτοπαθή ή δευτεροπαθή προϊούσα πολλαπλή
σκλήρυνση.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Η συνιστώμενη δοσολογία σε ενήλικες είναι 20 mg γλατιραμέρης οξικής (μία
προγεμισμένη σύριγγα), χορηγούμενη υποδορίως εφάπαξ ημερησίως.
Επί του παρόντος δεν είναι γνωστό για πόσο χρονικό διάστημα θα πρέπει να
αντιμετωπίζεται θεραπευτικά ο ασθενής.
Όσον αφορά στη μακρόχρονη αγωγή, ο θεράπων ιατρός θα πρέπει να αποφασίζει σε
εξατομικευμένη βάση.
Παιδιατρικός πληθυσμός
Παιδιά και έφηβοι: Δεν έχουν διεξαχθεί προοπτικές, τυχαιοποιημένες, ελεγχόμενες
κλινικές δοκιμές ή μελέτες φαρμακοκινητικής σε παιδιά ή εφήβους. Ωστόσο, από
περιορισμένα στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί φαίνεται ότι το προφίλ ασφάλειας σε
εφήβους ηλικίας 12-18 ετών στους οποίους χορηγείται το Copaxone 20 mg υποδορίως
κάθε ημέρα είναι παρόμοιο με εκείνο που εντοπίζεται σε ενήλικες. Υπάρχουν
περιορισμένες πληροφορίες για τη χρήση του Copaxone σε παιδιά κάτω των 12 ετών
και γι’ αυτό το Copaxone δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε αυτό τον πληθυσμό.
2
Ηλικιωμένοι ασθενείς
Το Copaxone δεν έχει μελετηθεί ειδικά σε ηλικιωμένους.
Ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία
Το Copaxone δεν μελετήθηκε ειδικά σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία (βλ.
παράγραφο 4.4).
Τρόπος χορήγησης
Οι ασθενείς πρέπει να λαμβάνουν οδηγίες για το πώς να κάνουν τις ενέσεις μόνοι
τους και να παρακολουθούνται από νοσηλευτικό προσωπικό την πρώτη φορά που θα
κάνουν μόνοι τους την ένεση καθώς και για 30 λεπτά μετά από αυτή.
Κάθε ημέρα πρέπει να επιλέγεται ένα διαφορετικό σημείο για την ένεση, επειδή με
αυτό τον τρόπο θα μειωθεί η πιθανότητα ερεθισμού ή άλγους στο σημείο της ένεσης.
Τα σημεία της ένεσης περιλαμβάνουν την κοιλιακή χώρα, τους βραχίονες, τα ισχία
και τους μηρούς.
4.3 Αντενδείξεις
Το Copaxone αντενδείκνυται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Υπερευαισθησία στην γλατιραμέρη οξική ή στη μαννιτόλη.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Το Copaxone πρέπει να χορηγείται μόνο υποδορίως. Το Copaxone δεν πρέπει να
χορηγείται μέσω ενδοφλέβιας ή ενδομυϊκής οδού.
Η έναρξη της αγωγής με Copaxone θα πρέπει να παρακολουθείται από κάποιο
νευρολόγο ή ιατρό έμπειρο στη θεραπεία της πολλαπλής σκλήρυνσης.
Ο θεράπων ιατρός πρέπει να ενημερώσει τον ασθενή ότι εντός λεπτών μετά την
ενέσιμη χορήγηση του Copaxone μπορεί να εμφανισθεί μια αντίδραση συνοδευόμενη
από τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα συμπτώματα: αγγειοδιαστολή (έξαψη),
πόνος του θώρακα, δύσπνοια, αίσθημα παλμών ή ταχυκαρδία. Η πλειονότητα αυτών
των συμπτωμάτων διαρκεί για λίγο και αυτά εξαφανίζονται αυτομάτως χωρίς
συνέπειες. Στην περίπτωση που παρουσιασθεί κάποια σοβαρή ανεπιθύμητη
αντίδραση, ο ασθενής πρέπει να διακόψει αμέσως την αγωγή με Copaxone και να
επικοινωνήσει με τη/το γιατρό του ή με κάποιο γιατρό εκτάκτων περιστατικών. Η
χρήση συμπτωματικής αγωγής είναι στην διακριτική ευχέρεια του ιατρού.
Δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι μια ιδιαίτερη ομάδα ασθενών
βρίσκεται σε ειδικό κίνδυνο από αυτές τις αντιδράσεις. Παρ’ όλα αυτά, απαιτείται
προσοχή όταν χορηγείται το Copaxone σε ασθενείς με προϋπάρχουσες καρδιακές
διαταραχές. Οι ασθενείς αυτοί θα πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά κατά
τη διάρκεια της θεραπείας.
Σε σπάνιες περιπτώσεις έχουν αναφερθεί σπασμοί ή/και αναφυλακτικού τύπου
αντιδράσεις ή αλλεργικές αντιδράσεις.
Σπανίως μπορεί να εμφανισθούν σοβαρές αντιδράσεις υπερευαισθησίας (π.χ.
βρογχόσπασμος, αναφυλαξία ή κνίδωση). Σε περίπτωση που οι αντιδράσεις είναι
σοβαρές, θα πρέπει να εφαρμοσθεί η κατάλληλη αγωγή και να διακοπεί το Copaxone.
