RIPEPRAL oral solution 1 mg/ml
μεγαλύτερες από την μέγιστη ανθρώπινη δόση σε mg/kg. Παρατηρήθηκαν στατιστικά
σημαντικές αυξήσεις σε αδενώματα της υπόφυσης, σε ενδοκρινικά παγκρεατικά αδενώματα
και σε αδενοκαρκινώματα μαστικού αδένα. Στα τρωκτικά, τα αντιψυχωσικά φάρμακα έχουν
δείξει ότι αυξάνουν χρονικά τα επίπεδα προλακτίνης. Κατά τη διάρκεια μελετών
καρκινογένεσης με ρισπεριδόνη δεν μετρήθηκαν επίπεδα προλακτίνης στον ορό. Παρ' όλα
αυτά, μετρήσεις κατά τη διάρκεια μελετών υποχρόνιας τοξικότητας έδειξαν ότι η ρισπεριδόνη
αύξησε τα επίπεδα προλακτίνης στον ορό κατά 5 ως 6 φορές περισσότερο στους ποντικούς
και στους αρουραίους στις ίδιες δόσεις που χρησιμοποιήθηκαν στις μελέτες καρκινογένεσης.
Μια αύξηση στα νεοπλάσματα μαστικών αδένων, υπόφυσης και ενδοκρινούς μοίρας του
παγκρέατος βρέθηκε στα τρωκτικά, μετά από χρόνια χορήγηση άλλων αντιψυχωτικών
φαρμάκων και στα οποία η προλακτίνη θεωρήθηκε μεσολαβητική ουσία. Η σχετικότητα των
ευρημάτων από την προλακτινική μεσολάβηση στους ενδοκρινικούς όγκους στα τρωκτικά με
τον κίνδυνο στον άνθρωπο είναι άγνωστη.
Μεταλλαξιογένεση: Σε in vitro και in vivo προσδιορισμούς που πραγματοποιήθηκαν, δεν
βρέθηκαν στοιχεία που να μαρτυρούν πιθανή μεταλλαξιογόνο δράση της ρισπεριδόνης.
Επίδραση στη γονιμότητα: Η ρισπεριδόνη δεν έδειξε να επηρεάζει τη γονιμότητα σε
αρουραίους Wistar, σε τρεις μελέτες αναπαραγωγής σε δόσεις 0,1 ως 3 φορές μεγαλύτερες
από τη μέγιστη συνιστώμενη ανθρώπινη δόση σε mg/m
2
. Σε μια μελέτη υποχρόνιας
τοξικότητας σε σκυλούς Beagle, στην οποία η ρισπεριδόνη χορηγήθηκε σε δόσεις 0,31 ως
5mg/kg, η κινητικότητα του σπέρματος και η συγκέντρωση ελαττώθηκαν σε δόσεις 0,6 ως
10 φορές την ανθρώπινη δόση σε mg/m
2
. Δοσοεξαρτώμενες μειώσεις σημειώθηκαν επίσης,
στην τεστοστερόνη ορού στις ίδιες δόσεις. Η τεστοστερόνη ορού και οι παράμετροι
σπέρματος ανέκαμψαν μερικώς, αλλά παρέμειναν ελαττωμένες μετά την διακοπή της
θεραπείας. Σε αρουραίους ή σκυλούς δεν σημειώθηκαν δόσεις στις οποίες δεν παρατηρείται
δράση.
Κύηση: Το ενδεχόμενο τερατογένεσης της ρισπεριδόνης μελετήθηκε σε τρεις μελέτες
Segment II σε αρουραίους Wistar και Sprague-Dawley και σε μία μελέτη Segment II σε
κουνέλια New Zeland. Η συχνότητα εμφάνισης διαμαρτιών της διάπλασης δεν ήταν αυξημένη
συγκρινόμενη με δοκιμασία σε απογόνους των αρουραίων ή των κουνελιών σε δόσεις 0,4 ως
6 φορές μεγαλύτερες από την ανθρώπινη δόση σε mg/m
2
. Σε τρεις μελέτες αναπαραγωγής
σε αρουραίους υπήρξε μια αύξηση στους θανάτους των νεογνών κατά τη διάρκεια των
πρώτων 4 ημερών της γαλουχίας σε δόσεις 0,3 ως 3 φορές μεγαλύτερες από την ανθρώπινη
δόση σε mg/m
2
. Δεν είναι γνωστό αν αυτοί οι θάνατοι οφείλονταν σε άμεση επίδραση στα
έμβρυα ή στα νεογνά ή σε επιδράσεις στις μητέρες. Δεν υπήρχε δόση στην οποία δεν
παρατηρείται δράση για αυξανόμενη θνησιμότητα σε νεογνά αρουραίων. Σε μια μελέτη
Segment III, υπήρχε μια αύξηση σε θνησιγενή νεογνά αρουραίων σε δόση 1,5 φορά
Περίληψη των χαρακτηριστικών του προϊόντος