παίρνετε το φάρμακο αυτό: ανορεξία, ναυτία, εμετό, κόπωση, πόνους στην κοιλιά ή
σκουρόχρωμα ούρα. Αν χρειάζεται να παίρνετε συνεχώς πόσιμο διάλυμα Itrazol για
περισσότερο από 1 μήνα, ο γιατρός σας ίσως σας ζητήσει να κάνετε τακτικά
εξετάσεις αίματος. Ο λόγος είναι να αποκλεισθεί εγκαίρως το ενδεχόμενο ανωμαλίας
από το ήπαρ που αποτελεί μια πολύ σπάνια περίπτωση. Ενημερώστε το γιατρό σας
εάν αντιμετωπίζετε καρδιακό πρόβλημα. Αν ο γιατρός σας αποφασίσει να σας
χορηγήσει το φάρμακο αυτό, θα σας δώσει οδηγίες για τα συμπτώματα που πρέπει
να παρακολουθείτε. Ενημερώστε ή δείτε αμέσως το γιατρό σας εάν παρουσιάσετε
μείωση της αναπνοής, μη αναμενόμενη αύξηση βάρους, πρήξιμο των κάτω άκρων ή
της κοιλιάς, ασυνήθιστη κόπωση ή εάν ξαφνικά ξυπνάτε τα βράδια. Ενημερώστε το
γιατρό σας αν έχετε καμιά ανωμαλία στους νεφρούς. Η δόση του πόσιμου
διαλύματος Itrazol μπορεί να χρειασθεί προσαρμογή. Πρέπει επίσης να ενημερώσετε
τον γιατρό σας αμέσως, αν έχετε μια ασυνήθιστη αίσθηση μυρμηκίασης,
μουδιάσματος ή αδυναμίας στα χέρια ή στα πόδια, καθώς λαμβάνετε το πόσιμο
διάλυμα. Αν στο παρελθόν είχατε παρουσιάσει αλλεργική αντίδραση σε κάποιο άλλο
αντιμυκητιασικό, συζητήστε το με τον γιατρό σας.
2.4.2. Ηλικιωμένοι: Το πόσιμο διάλυμα Itrazol δεν πρέπει να δίνεται σε ηλικιωμένους,
όμως ο γιατρός σας μπορεί να το χορηγήσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις, αν τα
προσδοκώμενα οφέλη υπερβαίνουν τους ενδεχόμενους κινδύνους.
2.4.3. Κύηση: Μην χρησιμοποιήσετε πόσιμο διάλυμα Itrazol αν είστε έγκυος. Αν βρίσκεσθε
σε ηλικία που μπορείτε να μείνετε έγκυος και υπάρχει τέτοια πιθανότητα, πρέπει να
λαμβάνετε επαρκή αντισυλληπτικά μέτρα ώστε να είστε βέβαιη ότι δεν θα μείνετε
έγκυος ενώ λαμβάνετε το φάρμακο. Επειδή το πόσιμο διάλυμα Itrazol παραμένει
στον οργανισμό για κάποιο χρονικό διάστημα μετά από την λήξη της θεραπείας, θα
πρέπει να συνεχίσετε τη χρήση αντισυλληπτικών μέτρων μέχρι την επόμενη περίοδό
σας, αφότου η θεραπεία με πόσιμο διάλυμα Itrazol θα έχει τελειώσει.
2.4.4. Γαλουχία: Δεν πρέπει να θηλάζετε όταν παίρνετε πόσιμο διάλυμα Itrazol. Μια πολύ
μικρή ποσότητα του φαρμάκου μπορεί να εμφανισθεί στο γάλα σας.
2.4.5. Παιδιά: Επειδή τα κλινικά στοιχεία όσον αφορά στη χρήση του πόσιμου διαλύματος
Itrazol σε παιδιατρικούς ασθενείς είναι περιορισμένα, δεν συνιστάται η χρήση του
πόσιμου διαλύματος Itrazol στα παιδιά.
2.4.6. Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων: Δεν
υπάρχει πρόβλημα στο να οδηγήσετε ή να χειρισθείτε μηχανήματα, εκτός αν
αισθάνεστε ζάλη.
2.4.7. Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις για τα περιεχόμενα έκδοχα: Βλέπε § 2.3.
2.5. Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες: Μην παραλείπετε να αναφέρετε στο
γιατρό σας τα φάρμακα που λαμβάνετε αυτή την στιγμή. Φάρμακα τα οποία δεν πρέπει
να λαμβάνονται μαζί με πόσιμο διάλυμα Itrazol (βλέπε και § 2.3.) είναι:
• Ορισμένα φάρμακα για την αλλεργία όπως, τερφεναδίνη, αστεμιζόλη και
μιζολαστίνη.
• Σιζαπρίδη, ένα φάρμακο που χορηγείται για ορισμένα προβλήματα του πεπτικού.
• Ορισμένα φάρμακα που ελαττώνουν τη χοληστερόλη όπως, σιμβαστατίνη,
λοβαστατίνη.
• Ορισμένα ηρεμιστικά φάρμακα όπως, τριαζολάμη και από του στόματος
χορηγούμενη μιδαζολάμη.
• Πιμοζίδη, ένα φάρμακο για ψυχωσικές διαταραχές.
• Ορισμένα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του ακανόνιστου
καρδιακού ρυθμού όπως η κινιδίνη και η δοφετιλίδη.
Ορισμένα φάρμακα μπορεί να ελαττώσουν σε μεγάλο βαθμό τη δράση της
ιτρακοναζολης. Αυτό αναφέρεται ειδικά σε ορισμένα προϊόντα που χρησιμοποιούνται για
τη θεραπεία της επιληψίας (για παράδειγμα καρβαμαζεπίνη, φαινυτοΐνη και
φαινοβαρβιτάλη) και της φυματίωση (π.χ. ριφαμπικίνη, ριφαμπουτίνη και ισονιαζίδη). Θα
πρέπει έτσι, να ενημερώνετε πάντα το γιατρό αν χρησιμοποιείτε κάποιο από αυτά τα
προϊόντα ώστε να ληφθούν υπόψη τα κατάλληλα μέτρα.
Συνδυασμός με ορισμένα άλλα φάρμακα μπορεί να απαιτεί αλλαγή της δόσης είτε του
Itrazol είτε των άλλων φαρμάκων. Παραδείγματα είναι:
• Ορισμένα αντιβιοτικά όπως η κλαριθρομυκίνη και η ερυθρομυκίνη.
• Ορισμένα φάρμακα για τη φυματίωση και την επιληψία (ριφαμπικίνη, ισονιαζίδη,
2