3
Τα ενεργά στην γλατιραμέρη οξική αντισώματα ανιχνεύθηκαν στον ορό των
ασθενών κατά τη διάρκεια χρόνιας ημερήσιας αγωγής με Copaxone. Τα μέγιστα
επίπεδα επιτεύχθηκαν μετά από θεραπεία διάρκειας κατά μέσο όρο 3-4 μηνών και
στη συνέχεια μειώθηκαν και σταθεροποιήθηκαν σε επίπεδα ελαφρώς υψηλότερα από
εκείνα των τιμών βάσης.
Δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι αυτά τα ενεργά στην γλατιραμέρη
οξική αντισώματα εξουδετερώνουν ή ότι ο σχηματισμός τους ενδέχεται να
επηρεάσει την κλινική αποτελεσματικότητα του Copaxone.
Σε ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία, θα πρέπει να παρακολουθείται η νεφρική
λειτουργία ενώ χορηγείται σε αυτούς Copaxone. Μολονότι δεν υπάρχει κάποια
ένδειξη σπειραματικής εναπόθεσης ανοσοσυμπλόκων σε ασθενείς, εντούτοις δεν
μπορεί να αποκλεισθεί η πιθανότητα.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Επίσημα δεν έχουν αξιολογηθεί αλληλεπιδράσεις μεταξύ του Copaxone και άλλων
φαρμακευτικών προϊόντων.
Παρατηρήσεις από τις υπάρχουσες κλινικές δοκιμές και την εμπειρία μετά την
κυκλοφορία δεν υποδηλώνουν οποιεσδήποτε σημαντικές αλληλεπιδράσεις του
Copaxone με θεραπείες που χρησιμοποιούνται συνήθως σε ασθενείς με πολλαπλή
σκλήρυνση, συμπεριλαμβανομένης της ταυτόχρονης χρήσης κορτικοστεροειδών για
έως και 28 ημέρες.
Σε in
vitro μελέτη υποδηλώνεται ότι στο αίμα η γλατιραμέρη οξική συνδέεται σε
υψηλό ποσοστό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος αλλά δεν εκτοπίζεται και δεν
εκτοπίζει τη φαινυτοΐνη ή την καρβαμαζεπίνη. Παρ’ όλα αυτά, εφόσον το Copaxone,
θεωρητικά, έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει την κατανομή των φαρμάκων που
συνδέονται με τις πρωτεΐνες, η ταυτόχρονη χορήγηση αυτών των φαρμακευτικών
προϊόντων θα πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά.
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Κύηση
Μελέτες σε ζώα δεν κατέδειξαν αναπαραγωγική τοξικότητα (βλέπε παράγραφο 5.3).
Τα ισχύοντα δεδομένα σε έγκυες γυναίκες καταδεικνύουν τη μη ύπαρξη συγγενών
διαμαρτυριών ή τοξικότητα στο έμβρυο/νεογνό από τη χρήση Copaxone. Έως σήμερα,
δεν είναι διαθέσιμα σχετικά επιδημιολογικά δεδομένα. Σαν προληπτικό μέτρο, είναι
προτιμητέο να αποφεύγεται η χρήση του Copaxone κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
εκτός εάν το όφελος για τη μητέρα υπερτερεί του κινδύνου για το έμβρυο.
Θηλασμός
Δεν υπάρχουν στοιχεία αναφορικά με την έκκριση της γλατιραμέρης οξικής, των
μεταβολιτών της ή των αντισωμάτων στο ανθρώπινο γάλα. Απαιτείται προσοχή
όταν το Copaxone χορηγείται σε θηλάζουσες μητέρες. Θα πρέπει να λαμβάνεται
υπόψη ο σχετικός κίνδυνος και το όφελος για τη μητέρα και το παιδί.
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
4
Δεν πραγματοποιήθηκαν μελέτες σχετικά με τις επιδράσεις στην ικανότητα
οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Σε όλες τις κλινικές δοκιμές, οι αντιδράσεις της θέσης ένεσης παρατηρήθηκαν ως οι
πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες και αναφέρθηκαν από την πλειονότητα των
ασθενών που βρίσκονταν σε αγωγή με Copaxone. Σε ελεγχόμενες μελέτες, το ποσοστό
των ασθενών που ανέφερε τουλάχιστον μια φορά αυτές τις αντιδράσεις, ήταν
μεγαλύτερο μετά την αγωγή με Copaxone (70%) έναντι εκείνου που έλαβε εικονικό
φάρμακο (37%). Οι πλέον συνήθεις αναφερόμενες αντιδράσεις της θέσης ένεσης, σε
κλινικές δοκιμές και κατά την εμπειρία μετά την κυκλοφορία, ήταν ερύθημα, άλγος,
μάζα, κνησμός, οίδημα, φλεγμονή, υπερευαισθησία και σπάνιες εμφανίσεις
λιποατροφίας και νέκρωσης δέρματος.
Ως άμεση μετά την ένεση αντίδραση περιγράφηκε μια αντίδραση που συνοδεύεται
τουλάχιστον από ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα: αγγειοδιαστολή
(έξαψη), πόνος του θώρακα, δύσπνοια, αίσθημα παλμών ή ταχυκαρδία. Η αντίδραση
αυτή είναι δυνατόν να εμφανισθεί εντός λεπτών από τη στιγμή της ένεσης Copaxone.
Κατ’ ελάχιστον αναφέρθηκε τουλάχιστον μία φορά ένα σύμπτωμα από αυτή την
άμεση μετά την ένεση αντίδραση από το 31% των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκε
Copaxone συγκρινόμενο με το 13% των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκε εικονικό
φάρμακο.
Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζονται όλες οι ανεπιθύμητες ενέργειες οι οποίες
αναφέρθηκαν συχνότερα από τους ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε το Copaxone
έναντι εκείνων που αντιμετωπίσθηκαν με εικονικό φάρμακο. Τα στοιχεία αυτά
προέρχονται από τέσσερις κεντρικές, διπλά-τυφλές, ελεγχόμενες με εικονικό
φάρμακο, κλινικές δοκιμές, στις οποίες συμμετείχαν 512 ασθενείς, όπου χορηγήθηκε
Copaxone και 509 ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο μέχρι και 36 μήνες. Σε τρεις
δοκιμές στην υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση συμπεριλήφθηκαν
269 ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε Copaxone και 271 ασθενείς στους οποίους
χορηγήθηκε εικονικό φάρμακο για χρονικό διάστημα μέχρι και 35 μήνες. Η τέταρτη
δοκιμή που διεξήχθη σε ασθενείς, οι οποίοι είχαν εμφανίσει ένα πρώτο κλινικό
επεισόδιο και είχαν προσδιοριστεί ότι διατρέχουν υψηλό κίνδυνο ανάπτυξης κλινικά
επιβεβαιωμένης πολλαπλής σκλήρυνσης περιελάμβανε 243 ασθενείς στους οποίους
χορηγήθηκε Copaxone και 238 ασθενείς όπου χορηγήθηκε εικονικό φάρμακο μέχρι και
36 μήνες.
Κατηγορία/οργανικό
σύστημα
Πολύ συχνές
(1/10)
Συχνές (1/100
έως <1/10)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως
<1/100)
Λοιμώξεις και
παρασιτώσεις
Λοίμωξη, γρίπη Βρογχίτιδα,
γαστρεντερίτιδα,
απλός έρπητας,
μέση ωτίτιδα,
ρινίτιδα, οδοντικό
απόστημα,
κολπική
καντιντίαση*
Απόστημα,
κυτταρίτιδα,
δοθιήνας, έρπητας
ζωστήρας,
πυελονεφρίτιδα
5
Κατηγορία/οργανικό
σύστημα
Πολύ συχνές
(1/10)
Συχνές (1/100
έως <1/10)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως
<1/100)
Νεοπλάσματα καλοήθη,
κακοήθη και μη
καθορισμένα
(περιλαμβάνονται
κύστεις και πολύποδες)
Καλόηθες
δερματικό
νεόπλασμα,
νεόπλασμα
Καρκίνος
δέρματος
Διαταραχές του
αιμοποιητικού και του
λεμφικού συστήματος
Λεμφαδενοπάθεια* Λευκοκυττάρωση,
λευκοπενία,
σπληνομεγαλία,
θρομβοπενία,
μορφολογία
λεμφοκυττάρων μη
φυσιολογική
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Υπερευαισθησία
Διαταραχές του
ενδοκρινικού
συστήματος
Βρογχοκήλη,
υπερθυρεοειδισμός
Διαταραχές του
μεταβολισμού και της
θρέψης
Ανορεξία, αύξηση
σωματικού
βάρους*
Δυσανεξία
οινοπνεύματος,
ουρική αρθρίτιδα,
υπερλιπιδαιμία,
νάτριο αίματος
αυξημένο,
φερριτίνη ορού
μειωμένη
Ψυχιατρικές
διαταραχές
Άγχος*, κατάθλιψη Νευρικότητα Μη φυσιολογικά
όνειρα, συγχυτική
κατάσταση,
ευφορική
συναισθηματική
διάθεση,
ψευδαίσθηση,
εχθρότητα, μανία,
διαταραχή της
προσωπικότητας,
απόπειρα
αυτοκτονίας
6
Κατηγορία/οργανικό
σύστημα
Πολύ συχνές
(1/10)
Συχνές (1/100
έως <1/10)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως
<1/100)
Διαταραχές του
νευρικού συστήματος
Κεφαλαλγία Δυσγευσία,
υπερτονία,
ημικρανία,
διαταραχή λόγου,
συγκοπή, τρόμος*
Σύνδρομο
καρπιαίου
σωλήνα, νοητική
διαταραχή,
σπασμός,
δυσγραφία,
δυσλεξία,
δυστονία, κινητική
δυσλειτουργία,
μυόκλονος,
νευρίτιδα,
νευρομυϊκός
αποκλεισμός,
νυσταγμός,
παράλυση,
παράλυση
περονιαίου νεύρου,
λήθαργος,
έλλειμμα στα
οπτικά πεδία
Οφθαλμικές διαταραχές Διπλωπία,
οφθαλμικές
διαταραχές*
Καταρράκτης,
αλλοίωση του
κερατοειδούς,
ξηροφθαλμία,
αιμορραγία του
οφθαλμού,
βλεφαρόπτωση,
μυδρίαση, ατροφία
οπτικού νεύρου
Διαταραχές του ωτός
και του λαβυρίνθου
Διαταραχή του
ωτός
Καρδιακές διαταραχές Αίσθημα παλμών*,
ταχυκαρδία*
Έκτακτες
συστολές,
φλεβοκομβική
βραδυκαρδία,
ταχυκαρδία
παροξυσμική
Αγγειακές διαταραχές Αγγειοδιαστολή* Κιρσοί
Διαταραχές του
αναπνευστικού
συστήματος, του
θώρακα και του
μεσοθωράκιου
Δύσπνοια* Βήχας, ρινίτιδα
εποχική
Άπνοια, επίσταξη,
υπεραερισμός,
λαρυγγόσπασμος,
διαταραχή
πνεύμονα,
αίσθημα
πνιγμονής
7
Κατηγορία/οργανικό
σύστημα
Πολύ συχνές
(1/10)
Συχνές (1/100
έως <1/10)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως
<1/100)
Διαταραχές του
γαστρεντερικού
Ναυτία* Ορθοπρωκτική
διαταραχή,
δυσκοιλιότητα,
τερηδόνα των
οδόντων,
δυσπεψία,
δυσφαγία,
ακράτεια
κοπράνων, έμετος*
Κολίτιδα,
πολύποδας του
παχέος εντέρου,
εντεροκολίτιδα,
ερυγές, έλκος του
οισοφάγου,
περιοδοντίτιδα,
αιμορραγία του
ορθού, διόγκωση
σιελογόνου αδένα
Διαταραχές του ήπατος
και των χοληφόρων
Δοκιμασία
ηπατικής
λειτουργίας μη
φυσιολογική
Χολολιθίαση,
ηπατομεγαλία
Διαταραχές του
δέρματος και του
υποδόριου ιστού
Εξάνθημα* Εκχύμωση,
υπεριδρωσία,
κνησμός,
διαταραχή
δέρματος*,
κνίδωση
Αγγειοοίδημα,
δερματίτιδα από
επαφή, οζώδες
ερύθημα, όζος
δέρματος
Διαταραχές του
μυοσκελετικού
συστήματος και του
συνδετικού ιστού
Αρθραλγία,
οσφυαλγία*
Αυχεναλγία Αρθρίτιδα,
θυλακίτιδα,
λαγόνιο άλγος,
μυϊκή ατροφία,
οστεοαρθρίτιδα
Διαταραχές των νεφρών
και των ουροφόρων
οδών
Επιτακτική
ούρηση,
συχνουρία,
κατακράτηση
ούρων
Αιματουρία,
νεφρολιθίαση,
διαταραχή των
ουροφόρων οδών,
μη φυσιολογικά
ούρα
Καταστάσεις της
κύησης, της λοχείας και
της περιγεννητικής
περιόδου
Αποβολή
8
Κατηγορία/οργανικό
σύστημα
Πολύ συχνές
(1/10)
Συχνές (1/100
έως <1/10)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως
<1/100)
Διαταραχές του
αναπαραγωγικού
συστήματος και του
μαστού
Συμφορητική
διόγκωση μαστού,
στυτική
δυσλειτουργία,
πρόπτωση πυέλου,
πριαπισμός,
διαταραχή
προστάτη,
επίχρισμα
τραχήλου μήτρας
μη φυσιολογικό,
διαταραχή όρχεων,
κολπική
αιμορραγία,
αιδοιοκολπική
διαταραχή
Γενικές διαταραχές και
καταστάσεις της οδού
χορήγησης
Εξασθένιση,
θωρακικό άλγος*,
αντιδράσεις της
θέσης ένεσης*
§
,
άλγος*
Ρίγη*, οίδημα
προσώπου*,
ατροφία της θέσης
ένεσης
, τοπική
αντίδραση*,
περιφερικό οίδημα,
οίδημα, πυρεξία
Κύστη, σύνδρομο
μετά από
υπερκατανάλωση
ουσίας, υποθερμία,
άμεση μετά την
ένεση αντίδραση,
φλεγμονή,
νέκρωση της θέσης
ένεσης, διαταραχή
βλεννογόνου
υμένα
Κακώσεις,
δηλητηριάσεις και
επιπλοκές
θεραπευτικών
χειρισμών
Σύνδρομο μετά
εμβολιασμό
* Συχνότητα εμφάνισης μεγαλύτερη από 2% (>2/100) στην ομάδα που χορηγήθηκε
το Copaxone έναντι της ομάδας εικονικού φαρμάκου. Ανεπιθύμητη ενέργεια όπου
δεν υπάρχει το σύμβολο «*» αντιπροσωπεύει συχνότητα μικρότερη ή ίση με 2%.
§
Ο όρος «αντιδράσεις της θέσης ένεσης» (διαφόρων ειδών) περιλαμβάνει όλα τα
ανεπιθύμητα συμβάματα που εμφανίζονται στη θέση της ένεσης εκτός από την
ατροφία της θέσης ένεσης και τη νέκρωση της θέσης ένεσης, οι οποίες
παρατίθενται ξεχωριστά, στον πίνακα.
Περιλαμβάνει όρους που έχουν σχέση με την τοπική λιποατροφία στις θέσεις
ένεσης.
Στην ως άνω αναφερόμενη τέταρτη δοκιμή, την ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο
περίοδο ακολούθησε η φάση της θεραπείας ανοιχτής επισήμανσης (βλ. παράγραφο
5.1). Κατά την παρακολούθηση στην περίοδο ανοιχτής επισήμανσης, διάρκειας έως
και 5 ετών, δεν παρατηρήθηκε μεταβολή στο γνωστό προφίλ ασφάλειας του
Copaxone.
Οι ακόλουθες αναφορές ανεπιθύμητων ενεργειών συλλέχθηκαν από ασθενείς με
πολλαπλή σκλήρυνση οι οποίοι λάμβαναν θεραπεία με Copaxone σε μη ελεγχόμενες
9
κλινικές δοκιμές και από την εμπειρία μετά την κυκλοφορία του Copaxone:
αντιδράσεις υπερευαισθησίας (συμπεριλαμβανομένης της σπάνιας εμφάνισης
αναφυλαξίας, >1/10000, < 1/1000).
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη
συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες:
Ελλάδα
Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων
Μεσογείων 284
GR-15562 Χολαργός, Αθήνα
Τηλ: + 30 21 32040380/337
Φαξ: + 30 21 06549585
Ιστότοπος: http :// www . eof . gr
Κύπρος
Φαρμακευτικές Υπηρεσίες
Υπουργείο Υγείας
CY-1475 Λευκωσία
Φαξ: + 357 22608649
Ιστότοπος: www . moh . gov . cy / phs
4.9 Υπερδοσολογία
Έχουν αναφερθεί λίγες περιπτώσεις υπερδοσολογίας με το Copaxone (μέχρι 300 mg
γλατιραμέρης οξικής). Oι περιπτώσεις αυτές δεν συνδέονται με κάποια άλλη
ανεπιθύμητη ενέργεια εκτός από αυτές που περιγράφηκαν στην παράγραφο 4.8.
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας, οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται και να
εφαρμόζεται η ανάλογη συμπτωματική και υποστηρικτική θεραπεία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντινεοπλασματικοί και ανοσορρυθμιστικοί
παράγοντες, Άλλα Ανοσοδιεγερτικά
Κωδικός ΑΤC: L03AX13
Ο(οι) μηχανισμός(οί) με τον(τους) οποίο(ους) η γλατιραμέρη οξική ασκεί τη δράση της
στους ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση δεν διασαφηνίζεται(ονται) πλήρως. Ωστόσο,
πιστεύεται ότι δρα τροποποιώντας την ανοσολογική διαδικασία που θεωρείται
σήμερα ότι είναι υπεύθυνη για την παθογένεση της πολλαπλής σκλήρυνσης. Η
υπόθεση αυτή ενισχύεται από τα ευρήματα μελετών που έχουν διεξαχθεί προκειμένου
να διερευνηθεί η παθογένεση της πειραματικά προκληθείσας αλλεργικής
εγκεφαλομυελίτιδας, μια κατάσταση η οποία προκλήθηκε σε διάφορα πειραματόζωα
μέσω ανοσοποίησης έναντι ουσίας, που προέρχεται από το κεντρικό νευρικό σύστημα
10
και περιέχει μυελίνη και η οποία συχνά χρησιμοποιείται ως πειραματικό μοντέλο για
την πολλαπλή σκλήρυνση. Μελέτες σε πειραματόζωα και σε ασθενείς με πολλαπλή
σκλήρυνση έδειξαν ότι η χορήγησή της προκάλεσε την παραγωγή και την
ενεργοποίηση στην περιφέρεια των ειδικών για την γλατιραμέρη οξεϊκή
κατασταλτικών Τ λεμφοκυττάρων.
Υποτροπιάζουσα-διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση:
Συνολικά, 269 ασθενείς έλαβαν Copaxone σε 3 ελεγχόμενες δοκιμές. Η πρώτη μελέτη
ήταν διετούς διάρκειας και συμμετείχαν σ’ αυτή 50 ασθενείς (Copaxone n=25 και
εικονικό φάρμακο n=25), οι οποίοι είχαν διαγνωστεί για υποτροπιάζουσα -
διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση με βάση τα τυπικά κριτήρια που εφαρμόζονταν
εκείνο το χρονικό διάστημα και είχαν τουλάχιστον δύο υποτροπές νευρολογικής
δυσλειτουργίας (εξάρσεις) κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δύο ετών. Στη
δεύτερη μελέτη, διάρκειας μέχρι και 35 μηνών, όπου εφαρμόζονταν τα ίδια κριτήρια
συμμετοχής, συμμετείχαν 251 ασθενείς (Copaxone n=125, εικονικό φάρμακο n=126).
Στην τρίτη μελέτη η οποία ήταν 9μηνης διάρκειας συμπεριλήφθηκαν 239 ασθενείς
(Copaxone n=119, εικονικό φάρμακο n=120), όπου τα κριτήρια συμμετοχής ήταν ίδια
με εκείνα της πρώτης και της δεύτερης μελέτης, έχοντας ως συμπληρωματικό
κριτήριο ότι οι ασθενείς έπρεπε να έχουν τουλάχιστον μία βλάβη που προσλαμβάνει
γαδολίνιο στη μαγνητική τομογραφία.
Σε κλινικές δοκιμές σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση που έλαβαν Copaxone,
εμφανίσθηκε σημαντική μείωση στον αριθμό των υποτροπών σε σύγκριση με το
εικονικό φάρμακο.
Στη μεγαλύτερη ελεγχόμενη μελέτη, ο ρυθμός υποτροπής μειώθηκε κατά 32% από 1,98
με το εικονικό φάρμακο σε 1,34 υπό αγωγή με την γλατιραμέρη οξεϊκή.
Υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία ως προς την έκθεση μέχρι και για 12 χρόνια από 103
ασθενείς οι οποίοι αντιμετωπίσθηκαν με το Copaxone.
Το Copaxone εμφάνισε επίσης ευεργετικές δράσεις έναντι του εικονικού φαρμάκου στις
παραμέτρους της μαγνητικής τομογραφίας (MRI) ως προς την υποτροπιάζουσα –
διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση.
Ωστόσο, το Copaxone δεν εμφάνισε ευεργετική δράση στην εξέλιξη της ανικανότητας
των ασθενών με υποτροπιάζουσα – διαλείπουσα πολλαπλή σκλήρυνση.
Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ότι η αγωγή με Copaxone επιδρά στη διάρκεια ή τη
βαρύτητα της υποτροπής.
Επί του παρόντος δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με τη χρήση του Copaxone σε
ασθενείς με πρωτοπαθώς ή δευτεροπαθώς προϊούσα νόσο.
Μεμονωμένο κλινικό επεισόδιο ενδεικτικό πολλαπλής σκλήρυνσης:
Μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη, στην οποία συμμετείχαν 481 ασθενείς
(Copaxone n=243, εικονικό φάρμακο n=238) διεξήχθη σε ασθενείς με σαφώς ορισμένη,
μεμονωμένη, νευρολογική μονοεστιακή εκδήλωση και ευρήματα στη μαγνητική
τομογραφία, ενδεικτικά πολλαπλής σκλήρυνσης (τουλάχιστον δύο εγκεφαλικές
βλάβες στην ακολουθία Τ
2
της μαγνητικής τομογραφίας, διαμέτρου μεγαλύτερης των
6 mm). Οποιαδήποτε άλλη νόσος εκτός της πολλαπλής σκλήρυνσης, η οποία θα
μπορούσε να εξηγήσει καλύτερα τα σημεία και τα συμπτώματα του ασθενούς έπρεπε
11
να αποκλειστεί. Την ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο περίοδο ακολούθησε η φάση της
θεραπείας ανοιχτής επισήμανσης: οι ασθενείς που είτε παρουσίαζαν συμπτώματα
πολλαπλής σκλήρυνσης ή ήταν ασυμπτωματικοί επί τρία έτη, όποιο συνέβαινε πρώτο,
έλαβαν θεραπεία με το δραστικό φάρμακο, σε μια φάση ανοιχτής επισήμανσης για
ένα επιπρόσθετο διάστημα δύο ετών, χωρίς να γίνεται υπέρβαση του μέγιστου των 5
ετών για τη συνολική διάρκεια της θεραπείας. Εκ των 243 ασθενών που
τυχαιοποιήθηκαν αρχικώς στο Copaxone, οι 198 συνέχισαν τη θεραπεία με Copaxone
στη φάση ανοιχτής επισήμανσης. Εκ των 238 ασθενών που τυχαιοποιήθηκαν αρχικώς
στο εικονικό φάρμακο, οι 211 μετατάχθηκαν σε θεραπεία με Copaxone στη φάση
ανοιχτής επισήμανσης.
Κατά το χρονικό διάστημα των 3 χρόνων, όπου διεξήχθη η ελεγχόμενη με εικονικό
φάρμακο μελέτη, το Copaxone καθυστέρησε την εξέλιξη από το πρώτο κλινικό
σύμβαμα έως την κλινικά επιβεβαιωμένη πολλαπλή σκλήρυνση (CDMS) σύμφωνα με
τα κριτήρια Poser, με στατιστικά σημαντικό και κλινικά εποικοδομητικό τρόπο,
αντιστοιχώντας σε μείωση του κινδύνου κατά 45% (σχετικός κίνδυνος = 0,55,
διάστημα εμπιστοσύνης 95% [0,40, 0,77], τιμή p = 0,0005). Το ποσοστό των ασθενών
που εξελίχθηκε σε κλινικά βεβαιωμένη πολλαπλή σκλήρυνση ανερχόταν σε 43% για
την ομάδα εικονικού φαρμάκου και σε 25% στην ομάδα Copaxone.
Η ευνοϊκή επίδραση της αγωγής με το Copaxone έναντι του εικονικού φαρμάκου
καταδείχθηκε επίσης σε δύο δευτερογενή καταληκτικά σημεία βάσει της μαγνητικής
τομογραφίας, ήτοι ο αριθμός των νέων βλαβών στην ακολουθία T
2
και ο όγκος των
βλαβών στην ακολουθία T
2
.
Έγιναν
post
-
hoc αναλύσεις σε υποομάδες
κατά την ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο
φάση, με κατά μέσον όρο διάρκεια αγωγής 2,4 χρόνια προκειμένου να εκτιμηθεί ο
κίνδυνος εκδήλωσης δεύτερης υποτροπής σε ασθενείς με ποικίλα αρχικά
χαρακτηριστικά, τα οποία αντικατοπτρίζουν πληθυσμούς υψηλού κινδύνου. Για
άτομα με κατ’ ελάχιστον μία βλάβη που προσλαμβάνει γαδολίνιο στην ακολουθία T
1
στην αρχή, η εξέλιξη στην κλινικά βεβαιωμένη πολλαπλή σκλήρυνση ήταν εμφανής σε
ποσοστό 50% των ατόμων στα οποία χορηγήθηκε εικονικό φάρμακο έναντι ποσοστού
28% των ατόμων που χορηγήθηκε Copaxone. Για άτομα, στα οποία αρχικά υπήρχαν 9 ή
και περισσότερες βλάβες στην ακολουθία Τ
2
, η εξέλιξη σε κλινικά βεβαιωμένη
πολλαπλή σκλήρυνση ήταν εμφανής στο 45% των ατόμων υπό εικονικό φάρμακο
έναντι ποσοστού 26% των ατόμων που ήταν υπό Copaxone. Ωστόσο, η επίδραση της
πρώιμης θεραπείας με Copaxone όσον αφορά στη μακροπρόθεσμη εξέλιξη της ασθένειας
είναι άγνωστη ακόμη και σε αυτές τις υποομάδες υψηλού κινδύνου, επειδή η μελέτη
σχεδιάστηκε κυρίως για την εκτίμηση του χρόνου έως τη δεύτερη υποτροπή. Σε κάθε
περίπτωση, θεραπεία πρέπει να ληφθεί υπόψη μόνο για ασθενείς, οι οποίοι
ταξινομούνται ως υψηλού κινδύνου.
Η επίδραση που εμφανίστηκε στην ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο φάση
διατηρήθηκε στην περίοδο μακροχρόνιας παρακολούθησης, διάρκειας έως και 5 ετών.
Το χρονικό διάστημα εξέλιξης του πρώτου κλινικού επεισοδίου σε CDMS παρατάθηκε
με την πρώιμη θεραπεία με Copaxone, συγκριτικά με την όψιμη θεραπεία,
παρουσιάζοντας μια μείωση κινδύνου κατά 41% για την πρώιμη έναντι της όψιμης
θεραπείας (σχετικός κίνδυνος = 0,59, διάστημα εμπιστοσύνης 95% [0,44, 0,80], τιμή
p=0,0005). Το ποσοστό των ατόμων στην ομάδα Όψιμης Έναρξης που παρουσίασαν
εξέλιξη ήταν υψηλότερο (49,6%) συγκριτικά με εκείνους στην ομάδα Πρώιμης
Θεραπείας (32,9%).
12
Η επίδραση που καταδείχθηκε κατά την πάροδο του χρόνου συνηγορούσε σταθερά
υπέρ της πρώιμης έναντι της όψιμης θεραπείας, αναφορικά με τον ετησιοποιημένο
αριθμό βλαβών, καθόλη τη διάρκεια της μελέτης, για τις νέες βλάβες που
προσλαμβάνουν γαδολίνιο στην ακολουθία T
1
(μείωση κατά 54%, τιμή p<0,0001), τις
νέες βλάβες στην ακολουθία T
2
(μείωση κατά 42%, τιμή p<0,0001) και τις νέες T
1
υπόπυκνες βλάβες (μείωση κατά 52%, τιμή p<0,0001). Η επίδραση που παρατηρήθηκε
στις μειώσεις, συνηγορούσε επίσης υπέρ της πρώιμης έναντι της όψιμης θεραπείας,
για τον ολικό αριθμό νέων βλαβών που προσλαμβάνουν γαδολίνιο στην ακολουθία T
1
(μείωση κατά 46%, τιμή p=0,001), τον όγκο των βλαβών που προσλαμβάνουν
γαδολίνιο στην ακολουθία T
1
(μέση διαφορά -0,06 ml, τιμή p<0,001), καθώς και τον
ολικό αριθμό των νέων υπόπυκνων βλαβών στην ακολουθία T
1
(μείωση κατά 46%,
τιμή p<0,001) όπως μετρήθηκαν καθόλη τη διάρκεια της μελέτης.
Κατά τη διάρκεια των 5 ετών, δεν παρατηρήθηκαν αξιόλογες διαφορές μεταξύ των
κοορτών Πρώιμης και Όψιμης Έναρξης τόσο για τον όγκο των υπόπυκνων βλαβών
στην ακολουθία T
1
όσο και για την εγκεφαλική ατροφία. Ωστόσο, η ανάλυση της
εγκεφαλικής ατροφίας κατά την τελευταία παρατηρηθείσα τιμή (προσαρμοσμένη στην
έκθεση στη θεραπεία) παρουσίασε μείωση υπέρ της πρώιμης θεραπείας με GA (η μέση
διαφορά της ποσοστιαίας μεταβολής του όγκου του εγκεφάλου ήταν 0,28%, τιμή
p=0,0209).
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Σε ασθενείς δεν διεξήχθησαν φαρμακοκινητικές μελέτες.
I
n
vitro
στοιχεία καθώς και
περιορισμένα δεδομένα από υγιείς εθελοντές δείχνουν ότι μετά την υποδόρια
χορήγηση της γλατιραμέρης οξεϊκής, η δραστική ουσία απορροφάται γρήγορα και
ένα μεγάλο μέρος της δόσης αποδομείται ταχέως σε μικρότερα κλάσματα ήδη στον
υποδόριο ιστό.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Εκτός από τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στα άλλα κεφάλαια της
Περίληψης των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος τα προκλινικά δεδομένα δεν
αποκαλύπτουν κάποιο ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο με βάση τις
φαρμακολογικές μελέτες ως προς την ασφάλεια, την τοξικότητα
επαναλαμβανομένων δόσεων, την τοξικότητα στην αναπαραγωγική ικανότητα, τη
γονοτοξικότητα ή την καρκινογόνο δράση. Λόγω ελλείψεως φαρμακοκινητικών
δεδομένων σε ανθρώπους δεν μπορούν να καθορισθούν όρια έκθεσης μεταξύ
ανθρώπων και ζώων.
Σε ένα μικρό αριθμό αρουραίων και πιθήκων οι οποίοι αντιμετωπίσθηκαν
θεραπευτικά για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών αναφέρθηκε εναπόθεση
ανοσοσυμπλόκου στο σπείραμα του νεφρού. Σε μια μελέτη με αρουραίους διάρκειας
2 ετών δεν εντοπίσθηκε ένδειξη εναπόθεσης ανοσοσυμπλόκου στο σπείραμα του
νεφρού.
Μετά τη χορήγηση σε ευαισθητοποιημένα ζώα (ινδικά χοιρίδια ή ποντικούς)
αναφέρθηκε αναφυλαξία. Η σημασία αυτών των στοιχείων για τον άνθρωπο δεν
είναι γνωστή.
Μετά την επανειλημμένη χορήγηση σε ζώα η τοξικότητα στη θέση ένεσης ήταν
σύνηθες εύρημα.
13
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
Μαννιτόλη
Ύδωρ για ενέσιμα
6.2 Ασυμβατότητες
Ελλείψει μελετών σχετικά με τη συμβατότητα, το παρόν φαρμακευτικό προϊόν δεν
πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα.
6.3 Διάρκεια ζωής
2 χρόνια
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Φυλάσσετε τις προγεμισμένες σύριγγες στο εξωτερικό κουτί για να προστατεύονται
από το φως.
Φυλάσσετε σε ψυγείο (2°C – 8°C).
Μην καταψύχετε.
Αν οι προγεμισμένες σύριγγες δεν μπορούν να διατηρηθούν σε ψυγείο, μπορούν να
φυλαχθούν μεταξύ 15°C και 25°C, εφάπαξ και μέχρι ένα μήνα.
Μετά από αυτό το χρονικό διάστημα του ενός μήνα, εάν οι προγεμισμένες σύριγγες
Copaxone 20 mg/ml δεν έχουν χρησιμοποιηθεί και παραμένουν ακόμη στην αρχική τους
συσκευασία, πρέπει να μεταφερθούν για φύλαξη σε ψυγείο (2 °C έως 8 °C).
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Μία προγεμισμένη σύριγγα που περιέχει ενέσιμο διάλυμα Copaxone αποτελείται από
μία 1 ml μακριά άχρωμη τύπου Ι γυάλινη κυλινδρική σύριγγα με προσαρμοσμένη
βελόνα, ένα έμβολο πολυπροπυλενίου (προαιρετικά πολυστυρενίου), ένα ελαστικό
πώμα εισχώρησης με έμβολο και ένα κάλυμμα βελόνας.
Το Copaxone διατίθεται σε συσκευασίες οι οποίες περιέχουν 7, 28 ή 30 προγεμισμένες
σύριγγες του 1 ml ενέσιμου διαλύματος ή σε μία πολλαπλή συσκευασία η οποία
περιέχει 90 (3 συσκευασίες των 30) προγεμισμένες σύριγγες του 1 ml ενέσιμου
διαλύματος.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Μόνο για μία χρήση. Οποιοδήποτε αχρησιμοποίητο προϊόν ή άχρηστο υλικό πρέπει
να απορρίπτεται.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
14
- Δικαιούχος σήματος:
Teva Pharmaceutical Industries Ltd.
Science Based Industries Campus
Har Hotzvim
Jerusalem 91010
Ισραήλ
- Κάτοχος άδειας κυκλοφορίας:
Teva Pharmaceuticals Ltd.
Ridings Point Whistler Drive
Castleford West Yorkshire
WF10 5HX
Ηνωμένο Βασίλειο
8. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
58960/16.09.2008
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ / ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
Ημερομηνία πρώτης έγκρισης: 22 Σεπτεμβρίου 2004
Ημερομηνία τελευταίας ανανέωσης: 16 Σεπτεμβρίου 2008
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
15